Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010

Οι βρεγμένες κότες του ΠΑΣΟΚ, του ΤΑΣΟΥ ΠΑΠΠΑ

Παρασκευή, 31 Δεκεμβρίου 2010

Οι βρεγμένες κότες του ΠΑΣΟΚ


ΠΗΓΗ:Ελευθεροτυπία pappas@enet.gr


Στο βιβλίο του «Το λεξικό της πιάτσας» ο Βρασίδας Καπετανάκης στο λήμμα «κόττα» αναφέρει: «προσβλητική προσφώνησις επί ανδρών και γυναικών: «τον ενομίζαμε για καλό άνδρα, και αποδείχθηκε κόττα»».
Είναι οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ (και ορισμένοι υπουργοί) «κότες βρεγμένες» που ντρέπονται γι' αυτά που ψηφίζουν, σύμφωνα με την περιγραφή του υπουργού Υγείας Α. Λοβέρδου ή μήπως, ακόμη χειρότερα, είναι «κότες λειράτες» που σκούζουν και κουνάνε τα καχεκτικά φτερά τους για να δείξουν στην κοινωνία ότι πασχίζουν για τα συμφέροντα των αδυνάτων, αλλά την κρίσιμη στιγμή επιστρέφουν στο κοτέτσι και δηλώνουν υποταγή στον αρχηγό κόκορα;



Εύκολα κάποιος παρατηρητής μπορεί να συμφωνήσει με τον προσβλητικό αυτό χαρακτηρισμό βλέποντας τους περισσότερους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ άλλα να λένε στις ιδιωτικές συζητήσεις τους, μερικοί και στις δημόσιες παρεμβάσεις τους, και άλλα να πράττουν στις ψηφοφορίες. Πρόκειται για οπορτουνιστική συμπεριφορά; Εχουμε να κάνουμε με μια βολική επιλογή του τύπου «και με τον χωροφύλαξ (ψηφοφόρο) και με τον αστυφύλαξ (κυβέρνηση)». Ή μήπως ξεδιπλώνεται η γνωστή από το παρελθόν τακτική που θέλει το ΠΑΣΟΚ να υποδύεται επιτυχώς και τους δύο ρόλους, δηλαδή και της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης;
Πιθανόν τέτοιες σκοπιμότητες να υπάρχουν. Ωστόσο, είναι η πρώτη φορά από την εποχή της ίδρυσης του κινήματος που τα στελέχη του βρίσκονται σε τόσο δυσάρεστη θέση. Παλιότερα οι αναδιπλώσεις σε διάφορα ζητήματα (κυρίως στην εξωτερική πολιτική) συνοδεύονταν από ρητορικούς εξτρεμισμούς και φαντεζί κινήσεις σε άλλα πεδία που λειτουργούσαν καθησυχαστικά, ενώ στο εσωτερικό μέτωπο η σταθερή αντιδεξιά παραμυθία χαλιναγωγούσε τους βιαστικούς.
Σήμερα καλούνται να υπηρετήσουν μια πολιτική η οποία βρίσκεται στον αντίποδα της στρατηγικής του κόμματος, σε ευθεία αντιπαράθεση με τα υπεσχημένα και, το κυριότερο, παρουσιάζεται ως μονόδρομος. Κι όλα αυτά χωρίς να έχει προηγηθεί μια εσωτερική διαδικασία που με οργανωμένο τρόπο και πειστικά επιχειρήματα θα προσπαθούσε να δικαιολογήσει την απότομη στροφή.
Βιώνουν, με άλλα λόγια, μια σχιζοφρενική κατάσταση. Από τη μια πλευρά υπάρχει η συνείδησή τους και οι ψηφοφόροι τους οι οποίοι καθημερινώς τους εγκαλούν για τα κυβερνητικά μέτρα, ζητώντας τους να κάνουν κάτι για ν' αλλάξουν τα πράγματα, και από την άλλη είναι η συνοχή της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Πρέπει λοιπόν να διαλέξουν ανάμεσα στη σωτηρία της ψυχής τους και στη σωτηρία της κυβέρνησης.
Το δίλημμα είναι καταθλιπτικό, γιατί ουδείς τους εγγυάται ότι με την πολιτική που εφαρμόζεται η οικονομία θα ανακάμψει και η κοινωνία θα προστατευθεί. Ουδείς από την ηγεσία μπορεί να δεσμευθεί, και να γίνει φυσικά πιστευτός, ότι τελικώς οι θυσίες θα πιάσουν τόπο. Και μόνο στην ιδέα ότι θα χρειαστεί να βάλουν πλάτη και για άλλα μέτρα, εξίσου σκληρά με τα προηγούμενα, πανικοβάλλονται.
Για την ώρα ο φόβος της πτώσης της κυβέρνησης και η απειλή του πολιτικού θανάτου λειτουργούν αποτρεπτικά. Η οργή πολλών βουλευτών εξαντλείται στη γενικόλογη κριτική, στη δαιμονοποίηση του Γ. Παπακωνσταντίνου, στις πιέσεις προς τους υπουργούς για περισσότερη διαβούλευση και σε «μικροεκβιασμούς» προκειμένου να αποσυρθούν οι πιο επαχθείς διατάξεις ορισμένων νομοσχεδίων. Ωστόσο, υπάρχουν και όρια στην ανοχή. Ηδη τα ξεπέρασαν τέσσερις και βρέθηκαν εκτός κοινοβουλευτικής ομάδας. Ο πρωθυπουργός επισείει τον μπαμπούλα των πρόωρων εκλογών με λίστα για να αποτρέψει νέες διαρροές.
Οι διεργασίες, πάντως, στο εσωτερικό της κοινοβουλευτικής ομάδας είναι πυκνές. Τα πρόσωπα που έχουν επιλεγεί να στελεχώσουν τους μηχανισμούς περιφρούρησης της ενότητας και εκλογίκευσης των εντάσεων δεν είναι σε θέση να παίξουν αυτό το ρόλο. Αμφισβητείται η επάρκειά τους. Οι διαφωνίες δεν έχουν πάρει ακόμη οργανωμένη μορφή, αλλά είναι ζήτημα χρόνου να αποκτήσουν. Προς το παρόν, στο στόχαστρο βρίσκονται το οικονομικό επιτελείο και η ομάδα του μεγάρου Μαξίμου. Ο πρωθυπουργός είναι στο απυρόβλητο. Το ερώτημα είναι, έως πότε; Για πόσο ακόμη δηλαδή θα κατηγορούνται για νεοφιλελευθερισμό οι Παπακωνσταντίνου - Σαχινίδης και όχι αυτός που τους επέλεξε; Ερήμην του αποφασίζουν; Για πόσο ακόμη θα εγκαλείται για αστοχίες η επικοινωνιακή ομάδα και όχι αυτός που τη συγκρότησε; Για πόσο ακόμη θα δουλεύει το σχήμα «ο καλός πρόεδρος και οι μοιραίοι συνεργάτες του»; Κάθε ηγέτης χρειάζεται μαξιλαράκια για να απορροφούν τους κραδασμούς. Οταν όμως τα μαξιλαράκια ξεπουπουλιαστούν (για να επανέλθουμε στη θεωρία περί κότας), τότε μένει μόνος του απέναντι στην κατακραυγή.

Αναρτήθηκε από You Pay Your Crisis στις 5:49 μ.μ.
Ετικέτες ΑΡΘΡΑ / Παππάς Τ., ΠΑΣΟΚ

Η κρίση οδηγεί σε "ντόμινο" , του Δημήτρη Καζάκη*

Παρασκευή, 31 Δεκεμβρίου 2010

Η κρίση οδηγεί σε "ντόμινο"

Του Δημήτρη Καζάκη*


«Πάμε, λένε πολλοί, ούτως ή άλλως για χρεοκοπία. "Η πολιτική μας δεν έχει πετύχει, είναι αδιέξοδη, δεν οδηγεί πουθενά". Δεν υπάρχει πιο διαβρωτική, πιο επικίνδυνη και πιο άδικη συζήτηση απ' αυτήν που συντηρούν ορισμένοι για τη χρεοκοπία της χώρας. Ναι, βρεθήκαμε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Η χώρα σήμερα, όμως, είναι διασφαλισμένη με τη χρηματοδότηση και με ένα πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής που μειώνει δραστικά τα ελλείμματα και ξαναβάζει τη χώρα σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης...
Σήμερα το ζήτημα του χρέους το αντιμετωπίζουμε με σύνεση, συστηματικά και οργανωμένα. Όχι μόνο με το πρόγραμμα μας, αλλά και με ευνοϊκές ρυθμίσεις, όπως με τις προσεκτικές διαπραγματεύσεις μας για την επιμήκυνση της αποπληρωμής του χρέους. Αυτή η ευεργετική για την Ελλάδα και τον φορολογούμενο αντιμετώπιση θα έχει συνέχεια μόνο εάν παραμείνουμε συνεπείς στις προσπάθειες μας».

Αυτό ισχυρίστηκε ο πρωθυπουργός λίγο πριν από την ψήφιση του κρατικού προϋπολογισμού του 2011 στις 22 του μηνός. Την αμέσως επόμενη ημέρα γίνεται γνωστό ότι η Ελλάδα ηγείται πάλι στις τρελές αυξήσεις στα κόστη ασφάλισης των ελληνικών ομολόγων, διότι οι αγορές θεωρούν αναπόφευκτη μια αναδιάρθρωση του χρέους της χώρας (Bloomberg, 23.12). Την ίδια ημέρα, η εταιρεία πιστοληπτικής αξιολόγησης Fich Ratings ανακοινώνει ότι θέτει υπό καθεστώς αυξημένης επιτήρησης με το ερώτημα της υποβάθμισης πέντε εγχώριες τράπεζες, την Εθνική, την Alpha, την Eurobank, την Πειραιώς και την Αγροτική.

Σύμφωνα με ανακοίνωση της Fich, η κίνηση αυτή κρίθηκε επιβεβλημένη από το γεγονός ότι είναι «πιθανό αυτές να λάβουν υποστήριξη αν κριθεί σκόπιμο». (Bloomberg 23/12).

Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει σε απλή γλώσσα ότι οι τράπεζες αυτές βρίσκονται στο χείλος της χρεοκοπίας και ως εκ τούτου είναι υποψήφιες για άμεση κρατική ενίσχυση. Σε ξεχωριστή ανακοίνωση της Fich την ίδια ημέρα τέθηκαν υπό το ίδιο καθεστώς επιτήρησης και οι θυγατρικές της Εθνικής και της Eurobank στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και τη Νότια Αφρική.


Γκρεμίστηκαν τα ομόλογα

Την ίδια ώρα, τα spreads και τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων στις αγορές γνωρίζουν νέα ιστορικά ρεκόρ. Ο Νοέμβριος μπορεί να χαρακτηριστεί ο χειρότερος μήνας των ελληνικών ομολόγων, μια και κατά τη διάρκεια του η Ηλεκτρονική Δευτερογενής Αγορά Τίτλων (ΗΔΑΤ) υποχώρησε κατά 52% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Τη μεγαλύτερη άνοδο κατά 258 μονάδες βάσης σημείωσε η απόδοση του τριετούς ομολόγου αναφοράς, η οποία στο τέλος του μήνα ανήλθε σε 13,23%, όταν τον προηγούμενο μήνα βρισκόταν στο 9,64%. Η απόδοση αυτή είναι η μεγαλύτερη του έτους, η οποία δεν ξεπέρασε το 11,65% όλους τους προηγούμενους μήνες, αλλά και η μεγαλύτερη της τελευταίας τουλάχιστον δεκαετίας. Πρόκειται για απόδοση που προεξοφλεί ότι η χώρα δεν θα βγάλει την τριετία.

Στις μακροπρόθεσμες διάρκειες η απόδοση του ΙΟετούς ομολόγου αναφοράς αυξήθηκε κατά 124 μονάδες βάσης σε 12,00%, από 9,57% του προηγούμενου μήνα. Κι αυτή η απόδοση αποτελεί ρεκόρ έτους, μια και όλους τους προηγούμενους μήνες του 2010 η απόδοση του ΙΟετούς ομολόγου δεν ξεπέρασε το 11,34%. Ενώ η απόδοση του 30ετούς αυξήθηκε κατά 48 μονάδες βάσης, δηλαδή σε 9,32% από 8,39% του προηγούμενου μήνα. Και η τιμή του 30ετούς είναι η υψυλότερη τέλους του μήνα που έφτασε μέσα στο 2010, με τον περασμένο Ιούνιο να φτάνει τα 9,11% μέγιστη τιμή.

Όσον αφορά τις τιμές των τίτλων αναφοράς, η τιμή του 3ετούς ομολόγου υποχώρησε σημαντικά σε 82,70 στα τέλη Νοεμβρίου από 87,00 στα τέλη Οκτωβρίου, του διετούς ομολόγου σε 78,02 από 80,51, του ΙΟετούς σε 68,14 από 73,58 και του 30ετούς ομολόγου σε 52,90 από 55,85. Η αξία των συναλλαγών στην ΗΜΤ υποχώρησε σε 926 εκατ. ευρώ τον Νοέμβριο του 2010 από 1,94 δισ. ευρώ τον Οκτώβριο του 2010 και 50,21 δισ. ευρώ τον Νοέμβριο του 2009. Η μέση ημερήσια αξία συναλλαγών διαμορφώθηκε σε 42,1 εκατ. ευρώ από 97,1 εκατ. ευρώ τον προηγούμενο μήνα. Το μεγαλύτερο ποσοστό συναλλαγών συγκέντρωσε το 10ετές ομόλογο αναφοράς, καταγράφοντας συναλλαγές αξίας 211 εκατ. ευρώ. Από τις 800 εντολές που εκτελέσθηκαν στην ΗΔΑΤ, το 63,6% αφορούσε εντολές πώλησης και το 36,4% εντολές αγοράς.


Αφηνιασμένες αγορές


Προσθήκη λεζάντας
Από κάθε άποψη ο Νοέμβριος αποτέλεσε τον χειρότερο μήνα για τους ελληνικούς κρατικούς τίτλους. Οι επενδυτές ξεφορτώθηκαν μαζικά κρατικούς τίτλους, κυρίως ΙΟετούς διάρκειας, που θεωρούν ότι σε μια ενδεχόμενη αναδιάρθρωση χρέους θα είναι οι πιο ευάλωτοι και οδήγησαν τους 30ετείς τίλους στο να χάσουν σχεδόν το 45% της ονομαστικής αξίας τους στην αγορά. Αν προσθέσουμε και το ότι μέσα στον ίδιο μήνα, δηλαδή στις 9 και 16 Νοεμβρίου, ολοκληρώθηκαν οι δημοπρασίες εντόκων γραμματίων του ελληνικού Δημοσίου διάρκειας 6 και 3 μηνών, με αποδόσεις ρεκόρ της τάξης του 4,82% και 4,10% αντίστοιχα, τότε δικαιολογημένα μπορεί κάποιος να θεωρήσει ότι οι αγορές αντιμετωπίζουν την Ελλάδα ως ήδη πτωχευμένη χώρα.

Το ίδιο σκηνικό συνεχίζεται και μέσα στον Δεκέμβριο, με τις αγορές να έχουν κυριολεκτικά αφηνιάσει. Η Ελλάδα σε ετήσια βάση, αν συνεχίσει να δανείζεται με 3μηνα και 6μηνα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου, έχει φτάσει σχεδόν να πληρώνει επιτόκια της ίδιας τάξης με εκείνα που πληρώνει, π.χ., η πτωχευμένη Αργεντινή. Με μια μεγάλη διαφορά. Η Αργεντινή έχει ξεφορτωθεί ένα πολύ μεγάλο μέρος του χρέους της και δεν βρίσκεται υπό καθεστώς θεσμοθετημένης κατοχής του ΔΝΤ και της Ε.Ε. Όπως πάει, είναι σίγουρο ότι πολύ σύντομα και τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων θα χτυπάνε τιμές ρεκόρ σε παγκόσμιο επίπεδο, δηλαδή θα φτάσουν στα ύψη των χωρών που έχουν βαρέσει κανόνι.


Το αδιέξοδο της ΕΚΤ

Προφανώς οι αγορές δεν πιστεύουν ότι η επιμήκυνση του χρέους που επικαλούνται ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση αποτελεί ένα δώρο του ΔΝΤ και της Ε.Ε. γιατί είμαστε καλά παιδιά και πειθαρχούμε στις εντολές τους. Το σκηνικό που στήνεται αυτήν τη στιγμή μοιάζει πάρα πολύ με το σκηνικό που στήθηκε τους πρώτους μήνες του 2010 για να οδηγηθεί η Ελλάδα στον λεγόμενο μηχανισμό στήριξης. Μόνο που αυτήν τη φορά είναι ακόμη χειρότερα τα πράγματα.

Στην πράξη, η αντιμετώπιση της κρίσης στη ζώνη του ευρώ μέσα από τη δημιουργία ενός μόνιμου ταμείου ευρωπαϊκής σταθερότητας, που θα εποπτεύει και θα κηδεμονεύει τις χώρες υπό χρεοκοπία, αποτελεί την καλύτερη δυνατή ενθάρρυνση για τις αγορές να πιέζουν όλο και περισσότερο. Μετά την Ελλάδα και την Ιρλανδία, η πίεση έχει αυξηθεί δυσβάσταχτα για την Πορτογαλία και την Ισπανία. Οι κυρίαρχοι του παιχνιδιού στις αγορές έχουν πειστεί πως ο μόνος τρόπος για να εξασφαλίσουν τις επενδύσεις στα κρατικά και τραπεζικά χρεόγραφα αυτών των χωρών, αλλά και τα προσδοκώμενα κέρδη τους, είναι να τις οδηγήσουν στον μηχανισμό.

Μόνο που αυτός ο μηχανισμός όσο περισσότερο διευρύνεται τόσο περισσότερο εξαντλεί τις δυνατότητες χρηματοδοτικής ενίσχυσης της ΕΚΤ, αλλά και των ισχυρών χωρών της ευρωζώνης. Ήδη η ΕΚΤ έχει πάψει να παρεμβαίνει στον βαθμό που παρενέβαινε για τα ελληνικά ομόλογα στη δευτερογενή αγορά τίτλων με σκοπό να συγκρατήσει τις ανοδικές τάσεις. Δεν διαθέτει πιά τα αναγκαία ρευστά διαθέσιμα, ενώ η προσοχή της έχει στραφεί, εκτός βεβαίως της Ιρλανδίας, στην Πορτογαλία και την Ισπανία, οι οποίες αποτελούν τώρα πια τη μερίδα του λέοντος στις αγορές ομολόγων της ΕΚΤ.


Αρχίζει το ντόμινο!

Πολλοί αναλυτές και επενδυτές πιστεύουν ότι το 2011 θα είναι το έτος της Γαλλίας. Δηλαδή, κι αυτή θα συρθεί στον μηχανισμό στήριξης υπό το βάρος όχι τόσο του δημόσιου, όσο του ιδιωτικού χρέους που έχουν σωρεύσει οι τράπεζές της. Πριν απ' αυτήν θα έχει προσφύγει στον μηχανισμό το Βέλγιο, το οποίο ήδη βρίσκεται σε άθλια κατάσταση, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε και την Ιταλία.

Αυτή η διαδικασία - ντόμινο, που έχει ήδη αρχίσει, ξεπερνά κατά πολύ τις αντοχές της ΕΚΤ. Γι' αυτό πολλοί ασχολούνται με το ευρωομόλογο. Από άποψη προσωρινής αντιμετώπισης των χρηματοδοτικών δυσκολιών, ιδίως των μεγάλων χωρών, το ευρωομόλογο μπορεί να αποτελέσει πρόσκαιρη λύση. Για πόσο, ουδείς γνωρίζει. Όμως η έκδοση του προϋποθέτει πολύ σοβαρή δημοσιονομική δέσμευση της Γερμανίας, της οποίας η ηγεσία δεν είναι καθόλου έτοιμη να αναλάβει. Γνωρίζει πως σε τέτοιες κρίσεις πρέπει να διατηρεί τον μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας κινήσεων και τις λιγότερες δυνατές δεσμεύσεις, ώστε να μπορεί να επιλέξει εναλλακτικές στρατηγικές με τις λιγότερες δυνατές απώλειες.

Το ευρωομόλογο, όμως, αφαιρεί από τη δικαιοδοσία των κρατών το τελευταίο αποκούμπι της δημοσιονομικής τους πολιτικής: να αποφασίζουν τα ίδια πότε και πώς θα προσφύγουν στις αγορές κεφαλαίου για δανεισμό. Αν χάσουν κι αυτό το προνόμιο, τότε η ίδια η υπόσταση τους δεν έχει κανένα νόημα. Είναι σαν να αναθέτει ένα νοικοκύριο σε κάποιον άλλο να δανείζεται στο όνομα του, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που αποφασίζει αυτός. Είναι ποτέ δυνατόν να αποβεί προς όφελος του νοικοκυριού αυτού μια τέτοια ενέργεια; Απλώς θα βρεθεί υπό καθεστώς πενίας, δηλαδή κολίγος στην υπηρεσία των δανειστών του. Κι αυτό ανεξάρτητα από τα επιτόκια που θα πετύχει.




Παραμύθια ...



Προσθήκη λεζάντας
Και επειδή με ευρωομόλογο ή χωρίς, η πιθανότητα μετεξέλιξης της ευρωζώνης προς μια τέτοια κατεύθυνση όπως την περιγράψαμε είναι πάρα πολύ πιθανή και ήδη μελετάται στις λεπτομέρειες της από τα επιτελεία στις δυο όχθες του Ατλαντικού, θα θέλαμε πολύ να δούμε τι έχουν να πουν όλοι αυτοί που τρομοκρατούν τον κόσμο με παραμύθια για διαρκείς υποτιμήσεις αν τυχόν και επιστρέψουμε σε εθνικό νόμισμα.
Οι ίδιοι που κινδυνολογούν ασύστολα, που παρουσιάζουν την έξοδο από το ευρώ ως συνώνυμο της βιβλικής καταστροφής, συνηγορούν υπέρ μιας λύσης (ευρωομόλογο) που με μαθηματική βεβαιότητα θα οδηγήσει την Ελλάδα και αρκετές χώρες της ευρωζώνης σε κατοχικό νόμισμα, με ό,τι σημαίνει κάτι τέτοιο.

Όπως και να έχει, η αυξανόμενη αναστάτωση στις αγορές, το βάθεμα της κρίσης του ευρώ, η εκτρωματική διόγκωση των τραπεζών, που συνεχίζεται, και η αδυναμία των πολιτικών ηγεσιών να αποφύγουν την πεπατημένη που οδήγησε τα πράγματα σ' αυτήν την κατάσταση προεξοφλούν ότι βαδίζουμε με ταχύτητα στην επίσημη πτώχευση της χώρας. Για όποιον αναρωτιέται τι σημαίνει επίσημη πτώχευση, δεν έχει παρά να διαβάσει τι συνέβη στην Αργεντινή, όταν το 1998-2000 έκανε... δώρο και σ'αυτήν το ΔΝΤ τον μηχανισμό επιμήκυνσης που ετοιμάζει και για τη χώρα μας.


Με... ελικόπτερο!

«Οταν οι επιχειρηματίες της Αργεντινής είχαν μεταφέρει τα δολάρια τους στο εξωτερικό, η δεύτερη φάση της κατάρρευσης ξεκίνησε. Η κυβέρνηση της Αργεντινής πάγωσε όλες τις τραπεζικές καταθέσεις επιτρέποντας μόνο σε κάθε καταθέτη να κάνει ανάληψη το πολύ 250 δολ. την εβδομάδα. Οι μικροί επενδυτές, που είχαν αφήσει τα λεφτά τους στις τράπεζες, ήταν εκείνοι που επλήγησαν περισσότερο. Δεκάδες χιλιάδες απελπισμένοι πολίτες όρμησαν στις τράπεζες και πολλοί πέρασαν νύχτες να κοιμούνται μπροστά από τα ΑΤΜ. Η τελευταία φάση της κατρακύλας ξεκίνησε στα προάστια του Μπουένος Άιρες. Αφού η κατανάλωση έπεσε κατά 60%, οι νέοι άρχισαν να λεηλατούν τα σούπερ-μάρκετ. Τον Δεκέμβριο του 2001,40.000 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στην Πλάζα ντε Μαγιό μπροστά από το Κάζα Ροσάντα, το προεδρικό μέγαρο. Εκεί άρχισαν να χτυπούν κατσαρόλες και τηγάνια όλοι μαζί, νύχτα και μέρα, μέχρις ότου ένας νευρικός πρόεδρος, ο Φερνάντο ντε λα Ρούα, διέφυγε με ελικόπτερο» («Der Spiegel», 11.4.2008).

Όποιος νομίζει ότι μπορεί η Ελλάδα να αποφύγει μια τέτοια κατάσταση, θα τον ενημερώσουμε μόνο ότι η κυβέρνηση ακολουθεί βήμα προς βήμα τον ίδιο ακριβώς δρόμο που οδήγησε την Αργεντινή σ' αυτήν την κατάσταση.



Το σκληρό και μαλακό ευρώ οδηγεί την ευρωζώνη στη διάσπαση


Τα λέμε όλα αυτά επειδή μας κάνει αλγεινή εντύπωση η προσπάθεια ορισμένων, που, παρά τη δίκαιη κριτική τους στο μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση, εμφανίζονται ως υπέρμαχοι του ευρωομολόγου. Λες και δεν καταλαβαίνουν ότι με το ευρωομόλογο παραδίδουμε ολοσχερώς τη δημοσιονομική και εθνική κυριαρχία της χώρας, χωρίς να χρειάζεται καν η υπογραφή στη δανειακή σύμβαση. Τι μας λένε δηλαδή; Με τη δανειακή σύμβαση παραδίδεται η χώρα στους δανειστές της και εκτίθεται έτσι η κυβέρνηση που το επιχειρεί με τόσο εξόφθαλμα παράνομο τρόπο. Για να λυθεί αυτό το πρόβλημα, ας παραδώσουμε ολοσχερώς τη χώρα στους δανειστές της μέσω του ευρωομολόγου, για να μην εκτίθεται η εκάστοτε δωσίλογη κυβέρνηση με το να υπογράφει τέτοιες κατάπτυστες δανειακές συμβάσεις. Αυτό και μόνο το νόημα έχει η υποστήριξη του ευρωομολόγου.

Αυτό που μας σώζει μέχρι σήμερα είναι το γεγονός ότι η έκδοση ευρωομολόγου θα οδηγήσει αργά ή γρήγορα σε τόσο ασφυκτικές πιέσεις στη ρευστότητα του ευρώ, ώστε θα οδηγήσει σε αναθεώρηση ολόκληρου του οικοδομήματος της ευρωζώνης. Αυτό το γνωρίζουν πολλοί καλά οι ιθύνοντες της ευρωζώνης και γι' αυτό διστάζουν. Ήδη πολλοί από τους θιασώτες του ευρωομολόγου μιλούν επίσης για έκδοση πρόσθετου χρήματος από την ΕΚΤ, όπως ακριβώς κάνει και η αμερικανική Fed.


Πληθωριστικός φαύλος κύκλος

Γενικά δεν έχουν άδικο. Για να υποστηριχθεί το ευρωομόλογο και για να εξασφαλίζει χαμηλά επιτόκια, θα χρειαστεί αφενός πληθωριστικό χρήμα, πληθωριστικό ευρώ, και αφετέρου να απομονώσει όσο το δυνατόν τις πιο αδύνατες οικονομίες. Κι αυτό, για να γίνει με όρους που συμφέρουν τους ισχυρούς εταίρους, μπορεί να συμβεί μόνο ή κύρια με την εισαγωγή ενός ευρώ πολλών ταχυτήτων. Ενός σκληρού και σταθερού ευρώ για τις ισχυρές οικονομίες και ενός μαλακού, πληθωριστικού και υποτιμώμενου ευρώ για τις πιο αδύναμες οικονομίες της ευρωζώνης. 'Ετσι θα διευρύνεται ο κύκλος κυκλοφορίας του σκληρού ευρώ φορτώνοντας τις πληθωριστικές πιέσεις και τις υποτιμήσεις στο μαλακό ευρώ.

Με αλλά λόγια, η υιοθέτηση του ευρωομολόγου πιθανότερο είναι να επιταχύνει τις διαδικασίες εσωτερικής διάσπασης της ευρωζώνης ανάμεσα σε δυο κύριες ομάδες χωρών: σε εκείνες που θα χρησιμοποιούν το σκληρό ευρώ και σε άλλες που θα χρησιμοποιούν μια ολόκληρη ποικιλία μαλακών ευρώ. Όλα αυτά τα νομίσματα θα κυκλοφορουν και θα καθορίζεται η μεταξύ τους ισοτιμία από την ΕΚΤ. Φανταστείτε τότε τι έχει να γίνει. Το ελληνικό κράτος, που θα του έχει δοθεί το δικό του μαλακό ευρώ, θα δανείζεται μέσω ευρωομολόγου σε σκληρό ευρώ το οποίο θα πληρώνει στην τρέχουσα αξία του δικού του πληθωριστικού και υποτιμημένου ευρώ. Το ίδιο και οι ελληνικές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, τα οποία θα δανείζονται από την ενιαία διατραπεζική αγορά σε σκληρό ευρώ και θα πληρώνουν με μαλακό.


Κατοχικό... ευρώ!

Στην πράξη, το ευρωομόλογο θα μετατρέψει το ευρώ από «κοινό νόμισμα» σε κατοχικό νόμισμα για όσες οικονομίες και χώρες δεν κριθούν άξιες για τη σκληρή εκδοχή του. Κι αυτό θα έχει τις ίδιες ακριβώς συνέπειες με την επιβολή του στρατιωτικού ράιχσμαρκ στην κατοχή, που εκδιδόταν στην Ελλάδα από τις γερμανικές αρχές κατοχής, όπως και με την επιβολή της στρατιωτικής βρετανικής λίρας που οι Βρετανοί εξέδωσαν στην Ελλάδα αμέσως μετά την απελευθέρωση.

Φανταστείτε τι θα σημαίνει να αμείβεστε με πληθωριστικό νόμισμα, που η ΕΚΤ θα έχει το δικαίωμα να υποτιμά κατά το δοκούν, οι καταθέσεις στις τράπεζες να είναι στο ίδιο νόμισμα, αλλά οι υποχρεώσεις σας προς τις τράπεζες να είναι σε σκληρό ευρώ. Αυτή τη λύση στην ουσία προτείνουν όσοι ζητούν ευρωομόλογο.

* Το κείμενο του οικονομολόγου-αναλυτή Δ. Καζάκη δημοσιεύτηκε στο "Ποντίκι" 30/12/2010

Η στρατηγική της χειραγώγησης και ο βαθύς ύπνος των χειραγωγημένων

Η στρατηγική της χειραγώγησης και ο βαθύς ύπνος των χειραγωγημένων

31/12/2010 - 11:55

Μια λίστα με τις 10 στρατηγικές χειραγώγησης από τα ΜΜΕ.

1. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΣΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ

Το θεμελιώδες στοιχείο του κοινωνικού ελέγχου είναι η στρατηγική της απόσπασης της προσοχής που έγκειται στην εκτροπή της προσοχής του κοινού από τα σημαντικά προβλήματα και τις αποφασισμένες από τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ αλλαγές μέσω της τεχνικής του κατακλυσμού συνεχόμενων αντιπερισπασμών και ασήμαντων πληροφοριών. Η στρατηγική της απόσπασης της προσοχής είναι επίσης απαραίτητη για να μην επιτρέψει στο κοινό να ενδιαφερθεί για απαραίτητες γνώσεις στους τομείς της επιστήμης, της οικονομίας, της ψυχολογίας, της νευροβιολογίας και της κυβερνητικής. «Διατηρήστε την προσοχή του κοινού αποσπασμένη, μακριά από τα αληθινά κοινωνικά προβλήματα, αιχμάλωτη θεμάτων που δεν έχουν καμία σημασία. Διατηρήστε το κοινό απασχολημένο, τόσο πολύ ώστε να μην έχει καθόλου χρόνο για να σκεφτεί – πίσω στο αγρόκτημα, όπως τα υπόλοιπα ζώα» (απόσπασμα από το κείμενο: Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους).

2. ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΛΥΣΕΩΝ
Αυτή η μέθοδος καλείται επίσης «πρόβλημα-αντίδραση-λύση». Δημιουργείται ένα πρόβλημα, μια προβλεφθείσα «κατάσταση» για να υπάρξει μια κάποια αντίδραση από τον κόσμο, με σκοπό αυτός ο ίδιος να ορίσει τα μέτρα που η εξουσία θέλει να τον κάνει να δεχτεί. Για παράδειγμα: Αφήνεται να ξεδιπλωθεί και να ενταθεί η αστική βία ή οργανώνονται αιματηρές επιθέσεις που αποσκοπούν στο να απαιτήσει ο κόσμος νόμους ασφαλείας και πολιτικές εις βάρος της ελευθερίας. Ή ακόμα: Δημιουργούν μία οικονομική κρίση ώστε να γίνει αποδεκτή ως αναγκαίο κακό η υποχώρηση των κοινωνικών δικαιωμάτων και η διάλυση των δημόσιων υπηρεσιών.

3. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΔΙΑΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Για να γίνουν αποδεκτά τα διάφορα απαράδεκτα μέτρα, αρκεί η σταδιακή εφαρμογή τους, λίγο λίγο, επί συναπτά έτη. Κατά αυτόν τον τρόπο επιβλήθηκαν τις δεκαετίες του ΄80 και ΄90 οι δραστικά νέες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες (νεοφιλελευθερισμός): ανύπαρκτο κράτος, ιδιωτικοποιήσεις, ανασφάλεια, ελαστικότητα, μαζική ανεργία, μισθοί που δεν εξασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα, τόσες αλλαγές που θα είχαν προκαλέσει επανάσταση αν είχαν εφαρμοστεί μονομιάς.

4. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΒΟΛΗΣ
Ένας άλλος τρόπος για να γίνει αποδεκτή μια αντιλαϊκή απόφαση είναι να την παρουσιάσουν ως «επώδυνη και αναγκαία», εξασφαλίζοντας τη συγκατάβαση του λαού τη δεδομένη χρονική στιγμή και εφαρμόζοντάς τη στο μέλλον. Είναι πιο εύκολο να γίνει αποδεκτή μια μελλοντική θυσία απ’ ό,τι μία άμεση. Κατά πρώτον επειδή η προσπάθεια δεν καταβάλλεται άμεσα και κατά δεύτερον επειδή το κοινό, η μάζα, πάντα έχει την τάση να ελπίζει αφελώς ότι «τα πράγματα θα φτιάξουν στο μέλλον» και ότι οι απαιτούμενες θυσίες θα αποφευχθούν. Αυτό δίνει περισσότερο χρόνο στο κοινό να συνηθίσει στην ιδέα των αλλαγών και να τις αποδεχτεί με παραίτηση όταν φτάσει το πλήρωμα του χρόνου.

5. ΑΠΕΥΘΥΝΣΗ ΛΟΓΟΥ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ ΣΑΝ ΑΥΤΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
Η πλειονότητα των διαφημίσεων που απευθύνονται στο ευρύ κοινό χρησιμοποιούν λόγο, επιχειρήματα, προσωπικότητες και τόνο της φωνής, όλα ιδιαίτερα παιδικά, πολλές φορές στα όρια της αδυναμίας, σαν ο θεατής να ήταν μικρό παιδάκι ή διανοητικά υστερημένος.Όσο περισσότερο θέλουν να εξαπατήσουν το θεατή τόσο πιο πολύ υιοθετούν έναν παιδικό τόνο. Γιατί; «Αν κάποιος απευθύνεται σε ένα άτομο σαν αυτό να ήταν 12 χρονών ή και μικρότερο, αυτό λόγω της υποβολής είναι πολύ πιθανό να τείνει σε μια απάντηση ή αντίδραση απογυμνωμένη από κάθε κριτική σκέψη, όπως αυτή ενός μικρού παιδιού» (βλ. Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους).

6. ΠΟΛΥ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ ΠΑΡΑ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ
Η χρήση του συναισθήματος είναι μια κλασική τεχνική προκειμένου να επιτευχθεί βραχυκύκλωμα στη λογική ανάλυση και στην κριτική σκέψη των ατόμων. Από την άλλη, η χρήση των συναισθημάτων ανοίγει την πόρτα για την πρόσβαση στο ασυνείδητο και την εμφύτευση ιδεών, επιθυμιών, φόβων, καταναγκασμών ή την προτροπή για ορισμένες συμπεριφορές.

7. Η ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΝΟΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑ
Κάντε το κοινό να είναι ανήμπορο να κατανοήσει τις μεθόδους και τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο και τη σκλαβιά του… «Η ποιότητα της εκπαίδευσης που δίνεται στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις πρέπει να είναι η φτωχότερη και μετριότερη δυνατή, έτσι ώστε το χάσμα της άγνοιας μεταξύ των κατώτερων και των ανώτερων κοινωνικών τάξεων να είναι και να παραμένει αδύνατον να γεφυρωθεί» (βλ. Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους).

8. ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑ
Προωθήστε στο κοινό την ιδέα ότι είναι της μόδας να είσαι ηλίθιος, χυδαίος και αμόρφωτος…

9. ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΕΝΟΧΗΣ
Κάντε τα άτομα να πιστέψουν ότι αυτά και μόνον αυτά είναι ένοχα για την κακοτυχία τους, εξαιτίας της ανεπάρκειας της νοημοσύνης τους, των ικανοτήτων ή των προσπαθειών τους.Έτσι, τα άτομα αντί να εξεγείρονται ενάντια στο οικονομικό σύστημα, υποτιμούν τους εαυτούς τους και νιώθουν ενοχές, κάτι που δημιουργεί μια γενικευμένη κατάσταση κατάθλιψης, της οποίας απόρροια είναι η αναστολή της δράσης… Και χωρίς δράση, δεν υπάρχει επανάσταση.

10. ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΑΠ’ Ο,ΤΙ ΑΥΤΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΤΟΥΣ ΕΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ
Κατά τα τελευταία 50 χρόνια, η ταχεία πρόοδος της επιστήμης έχει δημιουργήσει ένα αυξανόμενο κενό μεταξύ των γνώσεων του κοινού και εκείνων που κατέχουν και χρησιμοποιούν οι κυρίαρχες ελίτ. Χάρη στη βιολογία, στη νευροβιολογία και στην εφαρμοσμένη ψυχολογία, το σύστημα έχει επιτύχει μια εξελιγμένη κατανόηση των ανθρώπων, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Το σύστημα έχει καταφέρει να γνωρίζει καλύτερα τον «μέσο άνθρωπο» απ’ ό,τι αυτός γνωρίζει τον εαυτό του. Αυτό σημαίνει ότι στις περισσότερες περιπτώσεις το σύστημα ασκεί μεγαλύτερο έλεγχο και μεγάλη εξουσία πάνω στα άτομα, μεγαλύτερη από αυτήν που τα ίδια ασκούν στους εαυτούς τους.

αναδημοσίευση από ΒΑΒΥΛΩΝΙΑ

Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010

Βαθύ Κόκκινο » Πολιτική » Τα 4 ψέματα της κυβέρνησης

Βαθύ Κόκκινο » Πολιτική » Τα 4 ψέματα της κυβέρνησης

Κυριακή, 26 Δεκεμβρίου 2010Τα 4 ψέματα της κυβέρνησης
Ο προϋπολογισμός όπως μας είπε ο εισηγητής του ΠΑΣΟΚ, δεν είναι ούτε αριστερός, ούτε δεξιός, είναι αναγκαίος. Οι επιλογές που κάνει η κυβέρνηση δεν είναι νομοτελειακές. Είναι μια επιχείρηση βίαιης ανακατανομής του εισοδήματος υπέρ του κεφαλαίου. Γι’ αυτό διαλύετε το Δημόσιο, γι’ αυτό νομοθετείτε την εργασιακή ζούγκλα. Και για να τα δικαιολογήσει λέει ψέματα.

Ψέμα 1ο: Το υπερτροφικό κράτος

Η απογραφή έδειξε ότι το σύνολο των υπαλλήλων είναι 768.000, από τους μόνιμους υπαλλήλους έως τα stage από τους ένστολους και τους κληρικούς ως τους αιρετούς, ποσοστό δηλαδή 11,4% επί του συνόλου των εργαζομένων. Ένα από τα 4 χαμηλότερα σε όλη την Ευρώπη.

Ψέμα 2ο: Οι υπέρογκες δημόσιες δαπάνες

Από την Έκθεση Ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προκύπτει ότι το σύνολο των δαπανών του ελληνικού κρατικού τομέα ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι κάτω του 12%, ένα από τα χαμηλότερα σε όλη την Ευρώπη.

Ψέμα 3ο: Ποιός πληρώνει τις δημόσιες δαπάνες

Αν συνυπολογίσουμε τους άμεσους και έμμεσους φόρους, προκύπτει ότι οι εργαζόμενοι συμμετέχουν με περισσότερο από 80% στα κρατικά έσοδα και οι επιχειρήσεις με λιγότερο από 20%.

Ψέμα 4ο: Η αβάσταχτη φορολογία του κεφαλαίου

Ο πραγματικός φορολογικός συντελεστής κεφαλαίου στην Ελλάδα βρίσκεται κάτω από το μισό του μέσου όρου της Ε.Ε. (15,8 στην Ελλάδα, έναντι 32,6 στην Ε.Ε. των 25).

(Από την ομιλία του Β. Μουλόπουλου στη Βουλή)

Πηγή: Ενωτικό-Αριστερό
Αναρτήθηκε από giorgis στις 3:40 μ.μ.

Το Βερολίνο οξύνει την κρίση στην ΕΕ , του Λ. Βατικιώτη

Τρίτη, 28 Δεκεμβρίου 2010

Το Βερολίνο οξύνει την κρίση στην ΕΕ



ΠΗΓΗ: (Πριν, 24 Δεκέμβρη 0210)
του Λ. Βατικιώτη
Γερμανία: «Γιατί μας μισούν;»

ΟΡΓΗ ΚΑΤΑ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ
Πριν εννιά χρόνια ακριβώς ήταν οι Αμερικάνοι που αναρωτιόνταν «γιατί μας μισούν», υποκρινόμενοι ότι δεν ξέρουν τίποτε. Τώρα με το ίδιο ακριβώς ύφος είναι η Γερμανία που απορεί και εξίσταται. Το ερώτημα μάλιστα τέθηκε ορθά κοφτά, με μια ασυνήθιστη ωμότητα ακόμη και για τους Γερμανούς, στο περιοδικό Σπίγκελ την προηγούμενη εβδομάδα. Συγκεκριμένα την Δευτέρα, όταν είχαν ήδη γίνει γνωστά τα αποτελέσματα της διήμερης συνόδου κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες, με τα οποία θα ασχοληθούμε παρακάτω. Το γερμανικό περιοδικό κατέγραφε τις αντιδράσεις από την μια γωνιά της Ευρώπης ως την άλλη, επιλέγοντας καθόλου τυχαία στην Ελλάδα να αφιερώσει μόνο λίγες λέξεις. Όσες για την ακρίβεια απαιτούνται να περιγραφεί στην γλώσσα τους το κάψιμο της γερμανικής σημαίας… Δεν είναι όμως μόνο η Ελλάδα. Η ίδια εχθρότητα απέναντι στο Τέταρτο Ράιχ διαπιστώνεται στην Ισπανία, την Ιταλία και όλες τις άλλες χώρες που δοκιμάστηκαν από την κρίση του ευρώ. Με σκεπτικισμό δε αντιμετωπίζεται από το Βερολίνο και ο όψιμος φιλο-γερμανισμός της Γαλλίας στο βαθμό που ο ζήλος του Σαρκοζύ να προσυπογράφει κάθε απόφαση της Γερμανίας δεν γίνεται εύκολα δεκτός στο εσωτερικό της χώρας του, καθώς δε θεωρείται καθόλου επωφελής για τα συμφέροντα της Γαλλίας.
«Αν μιλούσαμε για γερμανο-γαλλικό δίδυμο ποδήλατο είναι περισσότερο από εμφανές ότι οι Γερμανοί κρατούν το τιμόνι και οι Γάλλοι κάνουν το πετάλι», έγραφε πολύ χαρακτηριστικά το πολιτικό περιοδικό Μαριάν, λοιδορώντας την εικόνα μιας ισότιμης γαλλογερμανικής συμμαχίας που προβάλλει ο Σαρκοζύ όταν για παράδειγμα μιλάει για «ευρωπαϊκό G2». Η καθολική αμφισβήτηση του ρόλου της Γερμανίας έχει γίνει αντιληπτή ακόμη και στον στενό πυρήνα του κράτους όπως μαρτυρά έκθεση του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών, που χρονολογείται μάλιστα από τον Ιούλη του 2009, στην οποία αναφέρεται ότι «για μια ακόμη φορά η εικόνα της Γερμανίας έχει επιδεινωθεί σοβαρά σε ορισμένα κράτη – μέλη της ΕΕ, ως αποτέλεσμα των θέσεών της για την υπέρβαση της κρίσης του ευρώ». Αυτό που κατά βάθος συνέβη τον τελευταίο χρόνο ότι έπεσαν οι μάσκες. Η Γερμανία δεν βρίσκεται στην δεκαετία του ’50, όταν έπρεπε να αποδείξει ότι δεν αποτελεί ένα κακοήθες μελάνωμα και μια διαρκή εστία κινδύνων για την ειρήνη στην Ευρώπη, λόγω των ιμπεριαλιστικών της σχεδίων. Η επέκταση του γερμανικού κεφαλαίου όλες αυτές τις δεκαετίες και οι αντιθέσεις που δημιούργησε, μεγαλώνοντας την απόσταση μεταξύ της Γερμανίας και όλων των υπόλοιπων χωρών, έχουν δημιουργήσει ξανά τις αντικειμενικές προϋποθέσεις ώστε το Βερολίνο να υποστηρίζει χωρίς συμβιβασμούς και υποχωρήσεις το ιδιοτελές κρατικό του συμφέρον, ερχόμενο σε ευθεία σύγκρουση με τους αποκαλούμενους συμμάχους του και επίσης διαψεύδοντας οικτρά τους λεγόμενους ευρωπαϊστές που εξακολουθούν να πιστεύουν ότι μπορεί να υπάρχει μια ενιαία Ευρώπη με την Ευρωπαϊκή Ένωση να αποτελεί σπίτι των λαών…
Έκλεισε τη συζήτηση για έκδοση ευρω-ομολόγου το Βερολίνο, αρνούμενο να επωμιστεί μέρος του κόστους δανεισμού των περιφερειακών χωρών. Στην τελευταία σύνοδο κορυφής της ΕΕ επίσης συμφωνήθηκε η τροποποίηση της Συμφωνίας της Λισσαβόνας, με τέτοιο τρόπο όμως ώστε να μην χρειαστεί νέο δημοψήφισμα, και η ενεργοποίηση της ρήτρας χρεοκοπίας στα ομόλογα. Πρόκειται για αποφάσεις που ρίχνουν λάδι στη φωτιά της κρίσης.
Έτος σταθμός θα είναι το 2011 για την ΕΕ καθώς αυξάνονται κατακόρυφα οι αβεβαιότητες
Οι αποφάσεις που λήφθηκαν στη σύνοδο κορυφής των 27 ευρωπαίων ηγετών στις 16-17 Δεκέμβρη αποτελούν αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της αυξημένης γερμανικής επιθετικότητας. Το κλίμα είχε οξυνθεί πριν καν προσέλθουν στη σύνοδο οι 27 ηγέτες, με αφορμή την αντιπαράθεση για την έκδοση ευρω-ομολόγου, όταν η απόρριψη του αιτήματος από τη Γερμανία οδήγησε τον Καρλ Γιούνκερ πρόεδρο του συμβουλίου υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης να κατηγορήσει την Γερμανία για αντι-ευρωπαϊκή στάση. Κατηγορία αρκετά βαριά για το σαβουάρ βιβρ των Βρυξελλών χωρίς ωστόσο να κάνει το αφτί των Γερμανών να ιδρώσει. Το θέμα του ευρω-ομολόγου ωστόσο αξίζει μιας παρένθεσης. Το συγκεκριμένο αίτημα νομιμοποιείται ως ένας τρόπος για να επιστρέψει η Γερμανία μέρος των όσων έχει βίαια αν και νομότυπα αποσπάσει από τις περιφερειακές χώρες στο πλαίσιο της ετεροβαρούς σχέσης που διέπει όλες τις ανταλλαγές στο εσωτερικό της ευρωζώνης και της ΕΕ.
Το ευρω-ομόλογο δηλαδή θα μπορούσε να έπαιζε τον ρόλο των Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων ή των Κοινοτικών Πλαισίων Στήριξης τις δεκαετίες του ’80 ή του ’90: Ένα είδος αντισταθμιστικών οφειλών για τις μόνιμες και μη επιστρεπτές βλάβες που προκαλούν στον παραγωγικό ιστό, το εμπορικό ισοζύγιο, την απασχόληση και την μακροχρόνια υπόσταση του ελληνικού εν προκειμένω καπιταλισμού στον διεθνή καταμερισμό – όπως μόλις πέρυσι έγινε αντιληπτό, σε όλο του το μεγαλείο – ξέροντας σε κάθε περίπτωση ότι αυτές οι αποζημιώσεις δεν κάνουν τίποτε παραπάνω από το να απαλύνουν τον πόνο της ΕΕ. Αν κάτι δηλαδή προηγείται του αιτήματος έκδοσης ευρω-ομολόγου είναι μια παραδοχή ότι το Τέταρτο Ράιχ έχει την ηθική υποχρέωση να επωμιστεί βάρος από το κόστος δανεισμού των περιφερειακών χωρών λόγω του ότι έχει ευθύνη για την δραματική κατάσταση των δημόσιων οικονομικών τους, λόγω των βαθιά ανταγωνιστικών σχέσεων εκμετάλλευσης. Αυτό όμως που προκαλεί απορία είναι η διατύπωση του αιτήματος και μάλιστα με μαχητικό τρόπο, όταν η ΕΕ εκλαμβάνεται ως «το σπίτι των λαών», όταν δηλαδή καμία υποκείμενη άνιση σχέση δεν διαπιστώνεται μεταξύ της Γερμανίας και των χωρών της περιφέρειας που τώρα στενάζουν από τη δημοσιονομική κρίση.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο που έχει υιοθετηθεί αυτούσια η ιδεολογική ερμηνεία της Γερμανίας, σε ποια βάση στηρίζεται το αίτημα του ευρω-ομολόγου; Πως αντικρούεται όχι μόνο από τον εκπρόσωπο της ολιγαρχίας Γ. Στουρνάρα αλλά ακόμη και από εκπροσώπους του ΣΥΝ το αντεπιχείρημα της Γερμανίας που θέτει το ερώτημα, «γιατί να πληρώσουν οι γερμανοί φορολογούμενοι την δική σας κραιπάλη;». Προφανώς δεν απαντιέται, όσες ιδεολογικές ακροβασίες κι αν επιχειρηθούν, μένοντας έτσι σε ένα επίπεδο ρητορείας ή παράκλησης που δεν αμφισβητεί ούτε αποκαλύπτει τις βαθύτερες αντινομίες της ΕΕ. Περνώντας στις αποφάσεις των 27 ηγετών «εν συντομία στη σύνοδο κορυφής δεν λύθηκε τίποτε», για να μεταφέρουμε την διαπίστωση του γερμανικού περιοδικού Σπίγκελ. Αποφάσεις ωστόσο λήφθηκαν και αφορούσαν επτά θέματα. Αρχικά, την δημιουργία ενός νέου μηχανισμού διαχείρισης κρίσεων που θα αντικαταστήσει τον υπάρχον, ο οποίος δημιουργήθηκε τον Μάη του 2013.
Στο πλαίσιο δημιουργίας του προβλέπεται το δικαίωμα βέτο μιας χώρας μέλους στις αποφάσεις του μηχανισμού, έτσι ώστε καμιά απόφαση να μην μπορεί να ληφθεί ερήμην της Γερμανίας. Τυχαία άραγε η Μέρκελ δήλωσε με τη λήξη των εργασιών πως «ήταν μια καλή μέρα για την Ευρώπη»; Επίσης, τρίτο, προβλέπεται η συμμετοχή ιδιωτών. Με άλλα λόγια πιστωτικά ιδρύματα και θεσμικοί επενδυτές θα επωμίζονται ένα εκ των προτέρων γνωστό μέρος του κόστους από ένα ενδεχόμενο «κούρεμα» των ομολόγων. Εξέλιξη που όχι μόνο θα εκτινάξει το κόστος δανεισμού των περιφερειακών χωρών, εξαλείφοντας το μοναδικό όφελος από την ένταξη στην ευρωζώνη, αλλά δημιουργώντας με αυτό τον τρόπο και νέους κινδύνους για τα κυριαρχικά δικαιώματα μιας χώρας από τη στιγμή που στο εξής θεσμοθετούνται και αναγνωρίζονται τα συμφέροντα των πιστωτών. Με την τέταρτη απόφαση που έλαβαν οι 27 ηγέτες της ΕΕ παραπέμπουν στην επόμενη σύνοδο κορυφής του Μαρτίου τις συγκεκριμένες αποφάσεις για τον καθορισμό του επακριβούς πλαισίου υπό το οποίο θα λειτουργεί ο νέος μηχανισμός. Πέμπτο, οι αποφάσεις μετά βεβαιότητας πλέον αν και συνιστούν μεταβολή της Συνθήκης της Λισσαβόνας δεν πρόκειται να τεθούν στην κρίση των ευρωπαίων πολιτών. Ο λόγος είναι προφανής: την τελευταία φορά που οι ευρωπαίοι ηγέτες τόλμησαν να απευθυνθούν στους λαούς τους πήρε δέκα χρόνια μέχρι να ενσωματώσουν την συνθήκη στην λειτουργία της ΕΕ λόγω των αρνητικών αποτελεσμάτων των δημοψηφισμάτων.
Εύκολα φαντάζεται τώρα κανείς τι μαύρο θα έτρωγαν οι προτάσεις της Μέρκελ στην περίπτωση που έμπαιναν στην κρίση των Ελλήνων, των Ισπανών, των Πορτογάλων και των Ιρλανδών. Γι’ αυτό το λόγο κατέφυγαν στο συνταγματικό πραξικόπημα. Το έκτο μέτρο που αποφάσισαν οι ευρωπαίοι ηγέτες φορά την απόρριψη των επίμονων προτάσεων αύξησης του κεφαλαίου ύψους 440 δισ. ευρώ με το οποίο είναι προικισμένο το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που ιδρύθηκε τον Μάη και έβδομο, την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που από 5,76 δισ. ευρώ θα φτάσει τα 10,76 δισ. Πρόκειται για την πρώτη αύξηση που αποφασίζεται στα 12 χρόνια που κυκλοφορεί το ευρώ και θα καλυφθεί κυρίως από τα κέρδη της και κατά το υπόλοιπο μεγαλύτερο μέρος της από την κεντρική τράπεζα της Γερμανίας. Η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΚΤ δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επιβλήθηκε λόγω δύο αναγκών.
Πρώτο, ως μια εκ των υστέρων εργασία επιδιόρθωσης των ζημιών που προκλήθηκαν τον προηγούμενο χρόνο και ειδικότερα της αγοράς κρατικών ομολόγων από την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία ύψους 72 δισ. ευρώ. Κατά δεύτερο, αποτελεί το «ζέσταμα», την αναγκαία προετοιμασία για την υποδοχή των αναταράξεων που έρχονται το επόμενο δωδεκάμηνο, οι οποίες θα είναι σεισμικές. Υπολογίζεται ότι οι χώρες και οι τράπεζες της ευρωζώνης αναμένεται να αντλήσουν 2 τρισ. δολ. για να καλύψουν τις δανειακές τους ανάγκες τον επόμενο χρόνο. Μόνο τον Ιανουάριο, τα κράτη μέλη της ευρωζώνης αναμένεται να «βγουν στη γύρα» για 80 δισ. ευρώ, το διπλάσιο από το ποσό που φυσιολογικά ζητιέται κάθε τέτοιο μήνα, ίσο με το 10% των ετήσιων αναγκών τους. Το περιβάλλον δε υπό το οποίο καλούνται να λειτουργήσουν είναι από ασταθές μέχρι εχθρικό.
Προς επίρρωση η προειδοποίηση της Moody’s ότι θα κόψει στους επόμενους τρεις μήνες την βαθμολογία της Πορτογαλίας κατά 1 ή 2 βαθμούς και επίσης της Ισπανίας λόγω του ότι έχει να δανειστεί τον επόμενο χρόνο (κρατηθείτε…) τουλάχιστον 300 δισ. ευρώ. Ακόμη η ίδια απειλή που διατυπώθηκε από την Fitch για την Ελλάδα κι η οποία μέχρι στιγμής έχει την χαμηλότερη αξιολόγηση στην ευρωζώνη (ΒΒΒ-) και τέλος η υποβάθμιση της Ιρλανδίας κατά 5 βαθμούς από την Moody’s, αφού πρώτα εντάχθηκε στο σφαγείο του «μηχανισμού διάσωσης». Ανησυχία ωστόσο προκαλεί το γεγονός ότι δεν είναι μόνο τα ομόλογα των περιφερειακών χωρών που δυσκολεύονται να βρουν αγοραστές. Το ίδιο συμβαίνει με τα ομόλογα των ΗΠΑ (με τις αποδόσεις των 10ετών τους να αγγίζουν ρεκόρ 6μηνου στο 3,5%) και της Γερμανίας (που έφθασαν το 3%, για πρώτη φορά από τον Μάη). Ανεξάρτητα από τις ερμηνείες που δίνονται γι’ αυτή την άνοδο η πραγματικότητα είναι ότι συντελείται στο έδαφος μιας πρωτόγνωρης έκρηξης του δημόσιου χρέους.
«Οι κυβερνήσεις των πλούσιων κρατών του κόσμου είναι πολύ πιο υπερχρεωμένες σε σύγκριση με το πρόσφατο παρελθόν τους και με τις ταχέως αναπτυσσόμενες αναδυόμενες οικονομίες. Το μέσο όρο του δημόσιου χρέους των πλούσιων χωρών κυμαίνεται στο 70% του ΑΕΠ, κατά 50% υψηλότερο απ’ ότι ήταν το 2007 και 2 φορές υψηλότερο σε σχέση με το μέσο χρέος των αναδυόμενων οικονομιών. Αυτό δε συνέβη σε μια περίοδο που οι προοπτικές μεγέθυνσης των πλούσιων χωρών επιδεινώνονται», υπογραμμίζεται σε σημείωμα της σύνταξης του βρετανικού Εκόνομιστ στο τρέχον χριστουγεννιάτικο τεύχος. Το σημείωμα μάλιστα που έχει τίτλο «Παρατηρήστε το 2011, τη χρονιά των σοκ δημοσίου χρέους» κλείνει λέγοντας ότι «το 2011 θα είναι μάλλον ένας χρόνος περισσότερων και μεγαλύτερων σοκ δημοσίου χρέους». Το επίκεντρο των σεισμικών δονήσεων θα είναι για μια ακόμη χρονιά οι ιδιωτικές τράπεζες, καθώς ακόμη δεν έχει απαντηθεί το ερώτημα σχετικά με την πηγή από την οποία θα αντληθούν τα κεφάλαια που απαιτούνται για την εξυγίανσή τους.
Η σύνοδος κορυφής της ΕΕ, όπου ανεξαρτήτως της ερώτησης η μόνιμη απάντηση είναι “περισσότερες δομικές μεταρρυθμίσεις και αυστηρότερη δημοσιονομική πειθαρχία”, δεν έλυσε το πρόβλημα. Πλάι δε στα παραπάνω προβλήματα (χρηματοδότηση δημόσιων αναγκών, εξυγίανση τραπεζών) ορθώνονται διαρκώς και άλλα. Ενδεικτικό είναι το πρόβλημα της χρηματοδότησης των δανειακών αναγκών των τραπεζών ύψους 500 δισ. δολαρίων τα οποία πρέπει να βρεθούν από τις αγορές, ενώ, σύμφωνα με τους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς της προηγούμενης Δευτέρας «στρατηγικοί αναλυτές προειδοποιούν ότι μια νέα κρίση θα μπορούσε να ξεσπάσει τον επόμενο χρόνο λόγω αυτού του χρηματοδοτικού κενού».
Το παράδειγμα της Ισλανδίας κι η «παγίδα του ευρώ»
ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΛΥΣΕΙΣ Η ΠΑΥΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΚΑΙ Η ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩ
Ως απόρροια των παραπάνω φαίνεται ότι τα εξοντωτικά προγράμματα λιτότητας δεν έχουν απομακρύνει τον κίνδυνο εμβάθυνσης της κρίσης στην ΕΕ. Έχει συμβεί το ακριβώς αντίθετο. Η ανεπιφύλακτη υιοθέτηση της ανερχόμενης «συναίνεσης των Βρυξελλών» ή «συναίνεσης της Ουάσινγκτον v. 2», δηλαδή “σταθερότητα στις τιμές και τα δημόσια οικονομικά – ελαστικότητα στις εργασιακές σχέσεις”, έχει μετατρέψει το έδαφος της καπιταλιστικής οικονομίας σε κινούμενη άμμο και το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων σε κόλαση. Μπορούσε να γίνει διαφορετικά; «Η ανάρρωση της Ισλανδίας φαίνεται να προσφέρει δύο μεγάλα μαθήματα για την Ιρλανδία και τις άλλες προβληματικές χώρες της ευρωζώνης. Το πρώτο είναι πως το επιπλέον κόστος που καλείται να πληρώσει μια χώρα αν δεν συμπαρασταθεί στις τράπεζες της μπορεί να είναι εκπληκτικά μικρό. Ένα δεύτερο μάθημα είναι ότι τα οφέλη μιας μικρής χώρας από τη συμμετοχή της σε μια μεγάλη νομισματική ένωση δεν είναι όλα όσα υποτίθεται πως θα ήταν. Όταν πανικόβλητοι επενδυτές έφευγαν τρέχοντας από τις μικρές χώρες το φθινόπωρο του 2008, το ευρώ φαινόταν παράδεισος.
Υπήρχε πολύ συζήτηση στην Ισλανδία για την επίσπευση της διαδικασίας ένταξης στην ΕΕ, τουλάχιστον στην ευρωζώνη. Δύο χρόνια μετά το ευρώ μοιάζει περισσότερο με παγίδα για τις χώρες που μάχονται να ανακτήσουν την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών τους. Η Ελλάδα και η Ιρλανδία έχουν χάσει την εμπιστοσύνη των αγορών, παρότι αμφότερες εκδίδουν ομόλογα σε ευρώ. Οι ψηφοφόροι της Ισλανδίας είναι πιο σκεπτικοί για τη συμμετοχή στην ΕΕ και το ευρώ». Τάδε έφη ο βρετανικός Εκόνομιστ σε άρθρο του για τη Ισλανδία στο τεύχος που προαναφέραμε, όπου από τους τίτλους ακόμη τονίζει: «Η Ισλανδία ήταν αυστηρή με τους πιστωτές και ευγενική με τον εαυτό της. Η Ιρλανδία μπορεί να εύχεται να είχε κάνει το ίδιο», συμπλήρωνε με νόημα… Και φυσικά όχι μόνο η Ισλανδία που βλέπει τώρα το ΑΕΠ της να αυξάνεται και τα επιτόκια δανεισμού της να πέφτουν παρασύροντας τον πληθωρισμό και την ανεργία. Το ίδιο θα μπορούσε να είχε κάνει και η Ελλάδα: Έξοδο από το ευρώ και παύση πληρωμών σε συνδυασμό με μια σειρά άλλων υποστηρικτικών μέτρων όπως η εθνικοποίηση τραπεζών και η επιβολή φραγμών στην κίνηση κεφαλαίων, ως αναγκαίων όρων για την ανάκαμψη της οικονομίας και την υλοποίηση αναδιανεμητικών πολιτικών προς όφελος των εργαζομένων.
ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ
Νομισματικός πόλεμος
ΛΟΓΙΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
Η (δυσάρεστη) πραγματικότητα ωστόσο είναι ότι η δυνατότητα εξαγγελίας παύσης πληρωμών δεν έχει την ίδια δύναμη στο πέρασμα του χρόνου. Όσο δηλαδή εφαρμόζεται το Μνημόνιο (στόχος του οποίου ήταν να δώσει τον απαραίτητο χρόνο στις ξένες τράπεζες να ξεφορτωθούν τα ελληνικά “χαρτιά”) τόσο μειώνεται ο βαθμός έκθεσης των ξένων τραπεζών στο ελληνικό χρέος, με αποτέλεσμα να περιορίζονται αναλόγως και οι ενδεχόμενες απώλειές τους, ενώ ταυτόχρονα η αναπόφευκτη και επικείμενη αναδιάρθρωση του χρέους να έχει τις μικρότερες δυνατές για τις τράπεζες που όλα αυτά τα χρόνια επωφελήθηκαν τα μέγιστα από το δημόσιο χρέος.
Την εκτίμηση αυτή επιβεβαίωσε και ανακοίνωση της Διεθνούς Τράπεζας Διακανονισμών που εδρεύει στη Βασιλεία της Ελβετίας, της μητέρας όλων των κεντρικών τραπεζών, προ δεκαπενθημέρου όπου τονίζεται πως η έκθεση των ξένων τραπεζών στο δημόσιο χρέος της Ελλάδας, της Ιρλανδίας, της Πορτογαλίας και της Ισπανίας μέσα σε τρεις μόνο μήνες, από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούνιο του 2010, μειώθηκε κατά 44 δισ. δολ. ή 14%. «Η μεγαλύτερη μείωση σημειώθηκε στον ξένο τραπεζικό δανεισμό προς την ελληνική κυβέρνηση όπως και τις ελληνικές τράπεζες» αναφέρεται, που έφθασε τα 27 δισ. Πρωταγωνιστές δε της μεγάλης φυγής ήταν οι γαλλικές τράπεζες που μείωσαν την έκθεσή τους κατά 7,7 δισ., χωρίς να είναι κι οι μοναδικές.
Ακολουθούν οι αμερικανικές που ξεφορτώθηκαν ομόλογα ύψους 5,4 δισ., οι γερμανικές (3,5 δισ.) και οι ιαπωνικές (3,2 δισ.). Επιβεβαιώνεται έτσι ότι ο μεγάλος κερδισμένος της συντριβής των εργατικών δικαιωμάτων και του καθεστώτος κατοχής ήταν οι ξένες τράπεζες! Γι’ αυτές δουλεύουν οι ΠΑΣΟΚοι νυχθημερόν και μαζί φυσικά για την αστική τάξη που μπορεί με το νόμο πλέον να επιβάλει μισθούς εξαθλίωσης. Η ανάγκη εξαγγελίας παύσης πληρωμών και εξόδου από το ευρώ όσο το δυνατό νωρίτερα υπογραμμίζεται επίσης από τον επερχόμενο «νομισματικό πόλεμο» ο οποίος πυροδοτήθηκε από την απόφαση της αμερικανικής κυβέρνησης να τυπώσει 600 δισ. για να αγοράσει κρατικά της ομόλογα. Ανεπιθύμητο προϊόν αυτής της κίνησης αποτέλεσε η αύξηση του πληθωρισμού και της εισροής κερδοσκοπικών κεφαλαίων σε χώρες όπως η Βραζιλία, που με τη σειρά τους οδήγησαν σε άνοδο των επιτοκίων και της συναλλαγματικής ισοτιμίας (πλήττοντας έτσι την εγχώρια παραγωγή) και στην επιβολή φραγμών στην κίνηση κεφαλαίων υπό την μορφή φόρων, που έφθασαν στο 6% από 0,38%! Ποιος μπορεί επομένως να ισχυριστεί ότι οι φραγμοί στην κίνηση κεφαλαίων αποτελούν απαρχαιωμένο εργαλείο; Παρότι δε οι διαφορετικές ποσότητες κοινωνικά αναγκαίου χρόνου εργασίας είναι που αποφασίζουν πρωτογενώς για τις αποκλίσεις στις διεθνείς τιμές μεταξύ εμπορευμάτων διαφορετικών κρατών, η αναβαθμισμένη σημασία των συναλλαγματικών ισοτιμιών στις μέρες μας θέτει με μεγαλύτερη έμφαση το θέμα της νομισματικής πολιτικής. Πού δηλαδή αυτή θα χαράσσεται (στην Αθήνα και με ανοιχτή τη δυνατότητα επίδρασης της ταξικής πάλης ή στις Βρυξέλλες) και με βάση ποιας κοινωνικής τάξης τα συμφέροντα. Αίτημα αιχμής σε αυτή την μακρόχρονη πάλη η οποία ξεκίνησε τον χρόνο που φεύγει αναδεικνύεται ο Λογιστικός Έλεγχος του δημόσιου χρέους, μέσω της συγκρότησης ανεξάρτητης Επιτροπής, με αρμοδιότητα να φθάσει στα άδυτα των αδύτων. Αίτημα που τέθηκε με σαφήνεια από την ανεξάρτητη βουλευτή, Σοφία Σακοράφα, μιλώντας στη Βουλή για τον κρατικό προϋπολογισμό. Το βάθος στο οποίο θα φθάσει η διαδικασία του Λογιστικού Ελέγχου και η έκταση των κοινωνικών μεταβολών που θα απελευθερώσει θα είναι αποτέλεσμα του κοινωνικού ριζοσπαστισμού που θα το συνοδεύσει, της αποφασιστικότητας με την οποία θα το στηρίξουν εργατικές οργανώσεις και σωματεία, αυτοί δηλαδή που έχουν το μεγαλύτερο συμφέρον από την παύση πληρωμών.
Αναρτήθηκε από You Pay Your Crisis στις 4:05 μ.μ.
Ετικέτες ΑΡΘΡΑ / Βατικιώτης Λ.

Νεολαία: Μια "χαμένη γενιά" που ο καπιταλισμός θέλει να τη ρημάξει αγρίως

Πέμπτη, 30 Δεκεμβρίου 2010
Νεολαία: Μια "χαμένη γενιά" που ο καπιταλισμός θέλει να τη ρημάξει αγρίως



ΠΗΓΗ: ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
του ciaoant1


Έχουμε ήδη δει σε παλιότερο άρθρο το πως τα χρέη των φοιτητών στις ΗΠΑ/Αγγλία, κτλ έχουν εκτοξευτεί, καθώς οι απόφοιτοι αδυνατούν να αποπληρώσου τα δίδακτρα των σπουδών τους και τα φοιτητικά δάνεια που είχαν πάρει εξαιτίας τους.


Το ΒusinessInsider αναφέρει σε νεότερο άρθρο του μεταξύ άλλων τα εξής:



...Πολλά από αυτά τα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης χρεώνουν τώρα $20.000, $30.000 ή ακόμα και $ 40.000 ετησίως για δίδακτρα. Αυτό δε συμπεριλαμβάνει καν τα έξοδα διαβίωσης. Σήμερα είναι 400% πιο ακριβό να πάει κάποιος στο κολέγιο στις ΗΠΑ, από ότι ήταν πριν 30 χρόνια.

Οι Αμερικανοί οφείλουν τώρα περισσότερα από 875 δισεκατομμύρια δολάρια σε φοιτητικά δάνεια, ποσό μεγαλύτερο από το συνολικό ποσό που οφείλουν οι Αμερικανοί για τις πιστωτικές κάρτες τους.

Υπάρχουν περίπου 2.000.000 νέοι που πρόσφατα αποφοίτησαν από το πανεπιστήμιο και είναι άνεργοι.

Περίπου 206.000 Αμερικανοί αποφοίτησαν από το κολέγιο με περισσότερα από 40.000 δολάρια χρέος για κάποιο σπουδαστικό δάνειο κατά το 2008.

Το συνολικό χρέος σπουδαστικών δανείων στις Ηνωμένες Πολιτείες αυξάνεται πλέον με ρυθμό περίπου $2,853.88 ανά δευτερόλεπτο.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα, 317.000 σερβιτόροι και σερβιτόρες έχουν πτυχίο κολεγίου.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα, το 24,5% των πωλητών λιανικής έχουν πτυχίο κολεγίου.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα, 365.000 ταμίες έχουν πτυχίο κολεγίου.

Στις Ηνωμένες Πολιτείες σήμερα, πάνω από 18.000 παρκαδόροι έχουν πτυχίο κολεγίου.

Το 1992, υπήρχαν 5,1 εκατομμύρια "υποαπασχολούμενοι" απόφοιτοι κολεγίου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 2008, υπήρχαν 17 εκατομμύρια "υποαπασχολούμενοι" απόφοιτοι κολεγίου στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ένα εντυπωσιακό 85% των τελειόφοιτων φοιτητών προγραμματίζει να μετακομίσει πίσω στο πατρικό σπίτι του μετά την αποφοίτηση [σ.σ. προφανώς διότι αδυνατεί να βρει μια δουλειά ώστε να καλύψει μόνος του τα έξοδα του]




Σε πρόσφατο άρθρο του, το συντηρητικό Economist ασχολείται με την κατάσταση των μεταπτυχιακών φοιτητών στα πανεπιστημία -κυρίως- της δύσης. Το άρθρο είναι αρκετά καλό (προφανώς βέβαια βλέπει τα πράγματα από τη σκοπιά του κεφαλαίου), και φέρνει στην επιφάνεια πολλά από τα ζητήματα που παρατηρούνται και στην Ελλάδα - εδώ μια μετάφραση στα ελληνικά των κυριότερων σημείων του:


Ο αναλώσιμος ακαδημαϊκός
Γιατί το να κάνεις μεταπτυχιακό είναι συχνά "χάσιμο χρόνου"
Στις περισσότερες χώρες, το διδακτορικό αποτελεί βασική προϋπόθεση για μια σταδιοδρομία στον ακαδημαϊκό κόσμο. Πρόκειται για μια εισαγωγή στον κόσμο της ανεξάρτητης έρευνας-ένα είδος πνευματικού "αριστουργήματος", που δημιουργήθηκε από έναν μαθητευόμενο, σε στενή συνεργασία με έναν επόπτη καθηγητή. Οι απαιτήσεις για την ολοκλήρωση του ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των χωρών, των πανεπιστημίων, κτλ. Μερικοί σπουδαστές θα πρέπει πρώτα να περάσουν δύο χρόνια για ένα πτυχίο ή δίπλωμα. Κάποιοι θα λάβουν μισθό. Άλλοι θα πρέπει να πληρώσουν δίδακτρα. Μερικά διδακτορικά αφορούν μόνο την έρευνα, μερικά απαιτούν παρουσίες σε διαλέξεις και εξετάσεις και ορισμένα απαιτούν από το μεταπτυχιακό φοιτητή να διδάξει προπτυχιακούς φοιτητές. Μια εργασία μπορεί να είναι μερικές δεκάδες σελίδες στα μαθηματικά, ή πολλές εκατοντάδες στην ιστορία.

Ένα πράγμα που είναι κοινό σε πολλούς φοιτητές διδακτορικού είναι η δυσαρέσκεια. Μερικοί περιγράφουν το έργο τους ως «καταναγκαστική εργασία». Εργασία επτά ημέρες την εβδομάδα - δέκα ώρες την ημέρα, χαμηλές αμοιβές και αβέβαιες προοπτικές είναι μια συνηθισμένη κατάσταση για πολλούς εξ αυτών. Ξέρεις ότι κάποιος είναι μεταπτυχιακός φοιτητής,αν, μεταξύ σοβαρού και αστείου, το γραφείο του είναι καλύτερα διακοσμημένο από το σπίτι του και έχει μια γεύση του fast food που παραγγέλνει για να φάει στο γραφείο. "Δεν είναι αποθαρρυντικό το μεταπτυχιακό αυτό καθεαυτό», λέει ένας φοιτητής. "Αυτό που είναι αποθαρρυντικό είναι το να συνειδητοποιείς ότι έχουν το "τέλος" πάρα μα πάρα πολύ μακρυά".

Spoiler:
Στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας, ακόμη και ένα "απλό" πτυχίο σε πανεπιστήμιο ήταν προνόμιο λίγων πλούσιων, και πολλά μέλη του ακαδημαϊκού προσωπικό δεν κατείχαν διδακτορικά. Αλλά καθώς η τριτοβάθμια εκπαίδευση διευρύνθηκε μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, υπήρχε η προσδοκία ότι οι διδάσκοντες θα κατέχουν ανώτερα πτυχία. Τα αμερικανικά πανεπιστήμια "πρωτοπόρησαν": Η Αμερική μέχρι το 1970 παρήγαγε σχεδόν το ένα τρίτο των φοιτητών του κόσμου και το ήμισυ των διδακτορικών στην επιστήμη και την τεχνολογίας (την εποχή εκείνη είχε μόνο το 6% του παγκόσμιου πληθυσμού). Από τότε, η ετήσια παραγωγή της Αμερικής σε κατόχους διδακτορικών τίτλων έχει διπλασιαστεί, σε 64.000.

Οι άλλες χώρες βασίζουν πλέον στα χνάρια των ΗΠΑ. Μεταξύ του 1998 και του 2006 ο αριθμός των διδακτορικών που διανεμήθηκαν σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ αυξήθηκε κατά 40%, σε σύγκριση με 22% για την Αμερική. Η παραγωγή διδακτορικών επιταχύνθηκε πιο εντυπωσιακά στο Μεξικό, την Πορτογαλία, την Ιταλία και τη Σλοβακία. Ακόμη και η Ιαπωνία, όπου ο αριθμός των νέων συρρικνώνεται, διένειμε περίπου 46% περισσότερα διδακτορικά. Μέρος αυτής της ανάπτυξης οφείλεται στην επέκταση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης εκτός της Αμερικής. Ο Richard Freeman, ένας οικονομολόγος της εργασίας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, αναφέρει ότι το 2006 στην Αμερική σπούδαζε μόνο το 12% των φοιτητών του κόσμου.

Όμως, τα πανεπιστήμια έχουν ανακαλύψει ότι οι διδακτορικοί φοιτητές είναι φτηνό, διαθέσιμο, αναλώσιμο εργατικό δυναμικό, με υψηλό μάλιστα κίνητρο. Με περισσότερους φοιτητές διδακτορικού μπορούν να κάνουν περισσότερη έρευνα, και σε ορισμένες χώρες περισσότερη διδασκαλία, με λιγότερα χρήματα. Ένας βοηθός απόφοιτος του Yale μπορεί να κερδίσει $20.000 το χρόνο για εννέα μήνες διδασκαλίας. Η μέση αμοιβή των τακτικών καθηγητών στην Αμερική ήταν 109.000 δολάρια το 2009-υψηλότερη από το μέσο όρο των δικαστών και των δικαστικών λειτουργών.

Πράγματι, η παραγωγή των κατόχων διδακτορικών τίτλων έχει ξεπεράσει κατά πολύ τη ζήτηση για καθηγητές πανεπιστημίου. Σε ένα πρόσφατο βιβλίο, οι Andrew Hacker και Claudia Dreifus, ένας ακαδημαϊκός και ένας δημοσιογράφος αντίστοιχα, ανέφεραν ότι η Αμερική παρήγαγε πάνω από 100.000 κατόχους διδακτορικών διπλωμάτων μεταξύ 2005 και 2009. Κατά την ίδια περίοδο, υπήρχαν μόνο 16.000 νέες έδρες. Χρησιμοποιώντας διδακτορικούς φοιτητές για να κάνουν ένα μεγάλο μέρος της διδασκαλίας προπτυχιακών, μείωσαν τον αριθμό των θέσεων πλήρους απασχόλησης. Ακόμη και στον Καναδά, όπου η παραγωγή των κατόχων διδακτορικού έχει αναπτυχθεί σχετικά συγκρατημένα, τα πανεπιστήμια έβγαλαν 4.800 διδακτορικούς το 2007, αλλά προσέλαβαν μόλις 2.616 νέους καθηγητές πλήρους απασχόλησης. Μόνο λίγες ταχέως αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Βραζιλία και η Κίνα, έχουν σήμερα έλλειψη διδακτορικών [σ.σ. Από τη στιγμή που το κεφάλαιο προτιμά τέτοιες συνθήκες για να αναπτυχθεί, εκεί πηγαίνουν τα εργοστάσια, και εκεί μετακομίζει προφανώς και η έρευνα, δημιουργούνται σχολές, κτλ].

Παρόμοια είναι τα πράγματα και στην έρευνα. Οι διδακτορικοί φοιτητές και οι συμβασιούχοι είναι γνωστοί ως "postdocs", που περιγράφεται από έναν μαθητή ως "το άθλιο υπογάστριο της ακαδημαϊκής κοινότητας», που κάνει σήμερα ένα μεγάλο μέρος της έρευνας στα πανεπιστήμια. Υπάρχει μεγάλη πληθώρα postdocs. Ο Δρ. Freeman συμπέρανε με βάση δεδομένα προ του 2000 ότι, αν οι αμερικανικές θέσεις ΔΕΠ (καθηγητών) στον τομέα των βιοεπιστημών είχαν αύξηση κατά 5% το χρόνο, μόλις το 20% των φοιτητών θα έβρισκαν μία. Στον Καναδά, το 80% των postdocs βγάζει $38.600 ή λιγότερο ετησίως προ φόρων, ποσό που ισοδυναμεί με το μέσο μισθό ενός εργάτη σε οικοδομή. Η άνοδος των μεταπτυχιακών έχει δημιουργήσει ένα άλλο εμπόδιο στο δρόμο για μια ακαδημαϊκή θέση. Σε ορισμένους τομείς, πέντε χρόνια ως μεταπτυχιακός είναι πλέον...απαραίτητη προϋπόθεση για μια βρει κανείς μια θέση πλήρους απασχόλησης.

Αυτές οι στρατιές των χαμηλόμισθων διδακτορικών βοηθούν την ερευνητική ικανότητα των πανεπιστημίων, και κατά συνέπεια των χωρών. Ωστόσο, αυτό δεν είναι πάντα ένα καλό πράγμα [σ.σ. !!!]. Ένα λαμπρό, καλά εκπαιδευμένο μυαλό μπορεί να πάει στράφι, όταν αλλάξουν οι ανάγκες της άρχουσας τάξης. Η εποχή μετά τον Σπούτνικ οδήγησε στην ταχεία αύξηση των διδακτορικών στη φυσική, που σταμάτησε απότομα όταν ο πόλεμος του Βιετνάμ στράγγιξε τον προϋπολογισμό για την επιστήμη. Ο Brian Schwartz, καθηγητής Φυσικής στο City University της Νέας Υόρκης, αναφέρει ότι στη δεκαετία του 1970 περίπου 5000 φυσικοί έπρεπε να βρουν θέσεις εργασίας σε άλλους τομείς.

Στην Αμερική, η άνοδος των συνδικάτων των μεταπτυχιακών-διδακτορικών εκπαιδευτικών αντικατοπτρίζει το τέλος της "σιωπηλής συμφωνίας" μεταξύ των πανεπιστημίων και των διδακτορικών φοιτητών: Η συμφωνία αυτή ήταν "άθλιος μισθός τώρα, για μια καλή ακαδημαϊκή δουλειά αργότερα". Διδακτορικοί καθηγητές στα δημόσια πανεπιστήμια, όπως πχ το Πανεπιστήμιο του Wisconsin-Madison, σχημάτισαν συνδικάτα ήδη από τη δεκαετία του 1960, αλλά ο ρυθμός της συμμετοχής στα σωματεία αυτά αυξήθηκε πρόσφατα. Τα σωματεία τώρα γενικεύονται στα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Το Yale και το Cornell υποστηρίζουν ότι οι διδακτορικοί φοιτητές που διδάσκουν δεν είναι εργαζόμενοι, αλλά μαθητευόμενοι, και έχουν αντισταθεί στη δημιουργία σωματείου. Το 2002, το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης ήταν το πρώτο ιδιωτικό πανεπιστήμιο που αναγνώρισε ένα σωματείο διδακτορικών καθηγητών, αλλά σταμάτησε να διαπραγματεύεται με αυτό, τρία χρόνια αργότερα.

Σε ορισμένες χώρες, όπως πχ η Βρετανία και η Αμερική, οι χαμηλοί μισθοί και οι άσχημες επαγγελματικές προοπτικές αντανακλώνται στον αριθμό των αλλοδαπών που γίνονται υποψήφιους διδάκτορες. Ο Δρ Freeman εκτιμά ότι το 1966 στην Αμερική, μόνο το 23% των διδακτορικών στην επιστήμη και στους μηχανικούς απονεμήθηκαν σε φοιτητές που γεννήθηκαν εκτός της χώρας. Έως το 2006 το ποσοστό είχε αυξηθεί σε 48%. Οι αλλοδαποί φοιτητές έχουν την τάση να δέχονται χειρότερες συνθήκες εργασίας, ενώ και η παροχή αυτή φτηνού, και προσοντούχου εργατικού δυναμικού κρατά τους μισθούς χαμηλά.

Οι υποστηρικτές του διδακτορικού υποστηρίζουν ότι αξίζει τον κόπο, ακόμη και αν δεν οδηγεί σε μόνιμη ακαδημαϊκή εργασία. Δεν θέλουν άλλωστε όλοι όσοι κάνουν ένα διδακτορικό μια πανεπιστημιακή σταδιοδρομία, και πολλοί στρέφονται στον ιδιωτικό τομέα, για παράδειγμα στη βιομηχανική έρευνα. Αυτό είναι αλήθεια. Αλλά τα ποσοστά εγκατάλειψης δείχνουν ότι πολλοί φοιτητές απογοητεύονται. Στην Αμερική, μόνο το 57% των υποψηφίων διδακτόρων θα έχει διδακτορικό δέκα χρόνια μετά την ημέρα της εγγραφής του. Στις ανθρωπιστικές επιστήμες, όπου οι περισσότεροι φοιτητές πληρώνουν για τα διδακτορικά τους, το ποσοστό είναι 49%. Και το ακόμα χειρότερο είναι πως, ενώ σε άλλους κλάδους οι φοιτητές τείνουν να εγκαταλείπουν κατά τα πρώτα έτη, στις ανθρωπιστικές επιστήμες προσκολλώνται "μέχρι την τελευταία στιγμή". Και αυτοί οι φοιτητές ξεκίνησαν ως η αφρόκρεμα. Έρευνες δείχνουν ότι εκείνοι που τελειώνουν δεν είναι εξυπνότεροι από εκείνους που δεν τελειώνουν. Η κακή εποπτεία, οι κακές προοπτικές εργασίας ή την έλλειψη χρημάτων τους αναγκάσει να "χάσουν την ορμή τους".

Ακόμη και πτυχιούχοι που βρίσκουν δουλειά έξω από τα πανεπιστήμια δεν μπορούν να τα πάνε καλά. Οι διδακτορικές σπουδές είναι τόσο πολύ εξειδικευμένες που τα γραφεία ευρέσεως εργασίας δυσκολεύονται να τους βρουν δουλειά, και οι εποπτικές πανεπιστημιακές αρχές τείνουν να έχουν ελάχιστο ενδιαφέρον για τους φοιτητές που εγκαταλείπουν τον ακαδημαϊκό χώρο. Μια μελέτη του ΟΟΣΑ δείχνει ότι πέντε χρόνια μετά τη λήψη πτυχίου τους, περισσότερο από το 60% των κατόχων διδακτορικών τίτλων στη Σλοβακία και άνω του 45% στο Βέλγιο, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Γερμανία και την Ισπανία ήταν ακόμα με προσωρινές συμβάσεις. Πολλοί ήταν postdocs. Περίπου το ένα τρίτο των αποφοίτων διδακτορικού της Αυστρίας κάνουν δουλειές άσχετες με τα πτυχία τους. Στη Γερμανία, το 13% του συνόλου των πτυχιούχων διδακτορικών καταλήγουν σε "ταπεινά" επαγγέλματα. Στις Κάτω Χώρες η αναλογία είναι 21%.

Οι κάτοχοι διδακτορικού τουλάχιστον κερδίζουν περισσότερα από αυτούς με το "απλό" πτυχίο πανεπιστημίου. Μια μελέτη δείχνει ότι οι Βρετανοί άνδρες με πτυχίο πανεπιστημίου κερδίζουν 14% περισσότερα από εκείνους που θα μπορούσαν να έχουν πάει στο πανεπιστήμιο, αλλά δεν πήγαν. Η "πριμοδότηση" για το διδακτορικό τους είναι 26%. Όμως, η πριμοδότηση για ένα μεταπτυχιακό, το οποίο μπορεί να ολοκληρωθεί σε μόλις ένα έτος, είναι σχεδόν το ίδιο υψηλή, στο 23%. Σε ορισμένα θέματα, η πριμοδότηση για το διδακτορικό εξαφανίζεται εντελώς. Οι διδακτορικοί στα μαθηματικά και την πληροφορική, στις κοινωνικές επιστήμες και γλώσσες δεν κερδίσουν περισσότερα από αυτούς με τα μεταπτυχιακά. Η πριμοδότηση για το διδακτορικό είναι στην πραγματικότητα μικρότερη από ό, τι για ένα μεταπτυχιακό στη μηχανική και την τεχνολογία, την αρχιτεκτονική και την εκπαίδευση. Μόνο στον τομέα της ιατρικής, ή άλλες επιστήμες, καθώς και επιχειρηματικών και οικονομικών μελετών είναι αρκετά υψηλή για να αξίζει τον κόπο. Ως μέσος όρος, το διδακτορικό δίπλωμα αξίζει μόνο 3% πάνω από ένα μεταπτυχιακό [σ.σ. "παραγωγή διδακτορικών", "το διδακτορικό αξίζει τόσο τοις εκατό πάνω από το μεταπτυχιακό", κτλ - η τάση του καπιταλισμού να χρηματοποιεί τα πάντα είναι εμφανέστατη στα λόγια του economist].

Ο Dr Schwartz, φυσικός της Νέας Υόρκης , λέει ότι οι δεξιότητες που απέκτησαν κατά την διάρκεια του διδακτορικού μπορούν εύκολα να αποκτηθούν με πολύ πιο συντομευμένα μαθήματα. Πριν από τριάντα χρόνια, λέει, οι επιχειρήσεις της Wall Street συνειδητοποίησαν ότι μερικοί φυσικοί μπορούσαν να λύσουν διαφορικές εξισώσεις και τους προσέλαβαν για να γίνουν "quants", αναλυτές και επιχειρηματίες. Σήμερα, αρκετές σύντομες σειρές μαθημάτων προσφέρουν τα προηγμένα μαθηματικά που απαιτούνται για στις χρηματιστηριακές αγορές [σ.σ. οι περισσότερες συναλλαγές γίνονται μέσω υπολογιστών, αυτόματα, και οι "μεγάλοι παίχτες" που έχουν καλύτερα μηχανήματα απλά "κερδίζουν" διότι τα μηχανήματα/αλγόριθμοι του είναι καλύτεροι. Από την άλλη βέβαια, μερικές φορες βλέπουμε και κωμικοτραγικά πράγματα, όπως πχ στο flashcrash]. "Ένας φυσικός με PhD που έχει κάνει μόνο ένα μάθημα στις διαφορικές εξισώσεις δεν είναι ανταγωνιστικός», λέει ο Dr Schwartz. [σ.σ. στη Wall Street θέλουν ανθρώπους που θα ξέρουν διαφορικές και ας μην ξέρουν τίποτα άλλο. Αρκεί όμως να ξέρουν καλά διαφορετικές, για να δημιουργούν αλγόριθμους για χρηματιστηριακές συναλλαγές]

Πολλοί μαθητές δηλώνουν ότι σπουδάζουν από αγάπη για το αντικείμενο, και ότι η παιδεία είναι αυτοσκοπός. Κάποιοι δίνουν μεγάλη σημασία στο που θα μπορούσε να οδηγήσει το πτυχίο τους. Σε μια μελέτη στους Βρετανούς αποφοίτους PhD, περίπου το ένα τρίτο παραδέχτηκαν ότι έκαναν το διδακτορικό τους, εν μέρει για να συνεχίσουν να είναι φοιτητές, ή να αναβάλλουν την εξεύρεση εργασίας [σ.σ. ειδικά σήμερα που δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας, αυτό είναι κυρίαρχη τάση]. Σχεδόν το ήμισυ των φοιτητών μηχανολογίας εισαχθεί προς αυτό. Οι επιστήμονες μπορούν εύκολα να πάρουν υποτροφίες και, συνεπώς, "παρασύρονται" να κάνουν το διδακτορικό τους. Αλλά υπάρχουν και προβλήματα, εκτός από οφέλη, να μένουν στο πανεπιστήμιο. Οι εργαζόμενοι με την "πλεόνασμα εκπαίδευσης", λαμβάνουν περισσότερη εκπαίδευση από ότι μια εργασία απαιτεί και είναι πιθανό να είναι λιγότερο ικανοποιημένοι, λιγότερο παραγωγικοί και πιο πιθανό να εγκαταλείψουν τις δουλειές τους.

Οι ακαδημαϊκοί τείνουν να θεωρούν το ερώτημα αν το διδακτορικό αξίζει ως ανάλογο με το ερώτημα αν υπάρχει πάρα πολύ τέχνη ή πολιτισμός στον κόσμο. Αυτό μπορεί να αληθεύει. Αλλά το διδακτορικό μπορεί παρόλα αυτά να είναι μια κακή επιλογή για ένα άτομο. [σ.σ. διότι ο καπιταλισμός δεν έχει σήμερα ανάγκη από άλλους, ειδικά στη δύση που απο-αναπτύσσεται]

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ "ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ" ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ!

Τρίτη, 28 Δεκεμβρίου 2010
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ "ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ" ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ!



ΠΗΓΗ: ISKRA
ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΚΑΡΤΕΛ - «ΜΑΜΟΥΘ» ΣΕ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΑ!
ΣΕ ΠΡΩΤΟΦΑΝΗ ΥΨΗ Η ΚΕΡΔΟΦΟΡΙΑ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΤΗΣ WALL STREET ΕΝ ΜΕΣΩ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΡΙΣΗΣ!


Όπως είναι γνωστό, πολλές μεγάλες διεθνείς τράπεζες, - και όχι μόνο, είτε διασώθηκαν μέσω σκανδαλωδών κρατικών ενισχύσεων είτε διασώζονται ακόμα μέσω της παροχής προνομιακής ρευστότητας από τις Κεντρικές Τράπεζες (βλέπε ΗΠΑ και Ευρωζώνη). Τα πακέτα κρατικών ενισχύσεων, "φέσωσαν" από τη μεριά τους τα κράτη, οδηγώντας έτσι χώρες, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό της Ιρλανδίας, κάτω από τη μπότα της «τρόικας».

Μάλιστα, όσο μεγαλύτερη είναι μια τράπεζα, τόσο περισσότερα προβλήματα θα προκαλέσει μια ενδεχόμενη πτώχευσή της, άρα τόσο πιθανότερη και τόσο μεγαλύτερη η κρατική ενίσχυση που θα λάβει (too - big - to - fail - banks).



Σαν να μην έφταναν όμως οι σκανδαλώδεις κρατικές ενισχύσεις, πλέον οι μεγάλες διεθνείς τράπεζες, προσανατολίζονται στο να ελέγξουν πλήρως τις διεθνείς αγορές συναλλάγματος και παραγώγων.Πρόκειται για δραστηριότητες που είτε είναι ιδιαίτερα προσοδοφόρες με τη μορφή της κερδοσκοπίας είτε χρησιμεύουν για την αντιστάθμιση κινδύνου (hedging), από άλλες κερδοσκοπικές δραστηριότητες.

Για να αντιληφθεί κανείς τη σημασία των αγορών αυτών αρκεί να αναφέρουμε πως ο ημερήσιος διεθνής τζίρος μόνο των αγορών συναλλάγματος φτάνει τα $ 4 τρις, υπερβαίνοντας έτσι κατά 20 φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ.

Όπως λοιπόν αναφέρει σχετικό ρεπορτάζ της Wall Street Journal, οι 10 μεγαλύτεροι παίκτες της αγοράς συναλλάγματος, προσανατολίζονται στη δημιουργία δικής τους πλατφόρμας συναλλαγών!Πρόκειται για τις γνωστές και «αγαπημένες», Barclays, Citigroup, Credit Suisse Deutsche Bank, Goldman Sachs, HSBC, J.P. Morgan Chase, Morgan Stanley, RBS, UBS.

Στόχος των τραπεζών αυτών είναι να μεταφέρουν το μεγαλύτερο μέρος του τζίρου των διεθνών αγορών συναλλάγματος στη νέα αυτή πλατφόρμα, «χτυπώντας» έτσι την πλατφόρμα ICAP, που ιδρύθηκε και αυτή με τη σειρά της από διεθνή κοινοπραξία τραπεζών τη δεκαετία του '90.

Τα οφέλη των τραπεζών από μια τέτοια κίνηση, μεταφράζονται σε πακτωλούς δισεκατομμυρίων,καθώς θα μπορούν να ελέγχουν προς όφελος τους το spread των τιμών αγοράς και πώλησηςδημιουργώντας έτσι το μεγαλύτερο ηλεκτρονικό καρτέλ στον κόσμο! Παράλληλα θα μπορούν να εξοικονομούν για τον εαυτό τους τις σχετικές προμήθειες αλλά και να τις εισπράττουν από τους άλλους χρήστες του συστήματος!

Δεν έφτανε όμως, μόνο η διεθνής αγορά συναλλάγματος. Σκοπός των μεγάλων διεθνών τραπεζών της Wall Street είναι να «βάλουν χέρι» και στις εταιρείες εκκαθάρρισης συναλλαγών παραγώγων, μέσω τηςσυμμετοχής τους στις επιτροπές εποπτείας και κινδύνου τους, που δημιουργήθηκαν με το νόμο Ντοντ – Φρανκ. Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα των New York Times, η συμμετοχή 9 τραπεζών (Bank of America, Barclays, Credit Suisse, Deutsche Bank, Goldman Sachs, HSBC, J.P. Morgan Chase, Morgan Stanley, , UBS), στην επιτροπή της εταιρείας εκκαθάρισης συναλλαγών ICE Trust, αποκρύπτει πληροφορίες για τιμές και προμήθειες στις υπόλοιπες ανταγωνιστικές τράπεζες.

Βάσει της νομοθεσίας και της καθιερωμένης χρηματιστηριακής πρακτικής, οι ως άνω πληροφορίες πρέπει να είναι διαθέσιμες στον καθένα...Μιλάμε δηλαδή για τη δημιουργία ενός πραγματικού χρηματιστηριακού φαρ ουέστ, το οποίο δείχνει ανάγλυφα, πόσο εύκολα πάνε περίπατο τα ιδεολογήματα περί ανταγωνισμού και ελευθερίας των αγορών!

Οι παραπάνω τακτικές της δημιουργίας διεθνών τραπεζικών καρτέλ, φαίνεται πως θα συμβάλουν καθοριστικά στη μυθώδη κερδοφορία των 5 μεγαλύτερων τραπεζών (Bank of America, Citigroup, Goldman Sachs, J.P. Morgan Chase, Morgan Stanley), της Wall Street για το 2010. Συγκεκριμένα, οι πρόσφατες εκτιμήσεις του Bloomberg, κάνουν λόγο για τα δεύτερα μεγαλύτερα έσοδα της ιστορίας τους και την καλύτερη διετία τους στην επενδυτική τραπεζική γενικά και στο trading ειδικότερα...
Αναρτήθηκε από You Pay Your Crisis στις 10:36 μ.μ.

Τα μυστικά γκάλοπ Μαξίμου και ΔΝΤ

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ > ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ


Τα μυστικά γκάλοπ Μαξίμου και ΔΝΤ

25/12/2010 - 14:27

Η κυβέρνηση βιάζεται να περά­σει όλα τα κρίσιμα νομοσχέδια, αλλά και να κλείσει τις υποθέ­σεις ξεπουλήματος της δημόσιας περι­ουσίας. Προσπαθεί, ακόμη μια φορά, να... προλάβει όλες τις επιθυμίες των επιτηρητών της Ελλάδας προσβλέπο­ντας σε ένα επικοινωνιακό ξεροκόμματο που θα της δώσει παράταση ζωής.
Η κοινωνία βράζει και πολλοί εκτι­μούν πως επαπειλείται ανεξέλεγκτο ξέσπασμα ακόμη και «δι’ ασήμαντον αφορμήν», η κομματική και στελεχική βάση ψάχνει με απόγνωση επιχειρή­ματα νομιμοποίησης της κυβερνητικής πολιτικής, πολλοί βουλευτές όχι μόνο πνέουν μένεα, αλλά και αποτέλεσαν, στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό, την αιχμή του αντιπολιτευτικού δόρα­τος, υπουργοί κατσαδιάζουν τον Παπακωνσταντίνου για έλλειψη ενημέρω­σης, εν κρυπτώ αποφάσεις και μετάθε­ση ευθυνών στις πλάτες τους.

Το κλίμα είναι πλέον πολύ βαρύ και στην κυβέρνηση ψάχνουν απεγνωσμέ­να μια πολιτική - επικοινωνιακή ανάσα, καθώς γνωρίζουν ότι με τις επόμενες ρυθμίσεις ανοίγματος των «κλειστών» επαγγελμάτων ίσως διευρυνθούν κα­τά πολύ όχι μόνο οι κοινωνικές ομάδες που θα βρεθούν απέναντι στην κυβέρ­νηση, αλλά και τα απεργιακά κύματα.

Το κλίμα όμως επιβαρύνει μια σειρά μυστικές δημοσκοπήσεις, οι οποίες δί­νουν και παίρνουν όχι μόνο στο Μαξί­μου, αλλά και στην Ουάσιγκτον, σχε­τικά με τις επερχόμενες πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Το κοινό συμπέρασμα των ερευνών αυ­τών είναι ότι τα σύννεφα στο πεδίο της οικονομίας πυκνώνουν επικίνδυνα. Για παράδειγμα η τελευταία έκθεση του ΔΝΤ αποκαλύπτει ότι:

♦ ακόμη κι αν τα μέτρα του μνημονί­ου εφαρμοστούν πλήρως και στην ώρα τους,

♦ ακόμη κι αν η Ελλάδα βγει από την ύφεση και επιστρέψει στην ανάπτυξη το 2012,

♦ ακόμη κι αν ο φοροεισπρακτικός μη­χανισμός δουλέψει στο φουλ, το 201_ η Ελλάδα θα χρωστάει περί τα 40 δισ. ευρώ περισσότερα απ’ ό,τι εκτιμά επισήμως το μνημόνιο.

Εάν λάβετε υπόψη ότι τα έσοδα κι­νούνται σταθερά κάτω από τον στόχο και, παρά τις αλλεπάλληλες παρατά­σεις για την περαίωση, οι εισπράξεις δεν είναι καν στα κατώτατα αποδεκτά επίπεδα, τότε μπορείτε να φανταστεί­τε πού θα κινηθεί ο μπαμπούλας του χρέους. Όλα αυτά αξιολογούνται πίσω από τις κλειστές πόρτες των τροϊκανών, που ενημερώνουν συνεχώς την κυβέρ­νηση ότι «τα πράγματα βρίσκονται σε κρίσιμη καμπή».

Από την άλλη, το Μαξίμου λαμβάνει τα μηνύματα της κοινωνικής οργής και πιέζει «για ένα θετικό νέο». Που δεν είναι άλλο, κατά την εκτίμησή του, από την απόφαση της Ε.Ε. για επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του δανείου. Όπως έχουμε γράψει πολλές φο­ρές στο παρελθόν, η κυβέρνηση θέ­λει να πασάρει την εξέλιξη αυτή όχι ως αναγκαία επειδή έπεσαν όλοι έξω στον υπολογισμό όταν γραφόταν η δα­νειακή σύμβαση, αλλά ως επιτυχία και επιβράβευση των προσπαθειών της.

Ξανά με Σαρκοζί

Με το κοινωνικό και πολιτικό κλίμα στο εσωτερικό της χώρας να επιδεινώ­νεται συνεχώς, στη Σύνοδο Κορυφής της περασμένης εβδομάδας ο πρωθυ­πουργός παρέμεινε απομονωμένος, άνευ ουσιαστικών διμερών επαφών, και δεν κατάφερε να αποσπάσει ούτε καν προφορικά τη δέσμευση ότι οι εταίροι του θα πουν το «ναι» χωρίς αντιρρήσεις στο θέμα της παράτασης. Κεντρικός πυ­ρήνας των σκεπτικιστών παραμένει η Γερμανία, η οποία θέλει πρώτα να δει υλοποίηση των εξαγγελιών και μετά να προχωρήσει στην επικύρωση.

Οι τελευταίες όμως μυστικές με­τρήσεις δείχνουν ότι ο προϋπολογι­σμός εφαρμόζεται μετά δυσκολίας και είναι πια κοινή πεποίθηση πως οι διαρθρωτικές αλλαγές που έχουν εξαγγελθεί για το 2011 θα απορρυθμίσουν όχι μόνο τον κρατικό μηχανι­σμό, αλλά και την κοινωνία ολόκλη­ρη. Το σαρωτικό μοντέλο προεξοφλείται ότι θα παραλύσει τη χώρα για χρόνια καθιστώντας την εφαρμογή των μεγάλων αλλαγών εξαιρετικά δύ­σκολη.

Γι’ αυτό η κυβέρνηση φαίνεται πως παραχωρεί γη και ύδωρ στους Γάλλους ώστε να μεσολαβήσουν και να απο­σπαστεί η σύμφωνη γνώμη του Βερο­λίνου για την επιμήκυνση μέσα στον Ιανουάριο. Επί τούτου ο Γ. Παπανδρέου αναχωρεί για το Παρίσι στις 6 Ιανουαρί­ου (ανήμερα των Φώτων) ώστε να συ­ναντηθεί εκ νέου με τον Σαρκοζί.

Διαμεσολαβητής

Οι Γάλλοι, βλέποντας την πρεμού­ρα της Αθήνας, «κόλλησαν» στις δια­πραγματεύσεις και την απαίτησή τους για την αγορά γαλλικών εξοπλιστικών προγραμμάτων προκειμένου να παί­ξουν τον ρόλο του διαμεσολαβητή.

Παρά τη δραματική λιτότητα που μας έχει επιβληθεί, το εμπόριο όπλων παραμένει το υπ’ αριθμόν ένα συμφέ­ρον για τις Γαλλία και Γερμανία, με το Παρίσι ωστόσο να κοιτάζει πλέον τα του οίκου του, καθώς έχουν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους και εκ­θέσεις για υπερβολικό γαλλικό χρέος «που θα αυξηθεί απότομα τα επόμενα χρόνια».

Τα πράγματα όμως είναι πλέον πολύ ζόρικα στην Ευρώπη για τον πρωθυ­πουργό και την κυβέρνηση και μάλιστα σε κορυφαίο επίπεδο. Τρανταχτό πα­ράδειγμα η περίπτωση του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Αν και παραδοσιακός σύμμα­χος της Ελλάδας (παντός κυβερνητικού σχήματος μάλιστα), ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου έχει γυρίσει την πλάτη στον ομόλογό του της Ελλάδας.

Μετά την έκταση που πήραν οι δηλώ­σεις του περί «διαφθοράς» στο περιθώ­ριο της συνόδου του ΔΝΤ τον περασμέ­νο Σεπτέμβριο και τον τρόπο που το δι­αχειρίστηκε η κυβέρνηση, το κλίμα χά­λασε. Για την ακρίβεια «πάγωσε» όταν ο πρόεδρος του Eurogroup αντιλήφθη­κε πως η ηγεσία της κυβέρνησης, παί­ζοντας το χαρτί της Ουάσιγκτον, προ­σπαθούσε να εκβιάσει αποφάσεις της ευρωζώνης με πρόσχημα την προθυμία του ΔΝΤ να μας... «εξυπηρετήσει» με διμερή δάνεια όποτε το χρειαστούμε.

Ο Γιούνκερ, πρώτη φορά, δέχθηκε (μάλλον... επεδίωξε) να πάρει δημοσι­ότητα η συνάντησή του με τον πρόεδρο της Ν.Δ. Αντώνη Σαμαρά στο περιθώριο της συνεδρίασης του ΕΛΚ στις Βρυξέλ­λες. Την ίδια στιγμή μάλιστα αρνήθηκε συνάντηση με τον Γ. Παπανδρέου προφασιζόμενος φόρτο εργασίας λόγω της Συνόδου Κορυφής που βρισκόταν σε εξέλιξη.

Στρατιά μόνιμων επιτηρητών

Ενόψει ενός θερμού Ιανουαρίου, στη διάρκεια του οποίου μπορεί να κυριαρ­χήσουν οι απεργίες από τα - διαρκώς αυ­ξανόμενα - θιγόμενα στρώματα, η Κομισι­όν ετοιμάζεται να στείλει στρατιά μόνιμων επιτηρητών που θα δραστηριοποιηθούν σε όλους τους τομείς της οικονομίας, σε όλα τα καίρια υπουργεία και στον κρατικό φο-ροεισπρακτικό μηχανισμό.

Οι επιτελείς της Κομισιόν - οι θέσεις των οποίων έχουν ήδη προκηρυχθεί – θε­ωρούνται «υπηρεσιακοί». Το πραγματικό παιχνίδι εξουσίας ασκούν όμως μεγαλο-παράγοντες του ΔΝΤ, οι οποίοι βρίσκο­νται μόνιμα στην Αθήνα (δεν τους ξέρει το ευρύ κοινό) και έχουν καθημερινές παρασκηνιακές επαφές με πρόσωπα που θεωρούν ότι μπορούν να επηρεάσουν τις εξελίξεις.

Οι ελληνικές διαμαρτυρίες κατάφε­ραν μόνο να «χαρίσουν» στον Παπαν­δρέου έναν θερμό εναγκαλισμό κατά τη διάρκεια της οικογενειακής φωτο­γραφίας από πλευράς Γιούνκερ, άνευ όμως ουσίας. Το ίδιο συνέβη και με την περίφημη συνάντηση έξι λεπτών (όπως διέρρευσαν οι του Μαξίμου) που υποτί­θεται πως είχε ο πρωθυπουργός με την Άνγκελα Μέρκελ.

Όπως έμαθε το «Π», η συνάντηση αυ­τή δεν ήταν τίποτε άλλο από μια κουβέ­ντα... στα όρθια, την ώρα που έμπαινε η καγκελάριος στην αίθουσα του συμ­βουλίου και χαιρετούσε τους ηγέτες που βρίσκονταν ήδη εκεί. Οι κάμερες έδειξαν τον Παπανδρέου να μιλάει, τη Μέρκελ να κάνει ότι ακούει και μετά έγινε γνωστό ότι η συζήτηση περιστρε­φόταν γύρω από τη δράση των οίκων αξιολόγησης στην Ευρώπη. Ουδείς λό­γος δηλαδή για το θέμα της επιμήκυν­σης, το οποίο κυρίως ενδιέφερε την ελ­ληνική κυβέρνηση.

Στην Ευρώπη παραμένει η εντύπωση ότι οι λεγόμενες «μεταρρυθμίσεις» αρ­γούν και ότι οι καθυστερήσεις ευνοούν τις κοινωνικές αντιδράσεις. Η Κομισιόν ενημερώνεται για τις εξελίξεις, αλλά και τις πολιτικές αντιδράσεις στα νομο­σχέδια - σκούπα τόσο εντός του ΠΑΣΟΚ όσο και στα άλλα κόμματα.

Υψηλά ιστάμενος αξιωματούχος του Ταμείου ανέφερε στο «Π» ότι είναι θέμα χρόνου η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους και η νέα δανειοδότηση εκ μέρους του Ταμείου (μαζί με την επιμήκυνση) και ότι ο χρόνος θα εξαρτηθεί από τη συμπε­ριφορά των αγορών προς την Πορτογαλία και την Ισπανία και το πότε θα ξεκαθαρι­στεί «εάν επιβιώνουν εκτός μηχανισμού ή όχι».

Πάντως, με τη συζήτηση του προϋπο­λογισμού στη Βουλή διαφάνηκε ότι η στε­λεχική βάση του ΠΑΣΟΚ έχει αρχίσει να θορυβείται με τη διάσταση που παίρνει η δυσαρέσκεια της κοινωνίας. Και άρχισαν να ενδιαφέρονται ενεργότερα για τα του μνημονίου, με αποτέλεσμα πολλοί να εκ­φράζουν επισήμως την άποψη ότι «τα νού­μερα δεν βγαίνουν».

Το αξιοπερίεργο είναι ότι γραμμή αμ­φισβήτησης των στόχων του μνημονίου «άνοιξαν» ξαφνικά και μεγαλοεκδότες, μέσω τηλεοπτικών σταθμών και εφημε­ρίδων που μέχρι τώρα προωθούσαν στην κοινή γνώμη ότι το μνημόνιο ήταν η μόνη λύση. Προσέφεραν δε αμέριστη κάλυψη τόσο στις γκάφες του Παπακωνσταντίνου όσο και στις αντιφάσεις του Μαξίμου, που άλλα έλεγε και άλλα έκανε.

Πτώχευση και με τη βούλα

Οι αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής, με τη σύμφωνη γνώμη του Παπανδρέου, επικύρωσαν ουσιαστικά τις προτάσεις της Γερμανίας και πλέον, από το 2013 και μετά, όποια χώρα δεν μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέ­ος της θα προβαίνει σε εθελοντική ελεγχόμενη πτώ­χευση με παράλληλο κούρεμα των ομολόγων της και με τη συμμετοχή ιδιωτών.

Να υπενθυμίσουμε ότι στη Σύνοδο του Οκτωβρίου, όταν είχε πρωτοτεθεί το θέμα, ο πρωθυπουργός δή­λωσε ότι τάσσεται κατά μιας τέτοιας πρότασης, «που ωθεί τις χώρες προς τη χρεοκοπία», και χαρακτήρισε τη στάση της Γερμανίας «αντι-ευρωπαϊκή». Τα παπα­γαλάκια, μάλιστα, διέρρεαν ότι ο Παπανδρέου σκό­πευε να ηγηθεί πρωτοβουλίας με τη συμμετοχή των χωρών του Νότου ώστε να μπλοκάρει τις γερμανικές βλέψεις.

Τελικά τίποτε απ’ όλα αυτά δεν έγινε. Ο πρωθυπουργός στις Βρυξέλλες είπε σε όλα «ναι» φέρνοντας τη χώρα μας και επισήμως ένα βήμα πριν από την ελεγχόμενη πτώχευση. Και δεν του ζητήθηκε καμία ευθύνη. Δεν υπήρξε καμία στρατηγική, θέση ή «πάλη» υπέρ των συμφερόντων της Ελλάδας. Ακόμη μια φορά ήμασταν απλοί παρατηρητές των εξελίξεων, οι οποίες τρέχουν εις βάρος του συμφέροντος της χώρας και των Ελλήνων πολιτών.

Κατά τα άλλα, ο πρωθυπουργός, ο οποίος είχε δώσει εντολή στον υπουργό Οικονομικών να περάσει τα δύ­σκολα νομοσχέδια μέσα στις γιορτές, όταν ο πολύς κόσμος θα αδιαφορεί για την ειδησεογραφία, μόλις προχθές, ίσως υπό το βάρος της έντονης κριτικής από κομματικούς βουλευτές στη συζήτηση για τον προϋ­πολογισμό, μετέθεσε τις ρυθμίσεις για το άνοιγμα των «κλειστών» επαγγελμάτων για μετά τις γιορτές. Τίποτε δεν είναι πλέον εύκολο για την κυβέρνηση, η οποία, όπως όλα δείχνουν, βολοδέρνει... ακυβέρνητη!

Αναδημοσίευση από το ΠΟΝΤΙΚΙ

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

ΚΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ , Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)

ΚΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ

Τετάρτη, 22 Δεκέμβριος 2010 01:04


Βιώνουμε έναν παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο, με υπαίτιο τις χρηματοπιστωτικές αγορές, οι οποίες επιδιώκουν, μαζί με το Καρτέλ, την απολυταρχική εγκατάσταση τους στην παγκόσμια διακυβέρνηση, με την πλήρη ιδιωτικοποίηση της εξουσίας



“Στις σκανδιναβικές χώρες, τη Γερμανία, την Ολλανδία και τη Γαλλία, προτιμήθηκε μετά τα μέσα του 20ου αιώνα ένα διαφορετικό οικονομικό «μίγμα». Το όραμα που αντιπροσώπευε θα μπορούσε ίσως να συνοψισθεί στην αντίληψη ότι, ο καπιταλισμός είναι το μοναδικό διαθέσιμο σύστημα που μπορεί να λειτουργήσει - αλλά δεν μπορεί να λειτουργήσει ικανοποιητικά, χωρίς την ισχυρή παρουσία της κυβέρνησης”(R.Heilbroner).



Μήπως όμως στην πραγματικότητα ο καπιταλισμός, αναρωτιέται κανείς, παρά τις υποσχέσεις του να παράγει πλούτο για όλους, οδηγεί τελικά στο να γίνονται οι πλούσιοι πλουσιότεροι και οι φτωχοί, φτωχότεροι; Μπορεί να επιτευχθεί ανάπτυξη, χωρίς να προϋποθέτει την ανισότητα – τη διεύρυνση δηλαδή των εισοδηματικών διαφορών, μεταξύ των ανωτέρων και κατωτέρων «κοινωνικών «στρωμάτων», είτε αυτά είναι ιδιώτες, είτε ολόκληρα κράτη; Απλούστερα, μπορεί οι πλούσιοι να γίνονται πλουσιότεροι, χωρίς οι φτωχοί να γίνονται φτωχότεροι – χωρίς να «αναπτύσσονται» δηλαδή οι μεν, εις βάρος των δε;



Περαιτέρω, η συντριπτική πλειοψηφία των Πολιτών χρειάζεται πραγματικά «μικρότερο Κράτος», είναι προς όφελος της δηλαδή, όπως όλοι οι φιλελεύθεροι οικονομολόγοι ισχυρίζονται, «θεοποιώντας» ουσιαστικά τις ικανότητες/εντιμότητα του ιδιωτικού τομέα, ή ίσως ποιοτικότερο, λιγότερο δαπανηρό ή διεφθαρμένο, «επαρκές», διάφανο και περισσότερο αποτελεσματικό κράτος, ανεξαρτήτως μεγέθους; (πόσο μάλλον όταν η πολιτική εξουσία, είναι η μοναδική μας προστασία απέναντι στην οικονομική;).



Σε τελική ανάλυση, είναι οι οικονομικές κρίσεις, η συχνότητα των οποίων έχει αυξηθεί πλέον επικίνδυνα, απαραίτητος «συνοδός» της καπιταλιστικής διαδικασίας, όπως επίσης η «δημιουργική καταστροφή» (Schumpeter), ή μήπως είναι δυνατόν να αποφευχθεί, δια μέσου της κατάλληλης ρύθμισης του συστήματος της ελεύθερης αγοράς; Για πόσον καιρό θα μπορεί να αντέχει η ανθρωπότητα τις «μανιοκαταθλιπτικές» συμπεριφορές των αγορών, τις συνεχείς ανόδους και πτώσεις δηλαδή, οι «ταλαντώσεις» των οποίων διευρύνονται όλο και περισσότερο, από το κατώτατο άκρο (υφεσιακή αποχρέωση) στο ανώτατο; (αναπτυξιακή υπερχρέωση).



Τέλος, είναι αντικειμενική η διαπίστωση ότι, το «αόρατο χέρι της αγοράς», όπως το είχε ονομάσει ο Adam Smith, δημιουργεί πλούτο στην πραγματική οικονομία (Main Street), ενώ φέρνει την καταστροφή στις χρηματαγορές (Wall Street), εάν αφεθεί ελεύθερο;



Είναι προφανές ότι, δεν είναι τόσο απλές οι υπεύθυνες απαντήσεις στα παραπάνω ερωτηματικά, στις απορίες καλύτερα, εάν βέβαια παραμένει κανείς οπαδός της ελεύθερης αγοράς – τόσο της μη κεντρικά κατευθυνόμενης, όσο και της μη μονοπωλιακής. Πολύ περισσότερο όταν γνωρίζει ότι, το κυκλοφοριακό σύστημα της οικονομίας, το χρήμα δηλαδή, δημιουργείται από την πίστωση - από τα χρέη κατ’ επέκταση, με όλα όσα προβλήματα κάτι τέτοιο συνεπάγεται.



Εν τούτοις, οφείλει έστω να προσπαθήσει, ακόμη και αν δεν καταφέρει τελικά να τεκμηριώσει σωστά ή να ολοκληρώσει τις όποιες απαντήσεις του. Ιδιαίτερα, όταν είναι πλέον απολύτως βέβαιος ότι, βιώνουμε έναν καταστροφικό παγκόσμιο οικονομικό πόλεμο, άνευ προηγουμένου - με κύριο υπαίτιο τις χρηματοπιστωτικές αγορές, οι οποίες επιδιώκουν, προφανώς μαζί με το Καρτέλ, την απολυταρχική εγκατάσταση τους στην παγκόσμια διακυβέρνηση, με την πλήρη αποκρατικοποίηση της εξουσίας.



ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΚΡΑΤΟΣ



Πριν από το οικονομικό κραχ και τη Μεγάλη Ύφεση του 1930, το ύψος του εθνικού εισοδήματος στις Η.Π.Α. ήταν, χωρίς καμία αμφιβολία, εντυπωσιακό στο συνολικό όγκο του. Εάν παρακολουθούσε όμως κανείς την πορεία του και τα εκατομμύρια μικρούς «παραποτάμους» του, θα συνειδητοποιούσε ότι, η χώρα ωφελούταν με πολύ άνισο τρόπο από τη ροή του. Περίπου 24.000 οικογένειες στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας αποκόμιζαν τριπλάσιο εισόδημα από τα 6.000.00 οικογένειες στη βάση της πυραμίδας – ενώ το μέσο εισόδημα των ευκατάστατων οικογενειών στην κορυφή ήταν 630 φορές μεγαλύτερο, από το εισόδημα των οικογενειών στη βάση (πηγή: R.Heilbroner).



Δυστυχώς, αυτό δεν ήταν το μοναδικό πρόβλημα της εποχής. Ξεχασμένοι στο περιθώριο του ενθουσιασμού για την απεριόριστη ευημερία που θεωρούταν τότε ότι θα προσέφερε ο καπιταλισμός («Όλοι θα πρέπει να γίνουν πλούσιοι», είχε πει ο τότε πρόεδρος των Δημοκρατικών), βρίσκονταν δύο εκατομμύρια άνεργοι Πολίτες ενώ, κρυμμένες πίσω από την κλασσική, μαρμάρινη τους πρόσοψη, οι τράπεζες χρεοκοπούσαν με ρυθμό δύο την ημέρα – επί έξι ολόκληρα έτη πριν από το οικονομικό κραχ.



Ο μέσος Αμερικανός τότε, χρησιμοποιούσε την ευημερία του με αυτοκαταστροφικό τρόπο. Είχε συνάψει πάρα πολλά δάνεια, είχε εκτεθεί επικίνδυνα στις «σειρήνες» των αγορών, αγοράζοντας προϊόντα με δόσεις και είχε σφραγίσει τη μοίρα του με την αγορά μετοχών - τις οποίες αποκτούσε όχι με δικά του χρήματα, αλλά με δανεικά από τις τράπεζες. Η τραγική εξέλιξη μπορεί να ήταν αναπόφευκτη, αλλά όχι και προβλέψιμη, αφού σπάνια περνούσε ημέρα, χωρίς κάποια προσωπικότητα των ημερών, να διαβεβαιώνει το έθνος για την ευρωστία του - μεταξύ των οποίων διαπρεπείς οικονομολόγοι, πανεπιστημιακοί, επιχειρηματίες και πολιτικοί.



Μεταξύ των ετών 1930 και 1970, μετά δηλαδή τη Μεγάλη Ύφεση (η οποία κατέληξε δυστυχώς στο 2ο παγκόσμιο πόλεμο), οι εισοδηματικές ανισότητες στις «δυτικές» οικονομίες περιορίσθηκαν σημαντικά – σε πλήρη αντίθεση με τις τελευταίες (μετά το 1970) δεκαετίες. Το 1928, οι υπερβολικά πλούσιοι των Η.Π.Α. απολάμβαναν το 5% των συνολικών εισοδημάτων της χώρας – σαράντα χρόνια αργότερα, το 1970, οι απολαβές τους δεν ξεπερνούσαν το 1% των συνολικών (σήμερα έχουν αυξηθεί ξανά, σαν αποτέλεσμα της «αντιστροφής» της πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών).



Τη χρονική αυτή περίοδο, η δύναμη των εργατικών συνδικάτων αυξανόταν συνεχώς, με αποτέλεσμα την επίτευξη διαρκώς υψηλότερων μισθών για τους εργαζομένους - οι οποίοι έτσι συμμετείχαν στα επί πλέον έσοδα, στα κέρδη των επιχειρήσεων δηλαδή, τόσο από το ρυθμό ανάπτυξης, όσο και από την αύξηση της παραγωγικότητας τους. Σε μεγάλο βαθμό βέβαια «φρόντιζε» και το κράτος, το οποίο συμμετείχε ενεργητικά τόσο στην αναδιανομή των εισοδημάτων, όσο και στην καταπολέμηση της ανεργίας - δια μέσου κυρίως των δημοσίων επενδύσεων (Keynes) και της φορολογικής νομοθεσίας.



Οι κυβερνήσεις παρείχαν στους Πολίτες «γενναιόδωρα» αυξημένες κοινωνικές υπηρεσίες, αποσπώντας ένα μεγάλο μέρος των εσόδων από τους πλουσίους. Στη Μ. Βρετανία, ο ανώτερος φορολογικός συντελεστής εισοδημάτων είχε πλησιάσει το 83% - ένα υπερδιπλάσιο ποσοστό από το σημερινό, εντελώς ακατανόητο και υπερβολικό. Το κράτος πραγματοποιούσε μεγάλες επενδύσεις στην κοινωνική περίθαλψη και στην Παιδεία, ενώ χρηματοδοτούσε εξ ολοκλήρου τις πανεπιστημιακές σπουδές των παιδιών των εργαζομένων.



Αντίθετα, όσον αφορά τις χρηματαγορές, η κατάσταση ήταν εντελώς υποτονική – με μηδαμινές έως ανύπαρκτες ευκαιρίες κερδοφορίας. Η διεθνής ροή των Κεφαλαίων ήταν αυστηρά ελεγχόμενη, τα χρηματοπιστωτικά «προϊόντα» περιορισμένα, ενώ οι τραπεζικοί (τα σημερινά Golden Boys), σπάνια κέρδιζαν περισσότερα, από τα στελέχη που απασχολούνταν σε άλλες επιχειρήσεις. Παράλληλα, ούτε οι Πολίτες, αλλά ούτε και τα κράτη επιδίωκαν το δανεισμό - αφού δεν δαπανούσαν περισσότερα από όσα εισέπρατταν.



Δυστυχώς όμως, κάποια στιγμή η λογική χάθηκε εντελώς, οδηγώντας το τότε σύστημα στα όρια του. Η φορολογία αυξήθηκε υπερβολικά, ενώ τα συνδικάτα έχασαν το «μέτρο», απαιτώντας συνεχώς υψηλότερες αμοιβές, οι οποίες τελικά έθεσαν σε λειτουργία έναν σπειροειδή πληθωριστικό κύκλο - ενώ οι απεργίες εξουδετέρωσαν εντελώς την ομαλή οικονομική λειτουργία, «μονοδρομώντας» την Οικονομία σε τεράστια αδιέξοδα.



Από την άλλη πλευρά, οι κοινωνικές παροχές ξεπέρασαν τα όρια, σε σημείο που ήταν ασύμφορο πλέον να εργασθεί κανείς - αφού τα επιδόματα ανεργίας ξεπερνούσαν κάποιες φορές ακόμη και τους μισθούς. Το διεθνές συναλλαγματικό σύστημα κατέρρευσε τελικά, με αποτέλεσμα να «εκκολαφθεί» η σχολή του Σικάγο - με το νομπελίστα οικονομολόγο Robert Lucas, ο οποίος «απαίτησε» την πλήρη αλλαγή του τότε συστήματος.



«Η αναδιανομή των εισοδημάτων, οι αυστηροί κανόνες για τις αγορές και οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές, είναι θάνατος για την ελεύθερη οικονομία», τεκμηρίωσε τη θέση του ο Robert Lucas, συνεχίζοντας: «Όποιος υποχρεώνεται σε φορολόγηση ενός μεγάλου μέρους των εισοδημάτων του, καθώς επίσης όποιος μπορεί να στηριχθεί στη βοήθεια του κράτους, έχει ελάχιστα κίνητρα να εργασθεί, να επενδύσει ή να χρηματοδοτήσει τις σπουδές του…..Η ανισότητα είναι η βασική προϋπόθεση της ανάπτυξης και της δημιουργίας πλούτου, ενώ από μία δυναμικά αυξανόμενη οικονομία, κερδίζουν στο τέλος και οι φτωχοί….Η παλίρροια ανυψώνει όλες τα βάρκες».



ΤΟ ΜΙΚΡΟΤΕΡΟ ΚΡΑΤΟΣ



Στις θεωρίες αυτές βασίστηκαν τόσο ο R.Reagan, όσο και η M.Thatcher, στις προσπάθειες τους να μειώσουν το κράτος και να εξουδετερώσουν τα συνδικάτα. Όταν τελικά το κατάφεραν, ιδιωτικοποιώντας τις επιχειρήσεις και πουλώντας τη δημόσια περιουσία (στο βρετανικό δημόσιο ανήκει πλέον μία και μοναδική γέφυρα στον Τάμεση, αφού έχει ξεπουλήσει τα πάντα, ενώ το συνολικό χρέος της χώρας ξεπερνάει πια το 500% του ΑΕΠ), η ανισότητα εκτοξεύτηκε στα ύψη – επειδή η αγορά δεν φροντίζει μόνη της ποτέ για ισότητα.



Όπως αποδείχθηκε λοιπόν, οι αγορές ανταμείβουν δυσανάλογα τους εισοδηματικά ισχυρούς, βοηθώντας τους, μεταξύ άλλων, να χρεώνουν υψηλούς τόκους στα Κεφάλαια τους. Επίσης, αμείβουν υπερβολικά αυτούς που διαθέτουν ιδιαίτερες ικανότητες, κληρονομικές ή επίκτητες, όπως και όσους έχουν την τύχη να εργάζονται σε αναπτυσσόμενους κλάδους. Ουσιαστικά λοιπόν «τιμωρούν» όλους τους άλλους, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από περιορισμένες ικανότητες, φτωχούς προγόνους ή έχουν ατυχώς εκπαιδευθεί στο, λάθος για την εποχή, επάγγελμα.



Αναλυτικότερα, η χρονική περίοδος μετά την κατάργηση του κανόνα του χρυσού, αυτή δηλαδή που ξεκίνησε το 1971, ήταν αναμφίβολα εξαιρετικά αποδοτική για τους ιδιοκτήτες του κεφαλαίου – για όλους αυτούς που θεωρούνται πλούσιοι ή ικανοί. Τόσο τα εισοδήματα, όσο και τα «χαρτοφυλάκια» τους αυξάνονταν διαρκώς - γεγονός που διαπιστώνεται από το ότι, εάν ένας αμερικανός είχε συνολική περιουσία, τη δεκαετία του ’70, ύψους 75 εκ. $, ανήκε στους 400 πλουσιότερους ανθρώπους της χώρας του, ενώ σήμερα απαιτούνται περισσότερα από 1 δις $.



Αντίθετα, η ίδια χρονική περίοδος ήταν μάλλον ουδέτερη για τους μισθωτούς, αφού το ετήσιο εισόδημα ενός μέσου αμερικανού εργαζομένου ήταν 45.879 $, παραμένοντας σχεδόν στάσιμο μέχρι σήμερα (45.113 $, με «αποπληθωρισμένα» στοιχεία). Στη Γερμανία, ακόμη και στην περίοδο της μεγάλης ανάπτυξης μεταξύ των ετών 2004 και 2008, όπου τα κέρδη των επιχειρήσεων είχαν στην κυριολεξία «εκτοξευθεί», οι μέσες αμοιβές των εργαζομένων όχι μόνο δεν παρουσίασαν άνοδο, αλλά περιορίσθηκαν σημαντικά (γεγονός που συνέβαλλε, μεταξύ άλλων, στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, εις βάρος τόσο των Πολιτών της, όσο και των Ευρωπαίων-εταίρων της).



Στην Ελλάδα, οι αμοιβές διαφοροποιήθηκαν ελάχιστα μετά το 2000, παρά τον σχετικά μεγάλο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας της – γεγονός που επεξηγεί την έντονη ύφεση που ακολούθησε την είσοδο του ΔΝΤ στη χώρα. Στη Μ. Βρετανία, οι ειδικές αμοιβές (Bonus) των στελεχών του χρηματοπιστωτικού κλάδου ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο, ενώ οι μισθοί των υπολοίπων εργαζομένων παρέμειναν στα ίδια επίπεδα των προηγουμένων ετών.



Στις αναπτυσσόμενες οικονομίες υποχώρησε βέβαια η φτώχεια σε απόλυτα μεγέθη, αλλά οι κοινωνικές διαφοροποιήσεις αυξήθηκαν δραματικά – ηττημένοι και εδώ οι απλοί εργαζόμενοι, «νικητές» όλοι όσοι στήριξαν τα εισοδήματα τους στις κεφαλαιακές «προμήθειες». Στην Κίνα, δέκα μόλις χρόνια πριν, το 50% του ΑΕΠ δαπανούνταν σε μισθούς και ημερομίσθια – πρόσφατα, είχε περιορισθεί στο 40%. Στην Ινδία κέρδισαν κυρίως οι ανώτερες εισοδηματικές τάξεις από τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις της δεκαετίας του ’90 - ενώ στη Βραζιλία, μετά την επιδρομή του «Ταμείου», οι πλούσιοι ζουν σε οχυρωμένες περιοχές και προστατευμένα διαμερίσματα, για να προστατεύονται από τους πολυάριθμους φτωχούς. Σύμφωνα δε με πρόσφατη μελέτη του ΔΝΤ, «Οι ανισότητες αυξήθηκαν σε όλες τις χώρες, με εξαίρεση ίσως τα φτωχότερα κράτη του πλανήτη».



Κοινό «πολιτικό» χαρακτηριστικό αυτής της χρονικής περιόδου ήταν αναμφίβολα, όπως αναφέραμε στην αρχή, η επικράτηση του νεοφιλελεύθερου δόγματος της σχολής του Σικάγο, μέσα από τις μεταρρυθμίσεις του προέδρου R.Reagan στις Η.Π.Α. και της M.Thatcher στην («πάλαι ποτέ» Μεγάλη) Βρετανία.



Ολοκληρώνοντας, ο περιορισμός του κράτους και η αποκρατικοποίηση όλων των επιχειρήσεων του δημοσίου, καθώς επίσης η πώληση της κρατικής περιουσίας κυριάρχησαν - με τεκμηριωμένα (ιστορικά) αποτελέσματα, την υπερχρέωση κρατών και νοικοκυριών, την διατήρηση των μισθών σε σταθερά, χαμηλά επίπεδα, την εξουδετέρωση των συνδικαλιστικών κινημάτων, την αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων, την άνοδο των μονοπωλίων (πολυεθνικές), τις επιθέσεις του «Ταμείου», καθώς επίσης την παντοδυναμία του αδρανούς, κερδοσκοπικού Κεφαλαίου – των πάσης φύσεως δηλαδή χρηματοπιστωτικών «αγορών».



Η ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΤΕΛ ΚΑΙ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ



Τα ελλείμματα των προϋπολογισμών των χωρών της Ευρώπης οχταπλασιάστηκαν το 2010, σε σχέση με το 2007, φτάνοντας στα -581 δις €, από -60 δις € προηγουμένως. Εξ αυτών, τα -360 δις € αφορούν τις πέντε πλέον επικίνδυνες «χώρες του Νότου», οι οποίες τετραπλασίασαν τα ελλείμματα τους μέσα σε τρία μόλις χρόνια. Σύμφωνα τώρα με την άποψη που επικρατεί στις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης, υπεύθυνες είναι οι ίδιες οι χώρες, οι οποίες δεν αποδείχθηκαν πειθαρχικές, όσον αφορά τη διαχείριση των δημοσιονομικών τους προβλημάτων – παρά το ότι σε πολλές από αυτές, όπως για παράδειγμα στην Ελλάδα, οι ετήσιοι τόκοι πλησιάζουν πια το 30% των εσόδων του δημοσίου. Ο Πίνακας Ι που ακολουθεί, περιγράφει με σαφήνεια τη σημερινή θέση της Ευρωζώνης:



ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Δημόσιο χρέος σε ποσοστά του ΑΕΠ, Ελλείμματα (προβλέψεις 2010)



Χώρες
Δημόσιο Χρέος
Ελλείμματα





Λουξεμβούργο
18,2
-1,8

Σλοβενία
40,7
-5,8

Σλοβακία
42,1
-8,2

Φιλανδία
49,0
-3,1

Κύπρος
62,2
-5,9

Ισπανία
64,4
-9,3

Ολλανδία
64,8
-5,8

Μάλτα
70,4
-4,2

Αυστρία
70,4
-4,3

Γερμανία
75,7
-3,7

Πορτογαλία
82,8
-7,3

Γαλλία
83,0
-7,7

Ιρλανδία
97,4
-32,3

Βέλγιο
98,6
-4,8

Ιταλία
118,9
-5,0

Ελλάδα
140,2
-9,6


Πηγή: Κομισιόν

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος



Οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ ότι, όλα σχεδόν τα μεγέθη του Πίνακα Ι μπορεί να διαφοροποιηθούν ριζικά, κατά το παράδειγμα της Ιρλανδίας – γεγονός που «ανησυχεί» ιδιαίτερα τις «δικτατορικές αγορές». Εάν τα προβλήματα των τραπεζών δηλαδή αυξηθούν (ή βγουν στην επιφάνεια), με αποτέλεσμα να οδηγηθούν οι ζημίες τους στους κρατικούς προϋπολογισμούς με τη «βοήθεια» του ΔΝΤ, όπως συνέβη ήδη στην Ιρλανδία, τότε η εικόνα της Ευρωζώνης θα αλλάξει επικίνδυνα.



Συνεχίζοντας στο θέμα μας, ο ιδιωτικός τομέας των χωρών της Ευρωζώνης το 2000, οι πολυεθνικές επιχειρήσεις συγκεκριμένα, εμφάνιζαν ένα χρηματοδοτικό έλλειμμα ύψους -202 δις €. Δέκα χρόνια αργότερα, το 2010, το έλλειμμα είχε μετατραπεί σε πλεόνασμα, ύψους 82 δις € - εκ των οποίων, τα 55 δις € πλεόνασμα εμφανίζονται στις γερμανικές επιχειρήσεις, οι οποίες το 2000 είχαν έλλειμμα -129 δις €. Σε ολόκληρη δε την Ευρωπαϊκή Ένωση, το συνολικό έλλειμμα των επιχειρήσεων, ύψους -346 δις € το 2000, μετατράπηκε σε πλεόνασμα 300 δις € (πηγή: Ringier AG, CH).



Το 2000 λοιπόν οι ευρωπαϊκές (πολυεθνικές) επιχειρήσεις χρηματοδοτούσαν φυσιολογικά τις επενδύσεις τους - εν μέρει από τα Ίδια Κεφάλαια τους, καθώς επίσης με τη λήψη πιστώσεων από τις τράπεζες. Σήμερα, εισπράττουν ουσιαστικά 300 δις € περισσότερα από αυτά που δαπανούν για τα προϊόντα τους, τους μισθούς, τους φόρους και τις επενδύσεις - αφού οι Ισολογισμοί τους εμφανίζουν πλεόνασμα αυτού του ύψους («υπερχρεώνοντας» τα προϊόντα τους προφανώς). Ταυτόχρονα, πουλούν εμπορεύματα ύψους 300 δις € επί πιστώσει.



Εφ’ όσον τώρα αυξήθηκαν οι απαιτήσεις των επιχειρήσεων, παράλληλα με την «αποχρέωση» τους, θα αυξήθηκε αντίστοιχα ο δανεισμός ή θα μειώθηκαν οι αποταμιεύσεις κάποιων άλλων – κρατών ή νοικοκυριών. Στην πραγματικότητα λοιπόν, οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών μεταξύ των ετών 2000 και 2007 μειώθηκαν στο μισό – από 170 δις € στα 84 δις €.



Περαιτέρω, από το ξεκίνημα της κρίσης, τα πλεονάσματα του ιδιωτικού χρηματοπιστωτικού κλάδου αυξήθηκαν κατά 500 δις € στην ΕΕ των 27 – με τα αντίστοιχα ελλείμματα να επιβαρύνουν τα κρατικά ταμεία. Το γεγονός αυτό δεν είναι φυσικά παράδοξο, αφού το δημόσιο ανέλαβε τα χρέη των ζημιογόνων τραπεζών (ενισχύοντας έμμεσα τις κερδοφόρες), για πρώτη φορά στην ιστορία (ετεροβαρές ρίσκο), χρηματοδοτώντας παράλληλα τις προσπάθειες αναθέρμανσης της οικονομίας.



Ολοκληρώνοντας, η εξέλιξη αυτή δεν λειτούργησε ανάλογα σε όλες τις χώρες, αφού σε αυτές που οι μισθοί αυξήθηκαν, παράλληλα με την παραγωγικότητα (Ελλάδα, Ισπανία κλπ), τα κέρδη των επιχειρήσεων δεν διαφοροποιηθήκαν σημαντικά. Αντίθετα όμως στη Γερμανία, όπου οι πραγματικοί μισθοί περιορίσθηκαν αρκετά, αυξήθηκαν τόσο τα κέρδη των επιχειρήσεων, όσο και τα πλεονάσματα του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών της χώρας. Ταυτόχρονα, αυξήθηκαν και οι πιστώσεις της Γερμανίας προς τις «ελλειμματικές», εισαγωγικές χώρες του Νότου - με αποτελέσματα (επισφάλειες) που στο μέλλον θα είναι μάλλον επώδυνα για την οικονομία της ηγετικής δύναμης της ΕΕ.



ΕΝΔΙΑΜΕΣΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ



Η παγκόσμια οικονομία, παρά τη «θεραπεία», στην οποία υποβλήθηκε από τους Reagan-Thatcher, δεν αναπτύχθηκε γρηγορότερα, σε σχέση με την προηγούμενη χρονική περίοδο – δεν ωφελήθηκε δηλαδή από τις αποκρατικοποιήσεις, την απελευθέρωση των αγορών και το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.



Σε πλήρη αντίθεση μάλιστα με τη «νέα τάξη πραγμάτων» της αγγλοσαξονικής σχολής, μερικές από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου, οι Σκανδιναβικές, διατηρούν ακόμη υψηλούς φορολογικούς συντελεστές, καθώς επίσης ένα μεγάλο κοινωνικό κράτος – με δημοσίους υπαλλήλους που πλησιάζουν το 30% των εργαζομένων (περί το 12% στην Ελλάδα). Πως αιτιολογείται λοιπόν κάτι τέτοιο;



Είναι αρκετοί αυτοί που ισχυρίζονται ότι, οι άνθρωποι δεν εργάζονται μόνο για τα χρήματα – αλλά από ενδιαφέρον για τη δουλειά τους, καθώς επίσης με στόχο την «αναγνώριση», την εκτίμηση καλύτερα τόσο της προσωπικότητας, όσο και της εργασίας τους, από το κοινωνικό περιβάλλον. Κατά τους ίδιους, το αληθινό «κλειδί» για τον πλούτο είναι η πρόσβαση σε μία καλύτερη εκπαίδευση, η κοινωνική σταθερότητα και η ποιότητα των υποδομών – στοιχεία πολύ πιο σημαντικά από τα κίνητρα, τα οποία «πηγάζουν» από το «κυνήγι» του κέρδους και από τις μεγάλες εισοδηματικές διαφορές.



Πολύ συχνά ακούει κανείς επίσης ότι, η μεγάλη τεχνολογική πρόοδος, καθώς επίσης η παγκοσμιοποίηση, δημιουργούν συνεχώς αυξανόμενες ανισότητες. Εν τούτοις, τα συμπεράσματα αυτά δεν είναι πλέον τόσο αυτονόητα, όσο υποθέταμε πριν - αφού ειδικά στις χώρες με υψηλή τεχνολογία και ελεύθερα σύνορα, στις «ανοιχτές κοινωνίες» δηλαδή της Σουηδίας και της Φιλανδίας, για παράδειγμα, η ανισότητα είναι πολύ περιορισμένη.



Η χρήση των μηχανών, καθώς επίσης η ελεύθερη ανταλλαγή εμπορευμάτων και υπηρεσιών, χωρίς δασμούς ή άλλα «κρατικά» εμπόδια, ασφαλώς συμβάλλουν την καταστροφή εργατικών θέσεων - δημιουργώντας όμως παράλληλα άλλες, σε «νέες» περιοχές. Αξιωματικά δε το κράτος μπορεί να φροντίζει έτσι ώστε, να μη γίνονται πλούσιοι μερικοί μόνο Πολίτες του, αλλά όλοι μαζί (Πίνακας ΙΙ):



ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: «Κατανομή» εισοδημάτων σε επιλεγμένες ευρωπαϊκές χώρες



Χώρα
1997
2005
2008






Γερμανία
3,7
3,8
4,8

Ελλάδα
6,6
5,8
5,9

Βρετανία
4,7
5,8
5,6

Πορτογαλία
6,6
6,9
6,1

Σουηδία
3,0
3,3
3,5

Φιλανδία
3,0
3,6
3,8

Δανία
2,9
3,5
3,6


Πηγή: Eurostat

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Σημείωση 1: Η εξέλιξη των εισοδηματικών διαφορών, μεταξύ του 20% των πλουσιότερων Πολιτών και του 20% των φτωχότερων όπου, για παράδειγμα, ο δείκτης 3,7 σημαίνει ότι το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού μιας χώρας, έχει εισοδήματα 3,7 φορές υψηλότερα από αυτά του φτωχότερου 20% (κατά μέσον όρο).

Σημείωση 2: Ο δείκτης για την Κίνα ήταν 8,34 το 2005 – για τη Ρωσία 8,96 το 2007 και για τις Η.Π.Α. 8,42 το 2000 – στην ΕΕ των 27, ο μέσος δείκτης ήταν 10,13 το 2008, γεγονός που αναδεικνύει τις τεράστιες ανισορροπίες μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών (πηγή: F.E.Stiftung).



Συνεχίζοντας, υπάρχουν φυσικά οικονομολόγοι, οι οποίοι ισχυρίζονται επί πλέον ότι, η μεγάλη συγκέντρωση πλούτου σε λίγους, είναι καταστροφική για το ρυθμό ανάπτυξης μίας Οικονομίας. Όσο υψηλότερα τα έσοδα (μισθοί, εισοδήματα κλπ), τόσο περισσότερα αποταμιεύει κανείς και τόσο περιορίζεται η ζήτηση για καταναλωτικά αγαθά. Όπως αναφέρει δε ο Schopenhauer:



«Οι άνθρωποι που δεν έχουν κληρονομήσει κάποια περιουσία, αλλά καταφέρνουν χάρη στις ικανότητες τους να κερδίζουν χρήματα, υποκύπτουν σχεδόν πάντα στην ψευδαίσθηση ότι, το ταλέντο τους είναι το πάγιο κεφάλαιο και άρα τα χρήματα που αποκτούν χάρη σε αυτό οι τόκοι – οπότε δεν αποταμιεύουν ένα μέρος των αποκτηθέντων, προκειμένου να συσσωρεύσουν ένα πάγιο κεφάλαιο, αλλά ξοδεύουν όλα όσα κερδίζουν. Αντίθετα, όποιος έχει μεγαλώσει μέσα σε κληρονομημένο πλούτο, έχει μάθει να διαχωρίζει ποιο είναι το κεφάλαιο και ποιοί είναι οι τόκοι, περιφρουρώντας την περιουσία του με την ίδια του τη ζωή – παραμένει επομένως τακτικός, προσεκτικός και οικονόμος».



Περαιτέρω, οι αμερικανοί προσπάθησαν να καταπολεμήσουν το φαινόμενο της συγκέντρωσης πλούτου σε λίγους (το οποίο οι ίδιοι δημιούργησαν, με αποτέλεσμα τον περιορισμό της κατανάλωσης, λόγω των αντίστοιχα χαμηλών μισθών της πλειοψηφίας των εργαζομένων), με τη βοήθεια των αυξημένων «καταναλωτικών» δανείων προς τις εισοδηματικά ασθενέστερες τάξεις (αντί της φορολόγησης της κληρονομιάς και των πλουσίων). Όπως όμως γνωρίζουμε, οι προσπάθειες αυτές οδήγησαν στην τεράστια παγκόσμια κρίση που βιώνουμε σήμερα, η οποία ξεκίνησε με την αγορά ακινήτων επί πιστώσει, με στόχο τη μεταπώληση τους με κέρδος, έτσι ώστε να αυξάνεται η κατανάλωση – έως ότου οι τιμές των ακινήτων κατέρρευσαν, κάνοντας αδύνατη την εξυπηρέτηση των δανείων στις τράπεζες.



Δεν μπορεί λοιπόν παρά να αναρωτιέται κανείς σήμερα, εάν η μαζική «επίθεση» εναντίον του κοινωνικού κράτους, ήταν από οικονομικής πλευράς αναγκαία – ή μήπως θα ήταν αρκετή μία απλή διόρθωση των υπερβολών του 1970, τις οποίες προκάλεσαν σε μεγάλο βαθμό τα εργατικά συνδικάτα.



Σε κάθε περίπτωση όμως, έχει αποδειχθεί ιστορικά ότι, ο καπιταλισμός μπορεί να επιβιώσει τόσο με μεγαλύτερο, όσο και με μικρότερο κράτος. Η ερώτηση επομένως, το ζητούμενο καλύτερα της ιδανικής κατανομής των εισοδημάτων, δεν αφορά ουσιαστικά την Οικονομία, αλλά την Πολιτική - παρά το ότι οι σημερινοί πολιτικοί δεν φαίνεται να είναι σε θέση να αναλάβουν τις ευθύνες τους.



Όπως είπε δε γνωστός οικονομολόγος, «Η κοινωνία οφείλει να αποφασίσει εάν αποδέχεται την αύξηση των εισοδηματικών ανισοτήτων – εάν όχι, η Πολιτεία πρέπει να αναρωτηθεί ποιες θεσμικές αλλαγές απαιτούνται, για να καταπολεμηθούν οι ανισότητες».



ΟΙ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ



Μετά την επικράτηση του «μικρού κράτους», την οποία περιγράψαμε ήδη, το «αόρατο χέρι της αγοράς» απελευθερώθηκε από τα δεσμά του και άρχισε ξανά να κινείται ανενόχλητο/ανεμπόδιστο, όπως πριν από το 1930, στις χρηματοπιστωτικές αγορές.



Αμέσως μετά ακολούθησαν δύο υποτιμήσεις του δολαρίου, με τα γνωστά «πετρελαϊκά σοκ» του 1973 και του 1979 - συνοδευόμενες από έντονες, καταστροφικές υφέσεις. Το επίπεδο των επιτοκίων ξεπέρασε τους μεσοπρόθεσμους ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ οι χρηματοπιστωτικοί νεωτερισμοί, τα παράγωγα δηλαδή κάθε είδους, αλλά και τα υπόλοιπα «προϊόντα» (πιστωτικές κάρτες, καταναλωτικά δάνεια με τοκογλυφικά επιτόκια άνω του 20% κλπ), οδήγησαν την «τάση για επίτευξη κερδών», από την παραγωγή προϊόντων στην κερδοσκοπία. Ο Πίνακας ΙΙ (άρθρο μας) που ακολουθεί, είναι χαρακτηριστικός:



ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ: Εξέλιξη δημοσίου χρέους σε τρις $ στις Η.Π.Α., Δημόσιο χρέος σε ποσοστά του ΑΕΠ, έλλειμμα (πλεόνασμα) σε τρις $



Έτος
Δημόσιο Χρέος
Δημόσιο Χρέος/ΑΕΠ
Έλλειμμα






1981
1,0
32,5%
-0,08

1985
1,8
43,8%
-0,21

1990
3,2
55,9%
-0,22

1995
4,9
67,0%
-0,16

2000
5,6
57,3%
+0,24

2005
7,9
63,5%
-0,32

2009
11,9
83,4%
-1,41

2010*
13,8
94,0%
-1,42

2011*
15,1
100,0%
-1,27


* Πρόβλεψη της αμερικανικής κυβέρνησης

Πηγή: Spiegel

Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

Σημείωση: Το χρέος των νοικοκυριών στη χώρα πλησιάζει τα 14 τρις $ (100% του ΑΕΠ), ενώ έχει 20πλασιασθεί, σε σχέση με τη δεκαετία του ’70.



Οι βιομηχανικοί όμιλοι, οι οποίοι σηματοδότησαν την ανάπτυξη μετά το 1930, με κέντρο βάρους την παραγωγή προϊόντων, «μεταλλάχθηκαν» σε χρηματοπιστωτικά «κτήνη». Οι τράπεζες, οι οποίες μέχρι τότε ήταν στην υπηρεσία της πραγματικής οικονομίας, μετατράπηκαν σε «αλχημιστές του χρήματος». Απλούστερα, το «θαύμα» της οικονομικής ανάπτυξης μετά το 1980, έλαβε χώρα στο χρηματοπιστωτικό κόσμο – με την αύξηση του δανεισμού, καθώς επίσης με τον «αληθινό κόσμο των επιχειρήσεων», αυτόν δηλαδή που δραστηριοποιούταν στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, να υποχωρεί συνεχώς (κενό που αναπλήρωσε η Κίνα – η παραγωγική μηχανή της δύσης).



Η θεωρητική επεξήγηση του αναμφίβολου αυτού γεγονότος, σύμφωνα με το οποίο το αόρατο χέρι της αγοράς δημιουργεί πλούτο στην πραγματική οικονομία, ενώ προκαλεί την καταστροφή στη χρηματοπιστωτική, είναι ουσιαστικά αυτονόητη. Για παράδειγμα, όταν αυξάνεται η ζήτηση για ένα προϊόν, η τιμή του ανεβαίνει - όπως επίσης και το κίνητρο κέρδους για τον «κατασκευαστή» του. Στη συνέχεια, ο επιχειρηματίας αυξάνει την ποσότητα που παράγει (ή εισέρχονται νέοι επιχειρηματίες στην αγορά, λόγω των αυξημένων προοπτικών κερδοφορίας), την προσφορά δηλαδή, οπότε η τιμή μειώνεται - ενώ αποκαθίσταται η ισορροπία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς.



Όταν όμως αυξάνεται η ζήτηση στις χρηματοπιστωτικές αγορές (μετοχές κλπ), την οποία ακολουθούν οι υψηλότερες τιμές, η προσφορά δεν μπορεί να αυξηθεί - αφού οι ποσότητες των μετοχών είναι συνήθως περιορισμένες (βεβαίως οι αγορές χρησιμοποιούν διάφορα τεχνάσματα, όπως για παράδειγμα το «splitting», την παραγωγή δηλαδή δύο ή περισσοτέρων μετοχών από τη μία αρχική – η επιχείρηση όμως παραμένει η ίδια). Στην περίπτωση αυτή, όταν αυξάνεται η ζήτηση μετοχών δηλαδή, οι χρηματιστές συστήνουν συνήθως «αγορά» - οπότε, αντί της προσφοράς (όπως συμβαίνει στα προϊόντα), αυξάνεται ακόμη περισσότερο η ζήτηση και, μαζί με αυτήν, ξανά οι τιμές.



Το γεγονός αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη «αγελαία», στρεβλή εξέλιξη των τιμών των μετοχών, των πρώτων υλών, των επιτοκίων και των συναλλαγμάτων, η οποία οδηγεί μεσο-μακροπρόθεσμα σε ανοδικές ή καθοδικές χρηματιστηριακές «αγορές» - σε μανιοκαταθλιπτικές δηλαδή διακυμάνσεις των τιμών, αντί σε φυσιολογικές και εξισορροπημένες.



Η δεύτερη αιτία της καταστροφικής λειτουργίας του «αόρατου χεριού» του A.Smith στις χρηματοπιστωτικές αγορές είναι το ότι, σε αυτές τις αγορές δεν παράγονται προϊόντα και δεν δημιουργούνται αξίες – απλά αναδιανέμονται τα υφιστάμενα, μεταξύ των συμμετεχόντων. Αυτοί δε που έχουν τις περισσότερες πληροφορίες (Goldman Sachs, BIS, Hedge funds κλπ), πόσο μάλλον τις «εσωτερικές», κερδίζουν πάντοτε, ενώ όλοι οι άλλοι συνήθως χάνουν - από τους ερασιτέχνες «επενδυτές», μέχρι τα συνταξιοδοτικά ταμεία.



Οι χρηματοπιστωτικές αγορές καθιστούν ουσιαστικά δυνατή τη διασπορά των κινδύνων, τους οποίους όμως οι ίδιες δημιουργούν. Μέσω δε της συνεχώς γρηγορότερης κερδοσκοπίας (διαδικτυακά καζίνο), αποσταθεροποιούν τελικά τις τιμές των μετοχών, των εμπορευμάτων κλπ - πουλώντας ταυτόχρονα νέα «ασφαλιστικά» προϊόντα (CDS κλπ), με στόχο την εξασφάλιση των «επενδυτών» από τους κινδύνους που οι ίδιες προκαλούν, αποκομίζοντας έτσι τα διπλά κέρδη. Η εξέλιξη στην Ελλάδα και στην Ιρλανδία (θα ακολουθήσουν προφανώς πολλές άλλες χώρες, όπως η Πορτογαλία, η Ισπανία, το Βέλγιο, η Μ. Βρετανία, οι Η.Π.Α. κλπ), είναι «παραδειγματική»:



Οι αγορές, «στοιχηματίζοντας» στη χρεοκοπία της χώρας μας, προκάλεσαν την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού μας (άνω του 10%). Με τον τρόπο αυτό, οι πιθανότητες χρεοκοπίας μεγεθύνθηκαν - οπότε οι «αγορές» δεν κερδίζουν μόνο από τα αυξημένα επιτόκια, αλλά και από τα προϊόντα που πουλούν (CDS κλπ), για την εξασφάλιση των πελατών τους από το ρίσκο που οι ίδιες δημιουργούν. Την ίδια στιγμή, δανείζονται χρήματα από την ΕΚΤ, με επιτόκιο 1% - αγοράζοντας με αυτά κρατικά ομόλογα, με αποδόσεις της τάξης του 10%. Εάν δε χάσουν τα χρήματα τους, τότε απαιτούν τη βοήθεια των κρατών – την ενίσχυση τους δηλαδή από τους φορολογουμένους, τους οποίους προσπάθησαν λίγο πριν να ληστέψουν.



Εάν δε ζητηθεί η συμμετοχή τους στη διάσωση των χωρών που κινδυνεύουν με χρεοκοπία, όπως τελικά αποφάσισε η πρόσφατη σύνοδος κορυφής της ΕΕ, τότε θα απαιτήσουν την πληρωμή τους κατά 100% - θα αναλάβουν δηλαδή μηδενικό ρίσκο. Για παράδειγμα, εάν απαιτήσουν οι κυβερνήσεις την ανάληψη από τις αγορές ενός ποσοστού ενδεχόμενης διαγραφής χρέους της τάξης του 30%, οι αγορές θα ζητήσουν επιτόκια 30% συν το κέρδος τους (μηδενικό ρίσκο).



Επομένως, η όποια εξοικονόμηση «πόρων» από τους Πολίτες των υπερχρεωμένων πια δυτικών κρατών, από τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις δηλαδή, με μειώσεις μισθών, με φόρους και με άλλες θυσίες, οδηγείται τελικά, δια μέσου των επιτοκίων, στα ταμεία του χρηματοπιστωτικού κτήνους – με αποτέλεσμα τα δημόσια χρέη να συνεχίζουν να αυξάνονται, εάν δεν αποφασιστεί η διαγραφή τους, η πραγματική δηλαδή συμμετοχή των αγορών.



Στην πραγματικότητα λοιπόν, το πρόβλημα είναι οι τοκογλυφικοί τόκοι - καθώς επίσης η προθυμία των «ιθυνόντων», να αποζημιώνουν τις «αγορές», για τους κινδύνους που οι ίδιες δημιουργούν, με στόχο την κερδοσκοπία. Η πολιτική ελίτ δεν μπορεί προφανώς να καταλάβει ότι, το αόρατο χέρι της αγοράς παράγει «πλαστές» τιμές στο χρηματοπιστωτικό σύστημα - αφού, σε πλήρη αντίθεση με την πραγματική οικονομία, αδυνατεί να λειτουργήσει εξισορροπητικά, «μη καθοριζόμενο», μη υπακούοντας δηλαδή στους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης.



Η «στρεβλή» αυτή λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών αυξάνει επί πλέον την ανασφάλεια, εις βάρος της επιχειρηματικής πρωτοβουλίας - ενώ όλες οι αναταραχές και οι οικονομικές κρίσεις, μετά το 1970, είναι το αποτέλεσμα της αστάθειας που προκαλούν τόσο οι άναρχες αγορές, όσο και οι μονοπωλιακές, πολυεθνικές υπερεπιχειρήσεις.



ΕΠΙΛΟΓΟΣ



Η μοναδική λύση της συστημικής κρίσης που βιώνουμε σήμερα, όσον αφορά τις «αγορές», είναι η ρύθμιση και ο περιορισμός του χρηματοπιστωτικού κλάδου, καθώς επίσης η πραγματική συμμετοχή του στην επίλυση του προβλήματος της υπερχρέωσης της δύσης - έτσι ώστε να οδηγηθεί ξανά η υγιής τάση για κέρδος στην αληθινή οικονομία και στις επιχειρήσεις, οι οποίες παράγουν πραγματικά προϊόντα, απαραίτητα τόσο για την επιβίωση, όσο και για την καλύτερη διαβίωση μας.



Ακόμη καλύτερη θα ήταν ασφαλώς η κρατικοποίηση των αγορών – δηλαδή, η υπαγωγή τόσο των μεγάλων τραπεζών (πρώτα από όλες της BIS), όσο και των εθνικών χρηματιστηρίων, στην ιδιοκτησία του κράτους. Έτσι, θα διασφαλιζόταν η σωστή λειτουργία του χρηματοπιστωτικού συστήματος (ροή των κεφαλαίων στην πραγματική οικονομία, ορθολογική κατανάλωση, σωστός δανεισμός κλπ), ενώ θα αντιμετωπιζόταν ριζικά η εξάρτηση των κρατών από τις αχόρταγες, επικίνδυνες, τοκογλυφικές και μανιοκαταθλιπτικές αγορές.



Όσον αφορά τώρα τις πολυεθνικές μονοπωλιακές επιχειρήσεις (Καρτέλ), οι οποίες επίσης ευθύνονται για τη σημερινή συστημική κρίση, αφού απομυζούν τις εθνικές οικονομίες, είναι απαραίτητο να τεθούν όρια στα μεγέθη τους – κατ’ αρχήν, με τη σωστή λειτουργία των επιτροπών ανταγωνισμού, οι οποίες έχουν μάλλον ατονήσει, εάν δεν έχουν εντελώς αποπροσανατολισθεί, από τους αρχικούς σκοπούς της ίδρυσης τους.



Εκτός αυτού, τα κράτη δεν πρέπει να ιδιωτικοποιούν σε καμία περίπτωση τις κοινωφελείς επιχειρήσεις τους (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΟΤΕ κλπ), οι οποίες οφείλουν να παραμένουν στην ιδιοκτησία τους - λειτουργώντας βέβαια με απόλυτη διαφάνεια (Ισολογισμοί στο διαδίκτυο κλπ), έτσι ώστε να μπορούν να ελέγχονται από υπεύθυνους Πολίτες, καθώς επίσης με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.



Κλείνοντας, οφείλουμε να επιστήσουμε την προσοχή στους εργαζομένους στο ότι, μικρότερο κράτος (αποκρατικοποιήσεις κλπ) σημαίνει περιορισμένες κοινωνικές παροχές, καθώς επίσης χαμηλότερες αμοιβές για τους ίδιους. Αντίθετα, μεγαλύτερο κράτος, σημαίνει υψηλότερες αμοιβές και περισσότερες κοινωνικές παροχές – μέχρι εκείνο βέβαια το οριακό σημείο όπου, οι απαιτήσεις τους θα «απειλήσουν» να ξεπεράσουν τις δυνατότητες των επιχειρήσεων, ανοίγοντας το «κουτί της Πανδώρας» (όπως συνέβη 40 έτη πριν και θα πληρώνουμε για πολλά χρόνια ακόμη).



Αντί λοιπόν να καταναλώνουν άσκοπα τις δυνάμεις τους στην κριτική του «ανάλγητου» κράτους, παίζοντας ουσιαστικά το παιχνίδι των «αγορών» (τοποθέτηση των κοινωνικών ομάδων σε αντίπαλα στρατόπεδα και κυριαρχία τους, με τη βοήθεια του «διαίρει και βασίλευε»), είναι μάλλον προτιμότερο να συμβάλλουν ενεργητικά στη σωστή λειτουργία της Πολιτείας – χωρίς υπερβολικές απαιτήσεις από τις επιχειρήσεις ή τα κράτη, αλλά και χωρίς να επιτρέπουν τις άκρως επικίνδυνες αποκρατικοποιήσεις, οι οποίες τελικά θα τους καταστήσουν δούλους των χρηματαγορών και των μονοπωλίων (ή, ίσως, αποικίες των ισχυρότερων οικονομιών του πλανήτη).



Σε κάθε περίπτωση, η έξοδος από τη σημερινή, εθνική και παγκόσμια κρίση, δεν μπορεί να προέλθει από την οικονομική ελίτ, αλλά από την Πολιτική – την οποία πρέπει να αποκαταστήσουμε στην εξουσία, αναλαμβάνοντας όλοι μαζί τις ευθύνες της σωστής λειτουργίας της: με την απαίτηση για περισσότερη, άμεση και αποτελεσματική Δημοκρατία, με τη βοήθεια νέων θεσμών.



Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)

Αθήνα, 19. Δεκεμβρίου 2010

viliardos@kbanalysis.comΑυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από κακόβουλη χρήση. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε την Javascript για να τη δείτε.