Παρασκευή 10 Ιουνίου 2011

Ανοιχτή Επιστολή προς τον αγωνιζόμενο κόσμο και τα πολιτικά στελέχη της Ελληνικής Αριστεράς 12η ημέρα της Εξέγερσης των πλατειών (5-6-2011)

ΑΓΩΝΑΣ ΜΕΧΡΙ ΤΗ ΝΙΚΗ


1. Για την πολιτική σημασία της Εξέγερσης

Ένα χρόνο από την επιβολή της συνθήκης «εκτάκτου ανάγκης» στην οποία εξανάγκασαν «συνωμοτικά» τον ελληνικό λαό από κοινού η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και η Τρόικα, ένας περήφανος μαχητικός λαϊκός ξεσηκωμός γενικεύεται και διαψεύδει κατηγορηματικά όλους (δεξιούς και αριστερούς) όσοι πίστεψαν ότι σ’ αυτή την πολιτική συγκυρία δεν μπορούν να υπάρξουν μαζικές λαϊκές πολιτικές αντιστάσεις.

Μέσα σε ελάχιστο και εντελώς συμπυκνωμένο πολιτικό χρόνο, εκατοντάδες χιλιάδες λαού συμμετείχαν, λιγότερο η περισσότερο, στην ανθρωποπλημμύρα που γέμισε τις πλατείες των «εξεγερμένων» όλης της χώρας, δημιουργώντας ένα διαρκές πολιτικό γεγονός τεράστιας σημασίας. Όλος αυτός ο κόσμος που έμοιαζε έτοιμος «να σκάσει!!» μέσα στην απίστευτα πνιγηρή ατμόσφαιρα της συναίνεσης των επαγγελματιών πολιτικών και των συνδιαχειριστικών κομμάτων, την ανοιχτά προδοτική στάση της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και του υποταχτικού πολιτικού χαρακτήρα της επίσημης Αριστεράς, τελικά, βρίσκει «μόνος του» το δρόμο του αγώνα. Η Εξέγερση συνιστά την πιο αυθόρμητη και μαχητική έκφραση ενός λαού που ψάχνει να βρει δρόμους χωρίς και ενάντια στη διαμεσολάβηση των κρατικά διορισμένων αλλά και των αυτόκλητων και αυτάρεσκων πολιτικών και συνδικαλιστικών ηγεσιών.

Σήμερα δώδεκα μέρες μετά την απροσδόκητη έναρξη αυτής της γνήσιας λαϊκής Εξέγερσης, που δεν έχει προηγούμενο στην πρόσφατη ιστορία του τόπου μας, τίποτα δεν παραμένει το ίδιο. Πρόκειται για ένα κορυφαίο πολιτικό γεγονός στην ιστορία της πάλης του λαού μας, γιατί μπόρεσε να ραγίσει και συνεχίσει να ραγίζει, όλη αυτή τη «συνθήκη» του σιδερένιου κλουβιού, στην όποια η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου επιχειρεί να μας εξαναγκάσει.

Γιατί ανατρέπει, στην ίδια του τη διαδικασία, όλο αυτό το πνιγηρό κλίμα του σιωπηλού μονόδρομου, της απίστευτης οικονομικής βίας, της συνειδητής κοινωνικής και οικονομικής απαξίωσης της εργατικής τάξης και της νεολαίας, της απροσχημάτιστης αστυνομικής βίας, του ρατσισμού και νεοναζισμού, του πολιτικού ολοκληρωτισμού της καθολικής πολιτικής συναίνεσης και των MΜΕ, του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, της εκχώρησης της εθνικής κυριαρχίας και αξιοπρέπειας.

Γιατί, αναπάντεχα, χρωματίζει τις εξελίξεις με την καταλυτική παρουσία του λαϊκού παράγοντα. Τίποτα δεν θα είναι πλέον εύκολο για τις δυνάμεις της αντίδρασης. Ο λαός είναι στους δρόμους και αντιστέκεται στις επιλογές και το βολονταρισμό μιας σταθερά παρακμάζουσας εξουσίας. Η Εξέγερση αποδεικνύει ότι ο λαός μπορεί να πάρει την τύχη του στα χέρια του και πως η μοναδική πολιτική διαδικασία που μπορεί να αλλάξει τα πράγματα είναι αυτή που διεξάγεται έξω από το Κοινοβούλιο, μεταφορικά. και κυριολεκτικά.

Γιατί ξαναθέτει το ερώτημα «πού και πώς να πάει ο τόπος», με τους όρους των συμφερόντων της κοινωνικής πλειοψηφίας. Γιατί ανοίγει τα κεντρικά πολιτικά ερωτήματα, γιατί επιδιώκει να κάνει πολιτική για το σύνολο του λαού και όχι για το κάθε ξέχωρο μέρος του, γιατί μεταφέρει τις αντιθέσεις στις κεντρικές πολιτικές επιλογές της εξουσίας και όχι στον κοινωνικό εμφύλιο της μιζέριας και της φτώχειας και της παθητική αποδοχής του κοινωνικού Καιάδα του μισού μισθού, της ανεργίας, της φορολεηλασίας και της τοκοκλοπής του λαϊκού εισοδήματος από το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο.

Γιατί, κυρίως, αντιμάχεται κατά μέτωπο και απαιτεί τη διάλυση του συνόλου του σημερινού συστήματος πολιτικής και εξουσίας, έτσι όπως αυτό ιστορικά έχει διαμορφωθεί στην χώρα μας, γιατί αντιλαμβάνεται όχι μονάχα τα κόμματα και τα συνδικάτα της συνδιαχείρισης ως μέρος του ατσαλένιου κλουβιού που πρέπει να σπάσει αλλά και την αδυναμία ή και την έλλειψη βούλησης των μεγάλων πόλων της Αριστεράς να αντισταθούν και να ανοίξουν άλλους δρόμους.

Αυτή είναι η τεράστια, μέχρι τώρα, συμβολή αυτής της λαϊκής Εξέγερσης: Ότι μπορεί και ανοίγει τη συζήτηση, με τους όρους ενός νέου πολιτικού και κοινωνικού ριζοσπαστισμού. Και είναι αυτό το στοιχείο απαραίτητη προϋπόθεση για να δημιουργηθούν και άλλα ενδεχόμενα και άλλες προοπτικές για το λαό, από αυτή την μαύρη καταθλιπτική «μοίρα» της διαρκούς φτώχειας των αναρίθμητων μνημονίων, και του «εσωτερικού» οικονομικού, κοινωνικού, πολιτικού, πολιτισμικού και εθνικού αποπληθωρισμού.

Η Εξέγερση λέει κάτι πολύ απλό αλλά εξαιρετικά ουσιώδες και ζωτικά αναγκαίο:
Εφόσον δεν υπάρχουν άλλοι δρόμοι, θα πρέπει να τους ανοίξουμε!

Αυτή η Εξέγερση αποτελεί έναν αυθεντικό λαϊκό ξεσηκωμό που αλλάζει όλα τα πολιτικά δεδομένα του αισθητού πολιτικού μας σύμπαντος.

Δεν είναι μόνο το γεγονός πως η Εξέγερση αποτελεί τη μοναδική δύναμη που φαίνεται ότι μπορεί σήμερα να οικειοποιείται το δρόμο και να αναχαιτίσει έμπρακτα -τουλάχιστον στα όρια της έκτασής της- την κρατική αστυνομική βία και να ανακόπτει την πολιτική δράση των φασιστικών ομάδων.

Δεν είναι μόνο πως η Εξέγερση μπορεί και δημιουργεί έναν τρόπο αγωνιστικής έκφρασης, συνάθροισης και αναγνώρισης μιας εξαιρετικά συμπιεσμένης εργατικής τάξης και μιας κατακερματισμένης λαϊκής συμμαχίας.

Είναι κυρίως το ότι η Εξέγερση σαλπίζει το τέλος μιας εποχής και επικυρώνει την έναρξη ενός νέου γύρου συνολικών πολιτικών αγώνων μιας ανώτερης κλίμακας. Αγώνων που κινούνται σε συνολική ρήξη με το σημερινό αστικό πολιτικό σύστημα και τα στηρίγματα του.



2. Για τη σημασία των ειδικών χαρακτηριστικών της Εξέγερσης

Όλη αυτή η διάρκεια, η μαχητικότητα και ο ριζοσπαστισμός, και κυρίως η λαϊκή συμπαράσταση και αναγνώριση της Εξέγερσης, δεν θα μπορούσε να αναπτυχτεί, εάν μια σειρά από κρίσιμα πολιτικά στοιχεία και φυσιογνωμικές αναγνωρίσεις δεν είχαν συντελεστεί.

α) Η ευθύτητα της αντιπαράθεσης με το πολιτικό σύστημα και όλο το πολιτικό προσωπικό της εξουσίας.
Η οικειοποίηση του δρόμου, ως του φυσικού χώρου άσκησης της πολιτικής του λαού.
Η ευθεία συμβολική αναμέτρηση με την πολιτική εξουσία μπροστά στη Βουλή και η ανάδειξη ενός ορίζοντα και μιας διάθεσης συνολικής αναμέτρησης με την πολιτική εξουσία, καθώς και η συμβολική κατοχύρωση μιας εν δυνάμει δυαδικής εξουσίας, που επιθυμεί να αναμετρηθεί στα κεντρικά πολιτικά ζητήματα.
Η άμεση και πλήρης οριοθέτηση αυτού το κινήματος από τη σφαίρα της βίας. Η εγρήγορση απέναντι σε κάθε πράξη που θα μπορούσε να δώσει την ευκαιρία στην πολιτική εξουσία να διαφύγει του πεδίου της πολιτικής αναμέτρησης, προάγοντας έναν ακόμη κύκλο προκατασκευασμένης αστυνομικής βίας.
Η μαχητικότητα, η αποφασιστικότητα και η διάρκεια.
Η έμφαση στην πολιτική αυτοτέλεια και ανεξαρτησία


β) Η ευθύτητα στην καταγγελία του φιλελεύθερου καπιταλιστικού «Χρέους», ως το καθοριστικό πεδίο συμπύκνωσης όλων των ταξικών και ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων.


γ) Η υπεράσπιση της πρακτικής της συνάθροισης και της ενιαίας διαμαρτυρίας του λαού, χωρίς συμβολικούς διαχωρισμούς.
Η αριθμητική και πολιτική περιθωριοποίηση του εθνικισμού και του ρατσισμού.
Η συμβολική ενίσχυση του διεθνιστικού χαρακτήρα του αγώνα, δηλαδή η αναγνώριση και η άντληση δύναμης και αυτοπεποίθησης από τους αγώνες των άλλων λαών.
Η κατοχύρωση του πατριωτικού χαρακτήρα του αγώνα, δηλαδή η συμβολική κατοχύρωση του δικαιώματος του αγωνιζόμενου λαού να αγαπάει και να προστατεύει την χώρα του και τα σύμβολά της, ως αναγκαία προϋπόθεση ώστε να μπορεί να κατανοεί και να αντλεί δύναμη από των αγώνα και άλλων λαών που μάχονται για την υπεράσπιση της δικής τους πατρίδας.


δ) Η ισοτιμία της έκφρασης.
Η δημοκρατία στη λήψη αποφάσεων.
Η συνεχής προσπάθεια για οργανωτική ενίσχυση του αγώνα
Η έμπρακτη και συμβολική αλληλεγγύη μεταξύ των συναγωνιστών.
Η καθαριότητα, ο σεβασμός και η προστασία του δημόσιου χώρου.

Χωρίς αυτά τα στοιχεία δεν θα μπορούσε η Εξέγερση να κατοχυρώσει την ταυτότητά της και να ξεδιπλώσει το σύνολο της δυναμικής της.

Όλη η πρόσφατη και σχετικά πρόσφατη ιστορία των ταξικών και πολιτικών αγώνων του λαού μας μετέχει σ’ αυτή την εξεγερσιακή εμπειρία. Η ιστορική μνήμη, τα πολιτικά ανακλαστικά, τα ταξικά βιώματα του κόσμου, δημιουργούν όλο το πολιτισμικό και συνειδησιακό φορτίο του ξεσηκωμού.

Η Εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Οι συγκλονιστικοί αγώνες της μαθητικής και της φοιτητικής νεολαίας στις δύο τελευταίες δεκαετίες.
Οι αγώνες εναντία στους πολέμους της Νέας Τάξης.
Η Πρωτοβουλία Αγώνα 2003 και τα κινήματα ενάντια στην Παγκοσμιοποίηση και τα διεθνή κοινωνικά Forum.
Ο Δεκέμβρης.
O αγώνας της Κερατέας.
Η ηρωική απεργία των μεταναστών.
Οι πρωτοβουλίες ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ.
Οι μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων.
Οι μεγάλες αντιμνημονιακές απεργιακές διαδηλώσεις της 5ης Μάη, της 15ης Δεκέμβρη κ.λπ.
Οι εξεγέρσεις σε όλη τη Μεσόγειο
Η σκληρή βιοπάλη και ο καθημερινός αγώνας της αξιοπρέπειας.

Όλες αυτές οι μεγάλες και μικρές ιστορικές μνήμες, οι άμεσες αγωνιστικές εμπειρίες και οι ιδεολογικές αναπαραστάσεις, συνυπάρχουν μέσα σε αυτό το κίνημα και συγκροτούν μια ενιαία σφαίρα εμπειριών και ώριμων συμπερασμάτων του αγωνιζόμενου λαού.

Είναι η ίδια η πράξη του αγώνα η οποία ανοίγει δρόμους και κατακτά αυτό που αρνούνται να κάνουν τα «πολιτικά επιτελεία» της Αριστεράς, δηλαδή να συνθέσουν ένα ριζοσπαστικό πολιτικό πρόγραμμα – πλαίσιο, που να μπορεί να είναι ταυτόχρονα ενωτικό αλλά και μαχητικό. Να μπορεί να διατηρεί απόσταση από το πολιτικό σύστημα, τους μηχανισμούς και τη στρατηγική του, και ταυτόχρονα να μπορεί να το διαρρηγνύει και να το ανταγωνίζεται με όρους μαζικών και πλειοψηφικών χαρακτηριστικών, με όρους μιας πλατιάς λαϊκής συμπαράταξης και μιας πλατιάς κοινωνικής συμμαχίας.

Αυτή η Εξέγερση δείχνει ξεκάθαρα πως το κοινωνικό υποκείμενο της αντίστασης και του ανυποχώρητου ανατρεπτικού αγώνα υπάρχει. Είναι εδώ και αποτελεί γέννημα μιας κοινωνικής αναγκαιότητας αλλά και της εθνικής και πολιτικής ιστορίας ενός περήφανου λαού, του ελληνικού λαού.
Ενός λαού που προσπαθεί και παραμένει περήφανος σε πείσμα όλων των μισθοφόρων κονδυλοφόρων και των αφεντικών τους, που βρομίζουν ότι αγγίζουν και που προσπαθούν να μας κάνουν όλους να χάσουμε την εμπιστοσύνη στην τάξη μας και στο λαό μας.

Αντίθετα, αυτό που πραγματικά λείπει και δεν υπάρχει είναι το πολιτικό υποκείμενο του αγώνα, δηλαδή μια πραγματικά ριζοσπαστική πολιτική κατεύθυνση και η υποκειμενική συγκρότησή της, που να καθοδηγεί και να εκφράζει την πολιτική πάλη του λαού. ¨Ένα πολιτικό υποκείμενο που να μπορεί να ανταλλάξει με το κοινωνικό σώμα σε βάθος, που να μπορεί να διακρίνει το πρωτεύον από τα δευτερεύοντα, το αίτιο από το αιτιατό, το λογικά προηγούμενο από το συνεπακόλουθο, και το οποίο να μπορεί να ανοίξει ανατρεπτικούς πολιτικούς δρόμους για το λαό και τη νεολαία.

Σε αυτό το «τέλος εποχής» είναι εμφανής πλέον η αδυναμία του αστικού πολιτικού συστήματος εξουσίας να ανταποκριθεί στις ελάχιστες απαιτήσεις, ακόμη και ενός ήπιου μεταρρυθμιστικού και οικονομίστικου συνδικαλιστικού κινήματος. Ακόμη περισσότερο, είναι εμφανές πως προκειμένου αυτό το πολιτικό και κοινωνικό κατεστημένο να συνεχίσει να μπορεί να αναπαράγεται ως κοινωνική ελίτ και εξουσία, επιδιώκει την ολοκληρωτική συμπίεση και τον πολιτικό εξανδραποδισμό της εργατικής τάξης, της νεολαίας και των λαϊκών στρωμάτων.

Από αυτή την άποψη, πρέπει να κρίνουμε και τη γενική απαίτηση της Εξέγερσης για διάλυση όλου του πολιτικού συστήματος. Προφανώς και δεν αποτελεί μια έκφραση γενικής άρνησης της πολιτικής. Αντίθετα, αποτελεί μια ρητή γενική κατακραυγή απέναντι στο αστικό πολιτικό κατεστημένο αλλά και σε όλες τις συνδικαλιστικές και πολιτικές μορφές που αυτό εκτρέφει. Ακόμη όμως και εκεί όπου η όποια άρνηση του κατεστημένου αποκτά και αυτή καθεστωτικά χαρακτηριστικά.

Αυτός είναι, άλλωστε, ο λόγος που η Εξέγερση γεννά τόση μεγάλη αμηχανία στο επίσημο πολιτικό προσωπικό και τελικά τους κάνει ανήμπορους να βρουν έναν τρόπο να την αναχαιτίσουν.
Η Εξέγερση (τουλάχιστον στα όρια της έκτασής της) γκρεμίζει όλα τα ερείσματα του επίσημου πολιτικού κόσμου αλλά και την επιρροή όλων των μηχανισμών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον έλεγχό της.

Το συμπέρασμα είναι τούτο: το Κράτος αδυνατεί να αντιμετωπίσει την Εξέγερση.
Ελπίζει μονάχα ότι αυτή θα καταρρεύσει κάτω από το βάρος των αντιφάσεών της και την πίεση της παραδοχής του γενικού πολιτικού αδιεξόδου το οποίο στηρίζει και η επίσημη Αριστερά.
Η κατάρρευση της Εξέγερσης πράγματι μπορεί να συμβεί.
Μπορεί όμως και να μην συμβεί!



3. Για το κεντρικό πολιτικό αίτημα της Εξέγερσης

Δύο είναι τα βασικά αιτήματα και οι βασικοί πολιτικοί πόλοι της Εξέγερσης.

α) Η άμεση απομάκρυνση και παραδειγματική τιμωρία των πολιτικών ελίτ που εξυπηρετώντας τα συμφέροντα της οικονομικής ολιγαρχίας έχουν οδηγήσει τη χώρα σε πλήρες αδιέξοδο και έχουν επιβάλλει τη συνθήκη ολοκληρωτικής συντριβής των δικαιωμάτων και των συμφερόντων του λαού και της νεολαίας.

β) Η αναχαίτιση της επίθεσης των εθνικών και υπερεθνικών ελίτ απέναντι στα δικαιώματα του εργαζόμενου κόσμου και της νεολαίας, μέσα από την υπέρβαση της κρίσης του χρέους και της πολιτικής του Μνημονίου, σε μια προοπτική άμεσης στάσης πληρωμών και διαγραφής του χρέους. Ως ελάχιστες αναγκαίες προϋποθέσεις, για την υπεράσπιση της δημόσιας περιουσίας αλλά και των κοινωνικών κατακτήσεων και των ελευθεριών του λαού.

Και στις δύο περιπτώσεις μετέχει η πρόθεση της υπεράσπισης της δημόσιας και εθνικής περιουσίας αλλά και η ανάγκη για υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας. Δηλαδή, το συνολικό συνειδησιακό και πολιτισμικό φόντο μέσα στο οποίο η Εξέγερση ξεδιπλώνει τη δυναμική της είναι ο εθνικός εδαφικός χώρος και όχι μια αφηρημένη ανθρωπότητα, ευρωπαϊκότητα, ή παγκοσμιότητα.

Προφανώς, γύρω από τον πόλο «της τιμωρίας και της απομάκρυνσης» τοποθετούνται τα πιο συντηρητικά (από πολιτική άποψη) στρώματα και πληθυσμοί της Εξέγερσης, που, εντούτοις, βρίσκονται κι αυτά σε διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης, αναφορικά με το σημείο από το οποίο εκκινούν.
Ενώ γύρω από τον πόλο «της στάσης πληρωμών και της διαγραφής του χρέους» τοποθετούνται τα πιο ριζοσπαστικά και προοδευτικά στρώματα.

Σε καμία περίπτωση οι μάζες που κινούνται γύρω από τον πρώτο πόλο δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ακροδεξιοί, φασίστες ή ναζιστές ή, αντίστοιχα, όσοι κινούνται στο δεύτερο δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ακροαριστεροί, αναρχικοί ή τρομοκράτες.

Και οι δυο πόλοι αποτελούν μέρη μιας ενιαίας διαδικασίας και ορίζουν το όριο και τη συνολική διαλεκτική μέσα στην οποία διεξάγεται η πάλη για την ηγεμονία της συνολικής πολιτικής κατεύθυνσης και φυσιογνωμία της Εξέγερσης.

Όσες αναγνώσεις επιχειρούν να διαιρέσουν την Εξέγερση χωροταξικά στους «Πάνω» και στους «Κάτω», είτε συμβολικά σε αυτούς που μόνο συζητούν και σε αυτούς που μόνο αγωνίζονται, είτε ιδεολογικά στους πατριώτες και στους διεθνιστές, είναι όλες εντελώς λαθεμένες.
Όχι μόνο δεν συμβάλλουν στη γενίκευση και την επιτυχία της Εξέγερσης αλλά αντίθετα εκκινούν από την άρνηση της συμμετοχής τους σε αυτήν και καταλήγουν στο να υπονομεύουν κάθε δυνατότητα για την παραπέρα ανάπτυξη της δυναμικής της.

Η Εξέγερση είναι μία, ενιαία και αδιαίρετη!

Για να μπορέσει να κερδίσει πρέπει να γενικευτεί και κεντρικοποιηθεί ακόμη περισσότερο το αίτημα για άμεση στάση πληρωμών και διαγραφή του χρέους.

Η Εξέγερση θα έχει αποτύχει εάν η εξέλιξη θα είναι η επανάληψη μιας κατάστασης «Καθαρά Χέρια» όπως στην Ιταλία και τελικά αναλάβει την εξουσία ένας νέος Έλληνας Μπερλουσκόνι, υποτιθέμενα τίμιος και άξιος.

Η Εξέγερση πρέπει να ανοίξει συνολικό δρόμο για την αλλαγή της πορείας του τόπου σε μια κατεύθυνση υπεράσπισης της εθνικής ανεξαρτησίας και της λαϊκής και ταξικής χειραφέτησης και αυτό μπορεί να συμβεί μονάχα μέσα από μια συνολική αναδιάταξη των όρων με τους οποίους η ελληνική κοινωνία εντάσσεται στους διεθνείς ιμπεριαλιστικούς κύκλους της Ε.Ε. και του ΔΝΤ.

Άμεση πτώση της κυβέρνησης
Ήττα κάθε επίδοξου διαχειριστή της κρίσης
Έξω το ΔΝΤ από την Ελλάδα. Έξω η Ελλάδα από την Ε.Ε.
Εθνική Ανεξαρτησία – Λαϊκή κυριαρχία
Άμεση στάση πληρωμών και διαγραφή του χρέους

ΔΕΝ ΧΡΩΣΤΑΜΕ το χρέος που δημιούργησε μια άθλια κοινωνική και οικονομική ελίτ
ΔΕΝ ΠΟΥΛΑΜΕ τη δημόσια περιουσία και τον πλούτο της χώρας μας
ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ με τη μείωση των μισθών μας, με τη φοροεπιδρομή και την τοκοκλοπή.



4. Για την πολιτική προοπτική της Εξέγερσης

Θα ήταν λάθος να προεξοφλήσουμε την πολιτική προοπτική της Εξέγερσης με τον ίδιο τρόπο και στην ίδια ενόραση και πρόβλεψη στην οποία κινείται το αστικό πολιτικό προσωπικό γι’ αυτήν. Δηλαδή, ότι η Εξέγερση θα εκφυλιστεί κάτω από το βάρος των αντιφάσεών της αλλά και κάτω από την πίεση του συνολικού πολιτικού αδιεξόδου και του διεθνούς αρνητικού συσχετισμού δύναμης. Άλλωστε, πρέπει να σκεφτούμε ότι τα αστικά πολιτικά επιτελεία κάνουν την ανάγκη φιλοτιμία, δηλαδή εύχονται τον εκφυλισμό της Εξέγερσης, γιατί δεν μπορούν να την αντιμετωπίσουν πολιτικά.
Άλλωστε, δεν θα είχαν κανένα λόγο ύπαρξης οι ριζοσπάστες και οι επαναστάτες, εάν δεν μπορούσαν να παρεμβαίνουν σε αντιφατικές κινήσεις μαζών, προσπαθώντας να αναδείξουν ως κυρίαρχη, μια υπαρκτή δευτερεύουσα τάση.

Και αυτή η δευτερεύουσα τάση της δυνατότητας της πολιτικής νίκης της Εξέγερσης είναι υπαρκτή. Υπάρχει τεράστια δυνατότητα αναγνώρισης και διείσδυσης του ιδεολογικού και συνειδησιακού χαρακτήρα της Εξέγερσης σε τεράστιες μάζες πληθυσμού. Όποιοι επεχείρησαν να ανοίξουν αυτή τη συζήτηση σε γειτονιές και να καλέσουν το λαό σε συμμετοχή στις πλατείες διαπιστώνουν αβίαστα αυτή την άμεση φαντασιακή διασύνδεση του λαού με τους εξεγερμένους

Άλλωστε, το σημερινό πολιτικό σύστημα (συμπεριλαμβανομένης της επίσημης Αριστεράς) δεν θέλει και δεν μπορεί να απαντήσει στα ζωτικά προβλήματα του λαού.

Συνεπώς, η πολιτική προοπτική της Εξέγερσης δεν μπορεί να είναι άλλη από τον ανυποχώρητο αγώνα μέχρι τη πτώση της κυβέρνησης και την άμεση απαίτηση για την συνολική ανατροπή του σημερινού πολιτικού συστήματος.

Ήττα της κυβέρνησης
Αλλά και ήττα των επίδοξων διαχειριστών της σημερινής κρίσης
Ήττα όμως και όσων (δεξιών ή αριστερών) σχηματίζουν και ελπίζουν ότι θα επωφεληθούν εκλογικά από μια διαδικασία οικονομικού και κοινωνικού εξανδραποδισμού του λαού. Πρόκειται για το στοίχημα στη χρεοκοπία του λαού, το πολιτικό ανάλογο του στοιχήματος όσων επενδύουν στα γυμνά CDS και στη χρεοκοπία της χώρας.

Η Εξέγερση πρέπει να μπορέσει να νοηματοδοτηθεί ως μια ανεξάρτητη και αναγκαστική πρωτοβουλία του λαού για την άμεση πτώση της κυβέρνησης και την απελευθέρωση της χώρας από την πολιτική του Μνημονίου και του χρέους και του πολιτικού συστήματος που τα εγκατέστησαν.

Προφανώς, η ιδία η διαδικασία της Εξέγερσης επανακαθορίζει τους συνολικούς πολιτικούς όρους της αναμέτρησης και το ίδιο το πολιτικό σύστημα

Η Εξέγερση πρέπει να συνεχίσει να απαιτεί την αποδοκιμασία και τη διαπόμπευση όλων όσων συνέβαλαν στη σημερινή πολιτική και κοινωνική κρίση και να πιέζει με αυτόν τον τρόπο τη συνολική αλλαγή του πολιτικού σκηνικού. Πρέπει να μπορεί να πιέζει και τα πολιτικά στελέχη και τις οργανώσεις και τα κόμματα της Αριστεράς να προχωρήσουν σε ενεργητική πολιτική στήριξη και συμμετοχή στον αγώνα αλλά και για την ανάληψη παραδειγματικών πρωτοβουλιών για το από εδώ και πέρα.

Στήριξη του πανελλαδικού χαρακτήρα της Εξέγερσης, επιτροπές βάσης παντού, σε γειτονιές, εργασιακούς χώρους και σχολές

Πρέπει το σύνολο του προοδευτικού πολιτικού κόσμου να πάρει ρητή πολιτική θέση και συμμετοχή. Η Εξέγερση μπορεί να νικήσει. Η νίκη της Εξέγερσης δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως ένας γενικολόγος διακηρυκτισμός, αλλά ως απτός πολιτικός στόχος.

Το σημερινό πολιτικό σύστημα και τα υποστηρίγματα του μπορούν να ηττηθούν. Μόνο έτσι μπορεί να ανοίξει και ένας άλλος δρόμος για τη χώρα.


5. Για την Αριστερά και το αριστερό ριζοσπαστικό και λαϊκό πολιτικό μέτωπο

Για την Αριστερά, αυτή η Εξέγερση είναι ακόμη πιο αναγκαία και ζωογόνα.
Εάν αυτός ο αγώνας χάσει, εάν γυρίσουμε πίσω ηττημένοι, τότε η επόμενη μέρα θα είναι ακόμη πιο δύσκολη.

Είναι σαφές πως για τον κόσμο της Αριστεράς, η σημερινή διεθνής δομική καπιταλιστική κρίση υπερσυσσώρευσης διαμορφώνει το μακροσκοπικό πλαίσιο μιας συνολικής αναδιάταξης των ενδοϊμπεριαλιστικών και ταξικών αντιθέσεων σε διεθνή κλίμακα.

Η δομική καπιταλιστική κρίση εμφανίζεται και προσλαμβάνει διαφορετικό χαρακτήρα και μορφή, ανάλογα με τις ειδικές ιστορικές συνθήκες αλλά και την ειδική θέση του κάθε κοινωνικού σχηματισμού στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Συνεπώς, με άλλον τρόπο η κρίση και τα αποτελέσματα της γίνονται αισθητά στην Αμερική, με άλλον τρόπο στην Ινδία, στην Κίνα, στις αραβικές χώρες, στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου και περιφέρειας κ.λπ.
Ειδικότερα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η καπιταλιστική κρίση παίρνει την ειδική μορφή των τεραστίων ελλειμμάτων των τρεχουσών συναλλαγών μεταξύ των κρατών, γεγονός που εκτινάσσει το δημόσιο και ιδιωτικό χρέος. Η διαδικασία αυτή οδηγεί στην ανάγκη ενός συνεχούς δανεισμού χωρίς πραγματικές εγγυήσεις, ανάγκη που διαμορφώνει συνθήκες πλήρους αστάθειας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Το γεγονός αυτό ανατινάζει την αντικειμενική βάση έδρασης του ευρώ ως ενιαίου νομίσματος. Αυτή η διαδικασία δικαίως ονομάζεται από διάφορους ριζοσπάστες οικονομικούς αναλυτές ως κρίση του ευρώ.

Στη χώρα μας αυτή η καπιταλιστική κρίση και η ειδική έκφραση της, ως «κρίση του ευρώ» μετασχηματίζεται σε κρίση υπερχρέωσης, σε γενική αδυναμία πληρωμής του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, σε γενική κρίση ανταγωνιστικότητας των ελληνικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων, σε κρίση ανεργίας και φτώχειας και, τελικά, σε απροκάλυπτη κρίση της αστικής στρατηγικής, αλλά και σε γενική κρίση του πολιτικού συστήματος εξουσίας. Όλα αυτά πάνω κάτω είναι αποδεκτά από τη μεγάλη πλειοψηφία των αριστερών ριζοσπαστών διανοουμένων της χώρας μας.

Αυτό, όμως, που πρέπει να τονίσουμε σήμερα είναι το γεγονός πως στη συνολική αυτή πολιτική κρίση αναπάντεχα συμμετέχει και συνεχώς διευρύνεται και η πολιτική κρίση της ελληνικής Αριστεράς.

Η κρίση αυτή συντελείται εφόσον η Αριστερά αποτελεί διαλεκτικό συμπλήρωμα και συνέχεια μιας συνολικής ιστορικής κοινωνικο-οικονομικής ιδεολογικής και πολιτικής πραγματικότητας της αστικής κυριαρχίας εντός ενός ενιαίου κοινωνικού σχηματισμού. Η Αριστερά μετέχει στο κοινωνικό ιδεολογικό και πολιτικό σύμπαν, δεμένη με την αστική κυριαρχία με σχέσεις καθορισμού. Συνεπώς, η συνολικότερη ιδεολογική και κοινωνική κρίση ενυπάρχει και επανεγγράφεται μέσα στο σώμα της Αριστεράς η οποία δεν μπορεί παρά να αποτελεί ένα αδιάσπαστο μέρος μιας συνολικής κοινωνικής πραγματικότητας.

Αυτή η αντικειμενική διαδικασία μπορεί, όμως, να ανακόπτεται, μονάχα σε στιγμές του ιστορικού χρόνου, όπου η Αριστερά καταφέρνει να συνθέσει και κυρίως να υπηρετήσει ένα ανεξάρτητο από την αστική κυριαρχία πολιτικό πρόγραμμα (δηλαδή, ένα αντικαπιταλιστικό πολιτικό πρόγραμμα) που να συγκινεί ευρύτερες λαϊκές μάζες και να τροφοδοτεί κοινωνικές κινήσεις, και φυσικά να παράγει πολιτικο-κοινωνικές μεταρρυθμίσεις σε πλήρη ρήξη με τα αστικά συμφέροντα. Αυτή η δυνατότητα, όμως, δεν είναι πάντα εφικτή και ιδιαίτερα όταν για διάφορους ιστορικούς λόγους συντηρητικοποιούνται οι κυρίαρχες ιδεολογικές της εκφράσεις. Η Αριστερά δεν είναι de facto μια ριζοσπαστική πολιτική έκφραση, είναι μονάχα εν δυνάμει.
Άλλωστε, πέραν των αποτελεσμάτων των σχέσεων καθορισμού, λαμβάνουν χώρα, με πολλούς τρόπους και πραχτικές, διαδικασίες πραγματικής πολιτικής αφυδάτωσης της Αριστεράς μέσα στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους (τύπος, κρατικά συνδικάτα, κοινοβουλευτική πολιτική, ακαδημαϊσμός κ.λπ.). Πολλές διαφορετικές μορφές κρατικοδίαιτης χρηματοδότησης συγκροτούν τους όρους της κοινωνικής ενσωμάτωσης της Αριστεράς εντός του συνολικού κοινωνικού συνασπισμού εξουσίας.

Συνεπώς, δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως, εκτός από την κρίση του πολιτικού συστήματος έχουμε μπροστά μας και μια βαθιά πολιτική κρίση της Αριστεράς.

Άλλωστε, αυτή η θέση διατυπώθηκε από ένα σύνολο διανοουμένων ριζοσπαστών ανθρώπων, όταν έγινε αισθητό πως οι μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις των εργατικών μαζών δεν μπορούσαν να αποκτήσουν διάρκεια και δυναμική. Οι εργαζόμενοι αναζητούσαν μια πρωτοπόρα Αριστερά, ικανή «να ανοίξει δρόμους» για τους αγώνες του λαού και η Αριστερά εμφανίζονταν βουβή να αναζητά στους αγώνες των εργαζομένων τη διάνοιξη δρόμων για τον εαυτό της!...

Συνεπώς, όταν πριν από μερικούς μήνες διατυπώθηκαν οι σκέψεις από ένα σύνολο αριστερών διανοουμένων και ριζοσπαστών αρθογράφων, ότι βαδίσουμε σε μια νέα, τελείως διαφορετική περίοδο, όπου το συνολικό πολιτικό σύστημα θα αναδιαρθρωθεί κάτω από το βάρος της επίθεσης των εθνικών και διεθνικών ελίτ και τη γενική χρεοκοπία της αστικής στρατηγικής, αλλά και τη γενική αδυναμία της αριστεράς να ανοίξει δρόμους, διαμορφώθηκε σε όλους τού χώρους μια ορισμένη αμηχανία και σκεπτικισμός.

Σήμερα, μέσα στην κορύφωση αυτής της Εξέγερσης, είναι φανερό πως η κρίση στην Αριστερά είναι ανάλογη, αν όχι μεγαλύτερη, με αυτή που διάγει το συνολικό πολιτικό σύστημα.

Δεν είναι μόνο ότι ως Αριστερά χάνουμε πολύτιμο χρόνο, περιμένοντας η ιδία η εξέλιξη της κρίσης να μας δώσει αυτόματα την αναγνώριση και το πλεονέκτημα στις μάζες, κάτι που ποτέ δεν συμβαίνει αυτόματα.
Δεν είναι μονάχα η μεγάλη μας αδυναμία να συνειδητοποιήσουμε τους μηχανισμούς με τους οποίους κινούνται οι μάζες (όχι μόνο άμεσο ταξικό συμφέρον αλλά και εθνική ταυτότητα κ.λπ.).
Δεν είναι μονάχα ο μεταφυσικός τρόπος που περιγράφουμε τα χαρακτηριστικά των εξεγέρσεων που περιμένουμε για να έρθουν, με αποτέλεσμα, όταν τελικά αυτές συμβαίνουν, εμείς οι ίδιοι να μην μπορούμε καν να τις αναγνωρίσουμε.

Είναι, κυρίως, ότι ως Αριστερά δεν μπορεί να παίξουμε παρά έναν ελάχιστο προωθητικό ρόλο, όταν τελικά πράγματι συνειδητοποιούμε τη συνολική πολιτική συνθήκη και την κομβικότητα της Εξέγερσης μέσα σε αυτήν.

Ποια είναι άραγε η στάση του ΚΚΕ απέναντι στην Εξέγερση, όταν ακριβώς στην πιο κρίσιμη φάση του αγώνα, η γενική γραμματέας του ΚΚΕ δηλώνει πως πρέπει να αρνηθούμε την έξοδο της χώρας από το ευρώ στις παρούσες συνθήκες;

Τι λέει ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα, που εξακολουθεί να ψαρεύει στα θολά νερά του ευρωομολόγου, όταν χιλιάδες λαού εξεγείρονται και απαιτούν άμεση στάση πληρωμών;

Τι κάνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όταν τελικά προάγει κάτι ανάμεσα στη στήριξη των εσωτερικών της διαδικασιών, των συνηθισμένων συνδικαλιστικών καθηκόντων και την χαλαρή ακαδημαϊκή στήριξη και συμμετοχή;

Ποια είναι η πραγματική πολιτική στήριξη των οργανώσεων της Αριστεράς στην Εξέγερση, όχι μονάχα στο επίπεδο των δηλώσεων και των ηγεσιών αλλά και στο επίπεδο των ενδιάμεσων στελεχών, αυτών που μπορούν να δώσουν σπονδυλική στήλη στον αγώνα; Πού είναι οι πολιτικές νεολαίες της Αριστεράς;

Σήμερα δεν είναι αρκετό, μετά από δώδεκα μέρες Εξέγερσης, να συνειδητοποιούμε ότι πρέπει να συμμετάσχουμε σε αυτή, και μετά να πρέπει να ξανασυζητήσουμε εάν θα πρέπει να συμμετάσχουμε στην κάτω η στην πάνω πλατεία.

Σήμερα, εντελώς αντίθετα, είναι αναγκαίο να βρούμε τις πολιτικές εφεδρείες, να ενοποιήσουμε τα πολιτικά χαρακτηριστικά της Εξέγερσης και να δημιουργήσουμε τους όρους ανατροπής του πολιτικού συστήματος από τα αριστερά και όχι από τα δεξιά.

Για όσους θέλουμε να αναμετρηθούμε με αυτήν την κοινωνική και πολιτική αναγκαιότητα και δεν είμαστε ευχαριστημένοι απλώς στην μικροαναπαραγωγή του υποκειμενισμού μας, τρία είναι τα βασικά ερωτήματα που πρέπει να απαντήσουμε:

1. Η κρίση χρέους είναι διαχειρίσιμη ή όχι;
2. Η κρίση του πολιτικού συστήματος είναι διαχειρίσιμη ή όχι;
3. Η κρίση της Αριστεράς είναι διαχειρίσιμη ή όχι;

Σήμερα, η απάντησή μας πρέπει και μπορεί να είναι καθαρή:

1. Το χρέος δεν θα μπορέσει να αποπληρωθεί και αντικειμενικά οι σχέσεις της χώρας με τα διεθνή ιμπεριαλιστικά κέντρα θα αναδιαρθρωθούν.
2. Το σημερινό πολιτικό σύστημα δεν θα αντέξει την πολιτική πίεση και θα αναδιαταχθεί
3. Η Αριστερά δεν θα μπορέσει να αντέξει την πολιτική πίεση της ίδιας της πραγματικότητας και δεν θα μπορέσει να αναπαραχθεί με τις σημερινές της μορφές.

Συνεπώς, το θέμα είναι εάν αυτό που θα προκύψει θα είναι κάτι τελείως πιο αντιδραστικό και χειρότερο από αυτό που υπάρχει σήμερα ή θα μπορέσει η Αριστερά να συμβάλει σε μια προοδευτική αλλαγή.

Στο έδαφος αυτών των παραδοχών είναι επιτακτική η ανάγκη να συγκροτηθεί μια πρόταση για ένα αριστερό και λαϊκό ριζοσπαστικό και πολιτικό μέτωπο. Η πρόταση αυτή θα πρέπει άμεσα να δουλευτεί και να διατυπωθεί από το σύνολο του πρωτοπόρου αριστερού μαχητικού και ριζοσπαστικού διανοούμενου κόσμου, από όλες τις οργανώσεις της Αριστεράς, σε μια κατεύθυνση πλήρους ρήξης με την κυβέρνηση, το σημερινό πολιτικό σύστημα εξουσίας, την Ε.Ε. και το ΔΝΤ.

Μια σειρά από άξονες που πρέπει να περιλαμβάνονται αλλά πρέπει να δουλευτούν και περαιτέρω είναι:

ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΚΑΙ ΠΛΑΤΕΜΑ ΤΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ και της ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ ΛΑΟΥ
ΠΑΝΤΟΥ ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΒΑΣΗΣ ΔΕΝ ΧΡΩΣΤΑΜΕ, ΔΕΝ ΠΟΥΛΑΜΕ, ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ, στους δρόμους, στους εργασιακούς χώρους, στις σχολές
ΑΜΕΣΗ ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΚΑΜΙΑ ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
ΚΑΜΙΑ ΑΛΛΗ ΔΟΣΗ , ΚΑΝΕΝΑ ΑΛΛΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ, ΚΑΜΙΑ ΥΠΟΘΗΚΗ, ΑΜΕΣΗ ΣΤΑΣΗ ΠΛΗΡΩΜΩΝ
ΕΠΑΝΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΑ ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
ΑΜΕΣΗ ΕΘΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ
ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΚΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΟΥ ΛΑΪΚΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ.
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΡΗΞΗ ΜΕ ΤΗΝ Ε.Ε. ΚΑΙ ΤΟ ΔΝΤ ΚΑΙ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ
ΕΞΟΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ Ε.Ε. και το ΕΥΡΩ με τον τρόπο και στο χρόνο που θα εξασφαλίζεται η εξυπηρέτηση του λαϊκού συμφέροντος.
Είναι αναγκαία η συγκρότηση ενός πολιτικού μετώπου που να συνδυάζει παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτά της Εξέγερσης δηλαδή μια μετωπική συγκρότηση που να συνδυάζει τη διαφορετικότητα με την ενότητα θέλησης, τις διαφορετικές ιδεολογικές αναφορές με την πολιτική προγραμματική σαφήνεια .

Η πρόταση του αριστερού ριζοπαστικού πολιτικού και λαϊκού μετώπου δεν μπορεί παρά να απαιτεί από τις αστικές κυβερνήσεις να υλοποιήσουν μέρος των αιτημάτων του έως το όριο, με κινηματικούς όρους να επιβάλει μια κατάσταση δυαδικής εξουσίας.

Η πρόταση, όμως, για στάση πληρωμών και διαγραφή του χρέους δεν αποτελεί ανέξοδο γενικό ιδεολογικό διακηρυκτισμό, αλλά πραγματικό προγραμματικό πολιτικό στόχο, ως το αντικειμενικό έδαφος όπου οι εργαζόμενες μάζες μπορούν να παλέψουν με αντικειμενικά καλύτερους όρους για τα συμφέροντα και τις ανάγκες τους.

Συνεπώς η πρόταση του αριστερού και λαϊκού ριζοσπαστικού πολιτικού μετώπου προσβλέπει στην πάλη για την πολιτική εξουσία με τρόπο αποφασιστικό και πλειοψηφικό. Η συνθήκη αυτή είναι απαραίτητη, ώστε να μην μπορεί η δυναμική του μετώπου να αναχαιτιστεί από τις αστικές κυβερνήσεις

Η πρόταση αυτή καμία σχέση δεν έχει με τις προτάσεις περί κοινού ψηφοδελτίου της Αριστεράς, που έχουν καταθέσει κατά καιρούς άλλοι σύντροφοι και οργανώσεις. Η πρόταση αυτή αποσκοπεί στην αναγκαία ριζοσπαστική μετωπική και πολιτική συγκρότηση τη Αριστεράς και όχι σε μια γενική άνευρη αμυντική παναριστερή συμπαράταξη. Ο πολιτικός ριζοσπαστισμός και η μεσοπρόσθεση προγραμματική συγκρότηση προϋποτίθενται της συγκρότησης του Μετώπου. Ο πολιτικός ριζοσπαστισμός αποτελεί αναγκαία και ικανή συνθήκη.

Ειδικότερα και με αναφορά τη συζήτηση για την έξοδο της χώρας από το ευρώ, που είναι αντικειμενικά ανοιχτή και εξαιρετικά κρίσιμη, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως η σημερινή συγκυρία δεν έχει ακόμα αξιολογηθεί στο σύνολο της και ο επακόλουθος κύκλος των πολιτικών μετατοπίσεων δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Ως παράδειγμα, τοποθέτηση του Παναγιώτη Λαφαζάνη αλλά και Γιάννη Τόλιου για έξοδο της χώρας από το ευρώ στο ΣΥΝ, αλλά και την πρόσφατη προσχώρηση της Αλέκας Παπαρήγα στις δυνάμεις που «ανησυχούν» για τις συνέπειες από μια πιθανή έξοδο της χώρας από το ευρώ.

Προφανώς, μια πολιτική συζήτηση για το ευρώ, που δεν αποτελεί γενικό ιδεολογικό διακηρυκτισμό αλλά επιχειρεί να τοποθετηθεί ως μαζική πλειοψηφική και υλοποιήσιμη πολιτική πρόταση, πρέπει να λαμβάνει υπόψη της το χρόνο και τον τρόπο που θα επιχειρηθεί η επανακατοχύρωση της νομισματικής αυτοτέλειας της χώρας. Π.χ., είναι άλλο πράγμα η έξοδος από το ευρώ με πρωτοβουλία της Ε.Ε., άλλο πράγμα με πρωτοβουλία μιας επιθετικής αστικής κυβέρνησης και άλλο πράγμα με πρωτοβουλία μιας αριστερής λαϊκής κυβέρνησης κ.λπ. Όπως, επίσης, είναι άλλο πράγμα η έξοδος από το ευρώ με διατήρηση τη σημερινής ισοτιμίας και είναι άλλο πράγμα η έξοδος με ελεγχόμενη ή με ανεξέλεγκτη υποτίμηση.

Συνεπώς και η συζήτηση αυτή αναγκαστικά θα παραμένει ανοιχτή και εντός του αριστερού και λαϊκού ριζοπαστικού πολιτικού μετώπου.

Ωστόσο όμως, η επίκληση της όποιας διαφωνίας γύρω από το ευρώ δεν μπορεί να γίνεται με τρόπο τέτοιο που να προσπαθεί να καταργήσει την δυνατότητα συγκρότησης του αριστερού ριζοσπαστικού πολιτικού μετώπου. Αλλά μονάχα για να το ενισχύσει και να το εξοπλίζει. Θα πρέπει να εξοπλίζει τον λαό στην πάλη του για τη χειραφέτησή του από τους εκβιασμούς της αστικής τάξης και όχι να τον παγιδεύει.

Η συζήτηση θα πρέπει να παραμένει ανοιχτή και να γίνεται με τρόπο τέτοιο, που να ορίζει ότι η νομισματική αυτοτέλεια της χώρας αποτελεί κρίσιμο εργαλείο στην πάλη για επανακατοχύρωση της εθνικής κυριαρχίας και θα χρησιμοποιηθεί στο βαθμό και με τον τρόπο που είναι αναγκαίος, ώστε να εξασφαλιστούν τα συμφέροντα της ζωντανής εργασίας έναντι αυτών της περιουσίας, δηλαδή της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας έναντι της ολιγαρχίας.

Σε τελευταία ανάλυση, η πλήρης ρήξη με την Ε.Ε. και το ευρώ αποτελεί μια αναγκαστική προοπτική και λογικό συνεπακόλουθο της στάσης πληρωμών που λογικά προηγείται.
Το αριστερό ριζοσπαστικό και λαϊκό πολιτικό μέτωπο θα πρέπει να προβάλει τη θέση πως η κίνησή του θα καθορίζεται από την προτεραιότητα της πάλης για την υπεράσπιση και τη διεύρυνση του εργατικού και λαϊκού εισοδήματος, σε πλήρη αντίθεση με την επιβολή στο κοινωνικό σώμα μιας θεραπεία σοκ, ας πούμε αριστερού τύπου.

Η Αριστερά δεν πρέπει να φοβάται τις εξεγέρσεις και τα αιτήματά τους. Αντίθετα, πρέπει να μπει ενεργητικά μέσα στην πρόκληση της ανατροπής του σημερινού πολιτικού συστήματος και μαζί με αυτήν την ανατροπή να επιδιώξει και τη συνολική αλλαγή του ταξικού πολιτικού συσχετισμού.

Δεν αλλάζει πρώτα ο συσχετισμός και μετά αλλάζει και η Αριστερά.
Προϋποτίθενται τομές στην Αριστερά για να αλλάξει και ο ταξικός συσχετισμός.

Στόμη Παγώνα
Χήτας Λάμπρος

Δεν υπάρχουν σχόλια: