Κυριακή 26 Ιουνίου 2011

Β. ΜΗΝΑΚΑΚΗΣ: ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗ ΛΑΪΚΗ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΕ

Πλατεία Συντάγματος, 24/6/2011


Υπάρχει θέμα ΕΕ και ευρώ στη συζήτηση γύρω από την ελληνική κρίση ή όχι; Αυτό είναι ένα κρίσιμο ερώτημα. Και πρέπει να συζητηθεί όχι γενικόλογα, θεωρητικά, αλλά με βάση την εμπειρία και την πραγματικότητα. Το ερώτημα αυτό, μάλιστα, έχει δύο πλευρές.
Καταρχήν: Η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, την ΕΕ και τη Ζώνη του Ευρώ έχει ωφελήσει ή όχι τους εργαζόμενους και τους νέους; Συνέβαλε ή όχι στην εκδήλωση της κρίσης και ειδικότερα στο τεράστιο δημόσιο χρέος και έλλειμμα; Και δεύτερον: Η παραμονή στην Ευρωζώνη και την ΕΕ, το Σύμφωνο για το ευρώ, τα Μνημόνια συμβάλλουν ή όχι στην αντιμετώπιση της κρίσης σε όφελος των εργαζομένων;
Βέβαια, και μόνο το γεγονός ότι μηχανισμοί της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι οι δύο από τους τρεις της τρόικα λέει πολλά. Πολλά λέει και το γεγονός ότι το τελευταίο διάστημα έχουμε δει πολλές φορές τους εκπροσώπους της ΕΕ να είναι πιο πιεστικοί στη λήψη αντεργατικών μέτρων ακόμη και από το ΔΝΤ!
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά.

Υποστηρίζεται από την κυρίαρχη προπαγάνδα ότι η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, την ΕΕ και το ευρώ ωφέλησε την ελληνική οικονομία. Τι δείχνουν, όμως, τα στοιχεία (προϋπολογισμοί): Από το 1993 ως το 2007 οι εισροές από την ΕΕ (αυτά που πήραμε μείον αυτά που δώσαμε) αυξήθηκαν κατά 30% (από 3.091,3 σε 4.009 εκ. ευρώ). Την ίδια περίοδο το εμπορικό ισοζύγιο επιδεινώθηκε από -9.623,7 σε -20.605,4. Δηλαδή, η τελική ζημιά της ελληνικής οικονομίας από την ΕΕ από -6.532.3 εκ. ευρώ το 1993 ανήλθε σε -16.596,4 το 2007. Αυξήθηκε, σα να λέμε, 254%!
Ίδια είναι η εικόνα και στους επιμέρους τομείς. Το ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων και τροφίμων της Ελλάδας με την ΕΟΚ είχε πλεόνασμα μέχρι το 1980 κι έγινε ελλειμματικό το 1981, την πρώτη χρονιά ένταξης στην ΕΟΚ. Από τότε το έλλειμμα αυξάνεται διαρκώς και τα τελευταία χρόνια φτάνει περίπου στα 2,7-3,5 δις ευρώ ετησίως. Έτσι, η Ελλάδα από εξαγωγική χώρα αγροτικών προϊόντων πριν την ένταξη στην ΕΟΚ μετατράπηκε σε χώρα εισαγωγική. Μάλιστα, οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων που θα μπορούσαν να παραχθούν στην Ελλάδα, φτάνουν κάθε χρόνο τα 5-6 δις ευρώ.
Θα πει κάποιος: Εντάξει, όμως η ροή κεφαλαίων μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ δεν αφορά μόνο το εμπορικό ισοζύγιο, που όντως είναι αρνητικό. Αφορά και τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές, κι εδώ το ισοζύγιο είναι θετικό. Μόνο που το πλεόνασμα του δεύτερου δεν υπερκαλύπτει το έλλειμμα του πρώτου. Και το κυριότερο: ο «φτηνός» δανεισμός -που τελικά αποδείχτηκε και «πικρός» και ακριβός, καθώς εκτίναξε τα ελλείμμματα και το χρέος- έγινε κυρίως για να στηριχτούν η κατανάλωση των προϊόντων που παρήγαγαν οι πολυεθνικές και η χρηματοπιστωτική φούσκα, που όταν έσκασε άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου της κρίσης.

Το κύριο, όμως, δεν είναι το λογιστικό και «δούναι και λαβείν». Είναι οι κοινωνικές επιπτώσεις που είχαν η ΕΕ και το ευρώ στη ζωή των εργαζομένων, των νέων, των αγροτών. Κι εδώ η εικόνα δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών.
Ας ξεκινήσουμε από τους εργαζόμενους. Στην Ελλάδα οι πραγματικοί κατώτατοι μισθοί μειώθηκαν την περίοδο 2000-8 κατά -0,5% ετησίως, ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας αυξανόταν κατά 2,3% ετησίως τη την ίδια περίοδο. Το σκληρό ευρώ κι οι κανόνες της ΟΝΕ ευνοούσαν τις μεγάλες πολυεθνικές, με αποτέλεσμα οι μικρότερες εταιρείες να έχουν μόνο ένα όπλο για να είναι ανταγωνιστικές: τη μείωση του εργατικού κόστους.
Το περιβάλλον ανταγωνισμού που δημιουργήθηκε με την ένταξη στην ΕΕ και το ευρώ μετέτρεψε σε προβληματικές πολλές ελληνικές παραγωγικές μονάδες ή τις οδήγησε στο κλείσιμο. Και μπορεί οι ιδιοκτήτες τους να σώθηκαν, γιατί εντάχθηκαν σε διάφορους νόμους, γιατί το κράτος αγόρασε τις προβληματικές και τους χάρισε τα χρέη ή γιατί μετέφεραν τις δραστηριότητές τους στα Βαλκάνια, χιλιάδες εργαζόμενοι όμως έμειναν χωρίς δουλειά. Θα πει κάποιος: δεν φταίει και γι' αυτό η ΕΕ. Φταίει ότι οι ελληνικές εταιρείες δεν ήταν ανταγωνιστικές. Πώς όμως θα γίνουν ανταγωνιστικές; Με μισθούς Βουλγαρίας, ασφάλιση Αλβανίας, συνθήκες εργασίας Ταϊλάνδης και ωράρια Κίνας. Με τον τρόπο, δηλαδή, που περιγράφει το Σύμφωνο για το ευρώ.
Στο ασφαλιστικό, η ΕΕ πίεζε διαρκώς για αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης, μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, τζογάρισμα των ασφαλιστικών στο χρηματιστήριο. Αυτό ακριβώς υλοποιούσαν οι αντιασφαλιστικοί νόμοι Ρέππα, Πετραλιά και Λοβέρδου. Έτσι προέκυψαν και τα «δομημένα ομόλογα» του ΤΕΑΔΥ, που ως προς τον τρόπο υλοποίησης ήταν σκάνδαλα, αλλά ως προς την ουσία ήταν ό,τι ακριβώς απαιτούσαν η ΕΕ και οι χρηματαγορές για τα αποθεματικά των ταμείων.
Στις εργασιακές σχέσεις, τέλος: Ήδη από τη «Λευκή Βίβλο» του 1994 η ΕΕ πίεζε για ελαστικές σχέσεις εργασίας και μερική απασχόληση. Ακολούθησαν η λεγόμενη «ελαστασφάλεια», η οδηγία Μπολκενστάιν και τόσα άλλα, στα οποία πρωτοστάτησε η «Ατζέντα 2010» που προώθησε ο Γκ. Σρέντερ, ο σοσιαλδημοκράτης καγγελάριος της Γερμανίας. Σε αυτή την «Ατζέντα» και στα 7,5 εκατομμύρια Γερμανών που εργάζονται με ελαστικές μορφές απασχόλησης και αποδοχές κάτω από 400 ευρώ στηρίχτηκε η άνοδος της ανταγωνιστικότητας των γερμανικών πολυεθνικών.
Να συνεχίσουμε με την παιδεία; Ποιος δεν θυμάται ότι τη στιγμή που οι φοιτητές ξεσηκώνονταν ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16 η ΕΕ προωθούσε οδηγία που νομιμοποιούσε από την «πίσω πόρτα» τα ιδιωτικά ΑΕΙ και τα κολέγια; Κι ότι με τη λεγόμενη στρατηγική της Λισαβόνας η ανώτατη εκπαίδευση παραδίδεται στην αγορά;
Καταστροφικά ήταν επίσης τα 30 χρόνια της ΕΕ για τους μικρούς αγρότες και για τους εργάτες των εργοστασίων μεταποίησης αγροτικών προϊόντων που έκλεισαν. Για παράδειγμα: ενώ η Ελλάδα ήταν αυτάρκης κι είχε υψηλή παραγωγικότητα στην τευτλοκαλλιέργεια, μείωσε κατά εννιά φορές τις ποσότητες ζάχαρης που παράγει και τώρα εισάγει από τη Γερμανία και τη Γαλλία το 50% των αναγκών της. Παράλληλα, έκλεισαν τα 2 από τα 5 υπερσύγχρονα εργοστάσια ζάχαρης, ενώ τώρα ιδιωτικοποιούν και τα υπόλοιπα. Με άλλες κοινοτικές αποφάσεις (ποσοστώσεις) μειώθηκε η παραγωγή καπνού κατά 82%, παρότι η ΕΕ εισάγει το 75% των αναγκών της. Παράλληλα, ξεκληρίστηκαν χιλιάδες αγρότες: Το 1981 υπήρχαν 997.000 αγροτικά νοικοκυριά ενώ το 2007 είχαν μείνει 614.000. Την τελευταία 10ετία, οι αγρότες μειώθηκαν κατά 35% και το αγροτικό εισόδημα κατά 19%.

Αν, όμως, οι συνέπειες ήταν ολέθριες για τους μισθωτούς, τους νέους και τους αγρότες, για το ελληνικό κεφάλαιο -ιδιαίτερα για τις ηγετικές του μερίδες, που έχουν πολυεθνική αναφορά- η ένταξη στην ΕΕ και την ευρωζώνη ήταν ιδιαίτερα προσοδοφόρα. Στα χρόνια αυτά κατάφεραν να αποθησαυρίσουν στις ελβετικές τράπεζες 600 δις. Να ιδρύσουν στα Βαλκάνια 4.000 επιχειρήσεις. Να κυριαρχήσουν στην αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή. Να προσθέσουν στη φαρέτρα τους κι άλλα όπλα που αυξάνουν την εκμετάλλευση των εργαζομένων και τα κέρδη τους. Και τελικά, να αυξήσουν το μερίδιό τους στο παραγόμενο ΑΕΠ εις βάρος του μεριδίου των μισθωτών. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που το ελληνικό κεφάλαιο θεωρεί αδιαπραγμάτευτη τη συμμετοχή στην ΕΕ και το ευρώ και που παθαίνει έμφραγμα και μόνο στην ιδέα της εξόδου από αυτούς τους μηχανισμούς.

«Πήραμε», όμως, και κάποια χρήματα, όλα αυτά τα χρόνια. Ναι, αλλά πόσα ήταν και πού πήγαν; Τα περίφημα «πακέτα» που πήραμε, τα ΜΟΠ της περιόδου 1986-93 (471 εκατ. ευρώ), το Β΄ ΚΠΣ της περιόδου 1994-99 (12,3 δις), το Γ΄ ΚΠΣ της περιόδου 2000-2006 (26,1 δις) και το ΕΣΠΑ της περιόδου 2007-2013 (26,2 δις) αθροίζουν ένα ποσό περίπου 65 δις ευρώ. Τι σημαίνει αυτό το ποσό αν κάνουμε τις διαιρέσεις: 196 ευρώ το χρόνο για κάθε κάτοικο της Ελλάδας. Ή αλλιώς, 0,54 λεπτά του ευρώ την ημέρα!
Από αυτά τα 65 δις, μέχρι τα τέλη του 2009 είχαν εκταμιευτεί τα 43 δις. Ξέρετε πόσο ήταν το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου της Ελλάδας έναντι της ΕΕ από το 1980 μέχρι το 2009; 254 δις! Δηλαδή: Δώσαμε ως Έλληνες μισθωτοί και αγρότες 254 δις (για εισαγωγές από τις δυτικοευρωπαϊκές πολυεθνικές) και πήραμε 43 δις. Τουτέστιν, για κάθε ευρώ που «μας δίνουν», τους πληρώνουμε ...έξι!
Αλλά κι αυτά που «μας δίνουν» πού πάνε; Πάνε κυρίως στο κεφάλαιο, διευκόλυναν τη δράση των πολυεθνικών, πριμοδότησαν τις αναδιαρθρώσεις της αγροτικής, ετεροχρόνισαν την εξαθλίωση των εργαζόμενων και των αγροτών κι αποτέλεσαν μοχλό για την επιβολή νέων εργασιακών σχέσεων.
Να θυμίσουμε ότι το 50% του Γ΄ ΚΠΣ πήγε σε συγκοινωνιακούς άξονες με βάση τα συμφέροντα των τεχνικών εταιριών και των πολυεθνικών για εμπορικούς δρόμους ή σε προγράμματα... «κατάρτισης» που στόχευαν στη μείωση του «εργατικού κόστους».
Να θυμίσουμε ότι, ακόμη και η Ελευθεροτυπία, που ανέβαζε τα ποσά που «πήραμε» ως χώρα μέχρι σήμερα στα 120 δις ευρώ -στο μισό δηλαδή του εμπορικού ελλείμματος-, σημείωνε ότι τα 51,3 δις επιστράφηκαν σε πολυεθνικές της δυτικής Ευρώπης για προμήθεια μηχανημάτων, εξοπλισμού κ.λπ.
Και, τέλος, να θυμίσουμε ότι το 80% των επιδοτήσεων εισπράττεται από το 20% των αγροτών αλλά και μη αγροτών, με τη μερίδα του λέοντος να την παίρνουν μεγάλοι οινοπαραγωγοί ή κτηνοτρόφοι τύπου Βιβάρτια κ.λπ.

Κλείνοντας το πρώτο σκέλος του αρχικού ερωτήματος, ένα πράγμα είναι φανερό: Η συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ και το ευρώ δεν ήταν μόνο βασικό όχημα επίθεσης στα λαϊκά δικαιώματα, ήταν και μια από τις βασικότατες αιτίες -όχι η μόνη, ούτε ίσως η κύρια- που η κρίση πήρε τόσο εκρηκτικές διαστάσεις στην Ελλάδα. Να θυμίσουμε ότι με ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο είναι μοιραίο να αυξάνεται το χρέος; Ότι τα ελλείμματα των PIGS είναι ακριβώς όσα τα πλεονάσματα των γερμανικών πολυεθνικών που εκμεταλλεύτηκαν το περιβάλλον του ευρώ για να κυριαρχήσουν. Ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος επταπλασιάστηκε από το 1981 μέχρι την ένταξη στο Μνημόνιο; Ότι το ευρώ δεν μας προστάτεψε από τις επιθέσεις των κερδοσκόπων και την κρίση, αντίθετα τη γενίκευσε και τη μετακύλησε πάνω από όλα στους εργαζόμενους. Ή ότι η ελληνική κρίση πήρε εκρηκτικές διαστάσεις μεταξύ άλλων και γιατί η «ελληνική περίπτωση» έγινε αιχμή της σύγκρουσης μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ.

Ας πάμε τώρα στη δεύτερη πλευρά. Συμβάλλουν η ΕΕ και το ευρώ στην αντιμετώπιση της κρίσης και του χρέους ή όχι. Είναι ένα «όπλο στα χέρια μας» για τη φιλολαϊκή έξοδο από την κρίση; Με μια πρώτη ματιά, η ΕΕ βοηθά την Ελλάδα να ξεπεράσει την «κρίση χρέους» προσφέροντάς της, μαζί με το ΔΝΤ, με το πρώτο πακέτο 110 δις και με το δεύτερο περίπου 120 δις. Αν δεν υπήρχαν τα χρήματα αυτά, λένε, η οικονομία μας θα κατέρρεε και το κράτος δεν θα μπορούσε να πληρώσει μισθούς και συντάξεις.
Γιατί, όμως, η ΕΕ προσφέρει τόσο απλόχερα μια τόσο μεγάλη βοήθεια; Επειδή τη χαρακτηρίζει πνεύμα αλληλεγγύης; Πολύ ιδανικό για να είναι αληθινό στον κόσμο των αγορών και των πολυεθνικών. Τότε γιατί;
Πρώτον, γιατί οι γαλλικές και γερμανικές τράπεζες, που κατέχουν μεγάλο μέρος των ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, φοβούνται ότι μια ανοιχτή χρεοκοπία της Ελλάδας θα οδηγούσε και τις ίδιες στην κατάρρευση. Έτσι, διασώζοντας την Ελλάδα σώζουν και τον εαυτό τους. Παράλληλα, χορηγώντας τα δάνεια του Μνημονίου και του δεύτερου πακέτου, κερδίζουν χρόνο, ώστε να απαλλαγούν από τα ελληνικά ομόλογα και να περιορίσουν τους κινδύνους τους.
Δεύτερον, γιατί οι ευρωπαϊκές πολυεθνικές -με αιχμή τις γερμανικές- φοβούνται ότι μια ανοιχτή ελληνική χρεοκοπία θα οδηγήσει σε συνολική κατάρρευση του ευρώ, οπότε θα καταβαραθρωθούν οι εξαγωγές τους. Άρα, διασώζοντας την Ελλάδα σώζουν το νόμισμα που τους επιτρέπει να έχουν κέρδη και να πλεονεκτούν έναντι των ανταγωνιστών τους.
Και τρίτον γιατί το αντίτιμο της «σωτηρίας» μας -οι όροι, δηλαδή, με τους οποίους παρέχεται η «βοήθεια»- τους ωφελεί πολλαπλά: Μειώνει δραματικά το εργατικό κόστος και συντρίβει την εργασία, γεγονός που πολλαπλασιάζει τα κέρδη των εργοδοτών. Επιτρέπει στις μεγάλες πολυεθνικές να καταβροχθίσουν μικρότερες εταιρείες και τα φιλέτα της δημόσιας περιουσίας που ιδιωτικοποιούνται. Και τέλος, μέσω της αποπληρωμής των δανείων αυτών -που προφανώς δεν δίνονται άτοκα ούτε χαριστικά- τους επιτρέπει να ιδιοποιούνται ένα διαρκώς αυξανόμενο μέρος του κοινωνικού πλούτου που παράγεται στην Ελλάδα. Βεβαίως, κάποιοι -και μιλώ για τους κατόχους των λεγόμενων CDS- κερδίζουν και από τις φημολογίες ή το ενδεχόμενο χρεοκοπίας ή αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους.
Άρα λοιπόν, στηρίζοντας την Ελλάδα στηρίζουν πρώτα από όλα τον εαυτό τους και τα κέρδη τους. Γι’ αυτό και 50 μεγάλες γαλλικές και γερμανικές πολυεθνικές κάνουν τις τελευταίες ημέρες μια τεράστια διαφημιστική καμπάνια υπέρ της Ελλάδας.
Τι μας νοιάζει εμάς, θα αντέτεινε κάποιος. Αφού έτσι «σωζόμαστε» από τη χρεοκοπία, όλα τα άλλα έχουν δευτερεύουσα σημασία. «Σωζόμαστε», όμως; Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι το δημόσιο χρέος από 144% του ΑΕΠ όταν εγκρίθηκε το Μνημόνιο θα φτάσει φέτος στο 167%. Το σημαντικότερο, όμως, δεν είναι και πάλι οι αριθμοί. Είναι το αν πραγματικά «σωζόμαστε» και ποιος ακριβώς σώζεται.
Σίγουρα σώζονται οι εργοδότες, ο ΣΕΒ. Με το Μνημόνιο, το Μεσοπρόθεσμο, το Σύμφωνο για το ευρώ και τα άλλα κυβερνητικά μέτρα εξασφαλίζουν μειωμένους μισθούς, ελαστική εργασία, ατομικές κι επιχειρησιακές συμβάσεις, μειωμένη φορολογία, μειωμένες εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, ελευθερία απολύσεων. Τι περισσότερο θα μπορούσαν να ζητήσουν για να αυξήσουν τα κέρδη τους;
Σώζονται και οι τράπεζες. Τα 110 δις του πρώτου Μνημονίου είναι ακριβώς ίσα με τα 108 δις που έχουν τούς δοθεί με τα διάφορα πακέτα στήριξης των κυβερνήσεων Καραμανλή και Παπανδρέου.
Αυτοί που σίγουρα δεν σώζονται είναι οι εργαζόμενοι. Η πολιτική της κυβέρνησης, της ΕΕ, του ΔΝΤ θα τους βυθίσουν στην εξαθλίωση, θα απογειώσουν τη φορομπηξία και την ανεργία, θα εξαφανίσουν την κοινωνική ασφάλιση, θα συντρίψουν την παιδεία και την υγεία, θα ιδιωτικοποιήσουν τα πάντα - και το κυρότερο, χωρίς φως στο βάθος του τούνελ.
Αλλά ούτε και η λεγόμενη «εθνική οικονομία» σώζεται, καθώς με αυτούς τους όρους και με τους ασφυκτικούς μηχανισμούς επιτήρησης και προώθησης του Συμφώνου για το ευρώ και του Μνημονίου να διεισδύουν ακόμη και στον τελευταίο δήμο ή στο τελευταίο σχολείο και νοσοκομείο, η δυνατότητα για οικονομική ανάκαμψη με βάση τις λαϊκές ανάγκες μοιάζει κάτι παραπάνω από όνειρο θερινής νυκτός.

Αξίζει εδώ μια κουβέντα παραπάνω στο Σύμφωνο για το ευρώ. Στην ουσία αποτελεί ένα ακόμη πιο άγριο μνημόνιο, για όλη την Ευρώπη όμως. Δύο είναι οι κύριες κατευθύνσεις του.
Η πρώτη αφορά τη δραστική συρρίκνωση των εργατικών μισθών, ώστε το κόστος εργασίας να αξιολογείται «βάσει της παραγωγικότητας και των αναγκών προσαρμογής της ανταγωνιστικότητας». Μιας ανταγωνιστικότητας που, για να ξεπεράσει τους κύριους εμπορικούς αντιπάλους της ΕΕ, όπως η Κίνα ή οι ΗΠΑ, θα συντρίψει τους μισθούς.
Η δεύτερη αφορά τη διαμόρφωση ενιαίων κανόνων λειτουργίας της ευρωπαϊκής οικονομίας σε ένα πολύ πιο ευρύ πεδίο από αυτό που αποτυπώνεται στην ΟΝΕ, με πολύ πιο δεσμευτικούς όρους, με πολύ πιο πιεστικούς, άμεσους και τακτικούς μηχανισμούς «ελέγχου», «εποπτείας», «επιτήρησης» και «επιβολής» (οι εντός εισαγωγικών λέξεις, προέρχονται αυτούσιες από το κείμενο της ΕΕ) και με «επικέντρωση ιδίως σε τομείς που εμπίπτουν στην εθνική αρμοδιότητα» ως τώρα. Κανόνων που -όπως γίνεται πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις- αποτυπώνουν το «δίκαιο του ισχυρού» και τους συσχετισμούς δύναμης μεταξύ των κεφαλαίων και των κρατών.
Όπως, λοιπόν, η έγκριση του Μεσοπρόθεσμου αποτελεί προϋπόθεση για την εκταμίευση της 5ης δόσης του Μνημονίου και την έγκριση του δεύτερου πακέτου σωτηρίας, έτσι και στην ΕΕ, η αποδοχή του Συμφώνου για το ευρώ αποτελεί προϋπόθεση για τη δημιουργία του μόνιμου μηχανισμού χρηματοδοτικής σταθερότητας. Κι όπως εδώ απαιτείται η συναίνεση όλου του σάπιου πολιτικού συστήματος, έτσι και το Σύμφωνο για το ευρώ φέρνει φαρδιά πλατιά τις υπογραφές νεοφιλελεύθερων αλλά και «σοσιαλιστών».

Το Σύμφωνο για το ευρώ δεν είναι μια ακόμη νεοφιλελεύθερη παρεκτροπή στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Είναι η αντιδραστική συνέχεια της Λευκής Βίβλου, του Μάαστριχτ, της Λισαβόνας, της Ευρωσυνθήκης. Είναι η οικονομική πλευρά μιας ΕΕ που βομβαρδίζει στη Λιβύη -όπως χθες στην πρώην Γιουγκοσλαβία, στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν-, που στήνει τείχη ρατσισμού και εκκολάπτει το αβγό του νεοφασισμού και του εθνικισμού, που προωθεί ένα όργιο καταστολής και ηλεκτρονικού φακελώματος, που βάφτιζε δημοκράτες τον Μπεν Αλί και τον Μουμπάρακ. Δεν αποκαλύπτει απλώς την κυριαρχία των τραπεζών και των αγορών, το στρεβλό χαρακτήρα της ευρωπαϊκής οικοδόμησης ή την έλλειψη ηγετών μεγάλου διαμετρήματος, αλλά τον αντιδραστικό χαρακτήρα της ίδιας της ΕΕ και του ευρώ, από τη δημιουργία τους ως σήμερα.
Αυτός ο χαρακτήρας δεν αλλάζει, δεν μεταρρυθμίζεται – μόνο ανατρέπεται, διαλύεται. Κι αυτό πρέπει να γίνει με την ΕΕ συνολικά. Γιατί η ΕΕ δεν μπορεί να επανιδρυθεί σε φιλολαϊκή βάση. Ούτε είναι μια προοδευτική ή δήθεν αντικειμενική διαδικασία. Είναι μια ένωση που σχεδιάστηκε, οικοδομήθηκε και πορεύεται με αδιαπραγμάτευτο κριτήριο τα συμφέροντα του κεφαλαίου, των αγορών. Κι αυτό το κριτήριο παραμένει σταθερό, όσο κι αν τσακώνονται μεταξύ τους για τη μοιρασιά της λείας οι γαλλικές, οι γερμανικές ή οι βρετανικές πολυεθνικές, η ΕΕ με τις ΗΠΑ ή την Κίνα.

Εδώ κρίνουμε αναγκαία μια σημαντική διευκρίνιση. Ποιος είναι αυτός που ευθύνεται για τα προβλήματα των εργαζομένων και των νέων; Η κυβέρνηση ή η ΕΕ; Αλίμονο αν πέσουμε στην παγίδα να δείχνουμε μόνο τις ελληνικές κυβερνήσεις ή μόνο την ΕΕ και το ευρώ, κι αν «βγάζουμε λάδι» άλλοτε την ΕΕ (διότι δήθεν η ελληνική κυβέρνηση προωθεί τα μέτρα) και άλλοτε την κυβέρνηση (διότι δήθεν τα μέτρα που προωθεί είναι εντολές της ΕΕ και των πιστωτών). Κι ακόμη, αλίμονο αν πούμε, δεν φταίει η ΕΕ, αλλά ο καπιταλισμός, λες και η ΕΕ και το ευρώ δεν είναι τέκνα του καπιταλισμού, δεν είναι φορείς της λογικής του. Δεν είναι, λοιπόν, ή το ένα ή το άλλο. Είναι και το ένα και το άλλα. Στην επίθεση κατά των εργαζομένων βρίσκονται χέρι χέρι χρόνια τώρα οι ελληνικές κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, η ΕΕ, ο ΣΕΒ και εσχάτως και το ΔΝΤ. Με αυτή την έννοια, το κίνημα, οι λαϊκοί αγώνες, οι απεργίες πρέπει «να τους στήνουν στον τοίχο» όλους αυτούς, αλλά και τον καπιταλισμό ως σύστημα. Κι όταν φωνάζουμε «να φύγουν όλοι» εννοούμε και την όποια κυβέρνηση υλοποιεί αυτή την πολιτική, και το ΔΝΤ, και την ΕΕ, αλλά και το κέρδος, την αγορά, την εκμετάλλευση, την ανταγωνιστικότητα ως θεμέλια της κοινωνίας.

Ας επανέλθουμε, όμως, στο θέμα της ΕΕ και του ευρώ. Τα δεδομένα έχουν ως εξής: Η συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ για 30 χρόνια και στη ζώνη του ευρώ τα δέκα τελευταία συνέβαλλαν καθοριστικά στην κρίση και στο χρέος (αν και δεν τα δημιούργησαν) αλλά και στο χτύπημα των εργατικών δικαιωμάτων. Επιπλέον, η συμμετοχή αυτή όχι μόνο δεν βοηθάει στην αντιμετώπιση της κρίσης, αλλά γίνεται και βασικό όχημα για την άγρια επίθεση κατά των εργαζομένων, την άνοδο της ανεργίας, τις περικοπές των μισθών και των συντάξεων, τις ιδιωτικοποιήσεις, το κλείσιμο σχολείων, νοσοκομείων και παιδικών σταθμών, τις ατομικές συμβάσεις εργασίας, τη σύνταξη στα 70, το κλείσιμο προγραμμάτων όπως η βοήθεια στο σπίτι και τόσα άλλα.
Εύλογα, συνεπώς, προκύπτει το ερώτημα: αν έτσι είναι τα πράγματα κι αν ο χαρακτήρας της ΕΕ δεν μπορεί να αλλάξει, τότε ποιος ο λόγος να παραμένουμε στη ζώνη του ευρώ και στην ΕΕ; Κανένας. Για να αρχίζουν να λύνονται τα προβλήματα των εργαζομένων και των νέων είναι απαραίτητο να έρθουμε σε συνολική ρήξη με το ευρώ, την ΟΝΕ και την ΕΕ, να απαλλαγούμε από τα δεσμά τους.
Μια έξοδος από το ευρώ και την ΕΕ θα απάλλασσε τον ελληνικό λαό από έναν από τους βασικούς υπαίτιους της κρίσης και της αντεργατικής επίθεσης. Θα έδινε άλλες δυνατότητες και εργαλεία (που σήμερα ακυρώνονται από το πλαίσιο της ΟΝΕ) για μια παραγωγή, για μια οικονομική πολιτική, για μια κοινωνία βασισμένες στις λαϊκές ανάγκες και όχι στο κέρδος. Θα επανενεργοποιούσε κρυμμένες δυνάμεις και δυνατότητες στην αγροτική παραγωγή, στη βιομηχανία και σε άλλους τομείς που τώρα καταστρέφονται ή μένουν αδρανείς όσο η Ελλάδα παραμένει στην ΕΕ και στο μονόδρομο του κέρδους.
Μια τέτοια έξοδος δεν μπορεί να λειτουργήσει υπέρ των λαϊκών συμφερόντων από μόνη της. Πρέπει να συνοδεύεται και από άλλα πράγματα. Από τη διαγραφή όλου του χρέους. Από τη ριζική ανακατανομή του κοινωνικού πλούτου εις βάρος του κεφαλαίου και υπέρ των εργαζομένων, ώστε να αυξηθούν οι μισθοί, να αντιμετωπιστεί η ανεργία, να υπάρξει μόνιμη και σταθερή δουλειά, να βελτιωθούν η υγεία και η παιδεία, να είναι δημόσια και δωρεάν και όχι ιδιωτικά και πανάκριβα τα κοινωνικά αγαθά. Αλλά και από το πέρασμα στο δημόσιο με εργατικό έλεγχο του τραπεζικού συστήματος και την απαγόρευση της φυγής κεφαλαίων από τη χώρα. Μόνο σε ένα τέτοιο πλαίσιο -που κινείται με πνεύμα ανατροπής και πάει κόντρα στην αντεργατική επίθεση και στη φυλακή του σύγχρονου καπιταλισμού- η έξοδος από το ευρώ και την ΕΕ θα λειτουργήσει υπέρ των εργαζομένων. Αν, δηλαδή, αποτελεί κομμάτι μιας συνολικότερης πορείας που θα καθορίζεται από τις λαϊκές ανάγκες και όχι από τα κέρδη και τις αγορές.
Έχουμε συνείδηση ότι μια τέτοια έξοδος δεν μπορεί να λειτουργήσει μόνο σε εθνικά πλαίσια – και ούτε την προτείνουμε από «εθνική» σκοπιά ή έχοντας την αυταπάτη ότι μπορεί να σταθεί κάποιου τύπου «εθνική ανάπτυξη» στο σύγχρονο διεθνοποιημένο κόσμο. Χρειάζεται μια ευρύτερη διεθνής στήριξη και πάλη. Και θα έχει καλύτερα αποτελέσματα, θα μπορέσει να περπατήσει αν το δρόμο της Ελλάδας ακολουθήσουν και οι λαοί άλλων χωρών, αν όλοι αυτοί οι λαοί δημιουργήσουν τη δική τους ένωση, μια ένωση που θα είναι απαλλαγμένη από ανταγωνισμούς και «προστατευτισμούς», θα αναπτύσσει τα εργατικά δικαιώματα, θα βάζει στην πρώτη γραμμή τους εργαζόμενους και όχι τις πολυεθνικές και τις τράπεζες. Ο τρόπος που «επικοινωνούν» το Σύνταγμα με την Πουέρτα δελ Σολ και τις άλλες πλατείες της Ευρώπης δείχνει πως κάτι τέτοιο δεν είναι ανέφικτο. Αρκεί κάποιος να κάνει το πρώτο βήμα και να μη μένουν όλοι πίσω περιμένοντας τους άλλους για να κινηθούν όλοι μαζί.

Η θέση αυτή συναντά απέναντί της πολλές αντιρρήσεις.
Την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, λένε κάποιοι, την προτείνουν και μερικοί από τους ισχυρούς του χρήματος στην ΕΕ. Έτσι είναι. Ωστόσο, οι κυρίαρχοι κύκλοι της ΕΕ και των πολυεθνικών σήμερα αντιμετωπίζουν με τρόμο ένα τέτοιο ενδεχόμενο - ειδικά αν γίνει «από τα κάτω» κι από ένα μαχόμενο κίνημα. Ακόμη κι ο πολύς Μπεν Μπερνάνκι, δήλωνε προχτές ότι μια κατάρρευση της Ελλάδας θα επηρέαζε αρνητικά την παγκόσμια οικονομία. Γι' αυτό μας «σώζουν», γι' αυτό και η καμπάνια των 50 γαλλογερμανικών πολυεθνικών υπέρ της Ελλάδας.
Κάποιοι άλλοι ανακάλυψαν πως την έξοδο από την ΕΕ τη θέλει το ελληνικό κεφάλαιο – ή έστω κάποια τμήματά του. Άρα, όποιος την προτείνει, γίνεται ουρά του και τσαλαβουτάει στον εθνικισμό. Τίποτα πιο αναληθές. Ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΕΒ δήλωσε ευθαρσώς προ ημερών τη σταθερή προσήλωση των ηγετικών κύκλων του ελληνικού κεφαλαίου στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Ουρά του κεφαλαίου, συνεπώς, δεν είναι όποιος λέει έξω από το ευρώ και την ΕΕ, αλλά όποιος λέει ναι όπως ο ΣΕΒ, οι δυτικοευρωπαϊκές πολυεθνικές και οι τράπεζες. Και διεθνιστής δεν είναι εκείνος που φυλακίζει το διεθνισμό στο έδαφος που διαμορφώνει ο κοσμοπολιτισμός του κεφαλαίου, αλλά εκείνος που αγωνίζεται για να σπάσει αυτό το πλέγμα, πρώτα απ' όλα στη χώρα του, και να οικοδομηθούν μορφές διεθνούς συνεργασίας πέραν της αγοράς και του κέρδους -συνεπώς και πέραν της ΕΕ- στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο.

Δεν ισχυρίζομαι ότι η έξοδος από την ΕΕ και το ευρώ που θα επιβληθεί από την πίεση του κινήματος είναι μια προοπτική στρωμένη με ροδοπέταλα. Η εγχώρια και δυτικοευρωπαϊκή αστική τάξη είναι φυσικό να αντιδράσουν. Όπως αντιδρά κι ένας εργοδότης όταν οι εργάτες κάνουν απεργία ζητώντας αυξήσεις. Οι εργαζόμενοι, το κίνημα πρέπει από πριν να είναι προετοιμασμένοι γι' αυτή την αντίδραση και να είναι έτοιμοι να την υπερνικήσουν με τη συλλογική, μαζική πάλης και τη διεθνιστική αλληλεγγύη. Άλλωστε και η ακύρωση του Μνημονίου, του Μεσοπρόθεσμου, του Συμφώνου για το ευρώ και, πολύ περισσότερο, η αποχώρηση από το ευρώ και την ΕΕ μόνο με τη δύναμη αυτή της πάλης μπορούν να επιβληθούν κι όχι με κοινοβουλευτικές διαδικασίες.
Ισχυρίζομαι, όμως ότι το κόστος της παραμονής εντός ευρώ και ΕΕ είναι ασύλληπτα μεγαλύτερο από το κόστος της εξόδου. Το πρώτο το ξέρουμε, το ζούμε και θα το ζούμε για πολλά χρόνια, αν δεν ανατρέψουμε την πολιτική τους. Το δεύτερο είναι άγνωστο και, παρότι η κυρίαρχη προπαγάνδα το υπερβάλλει (λέγονυας ότι δεν θα πληρωθούν μισθοί και συντάξεις, θα ισχυροποιηθούν οι ΗΠΑ, θα γλινει πόλεμος, θα μας επιτεθεί η Τουρκία – κι άλλα τέτοια), δεν μπορεί να συγκριθεί με τις ολέθριες συνέπειες που έχει για τους εργαζόμενους η ασκούμενη πολιτική. Επιπλέον, το κόστος της παραμονής είναι μακρόχρονο, διαρκές, ενώ το κόστος της εξόδου θα είναι πρόσκαιρο.
Μια έξοδος από το ευρώ και την ΕΕ, σε συνδυασμό με τη στάση πληρωμών και τον επανέλεγχο του εθνικού νομίσματος και των τραπεζών, θα άλλαζε ριζικά την κατάσταση υπέρ των εργαζομένων. Τα κεφάλαια που θα χρειαστούν και δεν θα δοθούν από την ΕΕ και το ΔΝΤ, μπορούν να βρεθούν από τη μη πληρωμή των τοκοχρεολυσίων (που υπερβαίνουν τις δαπάνες του προϋπολογισμού για μισθούς και συντάξεις), από τα 600 δις των κεφαλαιούχων που βρίσκονται στις ελβετικές τράπεζες, από τη φορολόγηση του κεφαλαίου, από την εθνικοποίηση των τραπεζών, από τη δήμευση της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας, από τη δραστική μείωση των εξοπλιστικών δαπανών και –επιτέλους, βρε αδελφέ, δεν χάθηκαν στον πλανήτη οι πέραν της ΕΕ και του ΔΝΤ πιστωτές.
Επιπλέον, η άσκηση εθνικής νομισματικής πολιτικής θα οδηγήσει σε νέο εθνικό νόμισμα, που πιθανότατα θα υποτιμηθεί. Αυτό στις σημερινές συνθήκες θα αυξήσει τη ζήτηση για εγχώρια προϊόντα και θα μειώσει την κατανάλωση εισαγόμενων. Θα τονωθεί η παραγωγή, θα βελτιωθεί το εμπορικό ισοζύγιο, θα αυξηθεί η κατανάλωση. Για όσα προϊόντα δεν παράγονται στη χώρα και λόγω της υποτίμησης θα αυξηθεί η τιμή τους, θα μπορεί το κράτος να εφαρμόσει το μέτρο της διατίμησης ή και να μειώσει τη φορολογία για όσα είναι πρώτης ανάγκης ( π.χ. βενζίνη).
Σε κάθε περίπτωση, η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος δεν θα είναι σαρωτική, καθώς η αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη θα «τραυματίσει» το ευρώ, που πιθανά θα αρχίσει να κατρακυλάει στις διεθνείς αγορές. Επιπλέον, η υποτίμηση αυτή δεν θα οδηγήσει σε άνοδο του πληθωρισμού, τέτοια που να εξαφανίσει το όφελος της υποτίμησης. Κι αυτό γιατί η υποτίμηση εξατμίζεται σε βάθος χρόνου κι όχι άμεσα, και κάνει χρόνια για να μετακυλιστεί στις τιμές. Η τελευταία υποτίμηση της κυβέρνησης Σημίτη (1998) κατά 15%, δημιούργησε, τον πρώτο χρόνο, πληθωριστικό κύμα 1,2%, που έβαινε μειούμενο.
Θα κλείσω θυμίζοντάς σας το παράδειγμα του Ντέιβιντ Χάρβεϊ, που παρομοίασε την Ελλάδα με αυτόν που έχει πονόδοντο και πρέπει να κάνει οπωσδήποτε εξαγωγή δοντιού. Η εξαγωγή θα πονέσει περισσότερο βραχυχρόνια αλλά δεν μπορείς να ζεις αιωνίως με πονόδοντο. Και μόνο με την εξαγωγή επέρχεται η θεραπεία. Με αυτή την έννοια, καταστροφή δεν είναι η έξοδος από το ευρώ, αλλά η παραμονή στην ΕΕ και το ευρώ.

Η έξοδος από το ευρώ δεν είναι καταστροφή! του Π.Σωτήρη

Ένας από τους βασικούς ιδεολογικούς εκβιασμούς που κάνει σήμερα η κυβέρνηση είναι ότι εάν δεν εφαρμοστούν τα μέτρα του Μνημονίου και το Μεσοπρόθεσμο, θα έχουμε έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη και αυτό ισοδυναμεί με εθνική καταστροφή.

Προφανώς και για την κυβέρνηση δεν είναι καταστροφικό να συμμετέχουμε σε μια νομισματική ένωση ανάμεσα σε χώρες με άνισα επίπεδα παραγωγικότητας που λειτουργεί ως εάν η Γερμανία να έκανε καθημερινά ανταγωνιστική υποτίμηση έναντι της Ελλάδας, που αποδιαρθρώνει κρίσιμους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, που διευρύνει τα ελλείμματα και το χρέος, που στερεί από το ελληνικό δημόσιο στοιχειώδη εργαλεία άσκησης οικονομικής πολιτικής όπως είναι η αυτοτελής νομισματική επέκταση και η διόρθωση της ισοτιμίας.

Σίγουρα το ευρώ δεν ήταν καθόλου καταστροφικό για τις τράπεζες που μπορούσαν να εκμεταλλευτούν τα χαμηλά επιτόκια και τις ροές κεφαλαίων για να τροφοδοτήσουν μια φούσκα καταναλωτικής και στεγαστικής πίστης, για τις πολυεθνικές εταιρίες που μπορούσαν να αποκτήσουν εισαγωγική διείσδυση, για τις επιχειρήσεις που επεδίωκαν επέκταση στα Βαλκάνια διαθέτοντας «ισχυρό νόμισμα», για τα εύπορα κοινωνικά στρώματα που ήθελαν απρόσκοπτα να κάνουν επενδύσεις ή καταθέσεις στο εξωτερικό. Ούτε ήταν καταστροφικό για τους εργοδότες που εκμεταλλεύτηκαν την έκθεση στο διεθνή ανταγωνισμό ως μοχλό για να επιδεινώσουν τις συνθήκες εργασίας και να συμπιέσουν το πραγματικό κόστος εργασίας.

Όμως, για τον αγρότη που δεν μπόρεσε να αντέξει την εισβολή τεχνητά φτηνών εισαγόμενων προϊόντων, για τον εργαζόμενο της επιχείρησης που έκλεισε, τον υπάλληλο που υφίσταται τη μία περικοπή μετά την άλλη, τον κάτοικο μιας περιοχής που ερημώνει από την ανεργία, τον άρρωστο που του ανακοινώνουν κατάργηση νοσοκομειακών κλινών, πραγματική καταστροφή είναι η παραμονή στο ευρώ.

Υποστηρίζουν οι απολογητές του ευρώ ότι μια ενδεχόμενη έξοδος θα οδηγούσε αυτόματα σε ραγδαία υποτίμηση, απαξίωση των αποταμιεύσεων και εκτίναξη του πληθωρισμού. Όμως, αυτό αποτελεί ιδεολογική λαθροχειρία γιατί σκόπιμα παραβλέπουν ότι η έξοδος από το ευρώ, σε συνδυασμό με ριζοσπαστικές αλλαγές πολιτικής, όπως είναι η εθνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικών επιχειρήσεων, ο έλεγχος των κινήσεων κεφαλαίων, η παύση πληρωμών στο ληστρικό χρέος, οι φραγμοί στις ανεξέλεγκτες εισαγωγές, η διατίμηση των κοινωνικά αναγκαίων προϊόντων, συνολικά η πορεία προς τον κοινωνικό δημοκρατικό έλεγχο της οικονομίας, όχι μόνο θα αποτρέψει τέτοια ενδεχόμενα αλλά και θα ανακουφίσει από το κόστος της έκθεσης στη βαρβαρότητα του διεθνοποιημένου καπιταλισμού. Εκτός, βέβαια, και εάν έχουμε χάσει κάθε εμπιστοσύνη στη συλλογική δυνατότητα της εργαζόμενης πλειοψηφίας σε αυτό τον τόπο να μπορεί να καλύψει τις βασικές της ανάγκες μετασχηματίζοντας τις σχέσεις παραγωγής. Όντως, ορισμένα εισαγόμενα σύμβολα καταναλωτισμού μπορεί να ακριβύνουν, αλλά η αξιοποίηση των συλλογικών παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας θα οδηγήσει σε μια πραγματική κοινωνική ευημερία. Σε τελικά ανάλυση τα φτηνά ποιοτικά διατροφικά αγαθά, η δημόσια και δωρεάν παιδεία και υγεία, η διεύρυνση των δημόσιων συγκοινωνιών, η προστασία του περιβάλλοντος, η ανάκτηση της δυνατότητας εγχώριας παραγωγής υψηλής τεχνολογίας είναι προτιμότερα από το να έχουμε φτηνές εισαγόμενες οθόνες plasma.

Στην πραγματικότητα, όσοι κινδυνολογούν σήμερα για τις επιπτώσεις τυχόν εξόδου από το ευρώ, ιδίως όσοι προέρχονται από την Αριστερά, μοιάζουν να θεωρούν απόλυτα αυτονόητη και αναγκαία τη σημερινή αρχιτεκτονική των διεθνών συναλλαγών της Ελλάδας και κατά συνέπεια την απουσία οποιουδήποτε προστατευτικού μηχανισμού απέναντι στη βίαιη εσωτερίκευση των πιέσεων από την καπιταλιστική διεθνοποίηση. Πάνω σε αυτή την υπόθεση στηρίζουν τις καταστροφολογικές προβλέψεις τους, παραβλέποντας όλη την γκάμα εργαλείων που υπάρχουν για να προστατευτούν τα λαϊκά στρώματα από αυτή την έκθεση στη συστημική κοινωνική βία του διεθνοποιημένου κεφαλαίου. Σε αυτή την πλήρη αποδοχή της «απελευθέρωσης των διεθνών συναλλαγών» συντονίζονται με τον ίδιο το νεοφιλελευθερισμό που απορρίπτει μετά βδελυγμίας τον «προστατευτισμό». Η άρνηση του «ελεύθερου εμπορίου» και των «ελεύθερων κινήσεων κεφαλαίου» δεν αποτελεί εθνικισμό (εκτός και εάν π.χ. όλο το κίνημα ενάντια στον ΠΟΕ και την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση ήταν εθνικιστικό), αλλά ρήξη με τον «υπαρκτό ιμπεριαλισμό» της εποχής μας.

Ούτε πρόκειται για «εθνική αναδίπλωση». Η έξοδος από την ΟΝΕ και προοπτικά από την ίδια την ΕΕ, το να σταματήσει η Ελλάδα να είναι οικονομικό «πεδίο βολής» για τις ηγεμονικές χώρες της ΕΕ και τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οίκους, είναι προϋπόθεση για διεθνείς συναλλαγές και συνεργασίες που να στηρίζονται στην αλληλεγγύη, την ισοτιμία και τη δικαιοσύνη. Επιπλέον, τυχόν έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ, θα αποσταθεροποιούσε το νεοφιλελεύθερο «ευρωπαϊκό οικοδόμημα» θα οδηγούσε σε μια αλυσιδωτή αμφισβήτηση της κυρίαρχης πολιτικής σε όλη την Ευρώπη, άρα θα ήταν μια κίνηση κατεξοχήν διεθνιστική.

Σίγουρα όλα αυτά απαιτούν ριζικές πολιτικές ανατροπές και την απαλλαγή από ένα πολιτικό σύστημα που ταύτισε τη διακυβέρνηση με τον καταναγκαστικό νεοφιλελευθερισμό της «ευρωπαϊκής προοπτικής» και την αναγόρευση των απαιτήσεων των επενδυτών σε υποχρεωτικό γνώμονα πολιτικής. Όμως, αυτό ακριβώς δεν εκφράζει και το πάνδημο «ούστ!» στις πλατείες της οργής;

Δεν θα περάσουν! Στο Σύνταγμα μιλάει ο λαός

Σταθμός η 48ωρη γενική απεργία και συνεχίζουμε...






σκίτσο: Σπ. Δερβενιώτης


Καθόλου σίγουροι δεν είναι στην κυβέρνηση και την Ε.Ε. ότι θα περάσει από τη Βουλή το Μεσοπρόθεσμο. Σε μια διήμερη απεργιακή μάχη χωρίς προηγούμενο, Τρίτη και Τετάρτη, όπου οι συνελεύσεις των πλατειών της δημοκρατίας συναντούν αποφασισμένους εργαζόμενους που κατεβαίνουν στο δρόμο, κρίνεται η προοπτική του λαϊκού κινήματος που δεν υπολογίζει τερματικές ημερομηνίες ή τελεσίγραφα σαν κι αυτά του κ. Προβόπουλου ή των τεχνοκρατών των Βρυξελλών. Το οργανωμένο εργατικό κίνημα και οι ώριμες λαϊκές συνελεύσεις δεν ήρθαν για να εκτονωθούν: Αυτός ο αγώνας είναι δίκαιος και θα νικήσει. Είναι δίκαιος και θα φτάσει πολύ μακριά.

Η ανασχηματισμένη κυβέρνηση Παπανδρέου-Βενιζέλου έχει καταδικαστεί με τα μέτρα που προωθεί εκτελώντας τις εντολές της τρόικας και του μεγάλου κεφαλαίου. Ήδη στα μέσα ενημέρωσης οι ρωγμές είναι ορατές. Στο δρόμο μόνο της στήριγμα είναι οι φράκτες και οι κλούβες των ΜΑΤ, το παρακράτος και οι προβοκάτορες της ασφάλειας. Ο λαός της Αθήνας και όλων των μεγάλων πόλεων ετοιμάζεται να δώσει την απάντησή του στην τρομοκρατία των διλημμάτων. Στο Σύνταγμα χτυπά η καρδιά της δημοκρατίας και του μαχόμενου λαού. Αυτό κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει.

Τα πρώτα βήματα μιας λαϊκής συμμαχίας για την ανατροπή αυτής της πολιτικής γίνονται ήδη. Συντονισμός σωματείων, ομοσπονδιών, επιτροπών και πλατείας Συντάγματος, κοινή δράση με το ΠΑΜΕ και τα Πρωτοβάθμια Σωματεία σε ρήξη με την ηγεσία της ΓΣΕΕ, για συνέχιση των διαδηλώσεων και μετά την Πέμπτη, ενώ αναμένεται μια σειρά πολιτικών πρωτοβουλιών για την ανώτερη συγκρότηση του λαϊκου παράγοντα για τους επόμενους γύρους της αναμέτρησης

Σάββατο 25 Ιουνίου 2011

"Με την παρούσα πολιτική η Ελλάδα θα είναι χρεοκοπημένη το 2015"

Πηγή: Εφημερίδα "ΑΞΙΑ"
(via Newscode.gr)



Συνέντευξη του Κ. Λαπαβίτσα στη Νατάσα Καντζάβελου

Σε στάση πληρωμών και έξοδο από το ευρώ , άμεσα, προτρέπει το ελληνικό κράτος ο Κώστας Λαπαβίτσας, προκειμένου η Ελλάδα να ξεφύγει από το αδιέξοδο του σήμερα και να εξασφαλίσει μια υγειής οικονομική ανάπτυξη στο μέλλον.
Ο καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών στο Λονδίνο, σχολιάζει την ελληνική οικονομική πολιτική και την επιρροή του ελληνικού λαού, εξηγεί γιατί το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα θα αποτύχει, καταλήγωντας στην χρεοκοπία, ενώ εκτιμά ότι το οικοδόμημα που στηρίζεται το ευρώ θα καταρρεύσει ή θα υποστεί ριζικές αλλαγές.
-Πώς εκτιμάτε τις τελευταίες εξελίξεις στην Ελλάδα σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο; Πώς κρίνετε την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Παπανδρέου;



Το καθοριστικό στοιχείο των τελευταίων εβδομάδων ήταν οι πολιτικές εξελίξεις και ιδίως οι συγκεντρώσεις και οι πορείες στο Σύνταγμα. Ηκυβέρνηση Παπανδρέου έχασε παντελώς την αξιοπιστία της και μέρος της νομιμοποίησής της. Φάνηκε επίσης ότι μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού ξεπέρασε τον φόβο για το τι μπορεί να συμβεί αν η χώρα ακολουθήσει διαφορετική οικονομική πορεία. Η κυβέρνηση έχασε αυτό το όπλο και δεν πρόκειται να το ανακτήσει με ανασχηματισμούς και άλλες πολιτικές κινήσεις. Από δω και πέρα η διαμόρφωση της οικονομικής πολιτικής θα λαμβάνει υπόψη της και τις διαθέσεις των πλατειών. Όσο για τον κ. Βενιζέλο, γρήγορα θα διαπιστώσει ότι η ευφράδεια στην οποία στήριξε την καριέρα του δεν έχει καμία απήχηση στην ΕΕ και φοβάμαι ούτε πλέον και στην Ελλάδα. Δεδομένου δε ότι δεν έχει την απαραίτητη εκπαίδευση και προϋπηρεσία για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του χρέους, η θητεία του προμηνύεται περιπετειώδης.
Η βασική αιτία της πολιτικής αλλαγής είναι φυσικά η παντελής αποτυχία της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης υπό την αιγίδα τηςτρόικας. Το ναυάγιο είχε ήδη διαφανεί από το τέλος του προηγούμενου χρόνου και τώρα είναι αναντίρρητο. Συρρίκνωση του ΑΕΠ τουλάχιστον κατά 3.5% φέτος, κατάρρευση των επενδύσεων με συνακόλουθη διάλυση του παραγωγικού ιστού, ανεργία πάνω από 15%, ενώ στους νέους πάνω από 40%, πτώση της κατανάλωσης και τραγική μείωση του κύκλου εργασιών του λιανικού εμπορίου. Η σύντομη άνοδος των εξαγωγών φαίνεται να φτάνει στο τέλος της καθώς η ανταγωνιστικότητα δε μπορεί να ανεβεί επαρκώς εντός του ευρώ. Παράλληλα το χρέοςμεγαλώνει ενώ το έλλειμμα της κεντρικής κυβέρνησης κινείται στο 10% του ΑΕΠ. Το σχέδιο της ΕΕ και του ΔΝΤ έπεσε έξω. Για μιά ακόμη φορά φάνηκε ότι οι γραφειοκράτες του ΔΝΤ, όπως έχει πει ο Στίγκλιτζ, δεν είναι παρά δευτεροκλασάτα πτυχία από πρωτοκλασάτα πανεπιστήμια.
-Τι σημαίνει η ψήφιση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος; Πόσο καταστροφικό θα μπορούσε να είναι για τη θέση της Ελλάδας;
Το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα είναι παράλογο. Ξεκινάει από την παραδοχή ότι η τρέχουσα πολιτική έχει αποτύχει και ότι η Ελλάδα θα οδηγηθεί σε κατάσταση μη διαχειρίσιμη το 2015. Μας λέει ότι, αν τα πράγματα συνεχίσουν ως έχουν, το χρέος θα φτάσει τα 500 δις, η εξυπηρέτησή του θα κοστίζει 28 δις ετησίως, το έλλειμμα της κυβέρνησης θα κινείται στο 15% του ΑΕΠ και ούτω καθεξής. Τι προτείνει λοιπόν; Λιτότητα και συρρίκνωση της ζήτησης, επιβολή επιπλέον φόρων και εκποίηση μεγάλου φάσματος δημόσιας περιουσίας. Δηλαδή το σχέδιο απέτυχε, ας εφαρμόσουμε ξανα το ίδιο, αλλά πιό πολύ. Για να πετύχουμε τι; Το ίδιο το μεσοπρόθεσμο προβλέπει ότι, στην καλύτερη περίπτωση, το 2015 το χρέος θα κινείται στα 350 δις, η εξυπηρέτησή του στα 22 δις ετησίως και το έλλειμμα της κυβέρνησης στο 8%. Ο ελληνικός λαός θα περάσει δια πυρός και σιδήρου τα επόμενα τέσσερα χρόνια για να καταλήξει εκεί που ξεκίνησε. Χωρίς καν να αναφέρουμε ότι και με την παραμικρή παρέκκλιση από τις υποθέσεις του σχεδίου, η οποία είναι πιθανότατες, η τελική κατάληξη θα είναι χειρότερη.
Για να το θέσω αλλιώς, με την τρέχουσα πολιτική η Ελλάδα θα είναι πασιφανώς χρεοκοπημένη το 2015. Αν υιοθετηθεί το μεσοπρόθεσμο και πάλι θα είναι χρεοκοπημένη το 2015. Γιατί λοιπόν να μπούμε σε αυτήν τη διαδικασία αφού το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο, αλλά μετά τέσσερα χρόνια λιτότητας και με πιό αδύνατη οικονομία;
-Τι συμφέροντα κρύβονται πίσω από τη Γερμανία και τη Γαλλία που επιλέγει τον επιπλέον δανεισμό σε μια χώρα που γνωρίζει ότι δεν θα καταφέρει να αποπληρώσει τα χρέη της;
Την προηγούμενη εβδομάδα υπήρξε έντονη διαπάλη στην ΕΕ ανάμεσα στην κ. Μέρκελ, που ισχυρίστηκε ότι μέρος του κόστους της ελληνικής κρίσης θα πρέπει να επωμιστούν και οι ιδιώτες δανειστές, και στον κ. Τρισέ, που επέμεινε ότι δεν είναι δυνατόν να μεταβιβαστεί το κόστος στους ιδιώτες. Κερδισμένος βγήκε ο κ. Τρισέ. Για μιά ακόμη φορά τασυμφέροντα των τραπεζών και των μεγάλων ομολογιούχως τέθηκαν πάνω από τα συμφέροντα των εργαζομένων και της οικονομίας γενικότερα. Η θέση της ΕΕ είναι λοιπόν να δοθούν και άλλα δάνεια στην Ελλάδα με αντίτιμο το μεσοπρόθεσμο και έχοντας πλήρη γνώση της τελικής αδυναμίας της χώρας να τα αποπληρώσει. Τι σημαίνει αυτό; Ότι όταν πια θα φτάσει η ώρα της χρεοκοπίας, ίσως το 2015, το ελληνικό χρέος θα είναι στα χέρια δημόσιων δανειστών. Το κόστος της διαγραφής του θα το αναλάβουν οι φορολογούμενοι και οι εργαζόμενοι της Ευρώπης, ενώ οι τράπεζες θα έχουν απαλλαγεί. Και βέβαια οι δημόσιοι δανειστές θα απαιτήσουν ιδιαίτερα σκληρό αντάλλαγμα από την Ελλάδα. Πρόκειται για μιά απολύτως κυνική αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος που δείχνει παράλληλα ποιά είναι τα κυρίαρχα συμφέροντα στην καρδιά της ΟΝΕ.
-Επικροτείτε την άποψη του Νούριελ Ρουμπινί ότι δύο είναι οι επιλογές στην Ελλάδα, χρεοκοπία και έξοδο από το ευρώ; Πρακτικά τι θα σήμαινε αυτό για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό;
Δεν είναι βέβαια μόνο ο κ. Ρουμπινί που προτείνει παύση πληρωμών και έξοδο από το ευρώ. Σειρά οικονομολόγων υποστηρίζει αυτή την άποψη. Κι εγώ ο ίδιος ισχυρίστηκα ήδη από τον Ιανουάριο του 2010 ότι αυτή είναι η πολιτική που ενδείκνυται για τη χώρα. Πλέον είναι φανερό ότι τα πράγματα κινούνται προς αυτήν την κατεύθυνση. Στην ουσία δεν πρόκειται για επιλογή, αλλά για την πιθανότερη εξέλιξη, που οι επιπτώσεις της θα είναι πολύπλοκες και πολυσχιδείς. Το ελάχιστο που θα απαιτηθεί αμέσως είναι δημόσια ιδιοκτησία επί των τραπεζών,έλεγχος κεφαλαιακών ροών, καθώς και διοικητική παρέμβαση στις εισαγωγές και εξαγωγές για την αντιμετώπιση των αναγκών σεπετρέλαιο, τρόφιμα και φάρμακα. Η κεντρική τράπεζα θα πρέπει επίσης πάραυτα να ανασυγκροτηθεί ώστε να είναι σε θέση να στηρίξει τις τράπεζες και να ασκήσει νομισματική πολιτική.
Σε δεύτερο χρόνο θα χρειαστούν μέτρα αναδιανομής του εισοδήματος και του πλούτου, ουσιαστική αναμόρφωση τουφορολογικού συστήματος και σταδιακή υιοθέτηση βιομηχανικής πολιτικής ώστε να μπει η χώρα σε τροχιά ανάπτυξης και να προστατευτεί η απασχόληση. Μπροστά μας έχουμε μιά πολύ δύσκολη περίοδο, αλλά τουλάχιστον υπάρχει η προοπτική της ανάκαμψης και της κοινωνικής αλλαγής προς όφελος των εργαζομένων. Αν κρίνουμε από αντίστοιχες περιπτώσεις στο παρελθόν, αλλά και από τις πρόσφατες επιδόσεις τηςελληνικής βιομηχανίας, υπάρχει η δυνατότητα να ανακάμψει η οικονομία σχετικά γρήγορα και να μπει σε πορεία μεγέθυνσης. Αλλά θα χρειαστεί στιβαρό χέρι στο τιμόνι και ενεργός συμμετοχή του εργατικού και λαϊκού παράγοντα.
Θέλω να τονίσω ότι είναι απαραίτητο να υπάρξει ουσιαστική ανάλυση της παύσης πληρωμών και της εξόδου έστω και τώρα, δηλαδή την τελευταία στιγμή. Η χώρα κατασπατάλησε το διάστημα από το τέλος του 2009 αρνούμενη ακόμη και να σκεφτεί μια τέτοια εκδοχή. Κυριάρχησε ένα είδος εθνικής τύφλωσης όπου διάφοροι νόμισαν ότι μπορούσαν να αποτρέψουν το κακό με εξορκισμούς, ή καταγγέλοντας κερδοσκόπους και διεθνείς συνωμοσίες. Ας ελπίσουμε ότι έστω και τώρα θα υπάρξει η προετοιμασία που χρειάζεται διότι τα πράγματα έχουν φτάσει στο απροχώρητο.
-Πιστεύετε ότι το ευρώ αποτελεί σήμερα αποτυχημένο project; Θα μπορούσατε να αποτιμήσετε το κόστος από τις συνεχείς διασώσεις των προβληματικών χωρών της ευρωζώνης για τη Γερμανία, τους εμπνευστες του ευρώ, που τα προηγούμενα χρόνια ωφελούνταν από το ενιαίο νόμισμα; Θα μπορούσαν να είναι οι Γερμανοί εκείνοι που θα εγκαταλείψουν το ευρώ και όχι μία από τις ασθενέστερες οικονομίες;
Η ΟΝΕ δεν είναι μιά απλή νομισματική ένωση αλλά ένας μηχανισμός δημιουργίας παγκοσμίου χρήματος που θα μπορούσε δυνάμει να ανταγωνιστεί το δολάριο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχει αποτύχει με τη σημερινή της μορφή και οδηγείται είτε στην κατάρρευση, είτε σε βαθειά αλλαγή. Υπάρχει αντίφαση ανάμεσα στην κοινή νομισματική πολιτική και την πολυδιασπασμένη δημοσιονομική πολιτική εντός της ΟΝΕ. Υπάρχει επίσης αντίφαση ανάμεσα στην ενιαία αγορά χρήματος και την εθνική υπόσταση των τραπεζών. Οι αντιφάσεις αυτές έφεραν το ευρώ σε αδιέξοδο που είναι εντονότερο για τις χώρες της περιφέρειας. Οι χώρες του κέντρου έχουν μετανιώσει διότι δέχτηκαν τις χώρες της περιφέρειας στην ένωση, αλλά δεν έχουν εύκολο τρόπο για να απαλλαγούν. Δεν υπάρχει θέμα εξόδου της ίδιας της Γερμανίας διότι κυριαρχεί στο ευρώ και αποσπά τα μεγαλύτερα οφέλη. Αν φτάσουμε στη συνολική κατάρρευση το πιθανότερο είναι η Γερμανία να επιχειρήσει να δημιουργήσει ένα στενότερο ευρώ. Αλλά στην περίπτωση αυτή οι πολιτικές, οικονομικές και κοιμωνικές εξελίξεις θα είναι τόσο βαθειές που κανείς δε μπορεί να προβλέψει τι θα γίνει.


Αναρτήθηκε από You Pay Your Crisis στις 11:20 μ.μ.
Ετικέτες ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ / Λαπαβίτσας

Παρασκευή 24 Ιουνίου 2011

Οικονομική κρίση: η πραγματικότητα και η ιδεολογική στρέβλωσή της


admin | 22 Ιουνίου 2011 | 4 σχόλια



Η παγκόσμια οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2007-2008 είναι, πανθομολογούμενα, η μεγαλύτερη από τη δεκαετία του 1930. Σχεδόν τρία χρόνια μετά, η κρίση δεν έχει ξεπεραστεί παρά τους πακτωλούς τρισεκατομμυρίων δολαρίων και ευρώ που δαπανήθηκαν για τη στήριξη του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η κρίση έχει μετεξελιχθεί σε διπλή κρίση, σε κρίση δημοσίων οικονομικών και κρίση του ιδιωτικού τομέα. Η ελληνική δημοσιονομική κρίση είναι απλά η κορυφή του παγόβουνου. Ο μεγάλος φόβος είναι η Ισπανία αλλά και η Ιταλία, από τις μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη:

«Ανησυχία εκφράζουν οι αναλυτές στην Ιταλία μετά την ανακοίνωση του οίκου αξιολόγησης Moody’s για πιθανή υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.

“Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση, στην οποία η αναφορά και μόνο σε δυσκολίες και προβλήματα στην επαναχρηματοδότηση του χρέους, προσλαμβάνει διαστάσεις διεθνούς κρίσης” γράφει η εφημερίδα «La Repubblica».

Σύμφωνα με τον ανταποκριτή της εφημερίδας στη Νέα Υόρκη, Φεντερίκο Ραμπίνι, “για τους Αμερικανούς, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα σήμερα, και αύριο την Ιταλία, ισχύει η θεωρία της Lehman Brothers: αφήνεις να γίνει έστω και μια χρεοκοπία και όλο το υπόλοιπο τραπεζικό σύστημα κινδυνεύει να παρασυρθεί από το κραχ”».[1]

Ωστόσο, η οικονομική κρίση είναι για τους καπιταλιστές ένα διακύβευμα αλλά και μια ευκαιρία. Διακύβευμα, γιατί απειλεί, ορισμένους απ’ αυτούς να τους εξαλείψει οικονομικά, και ακόμα, καπιταλιστικές χώρες να τις υποβαθμίσει στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα (η περίπτωση του ελληνικού καπιταλισμού). Ταυτόχρονα, όμως, αποτελεί μια τεράστια ευκαιρία για τους καπιταλιστές να αναδιατάξουν τους ταξικούς συσχετισμούς προς όφελός τους. Προς την κατεύθυνση αυτή λειτουργεί η οικονομική τρομοκρατία που επιβάλλει η οικονομική κρίση. Αντιμέτωποι με το μαστίγιο της ανεργίας, οι εργαζόμενοι επιδιώκεται να αποδεχθούν «οικειοθελώς» ονομαστικές μειώσεις μισθών (για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο), κατάργηση συνδικαλιστικών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων. Αντί η κρίση να αποτελέσει την αιτία για την εγκατάλειψη του νεοφιλελεύθερου μοντέλου καπιταλιστικής λειτουργίας, λειτουργεί προς την αντίθετη κατεύθυνση: την ενδυνάμωση και επέκταση του νεοφιλελευθερισμού μέχρι τις έσχατες συνέπειές του. Επιστροφή σε έναν καπιταλισμό που θυμίζει τον καπιταλισμό του 19ου αιώνα: πλήρης απορύθμιση της λειτουργίας της αγοράς και εργασιακός μεσαίωνας για τους εργαζόμενους. Πράγμα που αποκαλύπτει ότι το πρόβλημα δεν είναι ο νεοφιλελευθερισμός, αλλά ο ίδιος, αυτός καθαυτός, ο καπιταλισμός!



Όταν η πραγματικότητα δεν μας βολεύει,

τόσο το χειρότερο για αυτήν

Ωστόσο, το μαστίγιο από μόνο του δεν λειτουργεί. Κινδυνεύει να δημιουργήσει ένα κοινωνικό ηφαίστειο που η έκρηξη του θα θέσει σε αμφισβήτηση τα ίδια τα θεμέλια του συστήματος: τη μισθωτή σκλαβιά.

Χρειάζεται, λοιπόν, η αστική ιδεολογία να συμπληρώσει το μαστίγιο λειτουργώντας ως το καρότο.

Η κρίση του δημόσιου χρέους, στην Ελλάδα αλλά και παγκόσμια, έδωσε τη δυνατότητα να επικεντρωθεί η προπαγάνδα (ΜΜΕ, «σοβαρών» «δημοσιογράφων», καθεστωτικών «οικονομολόγων») στην «αποτυχία του κράτους» στην οικονομική παρεμβατική του λειτουργία. Αυτό που προβάλλεται δεν είναι γιατί χρεώθηκαν τα κράτη, ποιες είναι οι αιτίες των αυξημένων χρεών. Αυτό αποσιωπάται -και ακόμα χειρότερα- λέγεται μόνο η μισή αλήθεια: πολιτική διαφθορά, αναποτελεσματικότητα των ελεγκτικών μηχανισμών του κράτους. Σύμφωνα με την προπαγάνδα, απλά και μόνο λόγω «πολιτικής ανικανότητας» τα κράτη χρεώθηκαν:

«[κατά το ΔΝΤ] οι ΗΠΑ προβλέπεται ότι θα είναι η μόνη χώρα, μαζί με την Ιαπωνία, της οποίας το δημόσιο χρέος θα αυξάνεται και το 2016. Το χρέος των αναπτυγμένων οικονομιών θα υπερβεί κατά μέσο όρο φέτος το 100% του ΑΕΠ για να φτάσει στο 107% του ΑΕΠ το 2016, ξεπερνώντας κατά 34 ποσοστιαίες μονάδες το επίπεδο που είχε πριν από το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.

Όπως υποστηρίζει η έκθεση του ΔΝΤ, ο Πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα οφείλει να συμπιέσει το έλλειμμα κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες την προσεχή διετία – η μεγαλύτερη μείωση των τελευταίων 50 ετών -προκειμένου να υλοποιήσει τη δέσμευσή του ότι θα το περιορίσει στο μισό το 2013. Συγχρόνως, κάλεσε τις ΗΠΑ να δεσμευθούν σε ένα μεσοπρόθεσμο στόχο μείωσης του δημόσιου χρέους τους».[2]

Αφού, λοιπόν, μόνο οι πολιτικοί και το κράτος ευθύνονται για την κρίση, οι… ανεύθυνοι ιδιώτες καπιταλιστές πρέπει να αφεθούν να λειτουργούν ασύδοτα (χωρίς συνδικάτα και συλλογικές συμβάσεις εργασίας) και «η αγορά» θα λύσει αυτομάτως τα προβλήματα. Σε άρθρο του Charles W. Calomiris (Αίτια της κρίσης στην αγορά ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων υψηλού κίνδυνου) διαβάζουμε ότι για την κρίση του 2007-8 ευθύνεται η κρατική παρέμβαση που εφαρμόστηκε… τη δεκαετία του 1930(!!) λόγω:[3]

«[…] απερίσκεπτων κα­νονιστικών ρυθμίσεων που θεσπίστηκαν μετά τη Μεγάλη Ύφεση [του 1929]. Μάλιστα, ορι­σμένες κανονιστικές ρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν την περίοδο εκείνη -χαρα­κτηριστικότερο παράδειγμα είναι οι εγγυήσεις καταθέσεων- πιθανόν να μην καταργηθούν ποτέ, παρά το γεγονός ότι χρηματοοικονομολόγοι και ειδικοί σε θέματα Οικονομικής Ιστορίας θεωρούν ότι η αρνητική επίδραση των εγγυή­σεων καταθέσεων (και άλλων προστατευτικών ρυθμίσεων) στην παροχή κινή­τρων είναι η κύρια αιτία της πρωτοφανούς χρηματοοικονομικής αστάθειας που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια σε ολόκληρο τον κόσμο

[…]

Δεύτερον, πολλές κυβερνητικές πολιτικές ενθάρρυναν ή επιδότησαν την ανά­ληψη κινδύνων από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που συνδέονται με την αγορά ενυπόθηκων δανείων subprime […]

Τρίτον, το κανονιστικό πλαίσιο για την προληπτική εποπτεία των εμπορικών τραπεζών αποδείχθηκε αναποτελεσματικό».

Με απλά λόγια: για όλα ευθύνεται ο οικονομικός κρατικός παρεμβατισμός, αν αφηνόταν μόνη της η «οικονομία της αγοράς» δεν θα υπήρχε πρόβλημα. Με αυτή τη λογική στην Ελλάδα, ο ΓΑΠ δηλώνει με το γνωστό του θράσος, αντικρατιστής, «αντιεξουσιαστής στην εξουσία»:

«[…] αποφάσεις μας ξεβολεύουν πολλούς που είχαν καθίσει για δεκαετίες στον σβέρκο των Ελλήνων, σπάνε κατεστημένες νοοτροπίες, ανατρέπουν τον κρατισμό και την πελατειακή λογική. Αυτοί λοιπόν που είχαν συνηθίσει στα πελατειακά προνόμια καλά θα κάνουν να συνηθίσουν στην ιδέα ότι θα ξεβολευτούν. Η Ελλάδα αλλάζει και θα αλλάξει ακόμη περισσότερο».[4]

Τα παραπάνω δεν μεταφράζονται απλά στον εργασιακό μεσαίωνα που βιώνουν οι Έλληνες εργαζόμενοι, αλλά και την αποθέωση ενός ανεξέλεγκτου άγριου καπιταλισμού. Μέχρι σήμερα μας έλεγαν για το «πρόβλημα της παραοικονομίας» στην Ελλάδα. Και πράγματι, παραοικονομία σημαίνει μαύρη εργασία (χωρίς ασφάλιση και δικαιώματα για τους εργαζόμενους) μη καταβολή φόρων και εισφοροδιαφυγή, «μαύρες τρύπες» στα δημόσια οικονομικά.

Σήμερα, έξαφνα, όλα αυτά δεν αποτελούν πρόβλημα:

«Την πρώτη θέση στη ζώνη του ΟΟΣΑ καταλαμβάνει η Ελλάδα ως η χώρα με την μεγαλύτερη παραοικονομία (ως ποσοστό του ΑΕΠ), ποσοστό που για το 2010 διαμορφώθηκε στο 29,9% του ΑΕΠ ή σε 69,05 δισ. ευρώ. Για πολλούς, όπως για τον σύμβουλο του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φρίντριχ Σνάιντερ, η αύξηση της φορολογίας θα γιγαντώσει ακόμα περισσότερο την παραοικονομία της χώρας, σύμφωνα με δημοσίευμα της «Καθημερινής».

[…]

Ταυτόχρονα ωστόσο, ο Φρ. Σνάιντερ υποστήριξε ότι στην παρούσα οικονομική κατάσταση η μεγάλη παραοικονομία λειτουργεί και ως σταθεροποιητικός παράγοντας, καθώς αποτελεί και τη μοναδική διέξοδο για μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού. Παράλληλα, υποβάθμισε τις απώλειες δημόσιων εσόδων εξαιτίας της παραοικονομίας, καθώς υπολογίζει ότι τα 2/3 της «μαύρης» οικονομίας επανέρχονται στην πραγματική οικονομία, κυρίως μέσω της κατανάλωσης.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Φρ. Σνάιντερ, η παραοικονομία στη ζώνη του ΟΟΣΑ ανέρχεται στο 13,4% του ΑΕΠ. Από τις 31 ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα καταλαμβάνει τη 10η θέση, με τη Βουλγαρία να έχει την πρώτη, όπου η παραοικονομία ανέρχεται στο 32,6% του ΑΕΠ. Στη δεύτερη θέση κατατάσσεται η Κροατία, με την παραοικονομία ν’ ανέρχεται στο 29,8%».[5]

Ιδού, λοιπόν, ο πραγματικός στόχος: η Ελλάδα (και μετά ολόκληρος ο αναπτυγμένος καπιταλιστικός κόσμος) στον «οικονομικό παράδεισο» της Βουλγαρίας και της Κροατίας: χωρίς εργασιακά δικαιώματα, με καπιταλιστές που δεν πληρώνουν φόρους και εισφορές στα ταμεία. Όλα τα βάρη στα υποζύγια τους εργαζόμενους. Όλα θα τα διορθώσει η «αόρατος χειρ» της αγοράς. Στο τέλος όλα θα «επανέλθουν στην πραγματική οικονομία, κυρίως μέσω της κατανάλωσης».



Η κρίση του 2007-2008:

η εισβολή της πραγματικότητας

Και όμως…

…αν η τρέχουσα παγκόσμια οικονομική κρίση απέδειξε κάτι, πέραν κάθε αμφιβολίας, είναι η αποτυχία της «ελεύθερης αγοράς».

Η μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομική κρίση από τη δεκαετία του 1930, δεν βρίσκεται κάπου βαθιά στο παρελθόν. Η κρίση αυτή ξέσπασε μόλις πριν τρία χρόνια περίπου. Δεν ξέσπασε σε συνθήκες μεγάλου κρατικού παρεμβατισμού, αλλά σε συνθήκες νεοφιλελεύθερης απορρύθμισης των αγορών. Η παγκόσμια οικονομική κρίση δεν ξέσπασε λόγω του (δήθεν) «μεγάλου κρατικού τομέα» στην Ελλάδα[6] ή την Ισλανδία, αλλά στην καρδιά του κτήνους: η κρίση ξέσπασε στις ΗΠΑ, τη χώρα-μοντέλο της απορρυθμισμένης «οικονομίας της αγοράς».

Αυτός ήταν ο λόγος που υπέρμαχοι της «ελεύθερης αγοράς» δήλωναν, όταν ξέσπασε η κρίση, σοκαρισμένοι από την έκτασή της ενώ παραδέχονταν ότι η λειτουργία της αγοράς είναι εγγενώς προβληματική:

«Κατά την ακρόαση ενώπιον της Επιτροπής της Βουλής για την Εποπτεία και την Κρατική Μεταρρύθμιση με θέμα «Η Χρηματοπιστωτική Κρίση και ο ρόλος των Ομοσπονδιακών Ρυθμιστικών Αρχών» στις 23 Οκτωβρίου 2008, ο Άλαν Γκρίνσπαν δήλωσε: «Έκανα το λάθος να θεωρήσω δεδομένο ότι η ιδιοτέλεια των οργανισμών, ιδίως των τραπεζών και άλλων αρκούσε για να είναι σε θέση να προστατεύσουν τους μετόχους και τα ίδια κεφάλαια τους… πρόκειται για ένα ελάττωμα στο μοντέλο που καθορίζει στο πως λειτουργεί ο κόσμος».[7]

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Από τη δεκαετία του 1980 ο νεοφιλελευθερισμός οδηγούσε σε ολοένα και μεγαλύτερη απορρύθμιση των αγορών (μείωση της άμεσης κρατικής παρέμβασης στην οικονομία, βαθμιαία κατάργηση των περιορισμών στην κίνηση του κεφαλαίου). Η «θεωρεία» ήταν ότι αυτό θα αύξανε τον ανταγωνισμό, επομένως οι υγιείς και οικονομικά αποτελεσματικότερες επιχειρήσεις θα εκτόπιζαν τις αναποτελεσματικές, με συνέπεια καλύτερα, φθηνότερα προϊόντα και υπηρεσίες ενώ θα ήταν συνεχής η οικονομική ανάπτυξη.

Στην πραγματικότητα, οι απορρυθμισμένες αγορές σε ολοένα αυξανόμενο βαθμό δημιουργούσαν (και εξακολουθούν να δημιουργούν) οικονομικές φούσκες και οικονομικές ανισορροπίες. Το αποτέλεσμα ήταν οι συνεχόμενες (αν και βραχύβιες μέχρι το 2007) οικονομικές κρίσεις να αποτελούν «σύνηθες φαινόμενο». Στις αναπτυσσόμενες χώρες οι κρίσεις προ­κύπτουν πλέον με ανησυχητική τακτικότητα -σύμφωνα με κάποια καταμέτρηση, από το 1970 μέχρι το 2007 σημειώθηκαν 124 κρίσεις![8]

Η προηγούμενη παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση ήταν την περίοδο 1997-1998. Η κρίση, τότε, ξεκίνησε από την Ταϊλάνδη και εξαπλώθηκε, πρώτα σε άλλες χώρες της Ανατολικής Ασίας και κατόπιν στη Λατινική Αμερική και τη Ρωσία.

Ωστόσο, όσο δεν συνέβαιναν σοβαρές κρίσεις στις αναπτυγμένες χώρες, οι οικονομολόγοι-απολογητές του καπιταλισμού, επιχειρηματολογούσαν ότι επρόκειτο απλά για «περιπτώσεις-ατυχήματα», «κακοδιαχείριση σε χώρες αναπτυσσόμενες» στις οποίες, υποτίθεται, δεν λειτουργούσε «ορθά η ελεύθερη αγορά». Η κρίση όμως του 2007-8 χτύπησε αρχικά τις ίδιες τις ΗΠΑ και μετά απλώθηκε σε όλες τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες.

Η κρίση αυτή ήταν το αποτέλεσμα συσσωρευμένων οικονομικών ανισορροπιών.

Στη δεκαετία του 1990 άνθησε η «οικονομία της νέας τεχνολογίας». Η αστική ιδεολογία προπαγάνδιζε, τότε, ότι η εποχή των υπολογιστών και της «υψηλής τεχνολογίας» έφερνε το τέλος όχι μόνο του οικονομικού κύκλου (περιόδους οικονομικής ανάπτυξης που ακολουθούνται από περιόδους ύφεσης) αλλά και το τέλος της εργατικής τάξης όπως την ξέραμε: τώρα πλέον ο καθένας μπορούσε νε γίνει εκατομμυριούχος χάρις στην («αταξική») «πνευματική εργασία» -η χειρονακτική εργασία αφορούσε πλέον μόνο τον (καθυστερημένο) αναπτυσσόμενο κόσμο.

Τα ιδεολογήματα κατέρρευσαν όταν η «νέα εποχή» είχε τη μοίρα όλων των προηγούμενων καπιταλιστικών οικονομικών κύκλων. Οδήγησε σε μια οικονομική άνθιση αλλά κατέληξε σε κρίση υπερπαραγωγής και υπερσυσσώρευσης που εκφράστηκε με οικονομικές φούσκες και ανισορροπίες. Για παράδειγμα, τη δεκαετία του 1990 είχαμε την εκτόξευση των επενδύσεων στις τηλεπικοινωνίες. Στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ οι δαπάνες για τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό έφτασαν τα 4.000 δισεκατομμύρια δολάρια. Αυτά τα χρήματα συγκεντρώθηκαν από επιχειρήσεις, τράπεζες, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έβλεπαν την τότε εκρηκτική ανάπτυξη του ιντερνέτ ως την κότα με τα χρυσά αυγά. Επακολούθησε υπερσυσσώρευση στον κλάδο και τελικά υπερπαραγωγή:

«Αν τα έξι δισεκατομμύρια του πληθυσμού της γης μιλούσαν συ­νεχώς, χωρίς διακοπή στο τηλέφωνο για όλη την επόμενη χρο­νιά, η δυνητική ικανότητα θα μπορούσε να μεταδώσει το σύνολο των συνομιλιών τους μέσα σε λίγες ώρες… Μόνο το 1% ή 2% των οπτικών ινών που είναι θαμμένες στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική έχουν τεθεί σε λειτουργία».[9]

Το τελικό αποτέλεσμα της δυσλειτουργίας του ιδιωτικού τομέα ήταν την άνοιξη του 2000 να σκάσει η φούσκα των εταιρειών τεχνολογίας (η «φούσκα των dot-com εταιρειών»). Από τον Μάρτιο του 2000 μέχρι τον Οκτώβριο του 2002 οι τιμές των μετοχών των εταιρειών dot-com σημείωσαν πτώση 78% η μεγαλύτερη χρηματιστηριακή πτώση από τη δεκαετία του 1930. Γι’ αυτό το λόγο, πολλοί καθεστωτικοί οικονομολόγοι φοβήθηκαν ότι η κρίση θα μετατρεπόταν σε συστημική κρίση. Οι φόβοι τους φάνηκε να επιβεβαιώνονται όταν τον Μάρτιο του 2001 η κρίση επεκτάθηκε στην υπόλοιπη οικονομία και η Αμερική (και η παγκόσμια οικονομία) βυθίστηκε σε ύφεση.

Ο τότε πρόεδρος της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, της Fed, Άλαν Γκρίνσπαν για να σταματήσει την οικονομική κατρακύλα μείωσε τα επιτόκια (στο 1%) πλημμυρίζοντας την αγορά με ρευστότητα. Οι καθεστωτικοί οικονομολόγοι ανακήρυξαν τον Άλαν Γκρίνσπαν σε «σωτήρα και μάγο του συστήματος».

Παρ’ όλα αυτά, ο ιδιωτικός τομέας απέτυχε για δεύτερη φορά στη διάρκεια λίγο μόνον χρόνων: η ρευστότητα χρησιμοποιήθηκε από τον ιδιωτικό τομέα για να αντικατασταθεί η φούσκα των dot-com με τη φούσκα της αγοράς κατοικιών, η οποία στήριξε την άνοδο της κατανάλωσης και την άνθηση της αγοράς ακινήτων στις ΗΠΑ (αλλά και στον υπόλοιπο αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο). Ιδού λοιπόν η προϊστορία της σημερινής κρίσης: στη βάση της βρίσκεται όχι μόνο η αποτυχία της αγοράς να διατηρήσει την οικονομική ανάπτυξη, αλλά η σισύφεια τάση του καπιταλισμού να οδηγεί, στο ανεξέλεγκτο κυνήγι του κέρδους, το ίδιο το σύστημα στον οικονομικό και κοινωνικό γκρεμό.



Η φούσκα της αγοράς κατοικίας

και τα χρηματοπιστωτικά παράγωγα:

ο δρόμος προς την κατάρρευση

Οι έμμισθοι κονδυλοφόροι-απολογητές του καπιταλισμού συχνά επιρρίπτουν ευθύνες στη Fed (και στον πρώην «μάγο και σωτήρα» Άλαν Γκρίνσπαν), επειδή άφησε για «μεγάλο χρονικό διάστημα» τα επιτόκια σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Η προσπάθεια είναι να απαλλάξουν τον ιδιωτικό τομέα από τις ευθύνες και να τις ρίξουν (που αλλού βολεύει ιδεολογικά;) στο κράτος. Όπως, πολύ σωστά, παρατηρεί ο Στίγκλιτς:

«Αλλά αυτή η συγκεκριμένη απόπειρα μεταβίβασης ευθυνών έχει μια ιδιομορφία: ποιος άλλος κλάδος θα έλεγε ότι τα κέρδη του ήταν τόσο χαμηλά και οι επιδόσεις του τόσο κακές επειδή ήταν πάρα πολύ χαμηλό το κόστος των εισροών του (π.χ. του χάλυβα ή της εργασίας); Στην τραπεζική, η κύρια «εισροή» είναι το κόστος των κεφαλαίων, κι όμως απ’ ό,τι φαίνεται οι τραπεζίτες παραπονούνται ότι η Fed έκανε το χρήμα πάρα πολύ φτηνό! Αν τα χαμηλού κόστους κεφάλαια είχαν αξιοποιηθεί σωστά, αν, λόγου χάρη, είχαν διατεθεί για τη στήριξη επενδύσεων σε νέες τεχνολογίες ή για την επέκταση επιχειρήσεων, θα είχαμε μια ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία.

[…]

Επιδεικνύοντας μια εξωφρενική αγνωμοσύνη απέναντι σε εκείνους που τους έσω­σαν όταν βρίσκονταν στο χείλος του γκρεμού, πολλοί τραπεζίτες ρίχνουν το φταίξιμο στο κράτος – δαγκώνοντας το ίδιο το χέρι που τους τάισε».[10] [οι υπογραμμίσεις δικές μου].

Στην πραγματικότητα ο ιδιωτικός τομέας αντιμέτωπος με μια γενικευμένη κρίση υπερπαραγωγής και υπερσυσσώρευσης, χρησιμοποίησε το φτηνό χρήμα της Fed για να επιδοθεί σε ένα όργιο κερδοσκοπίας (παρά και ενάντια στα ιδεολογήματα περί αποτελεσματικής «ελεύθερης αγοράς» που δήθεν αυτορυθμίζεται).

Η ιδιοκτησία ενός σπιτιού αποτελούσε ανέκαθεν ακρογωνιαίο λίθο του αμερι­κανικού ονείρου -αλλά και επιθυμία των ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο. Όταν οι αμερικανικές τράπεζες και εταιρείες ενυπόθηκου δανεισμού άρχισαν να προσφέρουν φτηνά ενυπόθηκα δάνεια, εκατομμύρια άνθρωποι πήραν αυτά τα δάνεια, αν και δεν είχαν τη δυνατότητα να τα εξοφλήσουν στην περίπτωση που «στράβωνε» το οικονομικό περιβάλλον. Όταν τα επιτόκια πήραν την ανιούσα, έχασαν τα σπίτια τους και όποιο κεφάλαιο είχαν ρίξει σε αυτά.

Η φούσκα στην αγορά κατοικίας τροφοδοτήθηκε από τα χαμηλά επιτόκια και το «χαλαρό» ρυθμιστικό πλαίσιο του κράτους (που είχαν επιβάλλει τα προηγούμενα χρόνια οι ιδιώτες καπιταλιστές στο όνομα της «οικονομικής ανικανότητας» του κράτους). Καθώς οι τιμές των κατοικιών εκτινάσσονταν στα ύψη στη διάρκεια που μεγάλωνε η φούσκα, οι ιδιοκτήτες «τραβούσαν» χρήμα από τα ίδια τους τα σπίτια. Όλος αυτός ο δανεισμός βασιζόταν στην (χωρίς οικονομική βάση) παραδοχή ότι οι τιμές των κατοικιών θα συνέχιζαν να αυξάνονται ή τουλάχιστον δεν θα έπεφταν. Τα νοικοκυριά (χάρις στην αρχική συνεχόμενη) αύξηση της αξίας των σπιτιών δανείζονταν και κατανάλωναν, διατηρώντας έτσι την οικονομική ανάπτυξη μέχρι το 2007.

Σήμερα οι απολογητές του καπιταλισμού, ρίχνουν το φταίξιμο όχι μόνο στο κράτος (όπως είδαμε) αλλά και στους ίδιους του δανειολήπτες γιατί… τσίμπησαν και ήσαν «χρηματοπιστωτικά αναλφάβητοι και δεν καταλάβαιναν πού έμπλεκαν». Ωστόσο, καμώνονται ότι ξεχνούν ότι φορτικά οι τράπεζες πίεζαν ακόμα και τους φτωχότερους των εργαζομένων (τα διαβόητα πλέον subprime ενυπόθηκα δάνεια) να πάρουν δάνεια και σπίτια:

«Παραδείγματος χάρη, το σπίτι της Ντόρις Κανάλες απειλήθηκε με κατάσχεση αφού το είχε αναχρηματοδοτήσει δεκατέσσερις φορές μέσα σε έξι χρόνια με ενυπόθηκα δάνεια «άνευ παραστατικών», τα οποία απαιτούσαν ελάχιστα ή μηδενικά αποδεικτικά εισοδήματος ή περιουσιακών στοιχεί­ων. “Απλώς τηλεφωνούσαν κι έλεγαν: Έι, μήπως χρειάζεσαι λεφτά στην τράπεζα;”». [11]

Όταν η Fed αύξησε το επιτόκιο βραχυπρόθεσμου δανεισμού από το 1% το 2003 σε 5,25% το 2006 το πάρτι τελείωσε. Δεν βυθίστηκε μόνο η αμερικανική οικονομία στην ύφεση αλλά και η παγκόσμια. Η επέκταση της κρίσης σε παγκόσμιο επίπεδο έγινε μέσω μιας διαδικασίας που είναι γνωστή ως «τιτλοποίηση». Μέσω αυτής της διαδικασίας τα ενυπόθηκα δάνεια είχαν τεμαχιστεί ξανά και ξανά, είχαν γίνει πακέτα ξανά και ξανά, και είχαν μεταβιβαστεί σε κάθε λογής τράπεζες και επενδυτικά κεφάλαια στις ΗΠΑ. Ταυτόχρονα, είχαν πουληθεί σε ολόκληρο τον κόσμο, και αποδείχθηκαν τοξικά για τράπεζες και εταιρείες επενδύσεων που βρίσκονταν ακόμα και στη βόρεια Νορβηγία, το Μπαχρέιν ή την Κίνα. Όταν τελικά γκρεμίστηκε αυτός ο πύργος από τραπουλόχαρτα, παρέσυρε μαζί του μερικά από τα πλέον αξιοσέβαστα ιδρύματα του παγκόσμιου ιδιωτικού κεφαλαίου: τη Lehman Brothers, την Bear Stearns και τη Merrill Lynch.

«Ολόκληρη η διαδικασία της τιτλοποίησης βασιζόταν στη θεωρία του «ακόμα πιο ηλίθιου» – ότι, δηλαδή, υπήρχαν ηλίθιοι στους οποίους μπορούσαν να πουληθούν τα τοξικά ενυπόθηκα δάνεια και τα επικίνδυνα χαρτιά που βασίζονταν σε αυτά. Η παγκοσμιοποίηση είχε προσφέρει πρόσβαση σε έναν ολόκληρο κόσμο ηλιθίων πολλοί επενδυτές στο εξωτερικό δεν καταλάβαιναν την ιδιόμορφη αμερικανική αγορά ενυπόθηκου δανεισμού, ιδίως την έννοια των δανείων άνευ προσφυγής. Η άγνοια τους, ωστόσο, δεν τους εμπόδισε να αρπάξουν αυτούς τους τίτλους».[12] [οι υπογραμμίσεις δικές μου].

Η διαδικασία της «τιτλοποίησης» είναι η μεγαλύτερη απόδειξη ενός καπιταλισμού που, αδυνατώντας να κάνει παραγωγικές επενδύσεις, αποκαλύπτει σε κοινή θέα την βαθύτερη ουσία του καπιταλισμού: στο κυνήγι του κέρδους η όποια έννοια της αποτελεσματικότητας ή του «υγιούς κέρδους» πάει περίπατο. Ακόμη και η καθαρή απάτη είναι στην ημερησία διάταξη όλων των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, ακόμα και των πιο «σοβαρών» (των τελευταίων ακόμα περισσότερο!). Το είδος παραγώγου (οδυνηρά γνωστό στην Ελλάδα λόγω της κρίσης του χρέους) που ονομάζεται συμβόλαιο μεταφοράς κινδύνου αθέτησης υποχρέωσης (credit default swap – CDS) είναι ενδεικτικό. Υποτίθεται ότι προστατεύει τον πιστωτή από τον κίνδυνο αδυναμίας πληρωμής του δανειολήπτη. Όμως:

«Τα CDS έπαιξαν ύποπτο ρόλο στην τρέχουσα κρίση για διάφορους λόγους. Χωρίς να έχουν εκτιμήσει σωστά κατά πόσον ο πωλητής των ασφαλιστηρίων μπορούσε να εκπληρώσει την υπόσχεση του, οι επενδυτές δεν ασφαλίζονταν απλώς -στοιχημάτιζαν. Κάποια από τα στοιχήματα ήταν πάρα πολύ ιδιόμορφα και δημιούργησαν στρεβλά κίνητρα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες και στις περισσότερες άλλες χώρες, δεν μπορεί κάποιος να συνάψει ασφαλιστήριο συμβόλαιο πάνω στη ζωή ενός άλλου ανθρώπου, εκτός αν έχει κάποιο οικονομικό συμφέρον (το οποίο ονομάζεται έννομο συμφέρον). Η σύζυγος μπορεί να συνάψει ασφαλιστήριο συμβόλαιο κατά του θανάτου του συζύγου της- μια εταιρεία κατά του θανάτου βασικών στελεχών. Αλλά αν ο Μπομπ ασφαλίσει τον Τζιμ, με τον οποίο δεν έχει την παραμικρή σχέση, δημιουργεί το πιο φαύλο κίνητρο που υπάρχει: ο Μπομπ έχει συμφέρον να εξασφαλίσει πρόωρο θάνατο του Τζιμ.

Αν ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα προχωρούσε στη σύναψη ασφαλιστηρίου συμ­βολαίου ενάντια στο θάνατο της Lehman Brothers θα είχε, με την ίδια λογική, κίνητρο να φροντίσει για τον πρόωρο χαμό της. Και κάθε «παίχτης» ή κάθε ομάδα «παιχτών», που ήταν αρκετά μεγάλοι για να χειραγωγήσουν την αγορά, είχαν στη διάθεση τους πληθώρα όπλων, ολόκληρο οπλοστάσιο το οποίο ενισχυόταν ακόμα περισσότε­ρο όσο πιο περίπλοκες γίνονταν οι χρηματοπιστωτικές αγορές. Οι αγορές των CDS ήταν ρηχές, άρα ήταν εύκολο να ρίξει κανείς τις τιμές -δείχνοντας ότι υπήρχε μεγάλη πιθανότητα χρεοκοπίας».[13]

Διαβάζοντας τα παραπάνω, είναι νομίζω εύκολο να αντιληφθεί κανείς τι γίνεται με τα CDS του ελληνικού χρέους σήμερα. Αλλά… αξίζει να δούμε από κοντά πως λειτουργεί αυτή η διαδικασία στην περίπτωση της Ελλάδας:

«Το εμπόριο των CDS ήταν σχεδόν μονοπωλια­κό μεταξύ ελάχιστων εταιρειών. Τη μερίδα του λέοντος κατείχε η J.P. Morgan και ακολουθούσαν οι Goldman Sachs, Morgan Stanley και Deutsche Bank. Οι πρώτες τρεις τράπεζες συνδέονται άρρη­κτα μεταξύ τους από την ίδρυση τους. Πολύ μεγάλους και ισχυ­ρούς δεσμούς μαζί τους διατηρεί και η Deutsche Bank. Συμφωνά με τον οίκο Fitch, οι τράπεζες αυτές ελέγχουν περισσότερο από τα δύο τρίτα της αγοράς CDS, κερδίζοντας επί σειρά ετών τερά­στια ποσά.

[…]

Τα ελληνικά CDS υποτίθεται πως είναι μια ασφάλεια που μπο­ρούν να αγοράσουν όσοι έχουν επενδύσει σε ελληνικά ομόλογα, ούτως ώστε να αντισταθμίσουν τον κίνδυνο από μια ενδεχόμενη πτώχευση της χώρας και συνεπώς από μια ενδεχόμενη αδυναμία πληρωμής των υποχρεώσεων της, πληρώνοντας ένα ασφάλιστρο (το οποίο είναι κυμαινόμενο και ανεβοκατεβαίνει όπως μια μετο­χή) στο τραπεζικό ή το επενδυτικό ίδρυμα που τους τα πουλάει.

Ωστόσο, επιτρέπεται να αγοράσει κανείς CDS και να νομιμο­ποιείται να λάβει την αποζημίωση σε περίπτωση πτώχευσης της Ελλάδας χωρίς να έχει στην κατοχή του ελληνικά ομόλογα, δηλα­δή χωρίς να έχει την ανάγκη ασφάλισης της επένδυσης του. Σε αυτή την περίπτωση, τα ελληνικά CDS μετατρέπονται σε χρημα­τιστηριακό στοίχημα, από το οποίο ο κερδοσκόπος μπορεί να κερδίσει με δυο τρόπους: είτε από την άνοδο της τιμής του CDS και την πώληση του ακριβότερα απ’ ό,τι το αγόρασε, καθώς το ασφάλιστρο αυξάνεται όσο η χρηματοπιστωτική επίθεση στην Ελ­λάδα συνεχίζεται, είτε από την πραγματική πτώχευση της Ελλά­δας και τη λήψη της τεράστιας αποζημίωσης.

[…]

Η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε ένα τεράστιο χρηματιστη­ριακό καζίνο (ανάλογο με αυτό που οδήγησε στην κατάρρευση της αγοράς ενυπόθηκων δανείων στις ΗΠΑ, πάλι με τη χρήση των CDS), το οποίο παρέχει ευκαιρίες για κέρδη σε κερδοσκόπους και τράπεζες σε όλο τον κόσμο, καθώς οι πρώτοι κερδίζουν όσο η κρί­ση επιδεινώνεται, ενώ οι τράπεζες απολαμβάνουν τα κέρδη από τις προμήθειες που λαμβάνουν από το εμπόριο CDS».[14] [οι υπογραμμίσεις δικές μου].

Γίνεται καθαρό από τα παραπάνω ο ορισμός του «κερδοσκόπου»: κερδοσκόπος είναι ο κάθε επιχειρηματίας!



Οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης:

καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς

-της ελεύθερης απάτης

Σε αυτό το παίγνιο «ελεύθερου ανταγωνισμού», κερδοσκοπίας αλλά και καθαρής απάτης (ελάχιστα καλυμμένης από μια λογική στοιχήματος-καζίνου), κρίσιμο ρόλο έπαιξαν οι «οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης» (Standard & Poor’s, Moody’s και Fitch).

Οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης έπρεπε να έχουν διαγνώσει τους κινδύνους που έκρυβαν τα προϊόντα την ασφάλεια των οποίων καλούνταν να πιστοποιήσουν. Αν είχαν «κάνει τη δουλειά τους» (στοιχειωδώς) έντιμα θα είχαν αναλογιστεί τα στρεβλά κίνητρα τόσο των φορέ­ων ενυπόθηκου δανεισμού όσο και των τραπεζών επενδύσεων και των τραπεζιτών, και αυτό θα τους είχε κάνει ιδιαίτερα επιφυλακτικούς.

Κάποιοι δήλωσαν υποκριτικά έκπληκτοι με την τόσο κακή επίδοση των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης. Ωστόσο οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης έχουν μακρύ ιστορικό κακών επιδόσεων (να θυμηθούμε τα σκάνδαλα Enron και WorldCom στις αρχές της δεκαετίας του 2000). Κατά τη διάρκεια της κρίσης του 1997 στην Ανατολική Ασία οι οίκοι κατη­γορήθηκαν ότι είχαν συμβάλει στη δημιουργία της φούσκας που προηγήθηκε. Έδιναν στο χρέος χωρών όπως η Ταϊλάνδη υψηλές βαθμολογίες ακόμα και μερικές μέρες προτού ξεσπάσει η κρίση. Όταν απέσυραν την υψηλή τους βαθμολογία -υποβιβάζο­ντας την Ταϊλάνδη κατά δύο βαθμίδες και τοποθετώντας τα χρεόγραφα της κάτω από την επενδυτική κατηγορία- υποχρέωσαν τα συνταξιοδοτικά ταμεία και άλλους «θεμα­τοφύλακες» να ξεπουλήσουν τα ταϊλανδικά ομόλογα, συμβάλλοντας στην κατάρρευση των αγορών και των νομισμάτων τους. Τόσο κατά την κρίση στην Ανατολική Ασία όσο και κατά την πρόσφατη κρίση στις ΗΠΑ, οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης είχαν σαφή ευθύνη. Αντί να παράσχουν ακριβείς πληροφορίες, κατάλαβαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά την ίδια περίπου στιγμή που το κατάλαβε και η αγορά – όταν ήταν πλέον αργά.

Για να ερμηνεύσουμε τις κακές επιδόσεις των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης δεν αρκεί η «θεωρεία» ότι απλά έκαναν λάθος. Πρέπει να ανατρέξουμε στα κίνητρα: τα κίνητρα τους ήταν στρεβλά, όπως και κάθε καπιταλιστή που ενδιαφέρεται πάνω απ’ όλα για τα συμφέροντά του και όχι για κάποιο (βλακώδες και αφηρημένο) «υγιές κέρδος». Πληρώ­νονται από τις τράπεζες που εξέδιδαν τους τίτλους τους οποίους τους ζητούσαν να βαθμολογήσουν. Οι οίκοι Moody’s και Standard & Poor’s, μεταξύ άλλων, μπορεί να μην κατανοούσαν τους κινδύνους, καταλάβαιναν όμως από κίνητρα. Και είχαν κίνη­τρο να ευχαριστήσουν εκείνους που τους πλήρωναν. Και ο «ελεύθερος ανταγωνισμός» (η ιδεοληψία του νεοφιλελευθερισμού) ανάμεσα στους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης χειροτέρεψε την κατάσταση: αν ένας οίκος δεν έδινε την επιθυμητή βαθμολογία, οι τράπεζες επενδύσεων μπορούσαν να απευ­θυνθούν σε άλλον. Ήταν μια κούρσα που οδηγούσε το σύστημα προς τον πάτο.

Για να επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο το πρόβλημα, οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης είχαν ανακαλύψει μια νέα μέθοδο για να αβγατίζουν τα έσοδα τους:

«Παρείχαν συμβουλευτικές υπηρεσίες όπως, πώς να παίρνει κανείς καλύτερες βαθ­μολογίες, μεταξύ των οποίων και η ποθητή βαθμολογία AAA. Μάζευαν χρήμα με το τσουβάλι λέγοντας στους επενδυτικούς οίκους πώς να εξασφαλίζουν καλές πιστο­ληπτικές αξιολογήσεις, κι έπειτα έβγαζαν ακόμα περισσότερο χρήμα δίνοντας τις βαθμολογίες. Τα έξυπνα στελέχη επενδυτικής τραπεζικής σύντομα κατάλαβαν πώς να αποσπούν το υψηλότερο μείγμα βαθμολογιών για οποιοδήποτε πακέτο τίτλων».[15]



«Πολύ μεγάλες για να πτωχεύσουν»

Με αυτόν, λοιπόν, τον τρόπο η παγκόσμια οικονομία σύρθηκε στην οικονομική κρίση. Χάρις στον ιδιωτικό τομέα ενός άπληστου και ανελέητου καπιταλισμού της «ελεύθερης αγοράς».

Τον Οκτώβριο του 2009 το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) ανακοίνωσε ότι οι ζημιές του τραπεζικού τομέα ανέρχονταν παγκοσμίως σε 3,6 τρισεκατομμύρια δο­λάρια. Οι τράπεζες είχαν αναγνωρίσει πολύ πιο περιορισμένες ζημίες. Το υπόλοιπο ποσό αποτελούσε κάτι σαν «σκοτεινή ύλη». Όλοι γνώριζαν ότι υπήρχε στο σύστημα, αλλά κανείς δεν ήξερε πού βρισκόταν (ας όψεται η δημιουργική λογιστική! Το ελληνικό δημόσιο και σε αυτήν την πρακτική είναι απλά ουραγός!).

Όταν έγινε καθαρό ότι η οικονομική καταστροφή άγγιζε τα επίπεδα της δεκαετίας του 1930, οι ίδιοι υπέρμαχοι του νεοφιλελευθερισμού, μετατράπηκαν σε προσωρινούς κεϋνσιανούς. Ζήτησαν την παρέμβαση του κράτους γιατί διαφορετικά το σύστημα οδηγείτο στην πλήρη κατάρρευση. Έγιναν, όπως ευφυώς έχει ειπωθεί, «σοσιαλιστές της αγοράς».

Στις Ηνωμένες Πολιτείες το μέγεθος των κρατικών εγγυήσεων και των πακέ­των διάσωσης πλησίασε το 80% του αμερικανικού ΑΕΠ, γύρω στα 12 τρισεκατομμύ­ρια δολάρια. Πέρα από τα ποσά που ανακοινώθηκαν, δόθηκαν στα κρυφά και εκατοντάδες ακόμα δισεκατομμύρια δολά­ρια.

Η δικαιολόγηση της σωτηρίας των καπιταλιστών ήταν αδυσώπητα ταξική:

Η κυβέρνηση Ομπάμα υποστήριξε πως οι μεγάλες τράπεζες είναι «πολύ μεγάλες για να πτωχεύσουν». Το γεγονός ότι είναι «πολύ μεγάλες» σημαίνει ότι δεν υπάρχει παρά μόνο μία πηγή χρηματοδότησης: ο φορολογούμενος εργαζόμενος. Και με βάση αυτό το δόγμα διοχετεύ­τηκαν εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια για τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Στην πράξη αυτό σημαίνει: οι μεγάλοι καπιταλιστές δεν αναλαμβάνουν πλέον κανέναν επενδυτικό κίνδυνο. Αν τα πράγματα πάνε καλά -απολαμβάνουν τα κέρδη τους. Αν τα πράγματα στραβώσουν, τα υποζύγια οι μισθωτοί πληρώνουν με τη διαμεσολάβηση του κράτους το λογαριασμό. Μειώσεις μισθών, απολύσεις, αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, αύξηση της φορολογίας. Απλό…

Το κράτος στις ΗΠΑ (αλλά και στον υπόλοιπο αναπτυγμένο καπιταλιστικό κόσμο) αγοράζει με τα χρήματα των εργαζομένων τα «τοξικά στοιχεία» (τα προβληματικά δάνεια που έδωσαν με δική τους ευθύνη οι ιδιωτικές τράπεζες) και τα χαρακτηρίζουν με εύηχο τρόπο «προβληματικά στοιχεία ενεργητικού» ή «κληροδοτη­μένα στοιχεία ενεργητικού»:[16]

«To κράτος θα αγόραζε τα τοξικά στοιχεία ενεργητικού, στο πλαίσιο του “Προγράμματος Απαλλαγής από Προβληματικά Στοιχεία Ενεργητικού” (Troubled Asset Relief Program – TARP), και παράλληλα θα έκανε ενέσεις ρευστότητας στις τράπεζες και θα καθάριζε τους ισολογισμούς τους.

[…]

Όπως ήταν φυσικό, η Γουόλ Στριτ ενθουσιάστηκε με το πρόγραμμα αγοράς των επισφαλών στοιχείων ενεργητικού. Ποιος δεν θα ‘θελε να φορτώσει τη σαβούρα του στο κράτος σε φουσκωμένες τιμές;

[…]

Στο πλαίσιο του πρώτου γύρου διασώσεων, εκείνη την περίοδο, οι φορολογούμενοι πήραν τίτλους αξίας μόλις 65 σεντς για κάθε δολάριο που έδωσαν στις τράπεζες. Στις μεταγενέστερες συμφω­νίες, όμως, και ιδίως εκείνες με τη Citibank και την AIG, οι όροι ήταν ακόμα χειρό­τεροι, καθώς για κάθε δολάριο που έδιναν οι φορολογούμενοι έπαιρναν πίσω μόνο 41 σεντς».[17]

Το πραγματικά εντυπωσιακό γεγονός από τη διάσωση των ιδιωτικών καπιταλιστών δεν είναι η διάσωση, αυτή καθαυτή, από το κράτος των ιδιωτών καπιταλιστών, αλλά η αντίδραση των καπιταλιστών που διασώθηκαν. Καθώς το κράτος παρείχε στις τράπεζες χρήματα για να αναπληρώσουν τα κεφάλαια τους και (υποτίθεται) για να διασφαλίσουν την ομαλή ροή των πιστώσεων στην οικονομία, εκείνες χρησιμοποίησαν τα χρήματα αυτά για να πληρώσουν μπόνους ρεκόρ στους εαυτούς τους -ως ανταμοιβή για τις ζημίες ρεκόρ! Εννέα πιστωτικά ιδρύματα που είχαν από κοινού κα­ταγράψει ζημίες σχεδόν 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων έλαβαν 175 δισεκατομμύρια δολάρια για τη διάσωση τους μέσω του TARP και πλήρωσαν σχεδόν 33 δισεκατομ­μύρια δολάρια για μπόνους, τα οποία περιελάμβαναν πάνω από ένα εκατομμύριο στον καθένα σε περίπου πέντε χιλιάδες υπαλλήλους. Επιπλέον κρατικά χρήματα χρησιμοποιήθη­καν για να πληρωθούν μερίσματα, τα οποία υποτίθεται ότι αποτελούν μοιρασιά των κερδών στους μετόχους. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, δεν υπήρχαν κέρδη, μόνο ελεημοσύνη προς τους καπιταλιστές από το κράτος.

Όλη αυτή η διαδικασία αναδεικνύει, με ανάγλυφο τρόπο, το ζήτημα του ποιος είναι άρχουσα τάξη και γιατί. Στον περίφημο διάλογο στην Πολιτεία του Πλάτωνα μεταξύ Θρασύμαχου και Σωκράτη ο πρώτος δηλώνει:

«Δίκαιο είναι το δίκαιο του ισχυρότερου».[18]

Οι καπιταλιστές δεν «μασάνε» στα ιδεολογήματα περί «δικαιοσύνης», «δίκαιης κατανομής των βαρών», «σωτηρίας τη πατρίδας». Αυτοί που πρέπει να πληρώσουν είναι οι εργαζόμενοι, αυτό είναι το «δίκαιο και το σωστό». Όταν και οι εργαζόμενοι, θα μάθουν ότι θα πρέπει να θεωρούν ως δίκαιο μόνο το ταξικό τους συμφέρον (όχι το «εθνικό», ή το «αντικειμενικά δίκαιο») θα έχουν κάνει το αποφασιστικό βήμα προς την απελευθέρωση τους.



Ταξικό μπρα ντε φέρ:

ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο

Οι πακτωλοί δολαρίων και ευρώ που έχουν ξοδέψει τα αναπτυγμένα κράτη δεν έχουν κατορθώσει να βγάλουν την παγκόσμια οικονομία από την κρίση. Η ανάκαμψη(;) που σημειώθηκε τα προηγούμενα τρίμηνα ήταν ασθενική, ενώ ήδη παρουσιάζει κόπωση (ενώ το φαινόμενο της μεγάλης ανεργίας παραμένει μόνιμο). Ο λόγος απλός.

Όταν το κράτος αγοράζει ένα τοξικό στοιχείο ενεργητικού οι ζημιές δεν εξαφανίζονται. Ούτε εξαφανίζονται όταν το κράτος ασφαλίζει τις ζημίες, ας πούμε, της Citibank. Απλώς μεταφέρονται από τον ισολο­γισμό της Citibank στον κρατικό ισολογισμό. Σε έναν κόσμο όπου το κέρδος του ενός είναι ζημία του άλλου (έναν κόσμο μηδενικού αθροίσματος) κάθε επίτευξη συμφωνίας μεταξύ κράτους και καπιταλιστών η οποία συμφέρει τους μετόχους και τους ομολογιούχους μιας τρά­πεζας για παράδειγμα, συνεπάγεται συμφωνία που δεν συμφέρει τα δημόσια οικονομικά (τους φορολογούμενους-υποζύγια εργαζόμενους). Ακόμα χειρότερα: επειδή τράπεζες και καπιταλιστές εξακολουθούν να έχουν (μέσω της δημιουργικής λογιστικής) κριμένα ελλείμματα και ζημίες ζητούν διαρκώς και μεγαλύτερη κρατική στήριξη με αποτέλεσμα η όλη διαδικασία να θυμίζει βαρέλι δίχως πάτο: αν πληρωθούν πάρα πολλά, το κράτος θα υποστεί τεράστιες ζημίες• αν πληρωθούν πολύ λίγα, η τρύπα στους τραπεζικούς ισολογισμούς θα φαντάζει θεόρατη.

Το πρόβλημα είναι ότι έχουν συσσωρευτεί τεράστιες οικονομικές ανισορροπίες. Η οικονομική φούσκα-ανάπτυξη των προηγούμενων χρόνων πριν την κρίση στηρίχτηκε σε βουνά χρέους. Όπως είδαμε, για προπαγανδιστικούς λόγους, ΜΜΕ και πληρωμένοι αστοί «οικονομολόγοι» δείχνουν διαρκώς τα δημόσια ελλείμματα και χρέη χωρίς να εξηγούν πως αυτά δημιουργήθηκαν. Η πραγματικότητα είναι ωστόσο, ότι τα ιδιωτικά χρέη είναι πολλαπλάσια των δημοσίων.

Συμφωνά με το ΔΝΤ, πράγματι τα δημοσιονομικά ελ­λείμματα στις δυτικές οικονομίες τριπλασιάσθηκαν κατά την τελευταία τριετία, αφ’ ενός λόγω αιφνίδιας επέκτασης των δημόσιων δαπανών (για να διασωθούν τράπεζες και βιομήχανοι) αφ’ ετέρου με την εντυπωσιακή πτώση των δημόσιων εσόδων λόγω της οικονομικής κρίσης.

Ωστόσο, το πραγματικό πρόβλημα είναι ο ιδιωτικός δανεισμός ο οποίος έχει εκτοξευτεί στη στρατόσφαιρα. Τα αμερικανικά νοικοκυριά υπερχρεώθηκαν την περίοδο της οικονομικής ανάπτυξης. Ο λόγος γι αυτό ήταν η καθήλωση των εισοδημάτων των εργαζομένων. Το πραγματικό εισόδημα (προσαρ­μοσμένο με βάση τον πληθωρισμό) των περισσότερων Αμερικανών εργαζόμενων έμεινε καθηλωμέ­νο και η μόνη διέξοδος για τα νοικοκυριά ήταν ο δανεισμός -το 2005 το εισόδημα του διάμεσου νοικοκυριού (του νοικοκυριού που βρίσκεται ανάμεσα στο 50% με υψηλότερα εισοδήματα και το 50% με χαμηλότερα εισοδήματα) βρισκόταν περίπου 3% χαμηλότερα απ’ ό,τι το 1999.

Παράλληλα με την υπερχρέωση των νοικοκυριών, αυξήθηκε εντυπωσιακά ο δανεισμός των ιδιωτικών επιχειρήσεων. Κάτι ανάλογο συνέβη και στην Ελλάδα. Κα­τά την πενταετία 2003-2008, η δανειακή εξάρτηση του τρα­πεζικού τομέα στην Ελλάδα επεκτάθηκε με ρυθμό κατά 360% ανώτερο εκείνης του δημόσιου και με εξαπλάσιο ρυθμό από εκείνον της υπόλοιπης οικονομίας. Εφ’ όσον στα δημόσια ελλείμματα προστεθούν και τα ιδιωτικά, το άθροισμα προκαλεί ίλιγγο. Με εξαίρεση λίγες χώρες, όπως η Ελλάδα, παντού σε ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο, το κατ’ εξοχήν ζήτημα είναι η υπερχρέωση του ιδιωτικού τομέα και όχι τόσο του δημοσίου (και στην Ελλάδα, ωστόσο, το ιδιωτικό χρέος είναι ίσο με το δημόσιο, δηλαδή όσα χρωστά το δημόσιο άλλα τόσα σχεδόν χρωστά και ο ιδιωτικός τομέας). Με στοιχεία του 2009 (τα οποία έχουν επιδεινωθεί εν τω μεταξύ):[19]





Μια πιο συνολική εικόνα μας δίνει ο βρετανικός Economist:[20]



Ενώ το ΑΕΠ των Ηνωμένων Πολιτειών πολλαπλασιάστηκε επί 8,75 σε ονομαστική αξία μεταξύ 1975 και 2007, το ιδιωτικό χρέος εικοσαπλασιάστηκε ενώ το δημόσιο χρέος τριπλασιάστηκε. Στις περισσότερες περιπτώσεις ο δανεισμός είναι εξωτερικός. Ο ελληνικός ιδιωτικοδημόσιος εξωτερικός δανεισμός τοποθετείται στην 11η θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών. Προηγούνται Λουξεμβούργο (3.854%), Ιρλανδία (1.004%), Ολλανδία (470%), Βρετανία (416%), Ελβετία (271%), Βέλγιο (267%), Πορτογαλία (223%), Αυστρία (212%), Δανία (196%) και Γαλλία (188%). Ακολουθούν σε μικρή από­σταση οι Γερμανία (155%) και Φινλανδία (153%).[21]

Ο λογαριασμός είναι λοιπόν μεγάλος, και οι καπιταλιστές θέλουν να τον φορτώσουν ολόκληρο στον κόσμο της εργασίας και μάλιστα με τόκο! Προσχηματικά χρησιμοποιούν το δημόσιο χρέος (που δημιουργήθηκε για να διασωθούν οι καπιταλιστές), ενώ το ιδιωτικό αποσιωπάτε ολοκληρωτικά σχεδόν!

Στην Ελλάδα βιώνουμε, με πρόσχημα το δημόσιο και μόνο χρέος, την εργασιακή επιστροφή στον 19ο αιώνα και μια φτώχια που πλέον συναγωνίζεται εκείνη της δεκαετίας του 1950. Αλλά οι Έλληνες εργαζόμενοι δεν είναι οι μόνοι που υποφέρουν. Εκατομμύρια φτωχοί Αμερικανοί έχουν χάσει ή χάνουν τα σπίτια τους -σύμφωνα με μία εκτίμηση, 2,3 εκατομμύρια μόνο το 2008 (το 2007 έγιναν πράξεις κατασχέσεων για σχεδόν 1,3 εκατομμύρια ακίνητα). Το 2009 συνολικά 3,4 εκατομμύρια ιδιοκτήτες κατοικιών έπαυσαν να εξυπηρετούν τα ενυπόθηκα δάνεια τους ενώ 2,1 εκατομμύρια έχασαν τα σπίτια τους. Εκατομμύρια ακόμα αναμένεται να αντιμετωπίσουν την κατάσχεση το 2011. Στην Αμερική, κατάσχονται ημερησίως 10.000 κατοικίες και κατά την επόμενη τετραετία 10 έως 12 εκατομμύρια οι­κογενειών θα περιπέσουν σε διαδικασίες εξώσεων, λόγω ει­σοδηματικής αδυναμίας αποπληρωμής των χρεών τους.[22] Χάνοντας τα σπίτια τους πολλοί Αμερικανοί χάνουν τις οικονομίες μιας ζωής, μαζί με τα όνειρα για ένα καλύτερο μέλλον, για τη μόρφωση των παιδιών τους, για μια κάπως άνετη συνταξιοδότηση.

Ποιο είναι το συμπέρασμα απ’ όλα τα προηγούμενα; Απλό και απολύτως κατανοητό: ταξικό μίσος. Το λογαριασμό να τον πληρώσουν τα αφεντικά και όχι εμείς. Και επιτέλους, να ανοίξουμε μαζικά τη συζήτηση για ένα άλλο κοινωνικό σύστημα που δεν θα συνθλίβει τους ανθρώπους στο κυνήγι του με κάθε μέσο πλουτισμού. Για μια κοινωνία αυτοδιαχειριζόμενη, των εργατικών συμβουλίων. Για μια σοσιαλιστική κοινωνία. Όλα αυτά, λίγους μήνες πριν, φάνταζαν «ουτοπικά», εκτός χρόνου και τόπου. Σήμερα οι καπιταλιστές επιβάλλοντας το “There Is No Alternative” (Δεν Υπάρχει Εναλλακτική Λύση) μας επιβάλλουν να απαντήσουμε: Υπάρχει Εναλλακτική Λύση. Και αυτή είμαστε εμείς, οι εργαζόμενοι!

Οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα έχουν μεγάλα πλεονεκτήματα που φουσκώνουν τα πανιά του κινήματος.

Το πρώτο είναι ο φόβος των καπιταλιστών, ντόπιων και ξένων. Η πιθανότητα, κάτω από πίεση του κινήματος, να μην περάσουν τα μέτρα είναι μεγάλος και φοβίζει τους καπιταλιστές όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Φοβούνται ότι μια ενδεχόμενη στάση πληρωμών μπορεί να μετατρέψει την Ελλάδα σε Lehman Brothers αρχικά της Ε.Ε. και μετά σε παγκόσμιο επίπεδο:

«Ο βέλγος υπουργός Οικονομικών Ντιντιέ Ρέιντερς προειδοποίησε κατά μιας πτώχευσης της Ελλάδας, η οποία θα μπορούσε να μεταδοθεί και σε άλλες υπερχρεωμένες ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «La Tribune» που θα δημοσιευτεί στο φύλλο της Δευτέρας.

Υπενθυμίζοντας την πτώχευση της αμερικανικής τράπεζας Lehman Brothers το φθινόπωρο του 2008, κάλεσε να μην “επαναληφθεί μια αποτυχία αυτού του τύπου, δεδομένου μάλιστα ότι θα μπορούσε να έχει δραματικές συνέπειες για ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ”.

“Εάν η Ελλάδα θα είναι η πρώτη χώρα που θα πτωχεύσει, τότε τα βλέμματα θα στραφούν στη συνέχεια και σε άλλες χώρες όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία, η Ιταλία, ίσως το Βέλγιο αλλά επίσης και η Γαλλία, όταν βλέπουμε το επίπεδο του ελλείμματος και του χρέους της”, προσθέτει».[23]

Επομένως, πιέζοντας έχουμε τη δυνατότητα να βελτιώσουμε τη θέση μας ως εργαζόμενοι. Μπορούμε, επιβάλλεται να πιέσουμε! Με ακόμα μεγαλύτερες κινητοποιήσεις στις πλατείες, με μαζικές απεργίες.

Το δεύτερο μεγάλο όπλο μας είναι η αγανάκτηση των εργαζομένων σε Ελλάδα και Ευρώπη από την ξεδιάντροπη, ανοικτά ταξική πολιτική των κυβερνήσεων. Το ελληνικό κίνημα μπορεί να γίνει η εμπροσθοφυλακή του ευρωπαϊκού κινήματος. Αυτός είναι ο άλλος φόβος των μανδαρίνων της Ε.Ε. και των καπιταλιστών της.

Ας πραγματοποιήσουμε τους εφιάλτες τους!


Άγγελος Καλοδούκας



Σημειώσεις


--------------------------------------------------------------------------------

[1] http://news.in.gr/world/article/?aid=1231113995

[2] http://www.enet.gr/?i=news.el.oikonomia&id=266870

[3] Από τη διεθνή κρίση, στην κρίση της ευρωζώνης και της Ελλάδας: Τι μας επιφυλάσσει το μέλλον;

Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη, Αθήνα 2011.

[4] http://www.tovima.gr/politics/article/?aid=405916

[5] http://tiny.cc/dj19u

[6] Διάβαζε τα δυο άρθρα στην aformi:

http://tiny.cc/5u65b

http://tiny.cc/xjxqk

[7] Joseph E. Stiglitz, Ο θρίαμβος της απλιστίας, Η ελεύθερη αγορά και η κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας, εκδόσεις Ππαπαδόπουλος, Αθήνα 2011.

[8] Στο ίδιο.

[9] Chris Harman Καπιταλισμός Ζόμπι, Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και η επικαιρότητα του Μαρξ, εκδόσεις μαρξιστικό βιβλιοπωλείο.

[10] Joseph E. Stiglitz, Ο θρίαμβος της απλιστίας, Η ελεύθερη αγορά και η κατάρρευση της παγκόσμιας οικονομίας, εκδόσεις Ππαπαδόπουλος, Αθήνα 2011.

[11] Στο ίδιο.

[12] Στο ίδιο.

[13] Στο ίδιο.

[14] Πάνος Παναγιώτου, Η υπόθεση ελληνική κρίση, Εκδόσεις Λιβάνη, 2011.

[15] Στο ίδιο.

[16] Στο ίδιο.

[17] Στο ίδιο.

[18] «Εγώ ισχυρίζομαι (ή διαπιστώνω) ότι το δίκιο δεν είναι τίποτε άλλο παρά το συμφέρον του ισχυρού […] Η δικαιοσύνη και το δίκιο στην πραγματικότητα είναι αγαθό για τον άλλο, είναι το συμφέρον του ισχυρού που ασκεί και την εξουσία… οι αδύνατοι που είναι υπό την εξουσία του πραγματοποιούν το συμφέρον εκείνου που είναι πιο δυνατός». Πλάτων, Πολιτεία.

Η συλλογιστική αυτή φαίνεται σκληρή και σχεδόν κυνική. Ο Θρασύμαχος, όμως, απλώς καταγράφει την πραγματικότητα, που επικρατεί στο γνωστό του κόσμο χωρίς εξαιρέσεις (εν απάσαις ταις πόλεσι). Δεν ισχυρίζεται, λοιπόν, τί θα έπρεπε να είναι ή πώς πρέπει να είναι τα πράγματα, αλλά πώς είναι• θέλει να καταδείξει πόσο οδυνηρή και αδήριτη είναι η πραγματικότητα. Ο Θρασύμαχος δεν είναι κήρυκας του δικαίου των κρατούντων ούτε βέβαια ευαγγελίζεται τον ηθικό αμοραλισμό.

[19] http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11379&subid=2&pubid=21564949#

[20] http://www.economist.com/node/16397110?story_id=16397110

[21] Κώστας Βεργόπουλος, Μετά το τέλος, η οικονομία της καταστροφής και η επόμενη μέρα, εκδοτικός οργανισμός Λιβάνη, Αθήνα 2011.

[22] Κώστας Βεργόπουλος, Μετά το τέλος, η οικονομία της καταστροφής και η επόμενη μέρα, εκδοτικός οργανισμός Λιβάνη, Αθήνα 2011.

[23] http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=12336&subid=2&pubid=111439265

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

Ο Αριστοτέλης στην Τύνιδα - κείμενο του Πολύκαρπου Γεωργιάδη

1308732


από Άπατρις 0:18πμ, Τρίτη 21 Ιουνίου 2011
(Τροποποιήθηκε 4:45μμ, Τρίτη 21 Ιουνίου 2011)
e-mail: info@apatris.info
θεματικές: Πολιτική Βία/Αντι-βία
Κείμενο του Πολύκαρπου Γεωργιάδη για τις Αραβικές εξεγέρσεις,που στάλθηκε προς δημοσίευση στην εφημερίδα δρόμου Άπατρις που κυκλοφορεί στη Κρήτη

Ο Αριστοτέλης στην Τύνιδα

σημειώσεις με αφορμή την αραβική εξέγερση (και όχι μόνο...)

Στο πέμπτο βιβλίο των “Πολιτικών” ο Αριστοτέλης, εξετάζοντας τις αιτίες και τις αφορμές για τα ξεσπάσματα των επαναστάσεων, κατέληξε στο παρακάτω συμπέρασμα: “Γίγνονται μεν ουν αι στάσεις ού περί μικρών αλλά εκ μικρών, στασιάζουσι δε περί μεγάλων” (προκαλούνται οι επαναστάσεις, όχι για ασήμαντα γεγονότα αλλά από μικρές αφορμές, αποβλέπουν όμως σε σπουδαία αποτελέσματα). Ακόμα κι απ'τα πιο μικρά συμβάντα : “πολλάκις λανθάνει μετάβασις των νομίμων”.



17 Δεκεμβρίου 2010. Ένας φτωχός κι ασήμαντος μικροπωλητής, ο Μωχάμεντ Μπουαζίζι, θέλησε να διαμαρτυρηθεί για τη μη ανανέωση της άδειας επαγγέλματός του. Προφανώς ούτε που φαντάστηκε μέσα στην απελπισία του πως η αυτοπυρπόλησή του στην Τύνιδα θα προκαλούσε, όχι μόνο την πτώση του γαλλοθρεμένου δικτάτορα Μπεν Αλί, αλλά κι ένα ντόμινο (κατά την παλιά αμερικάνικη ορολογία) εξεγέρσεων σ'ολόκληρο σχεδόν τον αραβικό κόσμο.
“Και να το ξέρεις, φτωχός και αδικημένος άγριο πράγμα” έγραφε κάποτε ο κωμικός ποιητής Μένανδρος. Η καμμένη σάρκα του Μωχάμεντ Μπουαζίζι θα μπορούσε να γίνει ένα συγκινητικό θέαμα στα δελτία των ειδήσεων. Δακρυρροούσες κυράτσες της αστικής τάξης με τις φιλάνθρωπες γυναίκες των δικτατόρων (βλ. τη Μαριάννα Βαρδινογιάννη και την κολλητή της, τη γυναίκα του Μουμπάρακ) και εκλεκτά μέλη του Ιδρύματος Αρωγής του Καντάφι (σαν τον Γιωργάκη Παπανδρέου), θα μπορούσαν να μιλάνε ώρες με συμπάθεια για τους καϋμένους τους φτωχούς και τα βάσανά τους. Έλα όμως που η καμμένη σάρκα του Μωχάμεντ Μπουαζίζι έγινε η θρυαλλίδα για τη λαϊκή εξέγερση! Πουτάνα τύχη! Τζάμπα το λίφτινγκ...



II Περί τύχης ο λόγος..



Πάνω από δύο χιλιετίες πριν αναπτυχθεί η χαοτική θεωρία, ο σταγειρίτης φιλόσοφος έγραφε για τις πολειτιακές μεταβολές : “συμβαίνει δ'ενίοτε τούτο και δια τύχας”. Κι ο Μαρξ συμπλήρωσε : “Δίχως την τύχη η Ιστορία θα ήτανε μαγεία”. Ένα “τυχαίο” γεγονός, όπως είδαμε και στην περίπτωση του ελληνικού Δεκέμβρη, μπορεί να κινητοποιήσει βαθύτερες κοινωνικές ζυμώσεις. Έτσι, η εν υπνώσει λαϊκή δυσαρέσκεια ενεργοποιήθηκε από ένα γεγονός που σε άλλες περιστάσεις θα έμενε απαρατήρητο. Η λαϊκή δυσαρέσκεια από δύναμις μετατράπηκε σε ενέργεια.



Αμέτρητοι νεαροί έχουν δολοφονηθεί από μπάτσους. “Έτυχε” να είναι ο Αλέξης Γρηγορόπουλος αυτός που ενεργοποίησε τη δεκεμβριανή εξέγερση του 2008. Αμέτρητοι απελπισμένοι άνθρωποι έχουν αυτοπυρποληθεί για διάφορους λόγους. “Έτυχε” να είναι ο Μωχάμεντ Μπουαζίζι αυτός που ενεργοποίησε τη μεγάλη αραβική εξέγερση.



Όταν όμως μιλάω για τυχαιότητα δεν εννοώ τον μεταφυσικό αχταρμά ορισμένων που υποστηρίζουν πως “οι νομοτέλειες είναι νεκρές”. Δυστυχώς γι'αυτούς, οι νευτώνιες εξισώσεις κίνησης προβλέπουν την τροχιακή κίνηση των πλανητών και των δορυφόρων τους, παρά τα τόσα χτυπήματα που δέχτηκε ο νευτώνιος ντετερμινισμός. Ο καπιταλισμός συνεχίζει να παράγει νομοτελειακά εγγενείς κρίσεις, παρά τα τόσα χτυπήματα που δέχτηκε ο μαρξιστικός ντετερμινισμός. Κι αν ο φίλος μας που εχθρεύεται τη νομοτέλεια, φάει οποιαδήποτε τροφή, νομοτελειακά θα ακολουθήσει εκείνη η χαριτωμένη διαδικασία που θα επιστρέψει την ύλη στη μητέρα φύση...



Η νομοτέλεια και η απροσδιοριστία λοιπόν, συνυπάρχουν διαλεχτικά τόσο στη φύση, όσο και στην ανθρώπινη κοινωνία (το έλλογο και πολύπλοκο εποικοδόμημα της φύσης).[1]



III Η δύναμις μετατράπηκε σε ενέργεια.



Οι μεταφυσικοί βλέποντας τα φαινόμενα μόνο έτσι όπως εμφανίζονται τη στιγμή της εξέτασής τους, αγνοούν τη δυναμική που βρίσκεται μέσα σ'αυτα. Λίγες μέρες πριν ξεσπάσει η εξέγερση στην Τυνησία, οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες με έκθεσή τους προς την κυβέρνηση του τερατώδη νάνου Σαρκοζί, χαρακτήριζαν το καθεστώς του σοσιαλφασίστα Μπεν Αλί [2] ως το πιο σταθερό της περιοχής του Μαγκρέμπ, χωρίς την ύπαρξη κινδύνου κοινωνικών αναταραχών. Το ίδιο περίπου συνέβη και απ'τη μεριά των ΗΠΑ, για τον έταιρο σοσιαλφασίστα Μουμπάρακ στην Αίγυπτο.

Τι μας διδάσκει αυτό; Η κοινωνική / ταξική ειρήνη είναι ένας εν υπνώσει πόλεμος!



Ορισμένοι σύντροφοι τα τελευταία χρόνια έχουν κεντρικοποιήσει δυσανάλογα το πραγματικό και σημαντικό φαινόμενο της μικροαστικοποίησης του πρωτοκοσμικού προλεταριάτου. Αυτή η κεντρικοποίηση πολλές φορές δημιουργεί μια έπαρση χιλιών Λουδοβίκων (και του Λουδοβίκου των Ανωγείων συμπεριλαμβανομένου) και μια δογματική ακαμψία χιλίων Ιννοκέντιων σε ορισμένους συντρόφους που νιώθουν περήφανοι επειδή ανακαλύψανε νιφάδες χιονιού στον Βόρειο Πόλο!



Ήδη από το 1858 ο Ένγκελς σε γράμμα του προς τον Μαρξ μιλούσε για την αστικοποίηση του αγγλικού προλεταριάτου, ενώ το 1884 σε επιστολή του προς τον Καρλ Κάουτσκι έλεγε πως όσο οι προλετάριοι είναι ανώριμοι για την αυτοαπελευθέρωσή τους (δηλαδή για την αυτοκατάργησή τους!) θα βλέπουν την υπάρχουσα κοινωνική τάξη ως τη μόνη δυνατή και θα γίνονται ουρά της αστικής τάξης. Μια διαρκής κρίση όμως, που θα οξύνει την ταξική πάλη και θα αφυπνήσει την προλεταριακή συνείδηση, θα απεγκλωβίσει το προλεταριάτο απ'την κυριαρχία των καπιταλιστικών ιδεών. Έτσι, το προλεταριάτο από ενσωματωμένη στον καπιταλισμό δύναμη θα μετατραπεί σε δύναμη αντροπής, μέσα από την όξυνση της ταξικής πάλης.



Εδώ είναι εμφανή τα ίχνη του αισιόδοξου ντετερμινισμού που χαρακτήριζε το επαναστατικό κίνημα τον 19ο αιώνα. [3] Με την ιστορική εμπειρία που έχει συσσωρευθεί όμως, θα πρέπει να διορθώσουμε λιγάκι τον Ένγκελς. Η οικονομική κρίση πράγματι οξύνει τον κοινωνικό / ταξικό ανταγωνισμό, δίνοντας τις δυνατότητες μιας επαναστατικής αφύπνισης του προλεταριάτου, αλλά δε δημιουργεί μια μηχανιστική κίνηση προς την κατεύθυνση της κοινωνικής επανάστασης. Ένα σημαντικό τμήμα της λαϊκής δυσαρέσκειας ενδέχεται να ριζοσπαστικοποιηθεί, όχι προς τ'αριστερά αλλά προς τα δεξιά, όπως έγινε και με την άνοδο του φασισμού στο Μεσοπόλεμο. Ακόμα και σε περιόδους όξυνσης του ταξικού πολέμου, σημαντικό τμήμα του προλεταριάτου ενδέχεται να παραμείνει το ίδιο ανώριμο με πριν (ή και περισσότερο) και να στραφεί εναντίον των ίδιων του των ιστορικών συμφερόντων!



Αν μας δείχνει όμως κάτι η αραβική εξέγερση, είναι οι δυνάμεις που κρύβονται στα καταπιεσμένα τμήματα της κοινωνίας. Δυνάμεις που περιμένουν να βγουν απ'τα σκοτάδια της δυνατότητας στο φως της πραγματικότητας. Η κοινωνική ειρήνη που φαίνεται σταθερή και απαραβίαστη συνθήκη, γρήγορα μπορεί να καταρρεύσει σα χάρτινος πύργος.



Μπορεί το δυτικό προλεταριάτο στις μητροπόλεις του καπιταλισμού να μιμηθεί τη μαχητικότητα των αραβικών λαών και να μετατραπεί σε δύναμη ανατροπής; Ιδού η Ρόδος...



IV Όταν, όμως, ιεροποιούμε μια εξέγερση τη μουμιοποιούμε...



Η αραβική εξέγερση δεν είναι μια εξέγερση που στοχεύει στην ανατροπή του καπιταλιστικού τρόπου οργάνωσης της κοινωνίας. Είναι μια επανάσταση που στοχεύει κυρίως στον εκδημοκρατισμό του πολιτικού εποικοδομήματος. Η μεσαία τάξη και τα στελέχη που αποσκίρτησαν απ'τα καθεστώτα, μάλλον έχουν το πάνω χέρι. Δίχως να θέλω να υποτιμήσω τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, πιστεύω πως σύντομα το αραβικό προλεταριάτο θα δει πως η Αστική Δημοκρατία για την οποία έχυσε το αίμα του είναι μια συνθήκη εχθρική. Το προλεταριάτο παίζει εκτός έδρας : τάσσεται υπέρ μιας μορφής καπιταλιστικού κράτους (της Αστικής Δημοκρατίας) και εναντίον μιας άλλης μορφής (της Δικτατορίας).



V Ο Καντάφι βομβαρδίζει τον Καντάφι ;



Ο Αριστοτέλης έψεγε τους ολιγαρχικούς γιατί συγκροτώντας στρατιωτική δύναμη με ελαφρά οπλισμένους άνδρες (εν δυνάμει ταξικούς αντιπάλους των ολιγαρχικών), συγκροτούσαν μια στρατιωτική δύναμη εναντίον του εαυτού τους.

Ο Μαρξ θεωρούσε πως η αστική τάξη παράγωντας το προλεταριάτο, παράγει τον ίδιο το νεκροθάφτη της.

Οι αμερικάνοι και η CIA εκπαιδεύοντας τον Μπιν Λαντεν και τους μουτζαχεντίν στο Αφγανιστάν εναντίον των σοβιετικών εισβολέων, συγκρότησαν μια δύναμη εναντίον του εαυτού τους.

Ο αντιιμπεριαλιστής Καντάφι αποφάσισε με την αλλαγή του μιλένιουμ να συμμετέχει στις δυτικές μπίζνες. Έτσι, δια μέσου της Libyan Investment Authority συμμετέχει στην ιταλική εταιρία Finmecanica που κατασκευάζει τις βόμβες που χρησιμοποιούνται εναντίον της Λιβύης! Ο Καντάφι βομβαρδίζει τον Καντάφι!



VI Η σχιζοφρένεια συνεχίζεται ;



Μέσα στο συνεχές κύμα των αραβικών εξεγέρσεων, ο δυτικός υπερ-ιμπεριαλισμός και οι άραβες συνεργάτες του προχώρησαν σε δύο εισβολές : η μια για να “προστατέψουν” τους εξεγερμένους και η άλλη για να καταπνίξουν την εξέγερση. Η πρώτη στη Λιβύη, η δεύτερη στο Μπαχρέιν. Το Μπαχρέιν έχει στρατηγική σημασία για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό : είναι το αγκυροβόλιο του πέμπτου αμερικάνικου στόλου και έδρα της Centcom (της Ναυτικής Διοίκησης των Αμερικάνικων δυνάμεων στη Μέση Ανατολή). Στην Ίσα του Μπαχρέιν οι αμερικάνοι απολαμβάνου μια αεροπορική βάση. Οι ΗΠΑ έχουν επενδύσει πεντακόσια εκατομμύρια δολάρια για το διπλασιασμό της δυναμικότητας των εγκαταστάσεων της βάσης.



Είναι ολοφάνερο : άσχημο περιβάλλον για εξέγερση! 4000 στρατιώτες της “Ασπίδας της Ερήμου” απ'τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, με τις ευλογίες των δυτικών εκδημοκρατιστών της υφηλίου, εισβάλλανε στο Μπαχρέιν για να καταστείλουν την εξέγερση εναντίον της σουνιτικής δυναστείας των Αλ Χαλίφα.



Και τι σύμπτωση! Η φιλοδυτική Σαουδική Αραβία είναι μια ολοκληρωτική θεοκρατική δικτατορία, της ουαχαμπίτικης εκδοχής του Ισλάμ (μιας εκδοχής που ασπάζονται οι Ταλιμπάν και ο Μπιν Λάντεν!).



Όχι δεν ειναι σχιζοφρένεια

είναι ο καπιταλισμός...





Σημειώσεις

[1] Ακριβώς επειδή η ανθρώπινη κοινωνία είναι ένα έλλογο εποικοδόμημα της φύσης δεν λειτουργεί αυστηρά ντετερμινιστικά. Όπως έλεγε ο Καστοριάδης : “το ιστορικό ον ξεπερνά το έμβιο ον αφού μπορεί να δώσει νέες απαντήσεις στις “ίδιες” καταστάσεις ή να πλάσει νέες καταστάσεις”. Αυτό όμως δεν αποκλείει την ύπαρξη της νομοτέλειας : νομοτελειακά η μεγάλη φτώχεια και εξαθλίωση γεννούν εγκληματικότητα, νομοτελιακά ο καπιταλισμός γεννά κρίσεις, νομοτελειακά η μισθωτή εργασία παράγει υπεραξία και σύμφωνα με την αναρχική θεώρηση μια επανάσταση που διατηρεί τις ιεραρχικές δομές νομοτελειακά παράγει μια επαναστατική ελιτ που οδηγεί στη δικτατορική εκτροπή.



[2] Τόσο ο Μπεν Αλί, όσο και ο Μουμπάρακ ήταν εκλεκτά μέλη της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, με πρόεδρο τον Γιωργάκη Παπανδρέου, ενώ ήταν γνωστές οι παλιές καλές σχέσεις της οικογένειας Καντάφι με την οικογένεια Παπανδρέου. Ταυτόχρονα, ο “σοσιαλιστής του 21ου αιώνα” Τσάβες χαρακτηρίζει ως “μεγάλο ανθρωπιστή” τον σφαγέα της Συρίας Αλ Άσαντ. Ναι, είναι ο ίδιος ο αντιιμπεριαλιστής Τσάβες που έχει παραδώσει τρεις κομμουνιστές αντικαθεστωτικούς στη φασιστική κυβέρνηση της Κολομβίας. Τόσο σοσιαλισμό έχουμε να δούμε απ'τον εθνικοσοσιαλισμό!



[3] Ο αισιόδοξος ντετερμινισμός δεν αφορά μονάχα τους Μαρξ και Ενγκελς. Όλες οι τάσεις του επαναστατικού κινήματος του 19ου αιώνα ήταν πεπεισμένες για την αναπόφευκτη της Κοινωνικής Επανάστασης. Μέσα σ'αυτούς κι ο αναρχικός Κροπότκιν και φυσικά ο Μπακούνιν, ο οποίος διακατέχονταν από μια πρωτόγονη μορφή αισχατολογίας.



Υ.Γ. Μια μέρα μετά την ολοκλήρωση του κειμένου έσκασε ακόμα μια άσχημη είδηση για τη Σοσιαλιστική Διεθνή : οι αμερικανικές αρχές συνέλαβαν τον επικεφαλής του ΔΝΤ Ντομινικ Στρος Καν για σεξουαλική παρενόχληση, απόπειρα βιασμού και ομηρία 32χρονης εργαζόμενης σε ξενοδοχείο! Όπως λέει κι ο Γούντι Άλεν σε μια ταινία του : “ξέρεις τι ηθική έχουν οι πολιτικοί; ένα βήμα πριν τους παιδεραστές”.

Πολύκαρπος Γεωργιάδης

Φυλακές Κέρκυρας

Μάης 2011