Τρίτη 26 Απριλίου 2011

Σε τοξικό αδιέξοδο ευρωζώνη και κυβέρνηση

Δευτέρα, 4 Απριλίου 2011




Πηγή: Δρόμος (2/4/2011)

Σαν να μην έγινε απολύτως τίποτα. Σαν να μη μεσολάβησε το πολύμηνο θρίλερ, οι διαδοχικές σύνοδοι κορυφής και η τελική συμφωνία των 27 για το ευρώ, τη διαχείριση του χρέους, τον προσωρινό και τον μόνιμο μηχανισμό «διάσωσης», το Σύμφωνο για το ευρώ και το ταπεινό «ρεγάλο» της επιμήκυνσης στην Ελλάδα. Όλες οι θριαμβικές ανακοινώσεις των ηγεμόνων της Ε.Ε. και της κυβέρνησης Παπανδρέου απαξιώθηκαν σε λίγα εικοσιτετράωρα. Με την τριπλή υποβάθμιση Ελλάδας, Πορτογαλίας αλλά και τεσσάρων ελληνικών τραπεζών από την Standard & Poor’s, την υποβάθμιση από τη Fitch και την αντίστοιχη προαναγγελία νέας υποβάθμισης από τη Moody’s.
Η κυβέρνηση αλλά και ευρωπαίοι αξιωματούχοι αντέδρασαν με τον αναμενόμενο, αμήχανο τρόπο. Σχοινοτενείς ανακοινώσεις για το ύποπτον της αντίδρασης των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης και κάποιες μπηχτές περί «συνωμοσίας» που, ωστόσο, δεν έχουν κανένα απολύτως αντίκρισμα όσο δεν λαμβάνεται η παραμικρή πολιτική απόφαση για την αφαίρεση της πιστοληπτικής «εξουσίας» από τους ιέρακες της αγοράς.
Η αντίδραση των «τριών αδελφών» εμπεριέχει φυσικά την ιδιοτέλεια της υπεράσπισης των συμφερόντων των πελατών τους, δηλαδή των ιδιωτών θεσμικών επενδυτών που έχουν τοποθετήσει τα χρήματά τους σε ομόλογα υπερχρεωμένων χωρών. Ήτοι των τραπεζών, και μάλιστα των ευρωπαϊκών, κατόχων κρατικών ομολόγων σε ποσοστό έως και 80%. Είναι η εύλογη αντίδραση απέναντι στο ενδεχόμενο να υποστούν οι τράπεζες-πελάτες των οίκων ένα δραστικό «κούρεμα» των ομολόγων που έχουν στα χέρια τους είτε σε μια αναπόφευκτη και ανεξέλεγκτη «αναδιάρθρωση χρέους» μέχρι το 2013 είτε στην προβλεπόμενη από τον μόνιμο μηχανισμό διάσωσης διαδικασία «ελεγχόμενης χρεοκοπίας» με συμμετοχή των ιδιωτών πιστωτών, από το 2013 και μετά.

Κυνικός ρεαλισμός
Ωστόσο, πέραν αυτής της ιδιοτελούς σχέσης με το πρόβλημα, η ομοβροντία υποβαθμίσεων δηλώνει ότι οι αγορές, η τραπεζική τοκογλυφία, τα κερδοσκοπικά κεφάλαια δεν πιστεύουν ότι οι Ευρωπαίοι βρήκαν πράγματι τρόπο να ελέγξουν την κρίση χρέους. Αντιθέτως, οι οίκοι αξιολόγησης, ως αυθεντικοί εκφραστές του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, εκφράζουν με έναν κυνικό ρεαλισμό την πεποίθησή τους ότι η κρίση χρέους όχι μόνο δεν θα περιοριστεί στις χώρες που είναι ήδη στη δίνη της υπερχρέωσης, αλλά θα επεκταθεί ακόμη και στον σκληρό πυρήνα της ευρωζώνης. Δηλαδή στις χώρες που σήμερα, χάρη στην άριστη πιστοληπτική αξιολόγησή τους, εγγυώνται τη σωτηρία των «αναξιόπιστων».
Η εξήγηση είναι μάλλον απλή και αποκαλύπτεται ακόμη και από τις επίμονες αναφορές του «διεθνούς τοκογλύφου», του ΔΝΤ, στην αναγκαιότητα εξυγίανσης του τραπεζικού συστήματος της ευρωζώνης. Πηγή της κρίσης κρατικού χρέους της ευρωζώνης, και όχι μόνο, ήταν η έκθεση των τραπεζών σε τοξικά, παράγωγα προϊόντα. Τα κράτη ανέλαβαν να διασώσουν τις τράπεζες παρέχοντας αφειδώς χρήμα των φορολογουμένων και προκαλώντας μια έκρηξη κρατικού χρέους, με ομόλογα που και αυτά πέρασαν στα χέρια των τραπεζών. Επί της ουσίας, δανείστηκαν απ’ αυτές χρήμα ίδιας τοξικότητας με αυτό που τις βύθισε στην κρίση. Οι τράπεζες με τη σειρά τους, όταν οι αγορές άρχισαν να απαξιώνουν τα κρατικά ομόλογα, άρχισαν να τα φορτώνουν στην ΕΚΤ για να αντλήσουν φτηνότερο χρήμα. Έτσι, η τοξική μόλυνση πέρασε στο «κάστρο» του ευρώ, την κεντρική τράπεζα που το εκδίδει και εγγυάται την αξία του.
Ταυτοχρόνως, οι τράπεζες, φρόντισαν με τις τοξικές εγγυήσεις από τα κράτη και την ΕΚΤ απλώς να κλείνουν τις λογιστικές τους τρύπες, για να συντηρούν τη χρηματιστηριακή τους εικόνα. Ψήγματα μόνον από το άφθονο χρήμα που άντλησαν πέρασαν στη λεγόμενη πραγματική οικονομία, ενώ ταυτόχρονα οι συνθήκες ύφεσης στις υπερχρεωμένες χώρες και στασιμότητας στις «υγιείς» στέρευαν και τις καταθέσεις. Γιατί, πολύ απλά, στο σκηνικό άγριας λιτότητας που έχει στηθεί στην ευρωζώνη, ο κόσμος τρώει από τα έτοιμα. Τώρα, στην τρίτη φάση διαχείρισης της κρίσης από τις ευρωπαϊκές ηγεσίες, η τοξική μόλυνση απειλεί ακόμη και τον σκληρό πυρήνα της ευρωζώνης. Δηλαδή τις χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία και οι εύρωστοι δορυφόροι τους που υποτίθεται ότι θα εγγυηθούν τις επιχειρήσεις «διάσωσης» μετά το 2013.

Αυτοεγκλωβισμός
Εν ολίγοις, η ευρωζώνη είναι εγκλωβισμένη σε ένα τοξικό αδιέξοδο. Αυτό επισημαίνουν οι αγορές, παρά τη συμφωνία τους με την ταξική ουσία του Συμφώνου για το ευρώ και των επιθέσεων που αυτό επιφυλάσσει κατά της μισθωτής εργασίας, του ασφαλιστικού συστήματος, του κοινωνικού κράτους και της δημόσιας περιουσίας.
Φυσικά, οι αγορές και οι επιθετικότεροι εκπρόσωποί τους δεν έχουν τη δυνατότητα να πουν ή να υπονοήσουν όλη την αλήθεια. Εγκλωβισμένες στο καθήκον να προστατεύσουν τους πιστωτές-τράπεζες από το ενδεχόμενο να πληρώσουν το παραμικρό κόστος, αποκρύπτουν τον τριπλό χαρακτήρα της κρίσης ως κρίσης κρατικού χρέους, κρίσης επενδύσεων (ύφεση) και κρίσης του τραπεζικού συστήματος. Στην κορυφή αυτού του τριγώνου βρίσκονται χωρίς αμφιβολία οι τράπεζες. Σε τελική ανάλυση, πυρήνας της κρίσης είναι η κρίση του τραπεζικού συστήματος και επ’ αυτής καμιά ουσιώδης μέριμνα δεν έχει ληφθεί από τους 27 της Ε.Ε. πέραν της μέριμνας της γερμανικής και της γαλλικής πολιτικής ηγεσίας να σώσουν τις δικές τους τράπεζες, με τη «λύση-πακέτο» που επέβαλαν. Αλλά κι αυτό πια είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν θα το πετύχουν.

Εκλογικός εκβιασμός;
Το τοξικό αδιέξοδο της ευρωζώνης είναι τελικά ένα πολιτικό αδιέξοδο. Μια τρομακτική αδυναμία των πολιτικών διαχειριστών της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης να αντιληφθούν τις εγγενείς αναπηρίες και αντιφάσεις της. Το αντιλαμβάνεται κανείς από τις εύθραυστες πολιτικές ισορροπίες που επικρατούν απ’ άκρου εις άκρον της Ε.Ε.: πτώση της κυβέρνησης Σόκρατες στην Πορτογαλία, ήττες Μέρκελ και Σαρκοζί στις περιφερειακές εκλογές, πολιτική κρίση διαρκείας στην Ιταλία του Μπερλουσκόνι, άνοδος της ακροδεξιάς στις επικείμενες εκλογές στη Φινλανδία, κυβερνητική αλλαγή πριν δύο μήνες στην Ιρλανδία του Μνημονίου. Σοσιαλδημοκράτες ή κεντροδεξιοί υφίστανται ταπεινωτικές, τιμωρητικές ήττες για τα προγράμματα λιτότητας που εφάρμοσαν. Οι διαχειριστές της νεοφιλελεύθερης λύσης απορρίπτονται, τα περιθώρια εναλλακτικών λύσεων στενεύουν, ακραία εθνικιστικά ή ακροδεξιά μορφώματα επιστρατεύονται ως κυβερνητικά δεκανίκια.
Στην περίπτωση της Ελλάδας και της κυβέρνησης Παπανδρέου, το αδιέξοδο των διαχειριστών παίρνει τη διάσταση πλήρους πολιτικής ασφυξίας. Πέρα από τα αλλεπάλληλα φαινόμενα αυταρχικής εκτροπής, το πολιτικό και κοινωνικό βάρος των πρόσθετων μέτρων δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ που καλείται να αποφασίσει σε ελάχιστες εβδομάδες δεσμεύοντας ακόμη και την (όποια) επόμενη κυβέρνηση την εξωθούν σε αναζήτηση εξόδου κινδύνου. Μία απ’ αυτές ακούει στο όνομα πρόωρες εκλογές. Κάποιοι (όχι και πολύ ρεαλιστικοί) υπολογισμοί κυβερνητικών στελεχών αναφέρουν ότι η ομοβροντία νομοθετημάτων που επίκεινται μέχρι τον Μάιο (νέα μέτρα, επικυρώσεις ευρωπαϊκών αποφάσεων) αποτελούν ευκαιρία άσκησης εκλογικού εκβιασμού τόσο στα κόμματα της αντιπολίτευσης όσο και στην κοινωνία, με κάποιες βάσιμες προσδοκίες επιτυχίας για το ΠΑΣΟΚ και τη «συμμαχία των προθύμων».
Τα προσχήματα αναζητούνται στις κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες που απαιτούνται για κάθε κρίσιμη ψηφοφορία και στο χρονοδιάγραμμα πραγματοποίησής τους μέχρι τα μέσα Μαΐου. Απομένει ν’ αποδειχθεί αν μια τέτοια εκλογική αποκοτιά θα είναι πράγματι έξοδος κινδύνου ή πολιτική αυτοχειρία

Αναρτήθηκε από You Pay Your Crisis στις 10:28 μ.μ.
Ετικέτες ΑΡΘΡΑ / Κιμπουρόπουλος

Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Ιστβάν ΜεζάροςΟ Μεζάρος για την κρίση (μέρος 1ο)

η Λέσχη
φτιάχνοντας τα τετράδια της ανυπότακτης θεωρίας« Η ζωή και το έργο του





Μετάφραση – Υποτιτλισμός: Στέλλα Σουνδουλουνάκη

Επιμέλεια Βίντεο: Μανόλης Μαρκάκης

Η πρώτη ανάρτηση στο αφιέρωμα για τον Μεζάρος, αναφέρεται σε μια πολύ ενδιαφέρουσα, πρόσφατη διάλεξή του για την οικονομική κρίση. Έλαβε χώρα στο Conway Hall London, στις 21 Οκτώβρη του 2008, μόλις λίγες μέρες μετά την κατάρρευση της Lehmann Brothers. Είναι, λοιπόν, μια πολύ σημαντική συμβολή καθώς ο Μεζάρος αποτελεί έναν από τους διανοητές που από την πρώτη στιγμή αναγνώριζαν πίσω από τη χρηματοπιστωτική κατάρρευση τα βαθύτερα αίτια της κρίσης και τα δομικά αδιέξοδα του σύγχρονου καπιταλισμού, αλλά και συνολικά του κεφαλαίου (βάσει της διάκρισης που κάνει ο Μεζάρος) . Παραθέτουμε σήμερα το πρώτο μέρος και θα συνεχίσουμε τις αμέσως επόμενες μέρες με τα υπόλοιπα.

Η διάλεξη αυτή στηρίχθηκε πάνω σε κείμενο του που δημοσιεύτηκε στα ελληνικά στο Monthly Review, στο τεύχος 49, και παραθέτουμε παρακάτω

Η εν εξελίξει κρίση και η επικαιρότητα του Μαρξ
του ΙΣΤΒΑΝ ΜΕΣΑΡΟΣ

Κάποιοι από εσάς ενδέχεται να ήταν παρόντες στη συνάντησή μας σε αυτό το κτίριο τον προηγούμενο Μάιο, όταν ξαναθυμήθηκα τι είχα πει στον Λυσιέν Γκολντμάν στο Παρίσι μερικούς μήνες πριν από τον ιστορικό γαλλικό Μάη του 1968. Σε αντίθεση με την τότε κρατούσα άποψη περί «οργανωμένου καπιταλισμού» που υποτίθεται ότι είχε επιτυχώς αφήσει πίσω του το στάδιο του «κρισιακού καπιταλισμού» –μια άποψη που κυρίως υποστήριζε ο Μαρκούζε και την οποία συμμεριζόταν και ο αγαπητός μου φίλος Λυσιέν Γκολντμάν– επέμεινα ότι, σε σύγκριση με την κρίση προς την οποία οδεύαμε, η μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929–1933 θα έμοιαζε με πάρτι.

Τις τελευταίες εβδομάδες, πήρατε μια πρόγευση αυτού που είχα τότε κατά νου. Τίποτε παραπάνω από μια πρόγευση όμως, αφού η δομική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος συνολικά, που ζούμε σε κοσμοϊστορική κλίμακα στις μέρες μας, δεν μπορεί παρά να επιδεινωθεί σημαντικά. Θα γίνει πολύ βαθύτερη σε εύθετο χρόνο, εισβάλλοντας όχι μόνο στον κόσμο της λίγο πολύ παρασιτικής παγκόσμιας χρηματοοικονομίας, αλλά σε κάθε τομέα της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής μας.

Το πρόδηλο ζήτημα με το οποίο πρέπει τώρα να ασχοληθούμε αφορά τη φύση της εν εξελίξει κρίσης σε όλους τους τομείς και τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για την εφικτή επίλυσή της.

Στις υποτιθέμενες διαγνώσεις και αντίστοιχες θεραπείες της τρέχουσας κρίσης που επαναλαμβάνονται ατελεύτητα τις δύο τελευταίες εβδομάδες, μια λέξη ξεχωρίζει επισκιάζοντας όλες τις άλλες. Η λέξη αυτή είναι: εμπιστοσύνη. Αν ήταν να παίρναμε ένα δεκάλιρο κάθε φορά που η μαγική αυτή λέξη προφερόταν για δημόσια κατανάλωση σε ολόκληρο τον κόσμο τις τελευταίες δύο εβδομάδες, θα ήμαστε όλοι εκατομμυριούχοι. Το μόνο πρόβλημά μας θα ήταν μετά τι να κάνουμε με τα εκατομμύρια που απότομα θα είχαμε μαζέψει. Γιατί καμία τράπεζά μας, ούτε καν οι πρόσφατα εθνικοποιημένες τράπεζές μας –εθνικοποιημένες τουλάχιστον κατά τα δύο τρίτα– δεν θα μπορούσαν να παράσχουν την πολυθρύλητη «εμπιστοσύνη» που απαιτείται για μια ασφαλή κατάθεση ή επένδυση.

Ακόμη και ο πρωθυπουργός μας, ο Γκόρντον Μπράουν, την προηγούμενη εβδομάδα μάς εμφανίστηκε με μιαν αξιομνημόνευτη δήλωση: «Η εμπιστοσύνη είναι το πολυτιμότερο πράγμα». Εγώ ξέρω ένα τραγούδι –όπως, πιθανόν και οι περισσότεροι από εσάς– που λέει ότι «η αγάπη είναι το πολυτιμότερο πράγμα». Αλλά να είναι το πολυτιμότερο πράγμα η εμπιστοσύνη στο καπιταλιστικό τραπεζικό σύστημα; Αυτό είναι πλήρης διαστροφή!

Εντούτοις, η υπεράσπιση αυτού του μαγικού γιατρικού φαίνεται πια να είναι καθολική. Επαναλαμβάνεται με τέτοια πειστικότητα, ωσάν η «εμπιστοσύνη» να μπορούσε απλώς να πέσει σαν βροχή από τον ουρανό ή να ευδοκιμήσει εν αφθονία στα καλολιπασμένα καπιταλιστικά χρηματοπιστωτικά δέντρα.

Τρεις ημέρες πριν, στις 18 Οκτωβρίου, η ναυαρχίδα του κυριακάτικου προγράμματος συνεντεύξεων του BBC, η εκπομπή του Άντριου Μαρ, είχε καλεσμένο έναν πολύ διακεκριμένο ηλικιωμένο κύριο, τον σερ Μπράιαν Πίτμαν, ο οποίος συστήθηκε ως πρώην προϊστάμενος των τραπεζικών επιχειρήσεων Lloyd’s. Για να εμψυχώσει τους θεατές, εισήγαγε μια μεγάλη εννοιολογική καινοτομία στο λόγο περί εμπιστοσύνης, λέγοντας ότι όλα μας τα προβλήματα οφείλονται στην υπερ-εμπιστοσύνη. Και διευκρίνισε αμέσως την έννοια της «υπερ-εμπιστοσύνης» λέγοντας –πάνω από μία φορά σε μια κατά τ’ άλλα σύντομη συνέντευξη– πως σήμερα δεν μπορεί να υπάρξει κανένα σοβαρό πρόβλημα, επειδή η αγορά φροντίζει ανέκαθεν για όλα. Ακόμη κι αν πέφτει μερικές φορές απροσδόκητα πολύ χαμηλά, αργότερα πάντοτε ανεβαίνει και πάλι. Έτσι, το ίδιο θα κάνει κι αυτή τη φορά, όπως και στο μέλλον. Δεν πρέπει να υπερβάλλουμε με την παρούσα κρίση, είπε, επειδή είναι πολύ λιγότερο σοβαρή από αυτήν που ζήσαμε παλιά, το 1974. Γιατί το 1974 είχαμε εβδομάδα τριών εργάσιμων ημερών στη Μεγάλη Βρετανία (αν και πουθενά αλλού βέβαια), και τώρα δεν έχουμε. Έχουμε; Μα ποιος θα μπορούσε να αμφισβητήσει το αναντίλεκτο αυτό γεγονός;

Έτσι, διαθέτουμε πια για όλα μας τα προβλήματα τη μαγική διευκρινιστική λέξη, που δεν στέκει μονάχη σαν δύστυχο ορφανό, αλλά είναι μέρος από κάτι που μοιάζει με μια ψευδο-εγελιανή φουκουγιαμοποιημένη τριάδα: εμπιστοσύνη, έλλειψη εμπιστοσύνης και υπερ-εμπιστοσύνη. Το μόνο συστατικό που λείπει πια από αυτόν τον μαγικό διευκρινιστικό λόγο είναι το πραγματικό θεμέλιο του επισφαλούς τραπεζικού και ασφαλιστικού μας συστήματος, το οποίο λειτουργεί στο έδαφος των τεχνασμάτων της αυτο-εξυπηρετούμενης εμπιστοσύνης, που αργά ή γρήγορα είναι μοιραίο (και από καιρό σε καιρό αυτό πραγματικά συνέβη) να αποκαλυφθούν.

Εν πάση περιπτώσει, όλη αυτή η συζήτηση για τις απόλυτες αρετές που έχει η εμπιστοσύνη στην καπιταλιστική οικονομική διαχείριση μοιάζει πολύ με την εξήγηση που δίνει η ινδική μυθολογία για τη βάση στήριξης της οικουμένης. Η αρχαία αυτή κοσμική θέαση μας λέει ότι την οικουμένη κουβαλάει, πέραν πάσης αμφιβολίας, στην πλάτη του ένας ελέφαντας. «Και τον αυταπόδεικτα παντοδύναμο ελέφαντα;», ενδέχεται ορθώς να ρωτήσετε. Μη νομίσετε όμως πως η απάντηση είναι δύσκολη: τον ελέφαντα, πλέον περαιτέρω πάσης αμφιβολίας, βαστάει στην πλάτη της η κοσμική χελώνα. Την ίδια την κοσμική χελώνα όμως; Όχι, μην τολμήσετε να κάνετε μια τέτοια ερώτηση. Ειδάλλως ίσως γίνετε τροφή για τις τίγρεις της Βεγγάλης, προτού αυτές εξοντωθούν.

Ευτυχώς, ο Economist είναι λίγο πιο ρεαλιστής στη δική του εκτίμηση της κατάστασης.

Στα πλαίσια του επίμοχθου θέματός μας, της ομολογουμένως επιδεινούμενης πια οικονομικής κρίσης, σκοπεύω να σας δώσω ακριβή παραθέματα, όπου περιλαμβάνονται και μερικά καταδικαστικά νούμερα για τις αναντίλεκτες πλέον αποτυχίες του καπιταλισμού, ειλημμένα κυρίως από κάποια –πλήρως κατεστημένα και με ανερυθρίαστη ταξική συνείδηση– αστικά έντυπα, όπως ο Economist και οι Sunday Times. Τα παραθέτω σχολαστικά, λέξη προς λέξη, όχι μόνο επειδή είναι εξέχοντα στον τομέα τους, αλλά και προκειμένου να αποφύγουμε να κατηγορηθούμε από αυτά για «αριστερόστροφη προκατάληψη και διαστρέβλωση».

Ο Μαρξ συνήθιζε να λέει ότι στις σελίδες του Economist η άρχουσα τάξη «μιλά στον εαυτό της». Τα πράγματα έχουν αλλάξει κάπως από εκείνες τις μέρες. Γιατί τώρα, ακόμη και στον εξειδικευμένο τομέα της «οικονομικής τεχνογνωσίας», η άρχουσα τάξη χρειάζεται ένα όργανο προπαγάνδας μαζικής κυκλοφορίας με σκοπό τον γενικότερο αποπροσανατολισμό. Στα χρόνια που ζούσε ο Μαρξ, η άρχουσα τάξη είχε άφθονη «εμπιστοσύνη», καθώς και μπόλικη «υπερ-εμπιστοσύνη», ώστε να μην χρειάζεται ένα τέτοιο όργανο. Έτσι, υπό τις παρούσες –λιγότερο αλαζονικές περιστάσεις– το μαζικής διακίνησης εβδομαδιαίο λονδρέζικο περιοδικό The Economist, το αυτάρεσκο φερέφωνο της ετήσιας αμερικανοκρατούμενης συνόδου–πανηγύρι του Νταβός, έχει μάθει καλά το μάθημα να συναινεί στο ότι η κρίση που αντιμετωπίζουμε σήμερα αφορά τις δυσκολίες «σωτηρίας του συστήματος», σύμφωνα με το πρωτοσέλιδο του τεύχους της 11ης Οκτωβρίου 2008.

Μπορούμε να δεχτούμε, κατ’ οικονομία φυσικά, ότι δεν διακυβεύεται τίποτε λιγότερο στην εποχή μας πέρα από τη «σωτηρία» (ή μη) «του συστήματος», ακόμη κι αν η συζήτηση για το πρόβλημα αυτό στις σελίδες του Economist είναι μάλλον παράξενη και αντιφατική. Γιατί, προσπαθώντας να παρουσιάσει με τον συνηθισμένο τρόπο του την ιδιαίτερα φατριαστική θέση του ως μιαν αντικειμενικά «ισορροπημένη άποψη» χρησιμοποιώντας τη συμβιβαστική κοινοτοπία του «ναι μεν, αλλά», ο Economist πετυχαίνει πάντα να συνάγει το επιθυμητό γι’ αυτόν συμπέρασμα υπέρ της καθεστηκυίας τάξης πραγμάτων. Έτσι, και σε αυτήν την περίπτωση, ο Economist μας διαβεβαιώνει στο κύριο άρθρο του της 11ης Οκτωβρίου: «Αυτή η εβδομάδα είδε το πρώτο αμυδρό φως από μια ενσυνείδητη παγκόσμια απάντηση στο κενό εμπιστοσύνης». Τώρα πια, ευτυχώς, το «κενό εμπιστοσύνης», αν και αφ’ εαυτού ασυνείδητο, αναμένεται να γιατρευτεί χάρη σε μια κάπως μυστήρια «ενσυνείδητη παγκόσμια απάντηση».

Την ίδια στιγμή, με πιο ρεαλιστικούς όρους, η λονδρέζικη εβδομαδιαία έκδοση, στο ίδιο άρθρο εκδότη, παραδέχεται τα εξής:

Η ζημιά στην πραγματική οικονομία καθίσταται πρόδηλη. Στην Αμερική η καταναλωτική πίστη συρρικνώνεται και περίπου 150.000 Αμερικανοί έχασαν τη δουλειά τους τον Σεπτέμβριο – ο μεγαλύτερος αριθμός ανέργων από το 2003. Κάποιες βιομηχανίες πλήττονται βαριά: οι πωλήσεις αυτοκινήτων βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδό τους εδώ και 16 χρόνια, καθώς οι επίδοξοι αγοραστές αδυνατούν να βρουν πιστώσεις. Η General Motors έκλεισε προσωρινά μερικά από τα εργοστάσιά της στην Ευρώπη. Σε όλη την υφήλιο, οι δείκτες προοπτικών, όπως οι έρευνες των διευθυντών αγορών, είναι τρομακτικά απαισιόδοξοι.

Εντούτοις, δεν μας λένε ότι με γεγονότα σαν κι αυτά μπορεί να έχει κάποια σχέση το «κενό εμπιστοσύνης».

Φυσικά, η απολογητική υπέρ του συστήματος πρέπει να προεξάρχει σε κάθε άρθρο, ακόμη κι αν πρέπει να παρουσιάζεται ως η αδιαμφισβήτητη τελευταία λέξη της πραγματιστικής σοφίας. Με αυτή την έννοια, η «σωτηρία του συστήματος» συμποσούται, κατά τον Economist, στην τελείως επιπόλαιη ταύτιση του περιοδικού με τις δίχως όρια προσπάθειες οικονομικής διάσωσης, καθώς και στην ακαταγώνιστη συνηγορία του υπέρ τους –προσπάθειες που με κανέναν τρόπο δεν θα διεκπεραιωθούν από τους καθ’ έξιν υπερδογματικά εκθειαζόμενους «πόρους της αγοράς»– χάριν του προβληματικού καπιταλιστικού συστήματος. Έτσι, ακόμη και οι πλέον καλοαναθρεμμένες και δοκιμασμένες δοξασίες της προπαγάνδας (για μιαν ανύπαρκτη και ουδέποτε, στην πραγματικότητα, υπαρκτή ελεύθερη αγορά) μπορούν τώρα να πεταχτούν στη θάλασσα για τον ευγενή σκοπό της «σωτηρίας του συστήματος». Συνεπώς, μας λέει τα εξής ο Economist:

Η παγκόσμια οικονομία είναι ξεκάθαρα σε κακή κατάσταση, αλλά θα μπορούσε να είναι σε πολύ χειρότερη. Είναι καιρός να παραμερίσουμε το δόγμα και την πολιτική και να επικεντρωθούμε σε πραγματιστικές απαντήσεις. Αυτό σημαίνει κυβερνητική παρέμβαση και συνεργασία βραχυπρόθεσμα μεγαλύτερη απ’ όσην οι φορολογούμενοι, οι πολιτικοί ή ακόμα και οι εφημερίδες της ελεύθερης αγοράς θα επιθυμούσαν υπό κανονικές συνθήκες [1] .

Ήμαστε ήδη μαθημένοι νωρίτερα σε παρόμοια κηρύγματα από τον πρόεδρο Τζωρτζ Μπους. Αυτός είπε στο τηλεοπτικό κοινό του δύο βδομάδες πριν ότι, αν και κατά κανόνα και ενστικτωδώς είναι οπαδός και παθιασμένος υποστηρικτής της ελεύθερης αγοράς, υπό τις παρούσες έκτακτες περιστάσεις πρέπει να σκεφτεί άλλους τρόπους. Πρέπει να αρχίσει να σκέφτεται σε αυτές τις δύσκολες περιστάσεις, τελεία και παύλα. Δεν μπορείτε να πείτε ότι δεν σας είχαν προειδοποιήσει…

Τα ποσά που περιλαμβάνονται στη συνιστώμενη «πραγματιστική» λύση, αφήνοντας κατά μέρος τις «φυσιολογικές προτιμήσεις» των «φορολογουμένων και των εφημερίδων της ελεύθερης αγοράς» (δηλαδή, η λύση που υποστηρίζεται τώρα σημαίνει, στην πραγματικότητα, την αναγκαία υπαγωγή αργά ή γρήγορα της μεγάλης μάζας ανθρώπων στις αυξανόμενες φορολογικές επιβαρύνσεις), είναι κυριολεκτικά αστρονομικά. Για να παραθέσουμε ξανά τον Economist:

Σε κάτι περισσότερο από τρεις εβδομάδες η αμερικανική κυβέρνηση επέκτεινε το συνολικό ακαθάριστο παθητικό της πάνω από 1 τρις δολάρια, σχεδόν δύο φορές πάνω από το μέχρι τώρα κόστος του πολέμου του Ιράκ...[2]

Οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές τράπεζες θα χάσουν περίπου 10 τρις δολάρια…[3]

Η ιστορία όμως διδάσκει ένα σημαντικό μάθημα: οι μεγάλες τραπεζικές κρίσεις λύνονται τελικά, αν πέσουν μεγάλα ποσά δημόσιου χρήματος...[4]

Τα δεκάδες τρισεκατομμύρια δολάρια από το δημόσιο χρήμα που «πέφτουν», και που δικαιολογούνται στο όνομα του υποτιθέμενου «σημαντικού μαθήματος της ιστορίας» και φυσικά από την υπηρέτηση του αδιαφιλονίκητα καλού σκοπού της σωτηρίας του συστήματος, και βέβαια είναι μεγάλη μπάζα. Κανένας παγωτατζής της High Street δεν θα μπορούσε καν να ονειρευτεί ποτέ τέτοιες μπάζες. Και, αν προσθέσουμε σε αυτό το μέγεθος το γεγονός που αναφέρεται στην ίδια σελίδα του λονδρέζικου περιοδικού, ότι κατά τη διάρκεια του περασμένου μόνο χρόνου «ο δείκτης τιμών τροφίμων του Economist έκανε άλμα σχεδόν κατά 55%» [5] , και ότι «η ψαλίδα των τιμών των τροφίμων στα τέλη του 2007 και στις αρχές του 2008 προκάλεσε ταραχές σε περίπου 30 χώρες» [6] , η εν λόγω μπάζα γίνεται ακόμη πιο αποκαλυπτική για τη φύση του συστήματος που τώρα βρίσκεται σε διαρκώς επιδεινούμενη κρίση.

Μπορείτε να σκεφτείτε σοβαρότερη καταγγελία για ένα νοούμενο ως ανυπέρβλητο σύστημα οικονομικής παραγωγής και κοινωνικής αναπαραγωγής, από το γεγονός ότι –στο απόγειο της παραγωγικής δύναμής του– παράγει παγκόσμια επισιτιστική κρίση και δεινά, αναπόσπαστα από αυτό, για αμέτρητα εκατομμύρια ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο; Αυτή είναι η φύση του συστήματος που πρέπει να διασωθεί με κάθε κόστος, συμπεριλαμβανόμενου του τρέχοντος αστρονομικού οικονομικού κόστους, που τώρα «σερβίρεται».

Πώς μπορεί κανείς να βγάλει κάποιο απτό νόημα απ’ όλα τα σπαταλημένα τρισεκατομμύρια; Εφόσον μιλάμε για αστρονομικά μεγέθη, απηύθυνα αυτήν την ερώτηση σε έναν στενό φίλο που είναι καθηγητής αστροφυσικής στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου. Η απάντησή του ήταν πως πρέπει να σας υποδείξω ότι ένα τρισεκατομμύριο είναι χοντρικά εκατό φορές η ηλικία της οικουμένης μας. Τώρα, στην κλίμακα του ίδιου μεγέθους, το συστηματικά υποτιμούμενο επίσημο νούμερο του αμερικανικού χρέους, από μόνο του, συμποσούται στις μέρες μας σε περισσότερο από 10 τρισεκατομμύρια. Δηλαδή, χίλιες φορές την ηλικία της οικουμένης μας.

Επιτρέψτε μου όμως να σας παραθέσω ένα σύντομο απόσπασμα από ένα ιαπωνικό δημοσίευμα. Λέει κάτι τέτοιο:

Πόσο κερδοσκοπικό χρήμα διακινείται σε όλο τον κόσμο; Σύμφωνα με μιαν ανάλυση του επενδυτικού ομίλου Mitsubishi UFJ, το μέγεθος της παγκόσμιας «πραγματικής οικονομίας», η οποία παράγει και εμπορεύεται τα αγαθά και τις υπηρεσίες, υπολογίζεται σε 48,1 τρις δολάρια […] Απ’ την άλλη, το μέγεθος της παγκόσμιας «χρηματοπιστωτικής οικονομίας», το συνολικό ποσό μετοχών, εγγυήσεων και καταθέσεων υπολογίζεται σε 151,8 τρις δολάρια. Η χρηματοπιστωτική οικονομία έχει συνεπώς διογκωθεί πάνω από τρεις φορές σε σύγκριση με την πραγματική οικονομία, αυξανόμενη ραγδαία ιδίως στις προηγούμενες δύο δεκαετίες. Το χάσμα φτάνει τα 100 τρις δολάρια. Ένας αναλυτής που συμμετέχει στις εκτιμήσεις αυτές λέει ότι περίπου το μισό ποσό, 50 τρις δολάρια, είναι υπεραρκετά για την πραγματική οικονομία. Πενήντα τρισεκατομμύρια δολάρια αξίζουν πολύ παραπάνω από 5.000 τρισεκατομμύρια γεν, που είναι εξαιρετικά μεγάλος αριθμός για να μπορέσω να τον συλλάβω πραγματικά [7] .

Πράγματι είναι πολύ δύσκολο ακόμη και να συλλάβουμε, πόσο μάλλον να δικαιολογήσουμε –όπως κάνουν οι πολιτικοί και οι τραπεζίτες-απολογητές του κεφαλαίου στα καθ’ ημάς– τα αστρονομικά ποσά της παρασιτικής κερδοσκοπίας που συσσωρεύονται σε μέγεθος αντίστοιχο 500.000 φορές στην ηλικία της οικουμένης. Εάν επιθυμείτε ένα άλλο μέτρο για το εν λόγω μέγεθος, φανταστείτε έναν άτυχο λογιστή στους ρωμαϊκούς χρόνους, που δεν του ζητούν τίποτε περισσότερο από το να γράψει στο μαυροπίνακά του τον αριθμό 5.000 τρισεκατομμύρια γεν με ρωμαϊκούς αριθμούς. Θα βρισκόταν σε πλήρη απόγνωση. Απλώς θα ήταν αδύνατο να το κάνει. Και ακόμη κι αν είχε στη διάθεσή του τους αραβικούς αριθμούς, που δεν θα τους είχε, ακόμη και στην περίπτωση αυτή θα χρειαζόταν, ούτε λίγο ούτε πολύ, 17 μηδενικά μετά τον αριθμό 5, προκειμένου να γράψει το εν λόγω νούμερο.

Το πρόβλημα είναι, εντούτοις, ότι οι καλοστεκούμενοι πολιτικοί και τραπεζίτες μας φαίνονται να σκέφτονται μόνο τα μηδενικά, και όχι τις υλικές σχέσεις στις οποίες εκείνα αναφέρονται, όταν παρουσιάζουν προς δημόσια κατανάλωση αυτά τα προβλήματα. Και η προσέγγιση αυτή δεν μπορεί κατά πάσα πιθανότητα να λειτουργήσει επ’ άπειρον. Γιατί χρειάζονται πολύ περισσότερα από μηδενικά, για να βγούμε από την απύθμενη τρύπα του παγκόσμιου χρέους στην οποία μας έχει καταδικάσει το σύστημα που θέλουν τώρα να σώσουν με κάθε κόστος.

Στην πραγματικότητα, η όψιμη δημοτικότητα του Γκόρντον Μπράουν σχετίζεται πολύ με τα μηδενικά, με περισσότερους από έναν τρόπους. Η εκπληκτική νέα δημοτικότητά του –η οποία, αν το καλοσκεφτούμε, ενδέχεται να αποδειχθεί μάλλον εφήμερη– απεικονίστηκε την προηγούμενη βδομάδα στον πρωτοσέλιδο πηχυαίο τίτλο μιας εφημερίδας έτσι: «Από τον Μηδενικό στον Ηρωικό». Το εν λόγω άρθρο ισχυριζόταν ότι ο πρωθυπουργός μας πέτυχε πράγματι «να σώσει το σύστημα». Έτσι κέρδισε την υψηλή αναγνώριση.

Ο λόγος που τον χαιρέτισαν με αυτόν τον τρόπο, ως ήρωα, ήταν επειδή επινόησε μια νέα εκδοχή εθνικοποίησης της καπιταλιστικής χρεοκοπίας, που θα μπορούσε να υιοθετηθεί με καθαρή «συνείδηση ελεύθερης αγοράς» και από άλλες χώρες. Αυτό έκανε ακόμη και τον Τζωρτζ Ου. Μπους να αισθάνεται λιγότερο ένοχος που ενήργησε ενάντια στο ίδιο το δικό του διακηρυγμένο «παθιασμένο ένστικτο», όταν εθνικοποίησε έναν τεράστιο όγκο αμερικανικής καπιταλιστικής χρεοκοπίας, της οποίας ένα μόνο στοιχείο –τα παθητικά των γιγαντιαίων επιχειρήσεων ενυπόθηκων δανείων Fannie Mae και Freddie Mac– ανέρχεται σε 5,4 τρις δολάρια (δηλαδή, στο ποσό που απαιτείται για να συνεχιστεί για 54 χρόνια ο πόλεμος στο Ιράκ).

Η «πραγματιστική καινοτομία» –σε αντιδιαστολή με το, κατά Economist,«δόγμα και πολιτική»– της πρόσφατης εθνικοποίησης της καπιταλιστικής χρεοκοπίας από τους «Νέους Εργατικούς» είναι ότι οι φορολογούμενοι δεν παίρνουν απολύτως τίποτε (με άλλα λόγια, μηδέν, μηδέν, μηδέν, όσες φορές κι αν θελήσετε να το γράψετε, ακόμη και δεκαεπτά) για τα απέραντα ποσά χρημάτων που επενδύονται σε κατεστραμμένα καπιταλιστικά περιουσιακά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των κατά τα δύο τρίτα εθνικοποιημένων βρετανικών τραπεζών. Αυτό το είδος εθνικοποίησης της καπιταλιστικής χρεοκοπίας είναι κάπως διαφορετικό από τις προηγούμενες εκδοχές που θεσπίστηκαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όσο η «Πρόταση 4» του Εργατικού Κόμματος –που επικαλούνταν τον δημόσιο έλεγχο των μέσων παραγωγής– ήταν ακόμη μέρος του Συντάγματος. Γιατί το 1945 οι εθνικοποιημένοι χρεοκοπημένοι τομείς της καπιταλιστικής οικονομίας πέρασαν σε κρατικό έλεγχο (τουλάχιστον για την περίοδο που θα ταΐζονταν γενναιόδωρα από τη γενική φορολογία με σκοπό τη δέουσα «ιδιωτικοποίηση» σε εύθετο χρόνο).

Ακόμη και η εθνικοποίηση της χρεοκοπημένης επιχείρησης Rolls Royce από τον Συντηρητικό πρωθυπουργό Έντουαρντ Χηθ το 1971 ακολούθησε την ίδια αμήχανη πατέντα της ελεγχόμενης από το κράτος εθνικοποίησης. Στις μέρες μας, ωστόσο, η ομορφιά της λύσης του Γκόρντον Μπράουν είναι ότι αφαιρεί την αμηχανία πολλαπλασιάζοντας πολλαπλώς τα σπαταλημένα δισεκατομμύρια που επενδύονται στην καπιταλιστική χρεοκοπία. Σίγουρα αξίζει πλήρως την προαγωγή του «από μηδενικό σε ηρωικό», καθώς επίσης και το υψηλό χρίσμα του «λυτρωτή του κόσμου» που του επιδαψιλεύουν άλλες εφημερίδες, χάρη στη μεγάλη σεμνότητά του να ικανοποιείται με το απόλυτο μηδέν ως αντάλλαγμα για τη γενναία διασπάθιση των δικών μας –όχι των δικών του– δισεκατομμυρίων. Μπορεί όμως αυτό το είδος κυβερνητικού γιατρικού να θεωρηθεί διαρκής λύση στα προβλήματά μας, ακόμη και σε βραχυπρόθεσμη βάση (για να μην αναφερθούμε στο απαραίτητο της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητάς του); Μόνο ένας ανόητος θα μπορούσε να το πιστέψει αυτό.

Στην πραγματικότητα, τα πρόσφατα μέτρα που εγκρίθηκαν από τις πολιτικές και οικονομικές αρχές μας ανταποκρίθηκαν μόνο σε μια πτυχή της τρέχουσας κρίσης: τη ρευστότητα των τραπεζών και των εταιριών ασφαλίσεων και ενυπόθηκων δανείων. Αλλά ακόμη κι αυτό, σε πολύ περιορισμένη έκταση. Στην πραγματικότητα τα τεράστια χρηματικά ποσά που δαπανώνται δεν αντιπροσωπεύουν τίποτε άλλο πέρα από το να πληρώνουν, σαν να λέμε, την εγγύηση. Στο μέλλον θα απαιτηθούν πολλά περισσότερα, όπως ακριβώς συνεχίζουν να υπογραμμίζουν οι εν εξελίξει παγκόσμιες αναταράξεις στα χρηματιστήρια.

Πάντως, πέρα από το πρόβλημα της ρευστότητας, μια άλλη διάσταση της χρηματοπιστωτικής κρίσης αφορά τη σχεδόν καταστροφική αφερεγγυότητα των τραπεζών και των ασφαλιστικών εταιριών. Αυτό το γεγονός γίνεται σαφές, από τη στιγμή που τα καιροσκοπικά και με ανεύθυνο τρόπο υπολογισμένα, αλλά εντούτοις υπαρκτά, παθητικά λαμβάνονται πραγματικά υπ’ όψιν. Για να σας δώσω μόνο ένα παράδειγμα: δύο από τις μεγάλες τράπεζές μας στη Βρετανία έχουν παθητικό που ανέρχεται σε 2,4 τρις δολάρια η καθεμία, το οποίο γεννήθηκε πάνω στην τυχοδιωκτική υπόθεση πως ποτέ δεν θα υπάρξει ανάγκη να το τακτοποιήσουν. Μπορεί το καπιταλιστικό κράτος να τις διασώσει επιτυχώς από ένα παθητικό αυτού του μεγέθους; Από πού θα μπορούσε το κράτος να δανειστεί ενδεχομένως έναν τέτοιο όγκο χρημάτων για το εγχείρημα διάσωσης που απαιτείται γι’ αυτόν το σκοπό; Και ποιες θα ήταν οι αναγκαίες πληθωριστικές συνέπειες αν κόβονταν τα αναγκαία χρήματα για μια τέτοια πραγματικά γιγαντιαία επιχείρηση διάσωσης ελλείψει άλλων λύσεων;

Επιπλέον, τα προβλήματα σε καμιά περίπτωση δεν εξαντλούνται στην επισφαλή κατάσταση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Οι παραγωγικοί τομείς της καπιταλιστικής βιομηχανίας έχουν επίσης σοβαρό πρόβλημα, ανεξάρτητα από το πόσο υψηλά αναπτυγμένοι και ευνοημένοι φαίνονται να είναι, απολαμβάνοντας την ανταγωνιστικά πλεονεκτική θέση τους στην παγκόσμια ιεραρχία αρπαγής του υπερεθνικού κεφαλαίου. Λόγω του περιορισμένου χώρου, πρέπει να περιοριστώ πάλι σε ένα, αλλά εξαιρετικά ενδεικτικό παράδειγμα. Αφορά την αυτοκινητοβιομηχανία των ΗΠΑ, που βρέθηκε σε αρκετά δεινή θέση τα τελευταία χρόνια, παρ’ όλες τις επιχορηγήσεις από το ισχυρότερο καπιταλιστικό κράτος στο παρελθόν, που ανέρχονταν σε πολλά δισεκατομμύρια αμερικανικά δολάρια

Επιτρέψτε μου να παραθέσω ένα χωρίο από ένα άρθρο σχετικά με την εταιρία Ford και τις φαντασιώσεις της περί παγκοσμιοποίησης, που δημοσιεύτηκε παλιά, το 1994, στη Sunday Times. Δείτε πώς οι διακεκριμένοι οικονομικοί συντάκτες μας χρωμάτιζαν ροζ την εικόνα εκείνες τις μέρες:

Οι πολυεθνικές επιδιώκουν την ολοκληρωτική παγκοσμιοποίηση […] «Αυτό είναι σίγουρα τέκνο του Τρότμαν», ισχυρίζεται αμερικανική πηγή. «Έχει ένα όραμα για το μέλλον που λέει ότι, για να γίνει παγκόσμια πρωταθλήτρια, η Ford πρέπει να γίνει πραγματικά παγκόσμια εταιρία». Σύμφωνα με δηλώσεις του Τρότμαν στη Sunday Times τον Οκτώβριο του 1993, «καθώς ο ανταγωνισμός στην αυτοκινητοβιομηχανία παγκοσμιοποιείται περισσότερο καθώς μπαίνουμε στον επόμενο αιώνα, η πίεση να βρεθούν οικονομίες κλίμακας θα γίνεται ολοένα μεγαλύτερη. Εάν, αντί να κατασκευάσετε δύο μηχανές 500.000 μονάδων η καθεμιά, μπορείτε να φτιάξετε 1 εκατομμύριο μονάδες, τότε το κόστος είναι πολύ χαμηλότερο. Τελικά θα μείνουν ελάχιστοι διεθνείς παίχτες, και οι υπόλοιποι είτε θα μείνουν έξω είτε θα παλεύουν παράμερα». Ο Τρότμαν και οι ομόλογοί του κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η ολοκληρωτική παγκοσμιοποίηση είναι ο τρόπος να κτυπηθούν ανταγωνιστές όπως οι Ιάπωνες και, στην Ευρώπη, η κύρια ανταγωνίστρια της Ford, η General Motors, η οποία διατηρεί ένα πλεονέκτημα κόστους επί της Ford. Η Ford πιστεύει ότι χρειάζεται την παγκοσμιοποίηση, για να εκμεταλλευτεί επίσης τις γρήγορα αναδυόμενες αγορές της Άπω Ανατολής και της Λατινικής Αμερικής [8] .

Έτσι, το «μόνο» πράγμα που ο Άλεξ Τρότμαν –ο Βρετανός τότε πρόεδρος της εταιρίας Ford– ξέχασε να εξετάσει, παρά τις άψογες αριθμητικές δεξιότητές του που του επιτρέπουν να διακρίνει τις διαφορές μεταξύ 500.000 και 1 εκατομμυρίου, ήταν το εξής: τι συμβαίνει όταν δεν μπορεί να πουλήσει 1 εκατομμύριο (και πολλές φορές περισσότερα) αυτοκίνητα, παρά το πλεονέκτημα κόστους που η εταιρία έχει στρατηγικά οραματιστεί και απολαύσει; Στην περίπτωση των επιχειρήσεων Ford, ακόμη και το ογκώδες διαφορικό ποσοστό εκμετάλλευσης που η εταιρία θα μπορούσε να επιβάλει παγκοσμίως ως τεράστια υπερεθνική εταιρία –δηλαδή, να πληρώνει, για την ίδια ακριβώς εργασία, τους εργαζομένους των επιχειρήσεων Ford στις Φιλιππίνες 25 φορές χαμηλότερα απ’ όσο το εργατικό δυναμικό της στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής–, ούτε αυτό το αναμφισβήτητο πλεονέκτημα δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί επαρκές για την εξασφάλιση της εξόδου απ’ αυτή τη θεμελιώδη αντίφαση.

Στο σημείο αυτό είμαστε σήμερα, όχι μόνο στην περίπτωση της εταιρίας Ford που βρίσκεται σε δεινή θέση αλλά και σε αυτήν της General Motors, ανεξάρτητα από το πλεονέκτημα κόστους που διαθέτει, και που κάποτε φθονούσε ακριβώς η πρώτη.

Σημειώστε τον τρόπο με τον οποίο περιγράφεται η δυστυχής τρέχουσα κατάσταση της αυτοκινητοβιομηχανίας των ΗΠΑ –ακόμη και μετά από μια πρόσφατη συμφωνία βάσει της οποίας το αμερικανικό κράτος παρείχε σημαντικές επιχορηγήσεις στις γιγαντιαίες εταιρίες αυτοκινήτων της χώρας– σε ένα από τα τελευταία τεύχη του Economist ως εξής:

η [εν λόγω] συμφωνία σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις αυτοκινήτων –ευλογημένες με την κυβερνητική εγγύηση– πρέπει να πάρουν τα δάνεια με επιτόκιο περίπου 5% αντί για 15% όπως θα συνέβαινε στην ελεύθερη αγορά με τους σημερινούς όρους [9] .

Εντούτοις, κανένα ποσό επιχορήγησης κανενός είδους δεν μπορεί να θεωρηθεί αρκετά ικανοποιητικό, επειδή οι «Τρεις Μεγάλες» εταιρίες –η General Motors, η Ford και η Chrysler– βρίσκονται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, παρά το γεγονός ότι το τέκνο της φαντασίας του Τρότμαν έχει γίνει πια ένας πλήρως αναπτυγμένος έφηβος. Έτσι, ο Economist πρέπει να παραδεχτεί ότι

[...] Μόλις οι βιομηχανικές επιχορηγήσεις, όπως αυτές, αρχίσουν να ρέουν, είναι δύσκολο να σταματήσουν. Μια πρόσφατη μελέτη του Ιδρύματος Cato, μιας δεξιόστροφης δεξαμενής σκέψης, διαπίστωσε ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ξόδεψε κάπου 92 δις δολάρια για επιχειρηματικές επιχορηγήσεις μόνο κατά το 2006. Μόνο τα 21 δις από αυτά πήγαν στους αγρότες: ένα μεγάλο μέρος του υπολοίπου πήγε σε εταιρίες όπως η Boeing, η IBM και η General Electric με τη μορφή στήριξης της εξαγωγικής πίστης και διαφόρων ερευνητικών επιχορηγήσεων.

Οι Τρεις Μεγάλες ήδη παραπονιούνται ότι θα πάρει πάρα πολύ χρόνο να σερβιριστούν τα [κρατικά] χρήματα και θέλουν να επιταχυνθεί η διαδικασία. Θέλουν επίσης άλλα 25 δις, συνημμένα ενδεχομένως στη δεύτερη έκδοση του σχεδίου σωτηρίας της Ουώλ Στρητ. Η λογική πίσω από τη διάσωση της Ουώλ Στρητ είναι ότι η χρηματοοικονομία στηρίζει τα πάντα. Το Ντητρόιτ [η έδρα της Ford] δεν μπορεί να αρχίσει να έχει τέτοιες αξιώσεις. Αλλά, δεδομένου ότι διαθέτει ισχυρό λόμπι, θα μπορούσε άραγε να μην μπει στη σειρά αναμονής πριν από τις αρρωστημένες αερογραμμές και τους πτωχευμένους λιανοπωλητές [10] ;

Η ατελεύτητη καιροσκοπική επέκταση του οικονομικού τυχοδιωκτισμού, ειδικά τις τελευταίες τρεις ή τέσσερις δεκαετίες, είναι φυσικά αδιαχώριστη από τη διογκούμενη κρίση των παραγωγικών κλάδων της βιομηχανίας και από τα παρεπόμενα προβλήματα, που προκύπτουν από την εντελώς βραδυκίνητη κεφαλαιακή συσσώρευση (την όντως αποτυχημένη συσσώρευση) σε αυτό το παραγωγικό πεδίο της οικονομικής δραστηριότητας. Πλέον, αναπόφευκτα, στον τομέα της βιομηχανικής παραγωγής η κρίση επιδεινώνεται σοβαρά.

Φυσικά, η αναγκαία συνέπεια της διαρκώς βαθύτερης κρίσης στους παραγωγικούς κλάδους της «πραγματικής οικονομίας» (όπως αρχίζουν τώρα να την αποκαλούν σε αντιπαράθεση με τον κερδοσκοπικό χρηματοοικονομικό τυχοδιωκτισμό) είναι η αύξηση της ανεργίας παντού σε τρομακτική κλίμακα και η συνεπακόλουθη ανθρώπινη δυστυχία. Θα ήταν καθαρή παραίσθηση να αναμένουμε μια ευτυχή λύση σε αυτά τα προβλήματα από τα εγχειρήματα διάσωσης του καπιταλιστικού κράτους.

Αυτό είναι το πλαίσιο εντός του οποίου οι πολιτικοί μας πρέπει πραγματικά να αρχίσουν να δίνουν προσοχή στο «σημαντικό δίδαγμα της ιστορίας», αντί «να σερβίρουν μεγάλο όγκο δημόσιου χρήματος» υπό το πρόσχημα του «διδάγματος της ιστορίας». Γιατί, ως αποτέλεσμα της ιστορικής ανάπτυξης υπό την κυριαρχία του κεφαλαίου στη φάση της δομικής κρίσης του, στην εποχή μας έχουμε φθάσει σε σημείο να πρέπει να υποταχθούμε στην καταστρεπτική επίδραση μιας διαρκώς επιδεινούμενης συμβίωσης του κρατικού νομοθετικού πλαισίου της κοινωνίας μας μαζί με την υλική παραγωγική, καθώς και χρηματοοικονομική, διάσταση της κατεστημένης κοινωνικής αναπαραγωγικής τάξης πραγμάτων.

Δικαιολογημένα, αυτήν τη συμβιωτική σχέση ενδέχεται, και συχνά συμβαίνει, να διαχειρίζονται με εντελώς διεφθαρμένες μεθοδεύσεις όλες οι προνομιούχες προσωποποιήσεις του κεφαλαίου, τόσο στις επιχειρήσεις όσο και στην πολιτική. Γιατί, ανεξάρτητα από το πόσο διεφθαρμένες ενδέχεται να είναι οι τέτοιες μεθοδεύσεις, βρίσκονται σε πλήρη συντονισμό με τις θεσμοθετημένες απαξίες της κατεστημένης τάξης πραγμάτων. Και –στο πλαίσιο της επικρατούσας συμβίωσης του οικονομικού πεδίου με τις κυρίαρχες πολιτικές μεθοδεύσεις– είναι από νομικής άποψης καλά δεκτές, χάρη στον πλέον αμφισβητήσιμο, και συχνά ακόμη και καθαρά αντιδημοκρατικό, διευκολυντικό ρόλο της αδιαπέραστης νομοθετικής ζούγκλας που παρέχεται από το κράτος.

Η δολιότητα, σε μια μεγάλη ποικιλία έμπρακτων μορφών της, είναι η κανονικότητα του κεφαλαίου. Οι ακραία καταστρεπτικές εκδηλώσεις της με κανένα τρόπο δεν περιορίζονται στη λειτουργία του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος. Ως τώρα, ο αδιαμεσολάβητος ρόλος του καπιταλιστικού κράτους στον παρασιτικό κόσμο της χρηματιστικής οικονομίας δεν είναι απλώς θεμελιακά σημαντικός –ενόψει του μεγέθους του που τα πάντα πληροί, όπως ανακαλύψαμε με συνταρακτική σαφήνεια κατά τη διάρκεια των τελευταίων λίγων εβδομάδων–, αλλά ενδεχομένως και καταστροφικός.

Το ενοχλητικό γεγονός στην υπόθεση είναι ότι οι γιγαντιαίες αμερικανικές εταιρείες ενυπόθηκων δανείων, η Fannie Mae και η Freddie Mac, έλαβαν διεφθαρμένη υποστήριξη και γενναιόδωρο εφοδιασμό με ιδιαίτερα κερδοφόρες αλλά εντελώς αναξιόχρεες εγγυήσεις από τη νομοθετική ζούγκλα του αμερικανικού κράτους εν πρώτοις, καθώς επίσης και μέσω των προσωπικών υπηρεσιών της ατιμώρητης πολιτικής διαφθοράς. Πράγματι, η διαρκώς πυκνότερη νομοθετική ζούγκλα του καπιταλιστικού κράτους πάντα συμβαίνει να νομιμοποιεί «δημοκρατικά» τη θεσμοθετημένη δολιότητα στις κοινωνίες μας. Οι εκδότες και συντάκτες του Economist είναι στην πραγματικότητα εξαιρετικά καλά εξοικειωμένοι με τις διεφθαρμένες μεθοδεύσεις βάσει των οποίων οι γιγαντιαίες αμερικανικές επιχειρήσεις ενυπόθηκων δανείων απολαμβάνουν εξωφρενικά προνομιακή μεταχείριση από το κράτος τους. Παραθέτω εδώ ένα απόσπασμα από τον Economist:

[Αυτή η μεταχείριση] επέτρεψε στις Fannie και Freddie να λειτουργήσουν με μικροσκοπικά ποσά κεφαλαίου. Οι δύο όμιλοι είχαν ίδια κεφάλαια (όπως προσδιορίστηκε από τον έλεγχό τους) 83,2 δις δολάρια στο τέλος του 2007. Αυτά θα υποστήριζαν χρέη και εγγυήσεις ύψους 5,2 τρις δολαρίων, μια αναλογία δανείων προς ίδια κεφάλια 65 προς 1[!!!]. Σύμφωνα με την CreditSights, έναν ερευνητικό όμιλο, οι Fannie και Freddie ήταν αντισυμβαλλόμενες σε παράγωγες συναλλαγές αξίας 2,3 τρις δολαρίων, σχετικές με εκ μέρους τους δραστηριότητες αντιστάθμισης κινδύνων. Δεν υπάρχει τρόπος μια ιδιωτική τράπεζα να έχει την άδεια για έναν τέτοιο εξαιρετικά προσαρμοσμένο ισολογισμό [11], ούτε θα μπορούσε να αξιολογηθεί ως μηδενικού ρίσκου […] Χρησιμοποίησαν τη φτηνή χρηματοδότησή τους για να αγοράσουν υψηλής απόδοσης ενεργητικά [12] .

[Επιπλέον,] με τόσα πολλά να διακυβεύονται, δεν είναι άξιο απορίας που οι εταιρίες οικοδόμησαν ένα τρομερό λόμπι ως μηχανισμό πίεσης. Δόθηκαν δουλειές σε πρώην πολιτικούς. Οι επικριτές τους θα έπρεπε να περιμένουν ανταπόδοση. Οι εταιρίες δεν φοβούνταν να δαγκώσουν το χέρι που τις τάιζε [13] .

Το «χέρι που τις τάιζε» αναφέρεται, φυσικά, στο αμερικανικό κρατικό νομοθετικό σώμα. Αλλά γιατί να φοβούνται οι εταιρίες; Αφού τέτοιες γιγαντιαίες εταιρίες συμβιώνουν απόλυτα με το καπιταλιστικό κράτος. Πρόκειται για μια σχέση που αυτο-επιβεβαιώνεται με διεφθαρμένο τρόπο και όσον αφορά το εμπλεκόμενο προσωπικό, μέσω της μίσθωσης πολιτικών που θα μπορούσαν να τις εξυπηρετήσουν προνομιακά, κατατάσσοντάς τες στις εταιρίες μηδενικού ρίσκου παρά την εξωφρενική «αναλογία δανείων προς ίδια κεφάλαια 65 προς 1», σύμφωνα με την απρόθυμη ομολογία του Economist.

Η βαρύτητα της παρούσας κατάστασης υπογραμμίζεται με χαρακτηριστικό τρόπο από το περιστατικό που καταγράφει ο Economist με τα εξής λόγια: «Οι χρηματομεσίτες στις αφερέγγυες ανταλλακτικές αγορές στοιχημάτισαν πρόσφατα για το αδιανόητο: ότι η Αμερική μπορεί να αφήσει ανεξόφλητο το χρέος της» [14] . Μα φυσικά, οι χρηματομεσίτες αντιδρούν ακόμη και σε γεγονότα τέτοιας υφής και βαρύτητας σαν κι αυτά που ζούμε σήμερα με τον μόνο δυνατό τρόπο που έχουν: απομυζώντας απ’ αυτά κέρδος.

Το μεγάλο πρόβλημα για το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα είναι, εντούτοις, ότι η μη αποπλήρωση του χρέους της Αμερικής δεν είναι καθόλου αδιανόητη. Αντίθετα, είναι –εδώ και πολύ καιρό– μια επερχόμενη βεβαιότητα. Γι’ αυτό έγραφα πριν από πολλά χρόνια (το 1995, για να είμαι ακριβής) αυτά:

Σε έναν κόσμο χρηματοοικονομικής ανασφάλειας τίποτε δεν ταιριάζει καλύτερα στη συνήθεια του τζόγου με αστρονομικά και εγκληματικώς αδιασφάλιστα ποσά στις ανά τον κόσμο χρηματαγορές –προαναγγέλλοντας έναν σεισμό μεγέθους 9 ή 10 στην οικονομική «κλίμακα Ρίχτερ»– από το να καλούνται οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν σ’ έναν τέτοιο τζόγο «εταιρίες διασφαλίσεων» […] Το πότε ακριβώς και το με ποια μορφή –μπορούν να υπάρξουν αρκετές, λίγο πολύ βάναυσες, εκδοχές? οι ΗΠΑ θα αποφύγουν να πληρώσουν το αστρονομικό χρέος τους, δεν μπορεί να φανεί σε αυτό το χρονικό σημείο. Μπορούν να υπάρξουν μόνο δύο βεβαιότητες εν προκειμένω. Η πρώτη είναι ότι το αναπόφευκτο της αμερικανικής μη συμμόρφωσης θα έχει βαθιές επιπτώσεις σε όλους πάνω στον πλανήτη αυτόν. Και η δεύτερη, πως η δεσπόζουσα ηγεμονική θέση εξουσίας των ΗΠΑ θα συνεχίσει να επιβεβαιώνεται με κάθε τρόπο, ώστε ο υπόλοιπος κόσμος να πληρώνει για το αμερικανικό χρέος για όσον καιρό μπορεί [15] .

Φυσικά, η επιδεινούμενη κατάσταση σήμερα έγκειται στο ότι ο υπόλοιπος κόσμος –ακόμη και με τη μεγαλύτερη ιστορικά τραγική ειρωνεία της ογκώδους κινεζικής συμβολής στον ισολογισμό του αμερικανικού Υπουργείου Οικονομικών– γίνεται ολοένα λιγότερο ικανός να κλείσει τη «μαύρη τρύπα» που παράγεται σε μια διαρκώς αυξανόμενη κλίμακα από την ακόρεστη όρεξη της Αμερικής για χρηματοδότηση των χρεών, όπως κατέδειξαν οι οικουμενικές αντηχήσεις από την πρόσφατη κρίση των ενυπόθηκων δανείων και των τραπεζών στις ΗΠΑ. Αυτή η κατάσταση φέρνει την αναγκαία αμερικανική μη συμμόρφωση –σε μιαν από τις «λίγο πολύ βάναυσες εκδοχές της»– πολύ πιο κοντά.

Η αλήθεια σε αυτήν την ενοχλητική υπόθεση είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει διέξοδος από αυτές τις, αυτοκτονικές εν τέλει, αντιφάσεις, οι οποίες είναι αναπόσπαστες από το πρόσταγμα για ατέρμονη κεφαλαιακή επέκταση –που αυθαίρετα και αποπροσανατολιστικά συγχέεται με την καθαυτό ανάπτυξη– ανεξαρτήτως συνεπειών, αν δεν αλλάξουμε ριζικά τον τρόπο μεταβολισμού της κοινωνικής αναπαραγωγής μας, υιοθετώντας τις, πλέον αναγκαίες, υπεύθυνες και ορθολογικές μεθόδους της μόνης βιώσιμης οικονομίας, αυτής που προσανατολίζεται στις ανθρώπινες ανάγκες και όχι στα αλλοτριωτικά, αποκτηνωτικά και εξευτελιστικά κέρδη [16] .

Εδώ είναι που το ακατανίκητο εμπόδιο του αυτο-εξυπηρετούμενου διακαθορισμού του κεφαλαίου πρέπει να αντιμετωπιστεί, ανεξάρτητα από το πόσο δύσκολο μπορεί να είναι αυτό υπό τις κρατούσες συνθήκες. Γιατί η απολύτως αναγκαία υιοθέτηση και η δέουσα μελλοντική ανάπτυξη της μόνης βιώσιμης οικονομίας είναι ασύλληπτες χωρίς τον ριζικό μετασχηματισμό της κατεστημένης κοινωνικο-οικονομικής και πολιτικής τάξης πραγμάτων καθαυτής.

Ο Γκόρντον Μπράουν εξέφρασε πρόσφατα τη δυσαρέσκειά του για τον «αχαλίνωτο καπιταλισμό» στο όνομα μιας γενικά απροσδιόριστης «ρύθμισης». Ίσως θυμάστε ότι και ο Γκορμπατσόφ ήθελε ένα είδος ρυθμιζόμενου καπιταλισμού με το όνομα «σοσιαλισμός της αγοράς», αλλά θα πρέπει επίσης να γνωρίζετε και τι συνέβη στον ίδιο και στο «όνειρο θερινής νυκτός» του. Η έκφραση του Βρετανού Συντηρητικού πρωθυπουργού Έντουαρτ Χηθ, πολλά χρόνια πριν, για την ίδια αμαρτία του «αχαλίνωτου καπιταλισμού» ήταν «το απαράδεκτο πρόσωπο του καπιταλισμού». Και όμως, ο «ανεξέλεγκτος καπιταλισμός» παρά το «απαράδεκτο πρόσωπό» του, όχι μόνο παρέμεινε «αποδεκτός» όλες αυτές τις δεκαετίες, αλλά και έχει γίνει –κατά την πορεία της περαιτέρω ανάπτυξής του– πολύ χειρότερος. Η αιτιακή θεμελίωση των διαρκώς σοβαρότερων προβλημάτων μας δεν έγκειται στο «απαράδεκτο πρόσωπο του αχαλίνωτου καπιταλισμού» αλλά στην καταστρεπτική του υπόσταση. Είναι αυτή η πανίσχυρη υπόσταση που επιμένει να αντιστέκεται σε –και να εκμηδενίζει– όλες τις προσπάθειες που έχουν στόχο να θέσουν περιορισμούς, μινιμαλιστικά έστω, στο καπιταλιστικό σύστημα – όπως, πράγματι, πέτυχε εκείνο να κάνει, με τη μορφή της μεταμόρφωσης των σοσιαλδημοκρατών «Παλαιών Εργατικών» στη Βρετανία στους νεοφιλελεύθερους «Νέους Εργατικούς». Κατά συνέπεια, η περιοδικώς ανανεούμενη φαντασίωση της ρύθμισης του καπιταλισμού κατ’ έναν δομικά σημαντικό τρόπο δεν μπορεί παρά να ισοδυναμεί με την προσπάθεια να χτίσουμε στην άμμο παλάτια.

Το τελευταίο ωστόσο πράγμα που χρειαζόμαστε σήμερα είναι να συνεχίσουμε να χτίζουμε στην άμμο, την ώρα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε τη βαρύτητα της δομικής κρίσης του κεφαλαίου, η οποία απαιτεί τη θεσμοθέτηση μιας ριζικής συστημικής αλλαγής. Είναι εξαιρετικά αποκαλυπτικό για τον αδιόρθωτο χαρακτήρα του καπιταλιστικού συστήματος πως, ακόμη και σε καιρούς όπως οι σημερινοί –όπου το τεράστιο μέγεθος της εν εξελίξει κρίσης δεν μπορούν πια να αρνηθούν ούτε καν οι πλέον αφοσιωμένοι εξ επαγγέλματος απολογητές του συστήματος, μιας κρίσης την οποία λίγες μέρες νωρίτερα μια μορφή τόσο σημαντική όσο ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας περιέγραψε ως τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση σε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία– τίποτε δεν μπορεί να σχεδιαστεί, πόσο μάλλον να γίνει έμπρακτα, για να αλλάξουν οι θεμελιώδεις ατέλειες μιας όλο και πιο καταστρεπτικής κοινωνικής αναπαραγωγικής τάξης πραγμάτων από εκείνους που ελέγχουν τους οικονομικούς και πολιτικούς μοχλούς της κοινωνίας μας.

Σε αντιδιαστολή με την πρόσφατη απεικόνιση του καπιταλισμού από τον ίδιο τον υποδιοικητή του, ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Μέρβυν Κινγκ δεν είχε καμία απολύτως επιφύλαξη για την ευρωστία του λατρεμένου καπιταλιστικού συστήματος, αλλά δεν είχε ούτε και την αμυδρότερη ιδέα για την επερχόμενη κρίση, όταν ύψωνε στα ουράνια το βιβλίο–απολογία του κεφαλαίου που έγραψε ο Μάρτιν Γουλφ με τον μακάριο, επιτακτικά κατηγορηματικό τίτλο Γιατί η παγκοσμιοποίηση λειτουργεί. Αποκάλεσε το βιβλίο «συντριπτική κριτική κατά των αντιπάλων της παγκοσμιοποίησης στο επίπεδο της διανόησης» και «εξευγενισμένη, σοφή και αισιόδοξη οπτική του οικονομικού και πολιτικού μέλλοντός μας» [17] . Τώρα, εντούτοις, είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να έχουμε κάποιαν, έστω, έγνοια για την πραγματική φύση και τις αναγκαστικά καταστρεπτικές συνέπειες της δογματικά χαιρετισμένης καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης.

Φυσικά, η δική μου στάση απέναντι στο βιβλίο του Γουλφ ήταν πολύ διαφορετική από αυτήν του Μέρβυν Κινγκ και άλλων που μοιράζονται τα ίδια κεκτημένα συμφέροντα. Σχολίασα κατά τη δημοσίευσή του ότι

ο συγγραφέας, που είναι ο κύριος οικονομικός σχολιαστής των Financial Times του Λονδίνου, ξεχνά να υποβάλει ένα πραγματικά σημαντικό ερώτημα: για ποιους λειτουργεί; Εάν λειτουργεί. Λειτουργεί βεβαίως, προς το παρόν, αν και σε καμιά περίπτωση ιδιαιτέρως καλά, για τους ιθύνοντες του διεθνικού κεφαλαίου, αλλά όχι για τη συντριπτική πλειονότητα της ανθρωπότητας που πρέπει να υφίσταται τις συνέπειες. Και καμία έκταση «δικαιοδοτικής συγχώνευσης» την οποία επικαλείται ο συγγραφέας –δηλαδή, σε απλά αγγλικά, ο πιο σφιχτός αδιαμεσολάβητος έλεγχος επί των αξιοθρήνητων «υπερβολικά πολλών κρατών» από μια χούφτα ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, και ειδικά από τη μεγαλύτερη απ’ αυτές– πρόκειται να διορθώσει την κατάσταση. Η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση στην πραγματικότητα δεν λειτουργεί και δεν μπορεί να λειτουργήσει. Γιατί δεν μπορεί να ξεπεράσει τις ασυμβίβαστες αντιφάσεις και τους ανταγωνισμούς που εκδηλώνονται μέσα από την παγκόσμια δομική κρίση του συστήματος. Καθαυτή η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση είναι η αντιφατική εκδήλωση της κρίσης αυτής, καθώς προσπαθεί να αναστρέψει τη σχέση αιτίου/αιτιατού σε μια μάταια απόπειρα να θεραπεύσει μερικά αρνητικά αποτελέσματα μέσω άλλων, ευσεβώς προβαλλόμενων στο μέλλον αποτελεσμάτων, επειδή είναι δομικά ανίκανη να χειριστεί τις αιτίες τους [18] .

Από αυτή την άποψη, οι πρόσφατες απόπειρες να αντιμετωπιστούν τα εντεινόμενα συμπτώματα της κρίσης με την κυνικά καμουφλαρισμένη εθνικοποίηση των αστρονομικών μεγεθών της καπιταλιστικής χρεοκοπίας από κρατικούς πόρους –που μένει ακόμη να ανακαλυφθούν– δεν θα μπορούσαν παρά να υπογραμμίζουν τους βαθιά ριζωμένους ανταγωνιστικούς αιτιολογικούς προσδιορισμούς της καταστροφικότητας του καπιταλιστικού συστήματος. Γιατί, ό,τι θεμελιωδώς διακυβεύεται σήμερα δεν είναι απλώς μια μαζική οικονομική κρίση αλλά η πιθανή αυτοκαταστροφή της ανθρωπότητας στην παρούσα συγκυρία της ιστορικής εξέλιξης, τόσο με στρατιωτικά μέσα όσο και μέσω της συνεχιζόμενης καταστροφής της φύσης.

Παρά την ενορχηστρωμένη χειραγώγηση των επιτοκίων και τις πρόσφατες κενές νοήματος συνόδους κορυφής των κυρίαρχων καπιταλιστικών χωρών, τίποτε το διαρκές δεν έχει επιτευχθεί «ρίχνοντας τεράστια χρηματικά ποσά» στην απύθμενη τρύπα της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής αγοράς που τρίζει. Η «ενσυνείδητη παγκόσμια απάντηση στο κενό εμπιστοσύνης», όπως ευσεβώς προβάλλεται από τον Economist και τα αφεντικά του, ανήκει στον κόσμο της (όχι και τόσο καθαρής) φαντασίας. Γιατί μια από τις μεγαλύτερες ιστορικές αποτυχίες του κεφαλαίου, ως του παλαιόθεν κατεστημένου οργάνου για τον έλεγχο του κοινωνικού μεταβολισμού, είναι η συνεχής κυριαρχία των δυνάμει επιθετικότερων εθνών-κρατών και το αδύνατο της θεσμοθέτησης του κράτους του κεφαλαιοκρατικού συστήματος ως τέτοιου, στη βάση των δομικά παγιωμένων ανταγωνισμών του κεφαλαιοκρατικού συστήματος.

To να φανταστούμε ότι στο πλαίσιο τέτοιων ανταγωνιστικών αιτιολογικών προσδιορισμών θα μπορούσε να βρεθεί μια αρμονική μόνιμη λύση στη διαρκώς βαθύτερη δομική κρίση ενός εξαιρετικά κακοήθους συστήματος παραγωγής και ανταλλαγής ?που πλέον εμπλέκεται ενεργά ακόμη και στην παραγωγή μιας παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης, πάνω απ’ όλες τις άλλες κραυγαλέες αντιφάσεις του, συμπεριλαμβανόμενης της όλο και πιο εκτεταμένης καταστροφής της φύσης, χωρίς καν την προσπάθεια να γιατρευτούν οι επώδυνες κακοήθειές του, είναι το χειρότερο είδος ευσεβούς πόθου, που συνορεύει με τον πλήρη παραλογισμό. Γιατί, αυτο-αναιρούμενο, θέλει να διατηρήσει την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων παρά τις αναγκαστικά εκρηκτικές φαυλότητες και τους ανταγωνισμούς της. Και η αποκαλούμενη «δικαιοδοτική συγχώνευση των υπερβολικά πολλών κρατών» από λίγα αυτόκλητα, ή από ένα κράτος, όπως υποστηρίζεται από μερικούς απολογητές του κεφαλαίου, δεν μπορεί παρά να προβάλλει την –εξίσου αυτο-αναιρούμενη– μονιμότητα της δυνάμει αυτοκτονικής παγκόσμιας ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας.

Γι’ αυτό ο Μαρξ είναι πιο επίκαιρος σήμερα από ποτέ. Γιατί μόνο μια ριζική συστημική αλλαγή μπορεί να προσφέρει μια ιστορικά βιώσιμη ελπίδα και λύση για το μέλλον.

Υποσημειώσεις

[1] Όλα τα προηγούμενα παραθέματα είναι από το κύριο άρθρο του εβδομαδιαίου περιοδικού The Economist, 11 Οκτωβρίου 2008, σελ. 13.

[2] Στο ίδιο, σελ. 3.

[3] Στο ίδιο.

[4] Στο ίδιο, σελ.4.

[5] Στο ίδιο.

[6] Στο ίδιο, σελ. 6.

[7] Shii Kazuo, Japan Press Weekly, ειδική έκδοση, Οκτώβριος 2008, σελ. 20.

[8] Andrew Lorenz & Jeff Randall, «Ford Prepares for Global Revolution», The Sunday Times, 27 Μαρτίου 1994, τμήμα 3, σελ. 1.

[9] «A Bail-out That Passed. In the Slipstream of Wall Street’s Woes, the Big Three Land a Huge Subsidy», The Economist, 4 Οκτωβρίου 2008, σελ. 82.

[10] Στο ίδιο, σελ. 83.

[11] Η Lehman Brothers, μία από τις κυριότερες ιδιωτικές εμπορικές τράπεζες, κατέγραφε αναλογία δανείων προς ίδια κεφάλαια 30 προς 1. Νισάφι!

[12] «Fannie Mae and Freddie Mac: End of Illusions», The Economist, 19–25 Ιουλίου 2008, σελ. 84.

[13] «A Brief Family History: Toxic Fudge», ό.π., σελ. 84.

[14] «Fannie Mae and Freddie Mac: End of Illusions», ό.π., σελ. 85.

[15] István Mészáros, «The present crisis», Beyond Capital, Monthly Review Press, Λονδίνο 1995, σελ. 962-963.

[16] Βλ., «Qualitative Growth in Utilization: The Only Viable Economy», στο István Mészáros, The Challenge and Burden of Historical Time, Monthly Review Press, Νέα Υόρκη 2008, σελ. 272-293.

[17] Από το επιδοκιμαστικό σχόλιο του Mervyn King στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του Martin Wolf, Why Globalization Works, Yale University Press, 2004.

[18] Απόσπασμα από την εναρκτήρια ομιλία του συγγραφέα στο Παγκόσμιο Φόρουμ για την εκπαίδευση, με τίτλο «Education: Beyond Capital», Πόρτο Αλέγκρε, 28 Ιουλίου 2004. Βλ., επίσης και το κεφάλαιο «Why Capitalist Globalization Cannot Work?», στο István Mészáros, The Challenge and Burden of Historical Time, ό.π, σελ. 380-398.

Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

Όταν οι δαίμονες χορεύουν , του Σταύρου Χριστακόπουλου

Τρίτη, 12 Απριλίου 2011

Όταν οι δαίμονες χορεύουν



ΠΗΓΗ: Ποντίκι
Του Σταύρου Χριστακόπουλου

Ενώ η ελληνική ειδησεογραφία πάσχιζε χθες να καλύψει τα κενά που φυσιολογικά άφησε η απεργία των δημοσιογράφων το τετραήμερο Πέμπτης - Κυριακής, αναλύοντας όσα προέκυψαν αυτό το διάστημα στο πεδίο της ανοιχτής πια συζήτησης για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους (ελεγχόμενη πτώχευση), τα δεδομένα και οι νέες ειδήσεις συνεχώς πλήθαιναν.
Χαρακτηριστική είναι μια ανάλυση του πρακτορείου Reuters, της οποίας τα βασικά στοιχεία παρουσιάστηκαν χθες από την οικονομική ιστοσελίδα Euro2day με τον χαρακτηριστικό τίτλο: «Αναδιάρθρωση χρέους: "Πότε" και όχι... "αν"»! Εκεί περιγράφεται η εκδοχή μιας συμφωνίας στην Ε.Ε., η οποία θα επιτρέψει την αναδιάρθρωση του συνόλου του ελληνικού χρέους.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει μια επισήμανση:
● «Όσο περισσότερο χρησιμοποιούνται τα 110 δισ. του δανείου διάσωσης για την αποπληρωμή ομολόγων που ωριμάζουν, τόσο μεταφέρεται τελικώς το χρέος της Ελλάδας στην κατοχή των χωρών της Ε.Ε. και του ΔΝΤ».


● «Σε δύο χρόνια, τα 2/3 του χρέους ενδέχεται να έχουν περάσει από τους ομολογιούχους στην Ε.Ε. και στο ΔΝΤ. (...) Εάν προσπαθήσεις να προχωρήσεις σε αναδιάρθρωση τότε, οι επιλογές θα είναι περιορισμένες. Θα ήταν καλύτερα να δράσεις τώρα, παρά να παραχωρήσεις τον ουσιαστικό έλεγχο της διαδικασίας σε αυτούς τους πιστωτές».
● «Οι πολιτικοί μπορεί να συνεχίσουν να λένε ότι δεν υπάρχει θέμα αναδιάρθρωσης αλλά εν τέλει οι αγορές θα καθορίσουν τι θα συμβεί. Είτε η Ε.Ε. και το ΔΝΤ θα καταλήξουν να ελέγχουν το σύνολο του χρέους της Ελλάδας είτε το συνολικό χρέος θα πρέπει να αναδιαρθρωθεί».
Την ίδια ώρα στη Γερμανία η ελληνική ελεγχόμενη πτώχευση είναι πολύ σοβαρό ζήτημα και ως εκ τούτου έχει την αξία του το δημοσίευμα της οικονομικής εφημερίδας Handelsblatt, η οποία – όπως μας πληροφορεί η Deutsche Welle – υπογραμμίζει:


«Και όμως κεκλεισμένων των θυρών κοινοτικοί αξιωματούχοι και διπλωμάτες συζητούν σενάρια διεξόδου από το ελληνικό δημόσιο χρέος. Έτσι εξετάζεται εάν οι πιστωτές της Ελλάδας θα μπορούσαν από το 2012 να παραιτηθούν από μέρος των αξιώσεών τους (επιτόκια) και να επεκτείνουν τον χρόνο αποπληρωμής του ομολογιακού χρέους.
Μια τέτοια ήπια λύση θα έδινε τη δυνατότητα στις τράπεζες που έχουν στην κατοχή τους ελληνικά ομόλογα να προχωρήσουν σταδιακά και επί σειρά ετών στην παραγραφή τους, υποστηρίζει κοινοτικός διπλωμάτης. Αντίθετα το “κούρεμα” του χρέους εκτιμάται στις Βρυξέλλες ως μη εφικτό, διότι θα επιβαρύνει δραματικά τους ισολογισμούς των τραπεζών».


Αναδιάρθρωση ευνοϊκή για τις τράπεζες
Η συζήτηση είναι παντού η ίδια και αφορά το αν η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα περιλαμβάνει το περίφημο «κούρεμα» ή θα είναι μόνο χρονική με κάποια μείωση του επιτοκίου. Έτσι, επιστρέφοντας στο δημοσίευμα για την ανάλυση του Reuters, διαβάζουμε:
«Το σενάριο της αναδιάρθρωσης με διατήρηση του αρχικού κεφαλαίου, σε αντίθεση με πιθανό "κούρεμα", θεωρείται ευνοϊκό για τις τράπεζες γιατί δεν οδηγεί σε απομείωση της αξίας του ενεργητικού, αν και η συνολική απόδοση της επένδυσης μειώνεται μέσω της επιμήκυνσης και των μειωμένων κουπονιών. “Οι πιέσεις από τον τραπεζικό κλάδο γι' αυτήν τη μορφή της αναδιάρθρωσης ίσως αποδειχτούν πειστικές”, σχολιάζει ο κ. Ziff» (σ.σ.: επικεφαλής της Houlihan Lokey).
Παράλληλα, επίσης στο Reuters, ο επικεφαλής του γερμανικού Ινστιτούτου IFO Χανς Βέρνερ Σιν, αφού ανέφερε ότι οι ευρωπαϊκές προσπάθειες να βοηθηθεί η Ελλάδα είχαν πενιχρά αποτελέσματα, με το δημόσιο χρέος της να ανεβαίνει στο 158% του ΑΕΠ το 2012, δήλωνε χθες ότι είναι επείγουσα μια αναδιάρθρωση. Σε άλλο κλίμα όμως απ’ αυτό που είδαμε προηγουμένως:
«Είναι προφανές ότι η Ελλάδα έχει χρεοκοπήσει. (...) Πρέπει να βάλουμε το χρέος στο τραπέζι και να απελευθερώσουμε αυτήν τη χώρα από ένα μέρος του τεράστιου χρέους της».


Και τώρα τρέχουν
Γιατί όμως όλοι αυτοί, των ευρωπαϊκών ηγεσιών συμπεριλαμβανομένων, μπήκαν στη διαδικασία να ζητούν ή απλώς να προεξοφλούν μια σύντομη αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας; Για πολλούς λόγους. Ένας εκ των οποίων αφορά την εσωτερική μας κατάσταση. Μια ματιά στην κατάρρευση των εσόδων κατά 8,1% το πρώτο τρίμηνο του έτους και τη νέα μαύρη τρύπα που πάει να δημιουργηθεί είναι ενδεικτική.
Αν μάλιστα σημειώσουμε και ότι οι Ευρωπαίοι αναμένουν νέα αναθεώρηση – επί τα χείρω πάντα – των στοιχείων για το έλλειμμα και το χρέος του 2010, τότε μάλλον αντιλαμβανόμαστε ότι δεν έχουν κάτι σοβαρό να περιμένουν στο πεδίο των δημοσιονομικών... προσχημάτων.
Ας προσθέσουμε ακόμη το γεγονός ότι η κυβέρνηση, εν μέσω ύφεσης, αύξησης των λουκέτων και της ανεργίας, μείωσης των καταθέσεων και συρρίκνωσης της «φορολογητέας ύλης», ετοιμάζει εισπρακτικά και περιοριστικά μέτρα ύψους 25 δισ. ευρώ για την επόμενη τριετία - τετραετία. Κανένας σοβαρός άνθρωπος δεν πιστεύει, λογικά, ότι σε τέτοιες συνθήκες αυτό είναι εφικτό χωρίς να οδηγηθεί η οικονομία σε πλήρη καταστροφή.
Ένας άλλος σοβαρός λόγος για τον οποίο προεξοφλείται η ελεγχόμενη πτώχευση αφορά τους κινδύνους για την ευρωζώνη, οι οποίοι καθόλου δεν έχουν περιοριστεί παρά τις διαβεβαιώσεις αξιωματούχων της ότι η υπαγωγή της Πορτογαλίας, και μάλιστα με πολύ σκληρούς όρους, στον προσωρινό μηχανισμό «στήριξης» σταματάει την εξάπλωση της κρίσης χρέους.
Άλλωστε ήδη, αμέσως μετά τις συνεδριάσεις του Eurogroup και του Ecofin την περασμένη εβδομάδα, οι Financial Times έδωσαν το εναρκτήριο λάκτισμα για να ανοίξει ο κύκλος πιέσεων των «αγορών» προς την Ισπανία. Σύμφωνα με άρθρο του Βόλφγκανγκ Μίνχαου, από τους βασικούς αρθρογράφους της εφημερίδας, η επόμενη χώρα που θα αναζητήσει «στήριξη» στον προσωρινό ευρωμηχανισμό θα είναι η Ισπανία.
Ως σημαντικότεροι αναφέρονται τρεις λόγοι: το μεγάλο χρέος (ιδιωτικό ως επί το πλείστον), η αναμενόμενη μεγάλη διόρθωση στην τεράστια φούσκα των ακινήτων και οι εύλογες συνέπειες στο έτσι ή αλλιώς ασταθές τραπεζικό σύστημα της χώρας αυτής.
Από καιρό προειδοποιούμε ότι τυχόν ένταξη της Ισπανίας σε καθεστώς «στήριξης» θα εκτοξεύσει κατά πολύ το κόστος των ανάλογων ευρωπαϊκών μηχανισμών ενεργοποιώντας έναν τεράστιο «συστημικό» κίνδυνο για τη σταθερότητα της ίδιας της ευρωζώνης. Τώρα λοιπόν φαίνεται ότι δρομολογείται αυτό που περιμέναμε: η Ισπανία θα ακολουθήσει την... οδό της απωλείας όταν τελειώσει το θέμα της Πορτογαλίας. Οι πιέσεις είναι ήδη ορατές.
ΥΓ.: Μια και μιλάμε για τα νέα ογκώδη μέτρα που θα ανακοινώσει οσονούπω η κυβέρνηση, ας λάβουμε υπόψη μια δραματική προειδοποίηση, όπως αυτή μεταδίδεται από το Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:
Σύμφωνα με ψήφισμα της Ολομέλειας της Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης (εισηγητής ο Ολλανδός Χριστιανοδημοκράτης Πιέτερ Όμτζιγκτ), η πολιτική λιτότητας στις υπερχρεωμένες χώρες όχι μόνον επιδεινώνει τις συνθήκες διαβίωσης των Ευρωπαίων πολιτών, οι οποίοι έχουν ήδη τιμωρηθεί αρκετά από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, αλλά επιπλέον δημιουργεί κινδύνους για τη διατήρηση της δημοκρατίας και τη διασφάλιση της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Με το ψήφισμα αυτό η Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης καλεί τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να χαράξουν τις «στοιχειώδεις στρατηγικές» για την κατ' αρχήν σταθεροποίηση και στη συνέχεια τη μείωση του δημόσιου χρέους των χωρών τους, με παράλληλη διασφάλιση του βιοτικού επιπέδου και των κοινωνικοοικονομικών δικαιωμάτων των πολιτών.
Εάν το ζητούμενο είναι μία ισχυρή δημοκρατία, υποστηρίζεται στο Ψήφισμα, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα πρέπει να εξασφαλίσουν πλήρη διαφάνεια στα δημόσια οικονομικά. Βλέπετε εσείς κάτι απ' όλα αυτά να συμβαίνει στην Ελλάδα;
ΥΓ. 1: Για τη... συνεισφορά μιας αναδιάρθρωσης του χρέους της χώρας μας στην «ευημερία» των Ελλήνων θα τα πούμε προσεχώς, αφού πρώτα οι κατευθύνσεις αυτού του είδους πτώχευσης γίνουν λίγο πιο ξεκάθαρες.
Αναρτήθηκε από You Pay Your Crisis στις 9:39 μ.μ.

Τα 110 δις νομικά είναι «επαχθές χρέος»;

Τα 110 δις νομικά είναι «επαχθές χρέος»;

Πηγή: Γ. Παπαιωάννου
Ένα χρέος νομικά είναι “απεχθές” όταν:


Η κυβέρνηση της χώρας προχώρησε στο δανεισμό να χωρίς ο λαός να γνωρίζει και να δώσει την συγκατάθεση του.
Το δάνειο σπαταλήθηκε σε δραστηριότητες που δεν είναι υπέρ του συμφέροντος του λαού και δεν τον ωφέλησαν
Οι πιστωτές ήταν ενήμεροι και σφύριζαν αδιάφορα,
Τα 110 δίς λοιπόν:

α) Προέρχονται από μια σύμβαση μου υπογράφτηκε χωρίς ο Λαός να ξέρει όλη την αλήθεια, την όποια σήμερα πλήθος στελεχών της κυβέρνησης και την δημόσια ζωής καλούν τον πρωθυπουργό και τον Υπ Οικονομικών να αποκαλύψουν. Η κυβέρνηση και το διεφθαρμένο “καθεστώς των τριών οικογενειών και των 5 νταβατζήδων, απέκρυψαν την αλήθεια και ενώ είχαν και τα μέσα και την δυνατότητα για να ενημερώσουν. Προέρχονται από σύμβαση που δεν πέρασε από την Βουλή η όποια εκπροσωπεί τον ελληνικό Λαό σύμφωνα με το νόμο και είναι αποτέλεσμα παρασκηνιακών διαπραγματεύσεων για την οποίες εμείς μάθαμε μόνο για «κάποιο πιστόλι σε τραπέζι».
β) Το σύνολο των 110 δις πήγε στις τράπεζες και στους πιστωτές και όχι υπέρ του λαού.
γ) Οι πιστωτές το γνώριζαν όλο αυτό όπως και γνώριζαν ότι το Ελληνικό χρέος θα φτάσει σε εξωφρενικά επίπεδα όπου θα υπάρχει μη δυνατότητα αποπληρωμής, Παρόλα αυτά προχώρησαν σε δανεισμό βγάζοντας κέρδη από το επιτόκιο.
Ακόμη παραπέρα παραπλανητικά στον λαό τα 110 δις παρουσιάστηκαν ως “μηχανισμός διασωσης”, “φάρμακο”, “θεραπεία” ενώ είναι μηχανισμός υπερχρέωσης οποίος μας οδηγεί στην αδυναμία εξυπηρέτησης του.
Και σε τελευταία ανάλυση δεν είπε κανείς όλη την αλήθεια στον Ελληνικό λαό.
Αν και δεν είμαστε νομικοί είναι φανερό ότι τα 110 δις νομικά είναι «επαχθές χρέος» και άρα η ελλάδα δικαιούται να μην το πληρώσει.
Αναρτήθηκε από You Pay Your Crisis στις 7:41 μ.μ. 0 σχόλια

Τα 110 δις νομικά είναι «επαχθές χρέος»;

Τα 110 δις νομικά είναι «επαχθές χρέος»;

Πηγή: Γ. Παπαιωάννου
Ένα χρέος νομικά είναι “απεχθές” όταν:


Η κυβέρνηση της χώρας προχώρησε στο δανεισμό να χωρίς ο λαός να γνωρίζει και να δώσει την συγκατάθεση του.
Το δάνειο σπαταλήθηκε σε δραστηριότητες που δεν είναι υπέρ του συμφέροντος του λαού και δεν τον ωφέλησαν
Οι πιστωτές ήταν ενήμεροι και σφύριζαν αδιάφορα,
Τα 110 δίς λοιπόν:

α) Προέρχονται από μια σύμβαση μου υπογράφτηκε χωρίς ο Λαός να ξέρει όλη την αλήθεια, την όποια σήμερα πλήθος στελεχών της κυβέρνησης και την δημόσια ζωής καλούν τον πρωθυπουργό και τον Υπ Οικονομικών να αποκαλύψουν. Η κυβέρνηση και το διεφθαρμένο “καθεστώς των τριών οικογενειών και των 5 νταβατζήδων, απέκρυψαν την αλήθεια και ενώ είχαν και τα μέσα και την δυνατότητα για να ενημερώσουν. Προέρχονται από σύμβαση που δεν πέρασε από την Βουλή η όποια εκπροσωπεί τον ελληνικό Λαό σύμφωνα με το νόμο και είναι αποτέλεσμα παρασκηνιακών διαπραγματεύσεων για την οποίες εμείς μάθαμε μόνο για «κάποιο πιστόλι σε τραπέζι».
β) Το σύνολο των 110 δις πήγε στις τράπεζες και στους πιστωτές και όχι υπέρ του λαού.
γ) Οι πιστωτές το γνώριζαν όλο αυτό όπως και γνώριζαν ότι το Ελληνικό χρέος θα φτάσει σε εξωφρενικά επίπεδα όπου θα υπάρχει μη δυνατότητα αποπληρωμής, Παρόλα αυτά προχώρησαν σε δανεισμό βγάζοντας κέρδη από το επιτόκιο.
Ακόμη παραπέρα παραπλανητικά στον λαό τα 110 δις παρουσιάστηκαν ως “μηχανισμός διασωσης”, “φάρμακο”, “θεραπεία” ενώ είναι μηχανισμός υπερχρέωσης οποίος μας οδηγεί στην αδυναμία εξυπηρέτησης του.
Και σε τελευταία ανάλυση δεν είπε κανείς όλη την αλήθεια στον Ελληνικό λαό.
Αν και δεν είμαστε νομικοί είναι φανερό ότι τα 110 δις νομικά είναι «επαχθές χρέος» και άρα η ελλάδα δικαιούται να μην το πληρώσει.
Αναρτήθηκε από You Pay Your Crisis στις 7:41 μ.μ. 0 σχόλια

Ο Ευρωπαίος μαθητευόμενος μάγος, του Κ. Βεργόπουλου

Ο ιστός


Πέμπτη, 14 Απριλίου 2011
Ο Ευρωπαίος μαθητευόμενος μάγος



Πηγή: Ελευθεροτυπία
του Κ. Βεργόπουλου


Η ευρωπαϊκή νομισματοπιστωτική κατάσταση υπερβαίνει τα όρια της ιλαροτραγωδίας, ενώ παράλληλα το κοινωνικό και ανθρώπινο κόστος αποτιμάται με εκατομμύρια θύματα, που δεν έχουν φταίξει, αλλά και οι θυσίες τους δεν ωφελούν σε τίποτα.
Τα ευρωπαϊκά κράτη αυτοπαγιδεύονται σ' ένα νόμισμα, το ευρώ, του οποίου ενώ παραμένουν εκδότες, εν τούτοις απεμπολούν τη ρυθμιστική χρήση του εκδοτικού προνομίου τους. Η Ευρώπη απειλείται σήμερα με «κυριαρχικά» χρέη, που οφείλουν σε ευρώ Ευρωπαίοι προς Ευρωπαίους. Δεν υπάρχει προηγούμενο στην οικονομική ιστορία. Στην Ιαπωνία, το δημόσιο χρέος υπερβαίνει το 200% του ΑΕΠ, όμως ουδείς ανησυχεί, καθ' όσον οφείλεται σε γεν. Ομοίως το αμερικανικό ομοσπονδιακό χρέος δεν εμπνέει ανησυχίες, εφόσον οφείλεται στο νόμισμα της οφειλέτριας χώρας. Ούτε απειλείται το δολάριο με τα χρέη που συνάπτονται σε αυτό από τις Πολιτείες των ΗΠΑ. Θα ήταν διαφορετικά, εάν το δημόσιο χρέος οφειλόταν σε συνάλλαγμα.



Μέχρι το 1930 οι ιδιωτικοί αξιολογικοί οίκοι δεν βαθμολογούσαν δημόσια χρέη, στο μέτρο που οι εκδότες τους ήσαν ταυτόχρονα και τελικοί πιστωτές για τα ιδιωτικά χρέη, εξασφαλίζοντας ρευστότητα, ώστε να αποσοβούνται οι χρεοκοπίες. Αυτό είναι το περιεχόμενο της λαϊκής κυριαρχίας. Η κατάσταση ήταν διαφορετική για χρέη σε συνάλλαγμα, στα οποία το κράτος-οφειλέτης παρέμενε ανίσχυρο. Οταν άρχισαν από το 1931 να βαθμολογούν τα εξωτερικά χρέη, η κρίση, αντί να απομακρυνθεί, επισπεύσθηκε.
Στην εποχή μας οι ιδιωτικοί αξιολογητές ξαναχτυπούν, από τη στιγμή που τα ευρωπαϊκά κράτη αποποιούνται κάθε έννοια κυριαρχίας και συμπεριφέρονται ως ιδιώτες, ακόμη και για χρέη σε νόμισμα που υποτίθεται ότι προνομιακά διαχειρίζονται. Κι όμως, τα κυρίαρχα κράτη και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα οφείλουν να εξασφαλίζουν θεσμικό πλαίσιο, εντός του οποίου λειτουργούν οι αγορές, όχι να συμμετέχουν αυτών, όπως συμβαίνει σήμερα. Οταν τα κράτη αναζητούν φερεγγυότητα εις βάρος της κοινωνικής συνοχής και της λαϊκής κυριαρχίας, οσάκις τα κράτη συμπεριφέρονται ως ιδιώτες και όχι ως θεσμοί, τότε κανείς δεν κερδίζει, ούτε οι τράπεζες που χρηματοδοτούν δημόσια χρέη.
Σήμερα τα δημόσια χρέη στις περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης αποτελούν ταυτόχρονα επισφαλείς τοποθετήσεις για ιδιωτικές τράπεζες του ευρωπαϊκού κέντρου. Σύμφωνα με τον Μπάρι Αϊκενγκριν από το Μπέρκλεϊ, το πρόβλημα είναι οξύτερο για τις πιστώτριες ευρωπαϊκές τράπεζες, από ό,τι για τις οφειλέτριες χώρες. Εκτός αυτού, τα ευρωπαϊκά προγράμματα λιτότητος αποδεικνύονται «αντιπαραγωγικά»: συρρικνώνουν τα εισοδήματα και διογκώνουν τα χρέη, ώστε η αποπληρωμή αποβαίνει αδύνατη.
Αντί λιτότητος, θα μπορούσαν τα κράτη από τις πιστώτριες χώρες να αγοράσουν τα περιφερειακά «κουρελόχαρτα» και να μετατρέψουν τις δημόσιες ενισχύσεις σε κρατική συμμετοχή στην ανεπαρκή κεφαλαιοποίηση των ευρωπαϊκών τραπεζικών τομέων. Οταν οι γερμανικές τράπεζες αναλαμβάνουν υψηλούς κινδύνους, γιατί άραγε να διασώζονται με χρήμα των οφειλετών τους, οι οποίοι στο μεταξύ έχουν φτάσει σε εξαθλίωση, και όχι με χρήμα των Γερμανών φορολογουμένων, οι οποίοι έχουν με ελαφρότητα επενδύσει στις επισφαλείς περιφερειακές πιστώσεις; Η δεύτερη λύση φαίνεται λογικότερη και ασφαλέστερη από την πρώτη. Πολύ περισσότερο, αν ληφθεί υπ' όψιν ότι οι γερμανικές τράπεζες παραμένουν από τις ασταθέστερες του κόσμου· λόγω του ότι οι ίδιοι πόροι τους κινούνται στο 1% των χορηγήσεών τους, το πλασματικό χρήμα είναι 100 φορές το πραγματικό.
Ο Μάρτιν Γουλφ από τη Βρετανία θεωρεί αθέμιτο και αντιπαραγωγικό ότι το κόστος της ανευθυνότητος των γερμανικών τραπεζών επιρρίπτεται σήμερα, χωρίς ελπίδα αποπληρωμής, στους φορολογούμενους των οφειλετριών χωρών. Τα κράτη των πιστωτών οφείλουν να εξηγήσουν στους πολίτες τους ότι στηρίζοντας τις οφειλέτριες χώρες στην ουσία διασώζουν τις δικές τους αποταμιεύσεις και μάλιστα με σοβαρά κέρδη.
Η «Μοντ» σημειώνει ότι η ΕΚΤ είναι η μόνη στον κόσμο που αποφεύγει να αγοράζει δημόσια χρέη και ταυτόχρονα η μόνη που επιδιώκει ανατίμηση του νομίσματός της, ενώ όλες οι άλλες και χρηματοδοτούν τις δημόσιες δαπάνες και διολισθαίνουν τα νομίσματά τους, προκειμένου να βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα των τιμών τους, αλλά και να πληθωρίζουν τα συσσωρευμένα χρέη τους.
Το «Σπίγκελ» και η «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ» συμφωνούν ότι έτη φωτός χωρίζουν τη γερμανική και ευρωπαϊκή κατανόηση του προβλήματος του κρατικού υπερδανεισμού από την αντίστοιχη αμερικανική και αγγλοσαξονική. Στο πεδίο του νεοφιλελευθερισμού, ο Ευρωπαίος μαθητευόμενος μάγος ξεπέρασε σε ακεραιοφροσύνη και αδιαλλαξία τον Αγγλοσάξονα δάσκαλο, ο οποίος αποδεικνύεται τελικά πολύ λιγότερο δογματικός και ανελαστικός, ασύγκριτα πιο πραγματιστής και ευπροσάρμοστος.
kvergo@gmail.com
Αναρτήθηκε από You Pay Your Crisis στις 1:37 μ.μ.
Τετάρτη, 13 Απριλίου 2011
Κλειδωσε η αναδιάρθρωση- Πήρε εντολή η Lazard





Πηγή: Sofokleous 10

Στην παγκόσμιας εμβέλειας τραπεζική «μπουτίκ» του οίκου Lazard, που από την άνοιξη του 2010 συμβουλεύει την κυβέρνηση σε θέματα διαχείρισης χρέους, πέφτει τώρα όλο το βάρος για την προώθηση ενός “new deal” με τους ιδιώτες πιστωτές της χώρας, καθώς το Βερολίνο διαμηνύει με όσο μεγαλύτερη καθαρότητα γίνεται, ότι το 2012 δεν πρόκειται να εγκρίνει νέα χρηματοδότηση της χώρας από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Οικονομικής Σταθερότητας (EFSF), αν η Ελλάδα δεν καταφέρει να επιστρέψει στις αγορές τον επόμενο χρόνο.
Η Lazard έχει επεξεργασθεί, σύμφωνα με πληροφορίες του «S10», ένα σχέδιο ελάφρυνσης της Ελλάδας από το υπερβολικό χρέος, το οποίο συνδυάζει και ένα… ανώδυνο για τις τράπεζες «κούρεμα» των ομολόγων.


Μια πιο «φτωχή» εκδοχή του ίδιου σχεδίου είχε συζητηθεί με τους ιδιώτες πιστωτές και στα τέλη του 2010, αλλά η εφαρμογή του «σκάλωσε» στις αντιρρήσεις των ελληνικών τραπεζών:


-Για τα ομόλογα που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, πλην αυτών που έχουν αγορασθεί από την ΕΚΤ, το σχέδιο προβλέπει ανταλλαγή με νέους τίτλους ίδιας ονομαστικής αξίας, αλλά με λήξη πέντε χρόνια αργότερα και επιτόκια ίσα με το νέο, μειωμένο επιτόκιο δανεισμού των 110 δισ. ευρώ (περίπου 4%). Με τον τρόπο αυτό, επιμηκύνεται η διάρκεια του 70% του συνολικού χρέους και μειώνεται το κόστος εξυπηρέτησης, χωρίς να θιγεί η ονομαστική αξία του, κάτι που θα άνοιγε «τρύπες» στους ισολογισμούς των τραπεζών, οι οποίες, ως γνωστόν, αποτιμούν το χρέος στα τραπεζικά τους βιβλία με βάση το κόστος αγοράς και όχι τις τρέχουσες τιμές.


- Για τα ομόλογα που έχουν αγορασθεί από την ΕΚΤ σε τιμές χαμηλότερες από την ονομαστική τους αξία (κόστος αγοράς 35 δισ. ευρώ, έναντι ονομαστικής αξίας 50 δισ. ευρώ), το σχέδιο της Lazard προβλέπει να αγορασθούν στις τιμές που τα απέκτησε η ΕΚΤ, με αξιοποίηση μέρους των κεφαλαίων του δανείου των 110 δισ. ευρώ, τα οποία δεν θα χρειασθεί να χρησιμοποιηθούν για τις αποπληρωμές ομολόγων που λήγουν, αφού αυτά στο μεταξύ θα έχουν ρυθμισθεί με την επιμήκυνση του χρέους που κατέχουν οι ιδιώτες. Ουσιαστικά, δηλαδή, η επιμήκυνση του χρέους προς ιδιώτες πιστωτές θα επιτρέψει στην κυβέρνηση να «κουρέψει» κατά 15 δισ. ευρώ τα ομόλογα που έχει σήμερα στην κατοχή της η ΕΚΤ, μειώνοντας ανώδυνα για την αγορά τη συνολική αξία του χρέους.


-Με αυτές τις μεθόδους, η κυβέρνηση εξασφαλίζει μια αρκετά σημαντική περίοδο μείωσης του δυσβάστακτου σήμερα κόστους εξυπηρέτησης του χρέους, ώστε να δοθεί ο χρόνος στην οικονομία για επάνοδο σε ανάπτυξη, που θα επιτρέψει την ομαλή εξυπηρέτηση του χρέους. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει την προσπάθεια για επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων από το τέλος του 2012, χωρίς τα οποία ακόμη και αυτές οι «διευκολύνσεις» δεν θα είναι αρκετές για να «κλειδώσουν» την ομαλή εξυπηρέτηση του χρέους.


Κίνητρα για συμφωνία


Το δέλεαρ προς τους ιδιώτες πιστωτές, δηλαδή κυρίως στις τράπεζες, για να αποδεχθούν αυτή την πρόταση «ήπιας» αναδιάρθρωσης του χρέους είναι απλό: αν την κάνουν δεκτή, θα αποφύγουν το 2013, όταν η Ελλάδα είναι πολύ πιθανό να χρειασθεί ένα νέο δάνειο από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, να αποτύχει η χώρα να περάσει τους προβλεπόμενους ελέγχους φερεγγυότητας και να οδηγηθεί σε «κούρεμα» των πιστωτών της, σύμφωνα με το νέο θεσμικό πλαίσιο της Ε.Ε. για τις ελεγχόμενες χρεοκοπίες.


Επιπλέον, με το σχέδιο της Lazard εξασφαλίζεται ότι δεν θα ενεργοποιηθούν τα συμβόλαια ασφάλισης έναντι του κινδύνου χρεοκοπίας (CDS), πληρώνοντας στους «ασφαλισμένους» επενδυτές και κερδοσκόπους το σύνολο της αξίας των τίτλων που έχουν ασφαλίσει. Και αυτό γιατί η προτεινόμενη ανταλλαγή ομολόγων με συναίνεση των πιστωτών δεν οδηγεί σε μείωση της ονομαστικής αξίας των τίτλων, η οποία αποτελεί προϋπόθεση για την ενεργοποίηση των CDS. Με αυτό τον τρόπο, οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης δεν θα έχουν το μείζον πολιτικό βάρος να έχουν «ευλογήσει» μια αναδιάρθρωση χρέους, που μέσω των CDS θα ανταμείψει τους κερδοσκόπους.


Το μόνο εμπόδιο πλέον που πρέπει να ξεπερασθεί είναι η σθεναρή, ως τώρα, άρνηση των ελληνικών τραπεζών σε μια επιμήκυνση των ομολόγων που κατέχουν. Μεγάλο μέρος των τίτλων που έχουν οι τράπεζες ήταν προγραμματισμένο να εξοφληθούν από τις δόσεις του δανείου των 110 δισ. ευρώ, γι’ αυτό και οι Έλληνες τραπεζίτες ήταν αρνητικοί και στην προηγούμενη φάση των ανεπίσημων διαπραγματεύσεων για «ήπια» αναδιάρθρωση. Όμως, υπό το βάρος των αδιεξόδων στην εφαρμογή του Μνημονίου και του κινδύνου μιας «βαριάς» αναδιάρθρωσης του χρέους, οι τραπεζίτες αναμένεται να δείξουν θετικότερη στάση αυτή την φορά.


Γιατί επισπεύδουν την αναδιάρθρωση


Η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, με πρωτοβουλία της κυβέρνησης και των συμβούλων της τραπεζιτών της Lazzard, είναι πλέον επιβεβλημένη από την Γερμανία, για λόγους που αποκαλύπτει το εκτενές σχετικό ρεπορτάζ του περιοδικού “Spiegel”, το οποίο είναι φανερό ακόμη και στους αδαείς ότι «τροφοδοτηθεί» από πηγές της γερμανικής κυβέρνησης.


Μυστική έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους (έλεγχος φερεγγυότητας), που έχει συνταχθεί από τεχνοκράτες της ΕΚΤ και της Κομισιόν, αποκαλύπτει, σύμφωνα με το “Spiegel”, ότι η ύφεση στην Ελλάδα είναι πολύ σοβαρότερη από όσο προβλεπόταν αρχικά και καθιστά αδύνατη την επάνοδο της οικονομίας στους ρυθμούς ανάπτυξης που χρειάζεται, για να εξυπηρετηθεί ομαλά το χρέος. Αυτή την έκθεση είχε προφανώς κατά νου ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, όταν δήλωσε μετά την τελευταία συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της περασμένης Παρασκευής, ότι έχει σοβαρές αμφιβολίες για το αν η Ελλάδα θα μπορέσει μόνο με την επιμήκυνση και τη μείωση του επιτοκίου των 110 δισ. ευρώ να επανέλθει σε τροχιά δημοσιονομικής βιωσιμότητας.


Μια δεύτερη αποκάλυψη του “Spiegel”, που προς το παρόν δεν διαψεύδεται από το Βερολίνο, είναι ότι η γερμανική κυβέρνηση ξεκαθαρίζει πλέον με καθαρότητα στους Ευρωπαίους εταίρους, πως δεν υπάρχει περίπτωση να εγκριθεί νέο δάνειο στην Ελλάδα το 2012 από το EFSF, παρότι οι τελευταίες αποφάσεις των Ευρωπαίων ηγετών δίνουν τυπικά στο μηχανισμό στήριξης τη δυνατότητα να αγοράζει ομόλογα από την πρωτογενή αγορά. Οι Γερμανοί φοβούνται, ότι αν εγκρίνουν άλλο ένα δάνειο στην Ελλάδα, επειδή δεν θα μπορέσει να επιστρέψει στις αγορές το 2012, όπως προβλέπει το Μνημόνιο, θα εδραιωθεί η εντύπωση στους ψηφοφόρους, ότι η κυβέρνησή τους στηρίζει χωρίς όρια και προϋποθέσεις χρεοκοπημένες χώρες της Ευρωζώνης. Δύο κορυφαία κοινοβουλευτικά στελέχη του κυβερνώντος συνασπισμού της Άνγκελα Μέρκελ δηλώνουν στο “Spiegel” την κατηγορηματική τους άρνηση να συναινέσουν σε ένα νέο δάνειο προς την Ελλάδα, καθώς μάλιστα το 2013 τοποθετούνται χρονικά οι κρίσιμες εθνικές εκλογές, που θα κρίνουν την τύχη της κυβέρνησης Μέρκελ.
Ουσιαστικά, δηλαδή, το φάσμα της χρεοκοπίας της Ελλάδας το 2012, αν στο μεταξύ δεν πετύχει μια συμφωνία με τους ιδιώτες πιστωτές, προβάλλει πλέον απειλητικό, με βάση τους γερμανικούς σχεδιασμούς για «κλείσιμο της στρόφιγγας» του μηχανισμού στήριξης προς τη χώρα μας, καθιστώντας επιβεβλημένη εκ των πραγμάτων μια συμφωνία με τους ιδιώτες πιστωτές φέτος. Δεν είναι τυχαίο, ίσως, ότι μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες με μεγάλη έκθεση στο ελληνικό χρέος σπεύδουν ήδη να ενισχύσουν την κεφαλαιακή βάση τους –χαρακτηριστικότερη η περίπτωση της γερμανικής Commerzbank.
Εξάλλου, όσο περνά ο καιρός, τόσο τα πλεονεκτήματα μιας αναδιάρθρωσης χρέους θα εξασθενούν για την ελληνική κυβέρνηση, αφού μεγαλύτερο μέρος του χρέους θα περνά στους επίσημους πιστωτές (ευρωπαϊκά κράτη, Δ.Ν.Τ.), με αντίστοιχο περιορισμό του χρέους που θα μπορεί να περιληφθεί σε μια συμφωνία νέας ρύθμισης. Κατά συνέπεια, θα χρειασθούν μεγαλύτερες θυσίες από τους ιδιώτες πιστωτές που θα έχουν απομείνει, καθιστώντας βέβαιο το «κούρεμα» των απαιτήσεών τους, για να βγει ένα βιώσιμο πλάνο εξυπηρέτησης του χρέους. Όλα δηλαδή συνηγορούν στο «όσο πιο γρήγορα, τόσο καλύτερα»…


Αναρτήθηκε από You Pay Your Crisis στις 9:19 π.μ.

Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

» Τροχάδην προς την πτώχευση ...

Τετάρτη, 6 Απριλίου 2011Τροχάδην προς την πτώχευση ...


Ενα πολύ ενδιαφέρον ολοσέλιδο δημοσίευμα έχει το "Ποντίκι" που κυκλοφορεί - εκτάκτως σήμερα- και το τιτλοφορεί: "Τροχάδην προς πτώχευση...".

Το παραθέτουμε ολόκληρο γιατί εκτός των άλλων αφήνει τεράστια υπονοούμενα για τον ρόλο του Γ. Παπανδρέου και του στενού του επιτελείου, κύρια για τον υπουργό Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου:

Θέση μάχης έχουν λάβει ΔΝΤ και Ε.Ε., καθώς η ραγδαία επιδείνωση των δημοσιονομικών της ελληνικής οικονομίας επισπεύδει τις εξελίξεις. Το ΔΝΤ, το οποίο, μέσω του Βερολίνου, έχει κατοχυρώσει τη συμμετοχή του στα δρώμενα της ευρωζώνης από το 2013 και μετά, επιδιώκει να έχει ρόλο στις εξελίξεις και μέχρι τότε.

Εξ αρχής ένα από τα οχήματα που χρησιμοποίησε ήταν η Ελλάδα, καθώς στο πρόσωπο του πρωθυπουργού και του υπουργού Οικονομικών βρήκε τους εκφραστές της ιδεολογίας του Ταμείου. Γι' αυτό, έναν ολόκληρο χρόνο πριν από τις εκλογές του 2009, ο Γιώργος Παπαν-δρέου ήταν σε συνεχή επικοινωνία με τον Ντομινίκ Στρος - Καν συζητώντας και - λίγο πριν από τις εκλογές - αποφασίζοντας ότι η χώρα... ανήκει στο ΔΝΤ.

Η απόφαση αυτή μας στοίχισε καθώς η κόντρα και η αδιαφορία που έδειξε η ηγεσία της κυβέρνησης προς την Ε.Ε., εσκεμμένη ή μη, φέρνει την πλήρη παράδοση της άσκησης της οικονομικής πολιτικής, των ιδιωτικοποιήσεων, των συγχωνεύσεων στον τραπεζικό τομέα (έχει τη σημασία του αυτό) στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και στους μεγαλοεπενδυτές και τα τεράστια κεφάλαια που κινούνται γύρω απ' αυτό.

Όπως πληροφορείται το «Π», ο πρωθυπουργός προβληματίζεται για τις κακές επιδόσεις του υπουργού Οικονομικών. Όχι για τους λόγους που μπορεί να φανταστεί κανείς, αλλά διότι οι επιδόσεις του επισπεύδουν τις κακές εξελίξεις.


Για πάρτη τους!

Όσοι είχαν την τύχη να παρακολουθήσουν το παρασκήνιο πίσω από τη συνάντηση του πρωθυπουργού και του Γ. Παπακωνσταντίνου με τον κερδοσκόπο Τζορτζ Σόρος, διαπίστωσαν ότι οι δύο εξακολουθούν με κλειστά μάτια να βαδίζουν στον δρόμο ενός προγράμματος που με μαθηματική ακρίβεια θα φέρει και επισήμως την ελεγχόμενη πτώχευση.
Αυτό ίσως εξηγεί και το γιατί δεν υπάρχει η βούληση εκ μέρους του πρωθυπουργού να αλλάξει το κλίμα και να γίνουν διορθωτικές κινήσεις. Διότι ακόμα υπάρχει περιθώριο να «εκμεταλλευτεί» τις διαπραγματεύσεις που γίνονται στην ευρωζώνη για τον προσωρινό μηχανισμό EFSF, να «εκμεταλλευτεί» το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι θεωρούν την Ελλάδα ακόμη μέρος του συστημικού κινδύνου και να χαλαρώσει κάποιους από τους όρους του μνημονίου. Όπως ακριβώς διαπραγματεύεται η ιρλανδική κυβέρνηση, που αποδεικνύεται σκληρό καρύδι.

Όμως, η παρουσία μας στα διάφορα συμβούλια και τις ομάδες εργασίας, όπου γίνεται το πραγματικό πολιτικό παζάρι, είναι υποτυπώδης. Λες και δεν υπάρχει πρόβλημα στην Ελλάδα. Αντί γι' αυτό, Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου αποφασίζουν κινήσεις - μπαλώματα που με μια ψύχραιμη ματιά φαίνεται πως ωφελούν μόνο τους ίδιους και το μέλλον τους. Δηλαδή:

* Ζήτησαν από τον άνθρωπο που αποδεδειγμένα έχει κερδίσει πάρα πολλά ποντάροντας στην πτώχευση της χώρας μας, τον Σόρος, να μεσολαβήσει ώστε οι οίκοι αξιολόγησης να χαλαρώσουν λίγο απέναντι στη χώρα μας. Ας μην ξεχνάμε ότι Fitch και Moody's ετοιμάζονται για νέες υποβαθμίσεις. Στο τραπέζι, ως ανταλλάγματα, έπεσαν φυσικά τα ασημικά προς πώληση του ελληνικού Δημοσίου. Όπως μαθαίνουμε, έπεσαν στο τραπέζι και τράπεζες!

* Για τον ίδιο λόγο ήρθαν σε επαφή με τους εκπροσώπους της Coldman Sachs και της Morgan Stanley, που για ακόμα μια φορά βρίσκονται στη χώρα μας πουλώντας εξυπηρέτηση και διάφορα χρηματοπιστωτικά προϊόντα. Είναι απορίας άξιον πως ο πρωθυ-πουργός διαπραγματεύεσαι το μέλλον της Ελλάδας με αυτούς που ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει καταστροφολόγους και υπαίτιους για την κακή οικονομική πορεία της χώρας μας.

* Η διαδικασία για την πώληση της κρατικής περιουσίας είναι αδιαφανής και γίνεται με τη λογική «πουλάμε γρήγορα και όσο - όσο επειδή χρειαζόμαστε τα χρήματα». Έτσι οι «μιλημένοι» θα αγοράσουν αυτά που θέλουν σε πιασάρικες τιμές. Υγιής έρευνα από πλευράς κυβέρνησης για τις αποκρατικοποιήσεις δεν υπάρχει, όπως επίσης δεν υπάρχει στρατηγική για ένα θέμα το οποίο θεωρείται η τελευταία μας κίνηση, από πλευράς εσόδων, πριν από την αναδιάρθρωση του χρέους.

* Ο πρωθυπουργός έστειλε στο Παρίσι τον Χάρη Παμπούκη για να πάρει... προσφορές, ως αντάλλαγμα για την - πρόσκαιρη - σιωπή. Μετά το Βερολίνο, το Παρίσι είναι ο δεύτερος μεγάλος Ευρωπαίος παίκτης - αγοραστής των ελληνικών προϊόντων. Επίσης να σημειώσουμε ότι οι γαλλικές και οι γερμανικές τράπεζες έχουν τα περισσότερα ελληνικά ομόλογα στα αποθεματικά τους.

* Με πρόσχημα το αντιμνημονιακό μπλοκ που δημιουργείται εντός και εκτός κυβέρνησης, Παπανδρέου και Παπακωνσταντίνου ζήτησαν από Ευρωπαίους αξιωματούχους να έρθουν στη χώρα μας για να δώσουν επικοινωνιακή στήριξη, αλλά και να πιέσουν ώστε να υπάρξει πολιτική συναίνεση για τα νέα επώδυνα μέτρα που έρχονται. Έτσι πρέπει να αναμένουμε τους Χένρι Βαν Ρομπέι, Ζαν Κλοντ Τρισέ και Όλι Ρεν το πρόσεχες διάστημα.

* Ζήτησαν πολιτική παρέμβαση της Κομισιόν στο θέμα των στοιχείων του ελλείμματος του 2010, το οποίο, σύμφωνα με τις μετρήσεις της ΕΛΣΤΑΤ, φτάνει το 10,6%. Ο υπουργός Οικονομικών έχει ζητήσει πολλά από τα χρέη του Δημοσίου να καταγραφούν στις χρονιές 2007-2009, ώστε το τελικό έλλειμμα του 2010 να κλείσει στο 9,9%. Λόγω του αμαρτωλού παρελθόντος είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν η Eurostat θα ικανοποιήσει το ελληνικό αίτημα.


Όλα στον αέρα

Όλα αυτά είναι σπασμωδικές κινήσεις, που δεν έχουν σε τίποτε να κάνουν με την πραγματική αντιμετώπιση των σοβαρών προβλημάτων που αντιμετωπίζει η οικονομία της χώρας. Η επιμονή του πρωθυπουργού να κρατάει στο τιμόνι της οικονομίας τον Παπακωνσταντίνόυ, που αποδεδειγμένα πλέον έχει πέσει έξω σε όλους τους στόχους, αρχίζει να προκαλεί ερωτήματα.

Πληροφορίες του «Π» αναφέρουν ότι, εάν τα πράγματα φτάσουν στο απροχώρητο και ο Παπανδρέου αναγκαστεί να αλλάξει τον υπουργό Οικονομικών, στη θέση του θα βάλει κάποιον που να είναι της ίδιας γραμμής, αυτής του ΔΝΤ, και όχι κάποιον που να έχει τη θέληση ή και την... ικανότητα να αλλάξει κάποιους όρους του μνημονίου.

Προς το παρόν ο πρωθυπουργός αναμένεται να ξαλαφρώσει τον Παπακωνσταντίνου τοποθετώντας έναν επιπλέον υπουργό για τα έσοδα, ίσως και δύο, που να είναι όμως «ελέγξιμοι». Έτσι, ενώ στο προσκήνιο θα περνάει η εικόνα ότι «κάτι γίνεται», παρασκηνιακά και επί της ουσίας η γραμμή παραμένει η ίδια: αυτή της απραξίας. Διότι η έλλειψη πείρας του οικονομικού επιτελείου θα οδηγήσει πάλι σε οριζόντιες περικοπές και φοροεισπρακτικά μέτρα που θα βαθαίνουν την ύφεση.

Η απειρία είναι ο λόγος που δεν υπάρχουν μελέτες για το πώς θα βγει η χώρα από την κρίση και που το νέο φορολογικό σχέδιο θα γραφτεί από τους αξιωματούχους της τρόικας, οι οποίοι βεβαίως δεν γνωρίζουν τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας!
Όπως μαθαίνουμε, ενώ η δέσμη μέτρων έπρεπε να κατατεθεί στην Κομισιόν στις 28 Μαρτίου, όλα βρίσκονται στον αέρα επειδή ακριβώς δεν υπάρχουν εμπειρογνώμονες για να τα καταρτίσουν, καθώς ο υπουργός Οικονομικών επιμένει να μην ακούει τους μέσα και να ποντάρει στις έτοιμες λύσεις που του προτείνουν οι αξιωματούχοι του ΔΝΤ!