Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ ΜΕ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΕΙΟ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΠΕΡΙΤΥΛΙΓΜΑ


ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ ΜΕ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΕΙΟ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΠΕΡΙΤΥΛΙΓΜΑ ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ




Όντας ευθύς εξαρχής ένα κρυφό ελάττωμα της σοσιαλδημοκρατίας , ο κομφορμισμός

δεν πλήττει μόνο την μοναδική πολιτική τακτική της αλλά και τις οικονομικές της

απόψεις. Τίποτε δεν διέφθειρε περισσότερο το γερμανικό εργατικό κίνημα από την πε-

ποίθηση ότι ακολουθεί το ρεύμα , το ρεύμα που πίστευε πως ακολουθούσε. Ένα μόλις

βήμα το χώριζε πια απ' το να φανταστεί , ότι η βιομηχανική εργασία στο πλαίσιο της

τεχνικής προόδου συνιστούσε πολιτικό επίτευγμα.



Walter Benjamin : Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας , Θέση ΧΙ





ΕΙΣΑΓΩΓΗ : Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ '90

Αν και η παραπάνω διατύπωση του μεγάλου στοχαστή είναι κριτική στη θέση της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας για τη βιομηχανική εργασία σε άλλες ιστορικές συνθήκες , στις συνθήκες της ήττας της από τον φασισμό, η αναλογία της με τις σημερινές συνθήκες, της άλλης μεγάλης ήττας της σοσιαλδημοκρατίας από το νεοφιλελευθερισμό την καθιστά πολιτικά επίκαιρη και κάνει την υπενθύμισή της αναγκαία. Ο Benjamin μας υπενθυμίζει ότι ο κομφορμισμός, η συμπόρευση με το κυρίαρχο ρεύμα και η άκριτη λατρεία της τεχνολογικής προόδου αποτελούν θεμελιώδη γνωρίσματα αυτού του πολιτικού ρεύματος, χωρίς την επισήμανση των οποίων δεν μπορεί να κατανοηθεί η πολιτική του πρακτική. Αν δεχτούμε τον κομφορμισμό ''ευθύς εξαρχής '' ως κρυφό ελάττωμα της σοσιαλδημοκρατίας, τότε δεν θα τον βρούμε μόνο στο παρελθόν της αλλά και στο παρόν της. Αν σε μια προηγούμενη ιστορική περίοδο η βιομηχανική εργασία και η τεχνολογική πρόοδος που συντελούνταν στα πλαίσιά της φετιχοποιούνταν και έτειναν να θεωρηθούν από τη σοσιαλδημοκρατία πολιτικά επιτεύγματα , σήμερα τα αντίστοιχα πολιτικά φετίχ και επιτεύγματα είναι η αγορά , η ανταγωνιστικότητα , η επιχειρηματικότητα και η λατρεία της πληροφορικής. Σύμφωνα με το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ ''η οικονομική ανταγωνιστικότητα και η οικονομική βιωσιμότητα αναγορεύονται σε κυρίαρχες προτεραιότητες όλων των τομέων της ζωής''. Αυτά όχι μόνο για τους νεοφιλελεύθερους αλλά και για τους εκπροσώπους της σοσιαλδημοκρατίας συνιστούν για τις σημερινές συνθήκες τη μαγική συνταγή της κοινωνικής προόδου. Μιας προόδου που στην ουσία είναι πρόοδος της κυριαρχίας και οπισθοδρόμηση της κοινωνίας , πρόοδος των λίγων σε βάρος των δικαιωμάτων και της ζωής των πολλών. Ακολουθώντας λοιπόν το ρεύμα των σημερινών καιρών η σοσιαλδημοκρατία θα ενστερνιστεί όλα τα αιτήματα του κεφαλαίου και θα στρατευτεί ενεργητικά στην πραγματοποίησή τους.
Το ΠΑΣΟΚ αποτελεί σήμερα αποφασιστικής σημασίας πολιτικό πόλο της αναδιάρθρωσης του ελληνικού καπιταλισμού και βασικό διαχειριστή των συμφερόντων του. Η πολύχρονη παραμονή του στην εξουσία και η βαθύτατα συντηρητική πολιτική της τελευταίας δεκαετίας , ειδικά της κυβέρνησης Σημίτη , το έχουν μετατρέψει σ ΄ έναν μοντέρνο πολιτικό οργανισμό που στρατεύτηκε με αποφασιστικό τρόπο στις στρατηγικές επιδιώξεις του ελληνικού κεφαλαίου σ' όλη τη δεκαετία του ' 90 , ενώ σήμερα συνεχίζει στην ίδια κατεύθυνση. Όσο κι αν ο κοινωνικός του χαρακτήρας ως αστικού κόμματος έχει κριθεί ήδη από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης , αυτό που συντελέστηκε από τη δεκαετία του ' 90 και ύστερα είναι η βαθύτατη συντηρητικοποίησή του και η νεοφιλελεύθερη μετάλλαξή του , μέσα σ' ένα διεθνές πολιτικό κλίμα που προσδιορίστηκε από την κατάρρευση του ''υπαρκτού σοσιαλισμού'' , την πολιτική ήττα της σοσιαλδημοκρατίας στη δύση και την ηγεμονία του νεοφιλευθερισμού.
Η εκπαιδευτική του πολιτική συντηρητικοποιείται από τα τέλη της δεκαετίας του '80 και ειδικά μετά την ανάληψη της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας από τον Α. Τρίτση. Ο πρώτος εθνικός διάλογος για την Παιδεία, οι διακηρύξεις για επαναφορά των αρχαίων ελληνικών στα γυμνάσια , οι επιθέσεις στα εκπαιδευτικά συνδικάτα είναι η απαρχή μιας πολιτικής πορείας που χαρακτηρίζεται από την εγκατάλειψη της σολαλδημοκρατικής λογικής για την εκπαίδευση και της υιοθέτησης νεοσυντηρητικών αρχικά και αργότερα νεοφιλελεύθερων λογικών. Οι πολιτικές εξελίξεις της δεκαετίας του '90 , με τη διαμόρφωση του πολιτικού κλίματος της συναίνεσης στο σύνολο του πολιτικού συστήματος θα επηρεάσουν καθοριστικά και τους προσανατολισμούς του εκπαιδευτικού του προγράμματος. Ωστόσο η πλήρης ηγεμόνευση της νεοσυντηρητικής λογικής και η εμφάνιση νεοφιλελεύθερων αρχών θα γίνει με την κυριαρχία στο ΠΑΣΟΚ της τάσης των λεγόμενων εκσυγχρονιστών. Οι άξονες της εκπαιδευτικής πολιτικής επαναπροσδιορίζονται συνολικά σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Όπως επισημαίνουν οι Γ. Γρόλλιος – Γ. Κάσκαρης '' σ΄αυτή τη φάση, η συζήτηση για την εκπαίδευση άρχισε να μετατοπίζεται από την προβληματική για τον τρόπο με τον οποίο αυτή θα συνέβαλλε στη δημοκρατική αναδιοργάνωση της κοινωνίας και στη '' συγκρότηση ενός κοινωνικού κράτους προς την προβληματική που αφορά την ικανότητα της εκπαίδευσης να ανταποκρίνεται αποτελεσματικά στις απαιτήσεις της αγοράς εργασίας όπως αυτές προσδιορίζονται από τις άμεσες ανάγκες κερδοφορίας του κεφαλαίου.''
Το προγραμματικό κείμενο της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ , με την ηγεσία Σημίτη , το καλοκαίρι του 1997 με τον τίτλο ''Εκπαίδευση 2000 Για μια Παιδεία Ανοιχτών Οριζόντων" που αποτέλεσε το μανιφέστο της αντίστοιχης εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης , είναι ενδεικτικό των νέων ιδεολογικών προσανατολισμών της εκπαιδευτικής πολιτικής του. Πέρα από την αναφορά στα παραδοσιακά σοσιαλδημοκρατικά ιδεολογήματα (δημοκρατία και ίσες ευκαιρίες , ενίσχυση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης ) γίνεται λόγος για την '' ανάπτυξη των ικανοτήτων και την απόκτηση νέων ευέλικτων δεξιοτήτων'' και για ''προσαρμογή του εκπαιδευτικού συστήματος στην επανάσταση της επικοινωνίας και τη διεθνοποίηση της παραγωγής''. H εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που θ΄ ακολουθήσει στηριγμένη στις αρχές αυτού του κειμένου διαμορφώνει ένα υπερ επιλεκτικό σχολείο που στο στάδιο του Λυκείου θα έχει ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη αύξηση της σχολικής διαρροής. Παράλληλα θεσμοθετούνται αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που προαναγγέλλουν το πνεύμα της συνόδου της Μπολόνια, όπως η δημιουργία προγραμμάτων σπουδών επιλογής στα ΑΕΙ , του Ελευθέρου Ανοικτού Πανεπιστημίου με εισαγωγή διδάκτρων στη λειτουργία του και η διεύρυνση των μεταπτυχιακών σπουδών πάλι με δίδακτρα (σε ανοικτή διάσταση με το άρθρο 16 του Σ.) . Η ανατροπή των σταθερών εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών με την κατάργηση της επετηρίδας και την εισαγωγή του θεσμού του ωρομίσθιου εκπαιδευτικού στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Τέλος γίνονται προσπάθειες επαναφοράς του συστήματος άμεσου ελέγχου των εκπαιδευτικών με στόχο την αποτελεσματικότερη χειραγώγησή του και συμμόρφωσή του με τις επιδιώξεις της κρατικής εξουσίας. Στη βάση αυτή αναβαθμίζεται η γραφειοκρατική δομή της εκπαίδευσης και το προσωπικό που τη στελεχώνει. Διευθυντές Σχολείων , Προϊστάμενοι Γραφείων και Διευθύνσεων , Σχολικοί Σύμβουλοι αμείβονται με νέα επιδόματα θέσης και μεγαλώνει ακόμα περισσότερο η απόστασή τους από τον εκπαιδευτικό της πράξης. Ο τελευταίος αποδυναμώνεται εργασιακά και διδακτικά περισσότερο , κυρίως με τον νέο '' Κανονισμό Λειτουργίας Σχολείων ''. Πρόκειται για ένα αυταρχικό νομοθετικό πλαίσιο, που μετατρέπει τον απλό εκπαιδευτικό σε αντικείμενο εντολών και φορέα μόνο υποχρεώσεων , χωρίς δικαιώματα στην εκπαιδευτική πράξη. Με τη θεσμοθέτηση του ''Κανονισμού'' επιχειρείται η εξάλειψη και του τελευταίου υπολείμματος εργασιακής δημοκρατίας και παιδαγωγικής ελευθερίας στη σημερινή σχολική πραγματικότητα. Το νέο σύστημα αξιολόγησης που επιχειρείται να εισαχθεί με τον νόμο 2525 /97 είναι ιδιαίτερα συγκεντρωτικό , αυταρχικό και πολυεπίπεδο και καταλήγει στη δημιουργία Σώματος Μονίμων Αξιολογητών , που όμως δεν υλοποιήθηκε ποτέ εξαιτίας των μεγάλων αντιδράσεων που προκάλεσε η εξαγγελία του.

Β. ΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ: Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ

Η αναφορά στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ έχει μια ιδιαίτερη σημασία ,ακόμα και σε εποχές όπως η σημερινή που δεν βρίσκεται στην κυβέρνηση , για δύο λόγους : α. το εκπαιδευτικό του σχέδιο είναι αρκετά επεξεργασμένο όσον αφορά την προώθηση της αναδιάρθρωσης στην εκπαίδευσης, και β. γιατί κυβέρνησε και το μεγαλύτερο και ουσιαστικότερο μέρος των νεοσυντηρητικών αλλαγών στην εκπαίδευση έχει τη σφραγίδα της δικής του πολιτικής.
Μερικές εισαγωγικές παρατηρήσεις που μπορούν να γίνουν σχετικά με τις προγραμματικές προτάσεις του είναι οι εξής :

I. Οι δημοσιευμένες θέσεις και αναλύσεις χαρακτηρίζονται από έλλειψη οποιαδήποτε αναφοράς και κριτικής προσέγγισης της εκπαιδευτικής πολιτικής της περιόδου 1993 – 2002 και των κοινωνικών της αποτελεσμάτων. Ειδικά λείπει ,όχι βέβαια τυχαία, και η ελάχιστη αναφορά στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1997 , τις αρχές και τις κατευθύνσεις της οποίας ακολουθεί και η σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Εξάλλου ο Γ. Παπανδρέου πρέπει να θεωρηθεί βασικός αρχιτέκτονας της προετοιμασίας της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης από τη θέση του Υπουργού Παιδείας στην περίοδο πριν το 1997 , ειδικά με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού συστήματος με την έκθεση του Ο.Ο.Σ.Α, ενέργεια που επεδίωξε και ενθάρρυνε. Το κείμενο των θέσεων παραμένει βουβό απέναντι στην κοινωνική αντίσταση του εκπαιδευτικού κόσμου και της νεολαίας στο αντιδραστικό μεταρρυθμιστικό εγχείρημα του 1997.

II. Τα προγραμματικά κείμενα χαρακτηρίζονται από αποδοχή όλων των ερμηνευτικών και εννοιολογικών εργαλείων με τα οποία προωθείται η νεοφιλελεύθερη και νεοσυντηρητική πολιτική στην εκπαίδευση (παγκοσμιοποίηση: οι αλλαγές δικαιολογούνται στο όνομα της παγκοσμιοποίησης και στην αναγκαιότητα για προσαρμογή στα οικονομικά και κοινωνικά της δεδομένα και η οποία εμφανίζεται σαν μια αναπόφευκτη νομοτέλεια , κοινωνία της γνώσης : η γνώση εμφανίζεται σαν μια παραγωγική δύναμη πρωταρχικής σημασίας στη σημερινή πραγματικότητα που η δυναμική της ξεπερνάει τη δυναμική της εργασίας , σύνδεση εκπαίδευσης - παραγωγής - αγοράς εργασίας , ακολουθώντας εδώ την αντίστοιχη κατεύθυνση του ''Λευκού Βιβλίου για την εκπαίδευση και την κατάρτιση της Ευρωπαίκής Επιτροπής'' αλλά και άλλες κατευθύνσεις του στρατηγική σημασίας προγραμματικού κειμένου όπως η ευελιξία , η διαβίου κατάρτιση και η εκμάθηση της μάθησης ) Η αποδοχή αυτών των εννοιολογικών εργαλείων έχει μια τεράστια πολιτική σημασία , καθώς δείχνει ότι έχει εγκαταλειφθεί πλήρως η σοσιαλδημοκρατική πολιτική της δεκαετίας του '80 και έχει ηγεμονεύσει στην πολιτική του η νεοσυντηρητική – νεοφιλεύθερη λογική. Η μεταστροφή αυτή , που επιβλήθηκε από τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις της δεκαετίας του ' 90 , δεν είναι καθόλου ένα απλό συγκυριακό φαινόμενο.

III. Στις βασικές πολιτικές προτεραιότητες του προγράμματος εντάσσεται '' η αναγκαιότητα για μια εθνική στρατηγική για την εκπαίδευση''. Η διαμόρφωση δηλ. κατευθύνσεων και επιλογών στην εκπαιδευτική πολιτική που να ξεφεύγουν από τα όρια της πολιτικής ενός και μόνο κόμματος. Από τις αρχές της δεκαετίας του ' 90 οι πολιτικοί εκφραστές της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης στην εκπαίδευση έχουν εκφράσει το αίτημα μιας διακομματικής πολιτικής για τη μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος σε συντηρητική πάντα κατεύθυνση. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ κάνει σοβαρή προσπάθεια ν ΄ ανταποκριθεί σ΄ αυτό το αίτημα και προσπαθεί να τοποθετήσει την αστική πολιτική για την εκπαίδευση σε πλαίσιο ευρείας πολιτικής συναίνεσης. Πρόκειται για μια προσπάθεια οχύρωσης του καθεστωτικού πολιτικού φάσματος απέναντι στην κοινωνική αντίσταση του εκπαιδευτικού κόσμου και των εργαζομένων στις νεοφιλελεύθερες επιλογές. Έχουμε μια προσπάθεια μέσω της συναίνεσης και της ευρείας υπερκομματικής πολιτικής (υπέρ του κεφαλαίου φυσικά) να μην υπάρξει η παραμικρή ρωγμή στο πολιτικό σκηνικό της νεοφιλελεύθερης πολιτικής απ' την οποία θα μπορούσε να διεισδύσει η κοινωνική δυσφορία και να δυσχερανθεί η εφαρμογή αυτής της πολιτικής. Με βάση την αναγκαιότητα για εθνική στρατηγική στην εκπαίδευση , ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ προτείνει ορισμένους άξονες οι οποίοι ξεκαθαρίζουν το νεοφιλελεύθερο στίγμα των επιλογών του. Επαναπροσδιορισμός του ρόλου του δημοσίου στην εκπαίδευση και αποκέντρωση του σχολείου αποτελούν τις βασικές κατευθύνσεις της εκπαιδευτικής πολιτικής του. Η αποκέντρωση θα αφορά σημαντικότατες πλευρές της λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος (διοίκηση , χρηματοδότηση , πρόσληψη προσωπικού , διαμόρφωση προγραμμάτων σπουδών) αλλά και το περιεχόμενο των γνώσεων που θα προσφέρει το αποκεντρωμένο σχολείο.

IV. Ο ιδεολογικός προσανατολισμός του σχολείου των τοπικών κοινωνιών αφορά κυρίως τις αξίες της αγοράς και της επιχειρηματικότητας που βρίσκονται σε λεπτή ισορροπία και αλληλοσυσχέτιση με τις λεγόμενες εθνικές αξίες. Πρόκειται για ένα ιδεολογικό μείγμα από τεχνοκρατικά ιδεολογήματα, ιδεολογήματα του ευρωπαϊκού κοσμοπολιτισμού και παραδοσιακών σοσιαλδημοκρατικών αξιών.

V. Για τα προγραμματικά κείμενα του ΠΑΣΟΚ βασική αιτία κρίσης του εκπαιδευτικού συστήματος είναι ''η από χρόνια εδραιωμένη νοοτροπία του κρατισμού στο χώρο της Παιδείας , η οποία έχει δημιουργήσει σημαντικότατα προβλήματα''. Παραπέρα το πρόβλημα εντοπίζεται στον υπερβολικά συγκεντρωτικό χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος και τη μη σύνδεσή του με την αγορά εργασίας και τις σύγχρονες απαιτήσεις της. Η χρήση του όρου κρατισμός απαντάται συχνά στα κείμενα και τις τοποθετήσεις των στελεχών του ΠΑΣΟΚ. Η επίμονη χρήση του ιδεολογικοποιημένου αυτού του όρου , που παραπέμπει στη γλωσσική σημειολογία του νεοφιλευθερισμού , δημιουργεί μια νεφελώδη εικόνα γύρω από την ευθύνη του κράτους και του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης για την κρίση . Στην πραγματικότητα ενοχοποιείται ο δημόσιος χαρακτήρας του σχολείου για την κρίση , χωρίς αυτό να λέγεται ανοιχτά. Ο λόγος των κειμένων στο θέμα της κρίσης είναι ιδεολογικός δηλ. αόριστος , υπαινικτός , καθόλου αναλυτικός και συγκεκριμένος, αφήνοντας αδιευκρίνιστες σημαντικές πλευρές του όλου θέματος. Το άνοιγμα του θέματος προϋποθέτει την επανεξέταση όλης της εκπαιδευτικής πολιτικής της περιόδου 1982 – 1989 και των βασικών της προσανατολισμών. Πόσο δηλ. αυτή η πολιτική ήταν ταυτισμένη με τα λαϊκά συμφέροντα ή αποτέλεσε έναν ακόμα εκσυγχρονισμό του συστήματος στα πλαίσια των τότε συσχετισμών ; Κάτι τέτοιο επιβάλλει στο ΠΑΣΟΚ να γίνει κριτικό με τον εαυτό του και την πολιτική που ακολούθησε στην εικοσαετή διαδρομή της εξουσίας του. Οι θέσεις όμως φαίνεται ότι αποφεύγουν κάτι τέτοιο. Ανάλογη τακτική ακολουθείται και για την προσέγγιση του ζητήματος της δωρεάν παιδείας. Τα κείμενα διαπιστώνουν το πρόβλημα της ελλειπούς χρηματοδότησης και της αδυναμίας της εργαζόμενης ελληνικής οικογένειας ν΄ ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της εκπαίδευσης , σα να πρόκειται για έναν ουδέτερο παρατηρητή που βλέπει τα πράγματα με απόσταση και όχι απ ΄ την πλευρά αυτού που ενεργά έχει εμπλακεί στο πρόβλημα και με τις πολιτικές του επιλογές το μεγάλωσε αρκετά. Αρκεί να σκεφτούμε τη γιγάντωση των φροντιστηρίων απ΄ την εφαρμογή του νόμου 2525 / 97 και τη θεσμοθέτηση του λεγόμενου Ενιαίου Λυκείου. Μ' άλλα λόγια και στο σημείο αυτό δεν υπάρχει η παραμικρή διάθεση αυτοκριτικής. Η κρίση παρουσιάζεται ως αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα που επιτάσσει νέα μέτρα , νεοφιλελεύθερου χαρακτήρα.
 Στο πρόγραμμα κυριαρχεί η αντίληψη για μια εκπαίδευση διαμορφωμένη με βάση τις απαιτήσεις της καπιταλιστικής παραγωγής και μάλιστα ολοκληρωτικά υποταγμένης σ' αυτές. Σύμφωνα με τουs συντάκτες του κειμένου '' η σύγχρονη πραγματικότητα αξιώνει από τους πολίτες να ενθαρρύνονται διαρκώς , να διευκολύνονται με κάθε τρόπο , να μαθαίνουν και να εκπαιδεύονται με ώστε να είναι σε θέση να προσαρμόζονται στις ραγδαίες οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις '' , ενώ στα πλαίσια πάντα της ίδιας θεώρησης η ανάγκη των εκπαιδευτικών αλλαγών καθορίζεται από την προσπάθεια '' για ένα σύγχρονο υψηλού επιπέδου εκπαιδευτικό σύστημα που θ' ανταποκρίνεται στις απαιτητικές συνθήκες του διεθνούς ανταγωνιστικού περιβάλλοντος '' . Όσο κι αν η οικονομίστικη αυτή θεώρηση διανθίζεται από κοινωνική και δημοκρατική ρητορεία , είναι φανερό ότι η νεοφιλελεύθερη λογική αποκτά ηγεμονική θέση στην ανάλυση και τις προτάσεις του προγράμματος του. Η άποψη αυτή μπορεί ν΄ αποδειχθεί και από αναφορά σε άλλες θέσεις του προγράμματος. Για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ '' δεν πρέπει να φοβηθούμε να προσελκύσουμε και ιδιωτικό κεφάλαιο στο χώρο της παιδείας , με όρους βεβαίως … '' που δεν προσδιορίζονται συγκεκριμένα ποιοι πρέπει να είναι. Παραπέρα γίνεται προσπάθεια από τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ να οριστεί ο ρόλος του κράτους στο εκπαιδευτικό μοντέλο που προτείνει :''Σήμερα το Δημόσιο πρέπει να είναι λιγότερο παραγωγός γνώσης , να απελευθερώσει περισσότερο την ελληνική κοινωνία , αλλά πολύ περισσότερο το Δημόσιο να διασφαλίσει με την πιστοποίηση , με τον έλεγχο , με την αξιολόγηση , με τα κίνητρα και με την οικονομική υποστήριξη , σωστές εκπαιδευτικές υπηρεσίες προς όφελος όλων των πολιτών , άσχετα από το αν αυτές οι υπηρεσίες είναι δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου.'' Από την πιο πάνω θέση προκύπτει το ερώτημα αφού το δημόσιο θα είναι όλο και λιγότερο παραγωγός γνώσης , ποιος θα είναι ο κύριος παραγωγός της γνώσης στο προτεινόμενο από το κόμμα του μοντέλο ; Και δεν μπορεί να το αποφύγει αυτό το ερώτημα καλυπτόμενος πίσω από ιδεολογικά πυροτεχνήματα περί ''απελευθέρωσης από τον κρατισμό και τη γραφειοκρατία'' που σηματοδοτούν μεν την ιδεολογική κατεύθυνση της πολιτικής του , αποφεύγεται όμως η περιγραφή της με συγκεκριμένο τρόπο . Οι προθέσεις στο σύνολό τους μπορεί να μην ομολογούνται ανοικτά , ωστόσο οι μέχρι τώρα διακηρύξεις επιτρέπουν την ασφαλή κατανόησή τους. Παραγωγός γνώσης θα είναι το ιδιωτικό κεφαλαίο εκεί όπου η εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης κρίνεται επωφελής διαδικασία για το ίδιο και εκεί όπου τυπικά διατηρείται ο δημόσιος χαρακτήρας των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων , αυτά και πάλι θα λειτουργούν προς όφελος του ιδιωτικού κεφαλαίου , παράγοντας γνώση και εργατικό δυναμικό με βάση τις άμεσες ανάγκες του και ενσωματώνοντας στη λειτουργία τους την επιχειρηματική λογική. Πρόκειται για ένα καθαρά εμπορευματοποιημένο μοντέλο σ' όλα τα επίπεδα , που μέσα από την αοριστολογία και την ασάφεια σε βασικές πλευρές της πρότασης, επιδιώκεται να συγκαλυφθούν οι αρνητικές του όψεις και η κοινωνική του αντιδραστικότητα. Ο ρόλος που αποδίδει στο κράτος , του επιτελικού σχεδιαστή και του εγγυητή της λειτουργίας ενός αγοραίου συστήματος είναι αυτός προσδίδει στο κράτος ο νεοφιλελευθερισμός της δεύτερης γενιάς : Από το λιγότερο κράτος στο κράτος επιτελείο , σχεδιαστή ανάπτυξης και εγγυητή των όρων λειτουργίας της αγοράς. Η αναγκαιότητα του κράτους επανέρχεται χωρίς αυτό να οδηγεί σε μια καινούργια εκδοχή του κράτος πρόνοιας , αλλά την εξασφάλιση της οικονομικής αποτελεσματικότητας του κάθε κοινωνικού σχηματισμού. H οριοθέτηση του ρόλου του δημοσίου στη λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος , από τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, γίνεται στα πλαίσια μιας τέτοιας αντίληψης.
Με βασική θέση ότι :'' η παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου και των συναλλαγών τείνει να διαμορφώσει μια νέα δυναμική στις σχέσεις οικονομίας και κοινωνίας. Αναγορεύει την οικονομική ανταγωνιστικότητα και την οικονομική βιωσιμότητα σε κυρίαρχες προτεραιότητες όλων των τομέων της σύγχρονης ζωής. '' η κυρίαρχη αναφορά στη γνώση γίνεται σα να πρόκειται για οικονομικό – παραγωγικό μέγεθος , ενώ συμπληρωματικά της αποδίδεται και ιδεολογικός ρόλος.
Τα κείμενα των θέσεων αναφέρονται μ΄ έναν ασαφή και αποσπασματικό τρόπο στο θέμα της Δωρεάν Παιδείας για να διαπιστώσει ότι : '' η δωρεάν παιδεία ήταν το μεγάλο στοίχημα του Γ. Παπανδρέου. Σήμερα όμως δεν έχουμε πετύχει έναν τέτοιο στόχο. Γι αυτό βασικός στόχος πρέπει να είναι οι αλλαγές , να μειώσουν δραστικά το κόστος και το βάρος που σηκώνει η μέση οικογένεια στην Ελλάδα για να σπουδάσει το παιδί της.'' Προτάσεις βέβαια συγκεκριμένες που θα υλοποιούσαν ένα τέτοιο στόχο , που ασφαλώς είναι σωστός όσο κι αν ψάξει κανείς στο κείμενο δεν θα βρει. Θα βρει όμως τη συμφωνία με την κατάργηση του συστήματος των μεταγραφών στα πανεπιστήμια, μέτρο που εξοντώνει τη λαϊκή οικογένεια. Δεν θα βρει επίσης τον παραμικρό προβληματισμό για τα αίτια που δεν επιτρέπουν την επιτυχία του συστήματος της δωρεάν παιδείας. Δεν θα προβληματιστούν οι συντάκτες των προγραμματικών κειμένων για τον ρόλο των εξετάσεων και τη γιγάντωση της παραπαιδείας μέσα απ' αυτές , δεν κάνουν καμιά αναφορά στην εμπορευματοποίηση του συστήματος των μεταπτυχιακών σπουδών με την εισαγωγή διδάκτρων στο δημόσιο πανεπιστήμιο κατά την περίοδο που κυβέρνησε το ΠΑΣΟΚ και δεν πρόκειται να προβληματιστούν για την υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης από τον κρατικό προϋπολογισμό στην περίοδο της δικιά τους εξουσίας. Αντίθετα θα βρει ρητά διατυπωμένες θέσεις για την προσέλκυση του ιδιωτικού κεφαλαίου στο χώρο της εκπαίδευσης , όπως επισημάνθηκε και πιο πάνω , για τη δημιουργία μη κρατικών πανεπιστημίων , ενώ η συγκεκριμένη αναφορά στην περίφημη κοινωνική διαβούλευση που πραγματοποιείται στα πλαίσια της αντίληψης για συμμετοχική δημοκρατία δημιουργεί βάσιμες ανησυχίες ότι μ΄ αυτή επιδιώκουν ανάμεσα σ΄ άλλα και την εξάρθρωση του σημερινού συστήματος δωρεάν παιδείας. Πιο συγκεκριμένα το κείμενο των θέσεων μας πληροφορεί ότι η διαβούλευση με τις τοπικές κοινωνίες στα πλαίσια του αποκεντρωμένου μοντέλου ανάμεσα στ΄ άλλα αφορά : '' τη χρηματοδότηση σχολικών μονάδων μέχρι ένα ορισμένο οικονομικό επίπεδο (π.χ αγορά εξοπλισμού ,κλπ. ) , την επιλογή εκπαιδευτικού υλικού ( επιλογή εγχειριδίων από εγκεκριμένο κατάλογο και ελεύθερη επιλογή για τη βιβλιοθήκη του σχολείου ) '' Οι τοπικές κοινωνίες δηλ. αναλαμβάνουν τη χρηματοδότηση σημαντικών πλευρών της λειτουργίας των σχολείων. . Γίνεται δε ακόμα πιο ορατός ο κίνδυνος από τις τοποθετήσεις του προέδρου του ΠΑΣΟΚ από το βήμα της Βουλής με την εξαγγελία της περίφημης νέας αντίληψης της δωρεάν παιδείας η οποία δεν είναι τίποτε άλλο παρά τα φοιτητικά δάνεια. Σύμφωνα λοιπόν με τον Γ.Παπανδρέου : '' Χρειάζεται ένα νέο σύστημα χρηματοδότησης που θα διασφαλίζει την ελευθερία επιλογής του μαθητή , την πραγματική δωρεάν παιδεία. Διότι σήμερα η μεγάλη μεταρρύθμιση του Γ. Παπανδρέου , που τότε άνοιξε τις πόρτες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει διαστρεβλωθεί μετά από πολλά χρόνια και χρειάζεται ν΄ αλλάξουμε αυτή τη λογική μ' ένα νέο σύστημα χρηματοδότησης , που θα δημιουργήσει και ένα εσωτερικό ανταγωνισμό μεταξύ των δημοσίων πανεπιστημίων θα εξασφαλίσει ίσες δυνατότητες για όλα τα παιδιά , θα υποστηρίξει τα φτωχότερα στρώματα , δεν θα επιτρέπει αποκλεισμούς.'' Ο ίδιος τοποθετείται πιο κάτω στην ίδια συζήτηση και για το πώς μπορεί να ξεπεραστεί η διαστρέβλωση που επισημαίνει πιο πάνω. '' Τα λεγόμενα δάνεια για τα οποία μίλησα είναι μια σκανδιναβική πρακτική, όπου ο νέος όταν πάει σε μια άλλη πόλη ή έστω και στην ίδια πόλη , όπου ζει εκτός σπιτιού του δίνουν δάνειο. Το δάνειο αποπληρώνεται όταν πάρει δουλειά , μέσω του φορολογικού συστήματος ,ανάλογα με το εισόδημα του νέου και αν δεν έχει εισόδημα αρκετά υψηλό ή δεν έχει καθόλου , τότε έρχεται και το εξασφαλίζει η ίδια η πολιτεία.
Στα πλαίσια αυτά γίνεται κατανοητό ότι η κριτική που ασκείται σήμερα στο σύστημα της δωρεάν παιδείας από το ΠΑΣΟΚ περισσότερο την απαξιώνει στα μάτια της κοινωνίας παρά οδηγεί στη στήριξή της. Στη νεοσυντηρητικές - νεοφιλελεύθερες κριτικές η επισήμανση των αδυναμιών της δημόσιας παιδείας γίνεται αφενός για να αποδειχτεί ότι ο δημόσιος χαρακτήρας του εκπαιδευτικού συστήματος είναι η αιτία της υποβάθμισης του επιπέδου σπουδών και από την άλλη για να προβληθεί ως αναγκαιότητα η ιδιωτική εκπαίδευση , και γενικότερα το αγοραίο – επιχειρηματικό μοντέλο σχολείου και πανεπιστημίου.


Γ. ΟΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΘΕΣΕΙΣ



Τα κείμενα των προγραμματικών θέσεων προτείνουν ορισμένες κατευθύνσεις με βάση τις οποίες προωθείται η νεοσυντηρητική αλλαγή του σχολείου και του πανεπιστημίου.



Α. Αποκέντρωση – άνοιγμα του σχολείου στην τοπική κοινωνία - Κοινωνική διαβούλευση Ο στόχος αυτός αποτελεί τον βασικότερο άξονα του ΠΑΣΟΚ για την μεταρρύθμιση της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Οι θέσεις αυτές έχουν γνωρίσει μια προοδευτική διαμόρφωση σε όλο και πιο συντηρητική κατεύθυνση Στα πλαίσια των διακηρύξεων για συμμετοχική δημοκρατία και κοινωνική συμμετοχή επιδιώκεται ένα συντριπτικό κτύπημα στον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος και η καθυπόταξή του απαιτήσεις της αγοράς μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης. Η πρόταση παρουσιάζεται με μια παραπλανητική ρητορική δήθεν ενίσχυσης της δημοκρατίας , της συμμετοχής ,απελευθέρωσης του σχολείου από τον κρατικό συγκεντρωτισμό και τη γραφειοκρατία και ενίσχυσης της δημιουργικότητας των πολιτών αλλά και με φιλόδοξα οράματα ανασύστασης του κοινωνικού ιστού σε τοπικό επίπεδο τόσο για τις κοινωνίες των μεγαλουπόλεων όσο και για την επαρχία. Η προσέγγιση όμως της πρότασης με συγκεκριμένο τρόπο δείχνει ότι πρόκειται για μια στρατηγική επιλογή που έχει σκοπό να απαλλάξει τον κρατικό προϋπολογισμό από την ευθύνη της έστω ελλειπούς σημερινής χρηματοδότησης της εκπαίδευσης και να μετακυλλίσει την ευθύνη της λειτουργίας της στην τοπική αυτοδιοίκηση. Στα πλαίσια του οράματος για σχολείο ανοικτό στην τοπική κοινωνία προτείνεται ο καθορισμός μέρους του προγράμματος σπουδών σε τοπικό επίπεδο , σε πεδία όπως η τοπική ιστορία , η οι ιδιαιτερότητες του περιβάλλοντος μιας περιοχής και η εισαγωγή μαθημάτων που θα έχουν σχέση με την τοπική παραγωγική βάση , δηλ. με τα τοπικά επιχειρηματικά συμφέροντα. Παραπέρα μέρος της χρηματοδότησης των σχολείων αναλαμβάνουν οι τοπικές κοινωνίες, η επιλογή του βοηθητικού σχολικού προσωπικού γίνεται σε επίπεδο τοπικό , χτυπώντας ακόμη παραπέρα τις εργασιακές σχάσεις στο δημόσιο σχολείο και δημιουργώντας νέες κατηγορίες εργαζόμενων εκπαιδευτικών σε καθεστώς ελαστικής (μαύρης) εργασίας. Όμως κι αυτές οι απόψεις όταν εξειδικεύονται έχουν μια ακόμα συντηρητικότερη διολίσθηση , όπως διαφαίνεται από τη δημοσιοποίηση του '' ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ '' , που έγινε στις 13 /09/05 από την υπεύθυνη του τομέα παιδείας και μορφωτικών υποθέσεων Μ. Δαμανάκη : Στο εκπαιδευτικό μοντέλο που προτείνεται από το ΠΑΣΟΚ '' το κράτος διατηρεί μόνο το γενικό πλαίσιο της εκπαιδευτικής πολιτικής. Αποφασίζει για τον κορμό του προγράμματος διδασκαλίας , αναμορφώνοντας τη διδακτέα ύλη , αφαιρώντας περιττά θέματα και επαναλήψεις. Η περιφέρεια στηρίζει τη σύνδεση της εκπαίδευσης με την κοινωνία και την απασχόληση. Καθορίζει ειδικές εκπαιδευτικές ζώνες (μετανάστες , τσιγγάνοι , μεγάλη μαθητική διαρροή , ειδικές κατηγορίες) Οργανώνει (σε συνεργασία με πανεπιστήμια και ΤΕΙ) επιμόρφωση ενηλίκων και εκπαιδευτικών. Προσλαμβάνει τους εκπαιδευτικούς. Για όλα αυτά συγκροτεί Ειδικά Εκπαιδευτικά Συμβούλια που απαρτίζονται από εκπαιδευτικούς , εκλεγμένους με καθολική ψηφοφορία , εκπροσώπους γονέων και μαθητών ( οι τελευταίοι μόνο στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση), εκλεγμένους εκπροσώπους των παραγωγικών και κοινωνικών φορέων , εκπροσώπου του Υπουργείου. Τα εδικά εκπαιδευτικά συμβούλια μετά από κοινωνική διαβούλευση καθορίζουν μέρος του προγράμματος σπουδών , επιλέγουν και αξιολογούν το εκπαιδευτικό υλικό. Eίναι υπεύθυνα για την ανάπτυξη των διαδικασιών κοινωνικής διαβούλευσης… Όλα περνούν στην περιφέρεια , στο δήμο και το Σχολικό Συμβούλιο. Το σχολείο συνδιοικείται από την τοπική κοινωνία, από τους συλλόγους Γονέων και Κηδεμόνων , από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους που αναλαμβάνουν και την ευθύνη και το δικαίωμα να κρίνουν την ποιότητά του. Η γενική ιδέα είναι ότι υπάρχει σχετική ευελιξία. Η γενική ιδέα είναι ότι θα μπορεί το σχολικό συμβούλιο σε μια γειτονιά με τη συμμετοχή των γονέων , της Τοπικής αυτοδιοίκησης , να έχει ας πούμε , τη δυνατότητα να βρει κάποιους πόρους ώστε να χρηματοδοτήσει – λέω ένα παράδειγμα – μια συμπληρωματική τάξη το απόγευμα για παιδιά που δεν μιλούν καλά ελληνικά.'' Το ακριβές πολιτικό περιεχόμενο της συνδιόικησης του σχολείου είναι η διαμόρφωση ενός εξουσιαστικού πλέγματος στηριγμένο από τη μια πλευρά στο κεντρικό κράτος και από την άλλη στα τοπικά κεφάλαια που αποκτούν τη δυνατότητα της ενεργούς ανάμειξης στην εκπαιδευτική διαδικασία , μέσω της τοπικής διαμόρφωσης των προγραμμάτων σπουδών.
Το περίφημο άνοιγμα του σχολείου στην τοπική κοινωνία είναι άνοιγμα στα τοπικά επιχειρηματικά συμφέροντα και δρόμος προς την ιδιωτικοποίηση σημαντικών πλευρών της λειτουργίας του εκπαιδευτικού συστήματος. Ανοίγει το δρόμο για την αύξηση της κοινωνικής ανισότητας μεταξύ των διαφόρων σχολικών μονάδων ανάλογα με τη δυνατότητα κάθε περιοχής να μπορεί να χρηματοδοτεί καλά ή όχι τα σχολεία της. Το άνοιγμα του κοινωνικού χάσματος σε γεωγραφικό επίπεδο ανάμεσα στα σχολεία των πλούσιων περιοχών των μεγάλων αστικών κέντρων και σ΄ αυτά των φτωχών συνοικιών των μεγαλουπόλεων και των απομονωμένων περιοχών της περιφέρειας θα είναι το αποτέλεσμα του περίφημου ανοίγματος του σχολείου στις τοπικές κοινωνίες. Παράλληλα με την καλλιέργεια των ψευδαισθήσεων για συμμετοχική δημοκρατία αυτό που προσπαθείται να γίνει από τη μεριά της κεντρικής πολιτικής εξουσίας είναι η απόσπαση της συναίνεσης για βασικές επιλογές που η ίδια διαμορφώνει. Το κράτος στο αποκεντρωμένο μοντέλο διοίκησης κρατάει τον επιτελικό του ρόλο , είναι αυτό που αποφασίζει για του βασικούς προσανατολισμούς του εκπαιδευτικού συστήματος και προσπαθεί να καταστήσει συνυπεύθυνο όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας για τις επιλογές του , μετακυλλώντας παράλληλα μεγάλο μέρος του οικονομικού κόστους γι' αυτές τις επιλογές στους ίδιους τους εργαζόμενους.

Μπορεί η μυθολογία της συμμετοχικής δημοκρατίας να θεωρεί την αποκέντρωση γενικά και την αποκέντρωση του εκπαιδευτικού συστήματος ειδικότερα ως μέσο που φέρνει τον πολίτη κοντά στα κέντρα λήψης των αποφάσεων και μ΄ αυτή την έννοια μέσο για την ενίσχυσή του , η εμπειρική όμως πραγματικότητα αποκεντρωμένων μοντέλων διοίκησης δείχνει διαφορετικά πράγματα. Αναφερόμενος στην 14χρονη εμπειρία αποκέντρωσης της Γαλλικής Δημοκρατίας ο Jean Pierre Garnier σημειώνει χαρακτηριστικά : '' η πρόοδος που πραγματοποίησε η δημοκρατία αποκαλύπτεται εξαιρετικά περιορισμένη , αν κρίνουμε από τους ελάχιστα δημοκρατικούς όρους που μετά από 14 χρόνια αποκέντρωσης συχνά χρησιμοποιούνται στη Γαλλία για να χαρακτηρίσουν τους ηγέτες που βρίσκονται επικεφαλής των τοπικών συνελεύσεων : βαρόνοι , φεουδάρχες , πριγκιπίσκοι. Πράγματι στα εκλογικά φέουδα που ελέγχουν δεν άργησαν να εγκαθιδρύσουν σε τοπική κλίμακα την κοινωνική απόσταση που χωρίζει κυβερνώντες και κυβερνώμενους παρ' όλη τη γεωγραφική εγγύτητα ανάμεσα στους μεν και τους δε. Παρ ' όλο στην επίσημη εκδοχή της η αποκέντρωση ως έννοια αποσκοπούσε στο να μεταβιβάσει την εξουσία στον πολίτη συχνά την έδωσε σε άρχοντες νέου τύπου οι οποίοι , μόλις περάσουν οι εκλογές , ουδόλως συμβουλεύονται τους υποτακτικούς τους για τις αποφάσεις που πρόκειται να λάβουν.'' Για δε το ζήτημα της απαγκίστρωσης από τη γραφειοκρατία που υποτίθεται ότι επιτυγχάνεται με την αποκέντρωση ο ίδιος αναλυτής επισημαίνει : '' με άλλα λόγια , αν υπήρξε προσέγγιση πολιτών και εξουσίας , αυτή πραγματοποιήθηκε μονοσήμαντα σε όφελος των ουσιαστικών κατόχων της τελευταίας. Ιδιαίτερα μάλιστα , εφόσον η τεχνοκρατία , απ' την πλευρά της αντί να παρακμάσει , εμφάνισε τάσεις ανάπτυξης. Στους πανίσχυρους ανώτατους διοικητικούς υπαλλήλους , παρόντες όσο ποτέ άλλοτε στις υψηλές σφαίρες του Παρισιού – για να μην αναφέρουμε εκείνους που κατοικοεδρεύουν στις βαθμίδες της Ευρωκρατίας των Βρυξελλών - προστίθεται τώρα και η κάστα των συμβούλων , των ειδημόνων και άλλων εδικών οι οποίοι περιστοιχίζουν τους δημάρχους και τους προέδρους των νομαρχιακών συμβουλίων. Το μόνο που κατορθώνουν είναι να θαμπώνουν ακόμα περισσότερο την οθόνη που παρεμβάλλεται ανάμεσα στα κέντρα λήψης των αποφάσεων και το λαό''
Οι οπαδοί της αποκέντρωσης υποστηρίζουν ότι τα τοπικά όργανα που δημιουργούνται στα πλαίσια αυτής της διαδικασίας είναι θεσμοί που βρίσκονται πιο κοντά στον πολίτη απ' ότι οι μηχανισμοί του κεντρικού κράτους , άρα η δημιουργία και η στήριξη τέτοιων οργάνων έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη διαδικασιών κοινωνικής και πολιτικής συμμετοχής. Η πραγματικότητα όμως μας δείχνει ότι πρόκειται για κρατικά όργανα των οποίων η λειτουργία και ό ρόλος διαμορφώνεται από το ίδιο το κράτος , είναι δε οργανικά ενταγμένα στην ιεραρχία του κράτους , χρηματοδοτούνται σ΄ έναν πολύ μεγάλο απ' αυτό. Κατά συνέπεια και ο ρόλος τους και η λειτουργία τους προσδιορίζεται από το συνολικό ταξικό ρόλο του κράτους. Το κράτος στις χαμηλότερες βαθμίδες της ιεραρχίας του δεν έχει λαϊκού χαρακτήρα όργανα ενώ διαφοροποιούνται κοινωνικά μόνο τα όργανα των μεσαίων και ανώτερων βαθμίδων του. Κάτι τέτοιο είναι λάθος. Στο σύνολο του ο κρατικός μηχανισμός και σε όλα τα επίπεδα και τις βαθμίδες του είναι μηχανισμός αναπαραγωγής της αστικής ταξικής κυριαρχίας.
Η αποκέντρωση ως πολιτική στρατηγική του κράτους έχει συγκεκεκριμένες πολιτικές στοχεύσεις είτε μιλάμε για το εκπαιδευτικό σύστημα είτε για οποιοδήποτε άλλο τομέα της δημόσιας ζωής. Εκφράζει κατ΄ αρχήν την προσπάθεια για συγκάλυψη των ευθυνών του κεντρικού κράτους σε μια σειρά σοβαρά κοινωνικά προβλήματα , τα οποία σε συνθήκες κρίσης και αναδιάρθρωσης του συστήματος αποκτούν εκρηκτικό χαρακτήρα. Στο βαθμό που δεν υπάρχει η δυνατότητα στα πλαίσια του συστήματος και της πολιτικής που ακολουθείται για ριζική αντιμετώπισή τους , επιλέγεται μια συγκεκριμένη τακτική διαχείρισής τους , που αποσκοπεί στην απόκρυψη των ευθυνών της κυβέρνησης. Αυτή είναι η συνδιαχείρισή τους σε τοπικό επίπεδο. Κάτι τέτοιο παρουσιάζει ορισμένα πλεονεκτήματα για την κυρίαρχη πολιτική. Η συνδιαχείριση σε τοπικό επίπεδο κάνει τους κυριαρχούμενους συνυπεύθυνους στην πολιτική της αστικής κεντρικής εξουσίας , ενώ στην πραγματικότητα δεν έχουν κανένα περιθώριο άλλου δρόμου από τον δρόμο που επιβάλλει η κυρίαρχη πολιτική. Κι αυτό γιατί απλά και πάλι το κεντρικό κράτος είναι αυτό που έχει τον επιτελικό σχεδιασμό και καθορίζει τους βασικούς στόχους σε οποιοδήποτε τομέα της κοινωνικής δραστηριότητας. Έτσι τα περιθώρια μιας υποτιθέμενης εναλλακτικής πολιτικής είναι ανύπαρκτα. Σε μια τέτοια πραγματικότητα η αποκέντρωση και η λεγόμενη συμμετοχική διαδικασία το μόνο που κάνουν είναι να λειτουργούν ως μηχανισμοί ενσωμάτωσης των λαϊκών τάξεων στην κυρίαρχη πολιτική.
Το αποκεντρωμένο εκπαιδευτικό μοντέλο που προτείνεται στο σημερινό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ δεν έχει καμιά σχέση με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες ούτε με τη ρεφορμιστική διαχείριση της πρώτης περιόδου εξουσίας του. Πρόκειται για μια προσπάθεια μετακύλισης του κόστους λειτουργίας του σχολείου στις τοπικές κοινωνίες με ταυτόχρονη προσπάθεια εγκαθίδρυσης νέων, πιο αποτελεσματικών μορφών κρατικού ελέγχου. Το κεντρικό κράτος παράλληλα παραιτείται από τις υποχρεώσεις του απέναντι στην εκπαίδευση , όχι όμως και από τον συνολικό σχεδιασμό και έλεγχο της εκπαιδευτικής διαδικασίας , αφού αυτό διαμορφώνει τον βασικό κορμό των αναλυτικών προγραμμάτων και καθορίζει του βασικούς στόχους του σχολείου. Μέσα απ' αυτό το δρόμο η δημόσια εκπαίδευση δέχεται έμμεσο αλλά αποφασιστικό χτύπημα και οι τοπικές κοινωνίες μετατρέπονται σε μακρύ χέρι του κεντρικού κράτους στο πεδίο του ελέγχου της εκπαιδευτικής διαδικασίας .
Η δημιουργία τοπικών εκπαιδευτικών επιτροπών έχει αναλογίες με το αγγλοσαξονικό νεοφιλελεύθερο μοντέλο , ειδικά στο ζήτημα του ρόλου των διευθυντών με τη μετατροπή τους σε μάναντζερς αλλά και σε σχέση με το ρόλο των γονέων στην εκπαιδευτική διαδικασία. Μετατρέποντας την εκπαίδευση από κοινωνικό δικαίωμα σε ιδιωτική υπόθεση των ατόμων , οι γονείς στα πλαίσια αυτού του μετασχηματισμού γίνονται πλέον οι πελάτες - καταναλωτές του εμπορεύματος γνώση, το οποίο αγοράζουν με όρους αγοράς.
Στα πλαίσια των αντιλήψεων του ΠΑΣΟΚ για αποκέντρωση γίνεται λόγος για νέους ρόλους των εκπαιδευτικών και κυρίως αυτών που ασκούν διοίκηση. Η εφαρμογή της αποκέντρωσης στην ουσία θα μετατρέψει τα στελέχη της διοίκησης της εκπαίδευσης σε μάνατζερ – διαχειριστές της σχολικής πραγματικότητας , που θα είναι υποχρεωμένα ν΄ αναζητούν πηγές χρηματοδότησης για τη λειτουργία του σχολείου. Μια τέτοια προοπτική εμπεριέχει τον κίνδυνο καθυπόταξης της διδακτικής πράξης στην επιχειρηματική λογική. Από την ίδια την πίεση της πραγματικότητας το σχολείο εξαναγκάζεται να λειτουργήσει με κριτήριο την εξεύρεση κονδυλίων και να προσαρμόσει τη λειτουργία του σ΄αυτή την προοπτική. Πέρα απ' αυτό αποενοχοποιείται η κεντρική εξουσία για την υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης και την ελλειπή στελέχωσή της , αναλαμβάνοντας την ευθύνη γι΄αυτό η διοίκηση σε τοπικό επίπεδο , η οποία γίνεται υπόλογη έτσι στα μάτια της τοπικής κοινωνίας. Έχουμε δηλ. τη δημιουργία ενός ακόμη μηχανισμού συγκάλυψης των ευθυνών για το κεντρικό κράτος.

Β Αναμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων και της διδασκαλίας γίνεται στα πλαίσια του βασικού οράματος για αποκέντρωση. Τα κείμενα εδώ κάνουν λόγο για τρεις αλληλοσυμπληρούμενες δράσεις : αλλαγή των ισχυόντων προγραμμάτων σπουδών για να καλυφθούν ιδιαίτερα στοιχεία που αφορούν τη φυσιογνωμία κάθε τοπικής κοινωνίας , την απόδοση έμφασης στη διδασκαλία στην απόκτηση δεξιοτήτων που προετοιμάζουν για τη ζωή με έμφαση στην εκμάθηση της μάθησης , όπως προβλέπουν οι επιταγές του '' Λευκού Βιβλίου για την εκπαίδευση και την κατάρτιση'' (1995) και εγκαθίδρυση ζωνών στο πλαίσιο του ισχύοντος διδακτικού χρόνου που συνδέουν το σχολείο με την κοινωνία. Ανάλογες πρακτικές όπως η ευέλικτη ζώνη και που αφήνουν αναπάντητα τα ερωτηματικά από πού θα προέρχεται η χρηματοδότηση τέτοιων δραστηριοτήτων. Η προετοιμασία του απασχολήσιμου και του ευέλικτου εργαζόμενου προϋποθέτει εκπαίδευση με βάση τη δεξιότητα και όχι την ολοκληρωμένη γνώση. Και αυτό το στόχο προωθεί η αναμόρφωση του προγράμματος σπουδών στις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ.

Γ. Ευελιξία : Ιδιαίτερο ρόλο στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ έχει η έννοια της ευελιξίας. Λέξη κλειδί στη στρατηγική της σύγχρονης καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης , το πρόγραμμα του το ΠΑΣΟΚ της αποδίδει δύο διαστάσεις : '' η μία αφορά στη δυνατότητα κάθε ενδιαφερόμενου να διαμορφώνει τη φυσιογνωμία των σπουδών του ανάλογα με τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντά του'' Αυτή η φαινομενικά δημοκρατική θέση κρύβει την προσπάθεια διάλυσης του ενιαίου χαρακτήρα των σπουδών και την αντικατάσταση του από ένα ατομικιστικό πρότυπο προσωπικών επιλογών ώστε να καταστήσει ο φοιτητής τον εαυτό του εμπορεύσιμο , δηλ. ελκυστικό στην αγορά εργασίας. Εισάγει δηλ. τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους ίδιους τους εκπαιδευόμενους και μελλοντικούς εργαζόμενους. Πρόκειται για μια προσπάθεια οριστικού ενταφιασμού των όποιων ενιαίων μορφωτικών και κατ' επέκταση εργασιακών δικαιωμάτων αλλά και της εκπαίδευσης σε σταθερά γνωστικά αντικείμενα. Στη θέση τους μπαίνει ένα σύστημα που κατακερματίζει όχι μόνο τη γνώση αλλά και το ίδιο το φοιτητικό σώμα , διαπαιδαγωγώντας το ταυτόχρονα στον ανταγωνισμό και τον ατομικισμό. Εδώ κυριαρχούν οι λογικές της Μπολόνια και του υπόλοιπου κύκλου των αναδιαρθρώσεων που έχει ανοίξει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Πιστωτικές μονάδες και συστήματα κατοχύρωσης και μεταφοράς τους. Εδώ η αντιγραφή των θέσεων αυτών είναι πλήρης. Άλλωστε με την εκπαιδευτική πολιτική του ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε η προσπάθεια εφαρμογής αυτών των κατευθύνσεων στην ελληνική πραγματικότητα. Η δεύτερη διάσταση της ευελιξίας αφορά τα ίδια τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και έχει να κάνει με την οργάνωση των σπουδών και το περιεχόμενο των γνωστικών αντικειμένων σε σχέση πάντοτε με τις απαιτήσεις της αγοράς. Στο πρόγραμμα γίνεται σαφές το τι είναι και η δεύτερη διάσταση της ευελιξίας : ''η άλλη διάσταση αφορά το βαθμό αποκρισιμότητας του συστήματος στις μεταβολές των τάσεων , τόσο σε επίπεδο παραγωγής νέας γνώσης , όσο και σε επίπεδο συνθηκών αγοράς εργασίας.'' Ευμεταβλητότητα του συστήματος ώστε να είναι γρήγορη και αποτελεσματική η ανταπόκρισή του στις απαιτήσεις των επιχειρήσεων. Η επιλογή αυτή προτείνεται μάλιστα να πάρει συστηματική μορφή ως προς την οργάνωσή της , προκειμένου να υλοποιηθεί αποτελεσματικά. Γι αυτό ''προτείνεται η δημιουργία Εθνικού Παρατηρητηρίου για τη Σύνδεση της Απασχόλησης και της Εκπαίδευσης , το οποίο συγκεντρώνει συστηματικά στοιχεία , που να πιστοποιούν τις τάσεις που αυθόρμητα οι κοινωνικοί φορείς αυθόρμητα ανιχνεύουν'' ( www. pasok. gr σελ. 2 )

Δ. Κοινωνική λογοδοσία:Ως βασική συνιστώσα του ανοικτού σχολείου θεωρείται '' η διασφάλιση της διαφάνειας μέσω ενός αξιόπιστου συστήματος κοινωνικής λογοδοσίας. Πρόκειται για την περίφημη απόδοση λόγου που είναι βασικός στόχος της νεοφιλελεύθερης εκπαιδευτικής πολιτικής.

Σύμφωνα μ΄ αυτή θεσμοθετούνται διαδικασίες ώστε το σχολείο και το προσωπικό του ελέγχεται από την κοινωνία για την απόδοσή του. . Η αόριστη όμως επίκληση της κοινωνίας μάλλον συσκοτίζει παρά ξεκαθαρίζει τα πράγματα. Ακόμα και όταν φορείς της αξιολόγησης είναι απλοί άνθρωποι, το σχολείο στην πραγματικότητα ελέγχεται και εξαρτάται από αυτούς που ελέγχουν και διευθύνουν την εκπαιδευτική διαδικασία. Απ'το δηλ. κράτος και τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Γιατί αυτοί διαμορφώνουν το θεσμικό πλαίσιο , τους στόχους και το περιεχόμενο της διαδικασίας. Από κει και ύστερα όποιοι και να είναι οι φορείς της διαδικασίας ελέγχου αυτοί θα λειτουργήσουν ως εντολοδόχοι της κρατικής πολιτικής. Στη σημερινή συγκυρία η διαμόρφωση διαδικασιών κοινωνικής λογοδοσίας γίνεται για την επίτευξη των στόχων της επιχειρηματικής εκπαίδευσης. Η κοινωνική λογοδοσία στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ αφορά την αξιολόγηση των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών που ασκείται σε τοπικό επίπεδο έτσι ώστε ο έλεγχος να είναι πιο αυταρχικός και ανεξέλεγκτος και η χειραγώγηση του εκπαιδευτικού πιο αποτελεσματική. Η τοποθέτησή του Γ. Παπανδρέου στη σχετική συζήτηση στη Βουλή για την Παιδεία είναι χαρακτηριστική των λογικών που επικρατούν στο χώρο του για την αξιολόγηση '' Πρέπει να δώσουμε μια άλλη αντίληψη στην παιδεία , μια αντίληψη τοπική. Πρέπει οι γονείς να έχουν δικαίωμα αξιολόγησης του σχολείου , ακόμα και των καθηγητών και των δασκάλων στην κάθε περιοχή. '' Στο ιδιωτικοποιημένο μοντέλο παιδείας που προτείνει σήμερα το ΠΑΣΟΚ οι γονείς μετατρέπονται σε πελάτες του εμπορεύματος γνώση – εκπαίδευση. Παράλληλα η ανάθεση επιθεωρητικών καθηκόντων στους γονείς ανοίγει το δρόμο της απόλυτης αυθαιρεσίας , της εξάρθρωσης της επαγγελματικής αυτονομίας και πολλές φορές της καταρράκωσης της επαγγελματικής αξιοπρέπειας των εκπαιδευτικών. Ένα τέτοιο σύστημα είναι απόλυτα αυθαίρετο και ξεπερνάει σε αυταρχισμό και τον παλιό επιθεωρητισμό , αφού ο φορέας αυτός παραμένει εντελώς ανεξέλεγκτος και δεν υπόκειται σε δεσμεύσεις ούτε σε συγκεκριμένα κριτήρια για τον τρόπο με τον οποίο θ΄ ασκήσει την αξιολόγηση. Μπορεί η απόδοση του ελέγχου στις τοπικές κοινωνίες και στους γονείς να εξυπηρετεί ανάγκες νομιποποίησης της κρατικής πολιτικής , δεν αντιμετωπίζει όμως στη ρίζα τους κανένα από τα ουσιαστικά προβλήματα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ούτε τα αίτια της σχολικής αποτυχίας και της ακραία έκφραση της σχολικής διαρροής αντιμετωπίζει στο ελάχιστο ούτε κανένα άλλο , αντίθετα παράγει μια ψευδή εικόνα για τα προβλήματα της εκπαίδευσης , εικόνα που απενοχοποιεί την κρατική εξουσία και την κυρίαρχη εκπαιδευτική πολιτική και μετατοπίζει την ευθύνη για την κρίση της εκπαίδευσης στο εκπαιδευτικό σώμα. Μια επιλογή διπλά χρήσιμη για την πολιτική εξουσία αφού από τη μια μεριά συγκαλύπτονται οι ευθύνες της για την κρίση της εκπαίδευσης , από την άλλη, μέσω της ενοχοποίησης και της διαπόμπευσης του εκπαιδευτικού σώματος αντιμετωπίζονται οι αντιστάσεις του και εξασφαλίζεται η πειθάρχησή του στην κυρίαρχη πολιτική.


Ε. Τριτοβάθμια Εκπαίδευση : Το κείμενο του ΠΑΣΟΚ για την τριτοβάθμια εκπαίδευση ξεκινάει με αναφορά στο δίλημμα για το χαρακτήρα του σύγχρονου πανεπιστημίου. Θεωρεί ότι έχουν αναδειχθεί δύο κατευθύνσεις προς τις οποίες μπορεί να κινηθεί η τριτοβάθμια εκπαίδευση ανάμεσα το δημόσιο πανεπιστήμιο του καθολικού που έχει αναδείξει η ευρωπαϊκή ουμανιστική παράδοση και το σύγχρονο πανεπιστήμιο της εποχής της αγοράς που είναι προσανατολισμένο προς τις άμεσες ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας. Θεωρεί αναγκαίο να απαριθμήσει τις θετικές και αρνητικές πλευρές της λειτουργίας των δημόσιων ΑΕΙ , χωρίς να επιχειρεί κάτι ανάλογο για τις ιδιωτικές ή αγοραίες μορφές εκπαίδευσης.
Προσπαθώντας οι συντάκτες των προγραμματικών κειμένων να συγκεράσουν τις θετικές πλευρές των κρατικών και μη κρατικών ιδρυμάτων , προτείνουν τον διαχωρισμό της έννοιας του κρατικού ιδρύματος από εκείνης του δημοσίου ελέγχου. Έτσι θεωρούν ότι : '' ένα ίδρυμα είναι δυνατόν να μην είναι κρατικό , με την έννοια ότι αποδεσμεύεται από τον ασφυκτικό κρατικό εναγκαλισμό διατηρώντας όμως τον δημόσιο χαρακτήρα του.'' Κατά τους συντάκτες αυτών των θέσεων '' ο δημόσιος έλεγχος διασφαλίζει το δημόσιο και κοινωνικό χαρακτήρα και την αξιολόγηση των κοινωνικών υπηρεσιών ενός ιδρύματος'' . Η διαχωρισμός αυτός φανερώνει μια προσπάθεια ελεγχόμενης ιδιωτικοποίησης και όχι βέβαια διατήρησης του δημόσιου χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης. Οι συντάκτες αποφεύγουν να αναφερθούν συγκεκριμένα με ποια κριτήρια και με ποιες αρχές ασκείται ο δημόσιος έλεγχος που προτείνουν. Είναι όμως σαφές από την όλη ανάγνωση του συγκεκριμένου κειμένου ότι ο στόχος είναι η καθυπόταξη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις άμεσες ανάγκες των επιχειρήσεων αλλά και η επιχειρηματικοποίηση της λειτουργίας της ίδιας. Αναμφισβήτητη απόδειξη γι' αυτό είναι η ίδια η μέχρι τώρα πολιτική του ΠΑΣΟΚ στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης , όπως εκφράστηκε με τον νόμο 2525 / 97 και η αποδοχή και εφαρμογή στην ελληνική πραγματικότητα των αποφάσεων των συνόδων Μπολόνιας, Πράγας , Βερολίνου , Λισσαβόνας.

Ταυτόχρονα διαπιστώνει ότι η σημερινή κατάσταση της λειτουργίας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων ότι '' δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά για τη διατήρηση της κρατικής ιδιοκτησίας'' . Μια τέτοια διαπίστωση γίνεται προπομπός της θέσης για τη δημιουργία ιδιωτικών ΑΕΙ , που έχει διατυπωθεί από τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ στη σχετική συζήτηση στη Βουλή για την Παιδεία και αναφέρεται ρητά και στο κείμενο αυτό. '' Το ΠΑΣΟΚ έχει εκφραστεί υπέρ της θεσμοθέτησης ενός απαραίτητου νομικού πλαισίου για την ίδρυση μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων με τη συμμετοχή φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης και άλλων φορέων της οικονομίας. Ο αποκλεισμός της δυνατότητας ίδρυσης τέτοιων ιδρυμάτων δεν συμβαδίζει με το πνεύμα της εποχής.'' Προσπαθώντας λοιπόν η ελληνική σοσιαλδημοκρατία να είναι μέσα στο πνεύμα της εποχής, ακολουθεί την κλασσική νεοφιλελεύθερη συνταγή πιστά. Εδώ ο κομφορμισμός της αναδεικνύεται περίτρανα. Ο προβληματισμός ωστόσο των συντακτών του κειμένου δεν επικεντρώνεται στο ζήτημα της μορφής των πανεπιστημίων. Επικεντρώνεται κυρίως στο ζήτημα της αξιολόγησης και το ρόλου της στην αναδιάρθρωση του συστήματος , τον οποίο το κείμενο των θέσεων θεωρεί κομβικό . Αναφέρει χαρακτηριστικά : '' Σε αυτό το πλαίσιο το δίλημμα δεν είναι ανάμεσα στα μη κρατικά και τα κρατικά Πανεπιστήμια , που επί χρόνια μας έχει βασανίσει δεν αναφέρεται στην ουσία. Το κύριο δεν είναι σε ποιο ιδιοκτησιακό καθεστώς ανήκει ένα ίδρυμα αλλά αν υπάρχει ποιότητα και δυνατότητα να μετέχουν σ΄αυτή τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα. Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι με το καθεστώς των αποκλειστικά κρατικών ιδρυμάτων που διοικούνται από ένα συγκεντρωτικό Υπουργείο – η ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν ανταποκρίνεται στα παραπάνω ζητούμενα.'' Εδώ λοιπόν ενοχοποιείται για την υπαρκτή κοινωνική ανισότητα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση η ύπαρξη δημόσιων ΑΕΙ για να υπαινιχθεί στα πλαίσια μια λαϊκίστικης όσο και προκλητικά ανυπόστατης λογικής ότι η ιδιωτικοποίηση των ιδρυμάτων μπορεί να εγγυηθεί την προοπτικής της κοινωνικής δικαιοσύνης. Προφανώς τα πανάκριβα δίδακτρα των μεταπτυχιακών σπουδών και του Ε.Α.Π εκφράζουν το νέο πνεύμα κοινωνικής δικαιοσύνης που φέρνει η ιδιωτική παιδεία και που τόσο γοητεύει τους συντάκτες αυτών των θέσεων …
Ιδιαίτερη σημασία ανάμεσα στις προγραμματικές θέσεις του ΠΑΣΟΚ για την ανώτατη εκπαίδευση έχει η θέση του για την αυτονομία των πανεπιστημίων. Στη σχετική συζήτηση στη Βουλή ο Γ.Παπανδρέου αναφέρθηκε αναλυτικά στο συγκεκριμένο θέμα :''Πρέπει ν ΄αυτονομήσουμε πλήρως τα πανεπιστήμια. Να υπάρχει πλήρης αυτονόμηση. Να κάνουν τις δικές τους επιλογές , τα δικά τους τμήματα που θέλουν , να διαμορφώσουν τα δικά τους πτυχία. Κι εμείς πια δύο εργαλεία να κρατήσουμε στα χέρια μας ως κράτος , ως επιτελικό κράτος. Τον τρόπο χρηματοδότησης και την αξιολόγηση , πιστοποίηση.'' Κρατώντας βέβαια το επιτελικό κράτος αυτούς τους μηχανισμούς ελέγχου της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης αυτό που θα συμβεί στην πραγματικότητα είναι όχι η αυτονόμηση των πανεπιστημίων, έστω στην πιο υποτυπώδη μορφή της , αλλά ο ασφυκτικότερος κρατικός εναγκαλισμός της , η πρόσδεση της λειτουργίας των ιδρυμάτων στις απαιτήσεις της αγοράς και του κράτους. Στη συνέχεια γίνεται πιο αναλυτικός '' Δεν θ' ασχολείται το Υπουργείο Παιδείας για το ποιος είναι ο οδηγός του πρυτάνεως , πότε θα πάρει άδεια ο Χ, Ψ, Ω καθηγητής , ποια τμήματα πρέπει να διαμορφωθούν. Αυτό το οποίο το ελληνικό κράτος θα κάνει είναι να αξιολογεί αν το αποτέλεσμα των πανεπιστημίων είναι θετικό και να γνωρίζει ο ελληνικός λαός , να γνωρίζει ο φοιτητής , να γνωρίζει ο νέος τι ακριβώς απόδοση έχει το κάθε τμήμα και το κάθε πανεπιστήμιο , πόσο σημασίας έχει στην αγορά , πόσο σημασία έχει στο να δώσει αξίες , πόσο σημασία έχει στον ακαδημαϊκό χώρο. Και μπορούμε να το κάνουμε αυτό με ένα εύκολο τρόπο , δίνοντας ουσιαστικά τη χρηματοδότηση στον ίδιο το φοιτητή , να κάνει δηλ. Ο φοιτητής την επιλογή για το που θέλει να πάει.'' Πρόκειται για αντιγραφή του νεοφιλελεύθερου εκπαιδευτικού σχεδίου σ΄ ένα από τα πιο βασικά και αντιδραστικά του σημεία , αυτό της επιλογής εκπαιδευτικού ιδρύματος και της χρηματοδότησης μέσω κουπονιών.
Η αξιολόγηση λοιπόν καλείται να παίξει έναν γενικότερο ρόλο πειθάρχησης των ιδρυμάτων στις απατήσεις της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Πιο συγκεκριμένα καλείται να λειτουργήσει σε μια τριπλή κατεύθυνση : ''στη βελτίωση της ποιότητας του παραγόμενου έργου στην ανώτατη εκπαίδευση και στην καταξίωση του αναπτυξιακού και κοινωνικού της ρόλου, β στη δημιουργία ενός ορθολογικού συστήματος κοινωνικών πόρων που διαχειρίζεται και γ. στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της.'' Η ορολογία που χρησιμοποιείται είναι ίδια μ΄ αυτής του επιχειρηματικού μάνατζμεντ , όπου τα κριτήρια λειτουργίας είναι η ορθολογική κατανομή των πόρων και η αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας.
Μέσω της αξιολόγησης προωθείται η διαμόρφωση της επιχειρηματικής ανώτατης εκπαίδευσης και το ΠΑΣΟΚ ακολουθεί πιστά το ρεύμα της νεοσυντηρητικής πολιτικής για να είναι μέσα στο πνεύμα των μεταμοντέρνων καιρών και στο πλευρό των απαιτήσεων του κεφαλαίου ως πιστός και αποτελεσματικός εκφραστής τους.


Το Λύκειο και η εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση: Σ΄ αυτή την εκπαιδευτική βαθμίδα αποδίδεται ένας τριπλός ρόλος: α. να λειτουργήσει ως αυτόνομη εκπαιδευτική βαθμίδα , β. να εξασφαλίσει την είσοδο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση μέσω ενός συστήματος που θα έχει καταφέρει να νομιμοποιηθεί ως αξιόπιστο και αποτελεσματικό και , γ. να εξασφαλίσει την αποτελεσματική ένταξη στην αγορά εργασίας των μαθητών που προσανατολίζονται προς την κατεύθυνση αυτή. Η επιλογή της εξουσίας για ταξική κατηγοριοποίηση του μαθητικού πληθυσμού γίνεται με τη θεσμική συγκρότηση ενός διπλού δικτύου κοινωνικής επιλογής στο εσωτερικό του συγκεκριμένου εκπαιδευτικού σταδίου. Το δίκτυο αυτό συγκροτείται κατά τον τρίτο χρόνο της φοίτησης '' με την παροχή δυνατότητας στο μαθητικό πληθυσμό να επιλέξει είτε να ακολουθήσει το δρόμο της προετοιμασίας για τις εξετάσεις στα τριτοβάθμια ιδρύματα είτε να ακολουθήσει το δρόμο της προετοιμασίας του για την άμεση είσοδο του στην αγορά εργασίας. Δεν είναι βέβαια γνωστό αν οι συντάκτες αυτών των θέσεων συνειδητοποιούν την αντιφατικότητά τους. Το Λύκειο καλείται από τη μια να λειτουργήσει ως αυτόνομη εκπαιδευτική βαθμίδα που θα παρέχει γενική παιδεία στους μαθητές του , ενώ από την άλλη αναλαμβάνει να εκπληρώσει το καθήκον για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και παράλληλα να προετοιμάσει ένα άλλο κομμάτι του μαθητικού πληθυσμού για ένταξη στην αγορά εργασίας. Όσο κι αν προτείνεται οι δύο πρώτες τάξεις ν΄ αναλάβουν την προετοιμασία στη γενική παιδεία και να στηρίξουν την αυτονόμηση του Λυκείου ως ξεχωριστή βαθμίδα της εκπαίδευσης , παρόλα αυτά το συγκεκριμένο σχολείο δεν πρόκειται να σταματήσει ν΄αποτελεί προθάλαμο για τα ΑΕΙ. Η μεταφορά των εξετάσεων επιλογής στην τρίτη τάξη θα συμπαρασύρει και τις υπόλοιπες τάξεις στη λογική της προετοιμασίας για τις εξετάσεις , αφού ο ένας χρόνος προετοιμασίας θα είναι εντελώς ανεπαρκής για επιτυχία στα ΑΕΙ. Έτσι και οι δύο πρώτες τάξεις θ΄αποτελουν κι αυτές άτυπα τάξεις προετοιμασίας με την καταφυγή των μαθητών σε φροντιστήρια και ιδιαίτερα μαθήματα. Μ ΄αυτή την έννοια δεν προτείνεται κάτι ποιοτικά διαφορετικό από τα συστήματα που εφαρμόσθηκαν στη διάρκεια της μεταπολίτευσης για εισαγωγή στα ΑΕΙ και γι ' αυτό και τα΄αποτελέσματά του δεν θα είναι και πολύ διαφορετικά από τ΄αποτελέσματα των προηγούμενων συστημάτων…
Προτείνεται ακόμα η κατάργηση των σημερινών αναλυτικών προγραμμάτων και η αντικατάστασή τους από στόχους αναφοράς επίδοσης και η διαμόρφωση ζωνών δραστηριοτήτων στα πλαίσια του υπάρχοντος διδακτικού χρόνου , η αλλαγή του τρόπου χρηματοδότησης και διαχείρισης των πόρων στο επίπεδο της σχολικής μονάδας , χωρίς παραπέρα διευκρινήσεις στο κείμενο. Η προγραμματική όμως θέση για αποκέντρωση των λειτουργιών του σχολείου μας επιτρέπει να καταλάβουμε προς τα πού θα κινηθεί η υλοποίηση της πρότασης αυτής. ( ανταποδοτικοί φόροι , χορηγίες , ανάληψη οικονομικών ευθυνών από τους γονείς) . Για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση προτείνεται η εξέταση σε 6 το πολύ μαθήματα. Στη διαδικασία της επιλογής για την τριτοβάθμια εκπαίδευση προβλέπεται και η εμπλοκή των ΑΕΙ με τη διαμόρφωση από πλευράς του αντίστοιχου τμήματος των κριτηρίων και των μαθημάτων που απαιτούνται για την εισαγωγή σ΄αυτό. Σύμφωνα με το κείμενο των θέσεων '' κάθε τμήματα των ΑΕΙ και ΤΕΙ , με βάση την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του προγράμματος σπουδών του ορίζει αυτό τα μαθήματα , καθώς και τους συντελεστές βαρύτητας που απαιτούνται για την εισαγωγή σ΄αυτό. ''

Συνοπτικά οι θέσεις του είναι ενταγμένες σ΄ ένα νεοσυντηρητικό – νεοφιλελεύθερο πλαίσιο αρχών του οποίου βασικός του στόχος είναι η προώθηση της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης στο χώρο της εκπαίδευσης και της κοινωνίας. Το πρόγραμμα αυτό αποτελεί πλήρη αναίρεση των αρχών της σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής και της εκπαιδευτικής πολιτικής της πρώτης κυβερνητικής περιόδου (1981 – 1985).Προωθεί μια νέα φυσιογνωμία της εκπαίδευσης που είναι ταυτισμένη με τα συμφέροντα των ισχυρότερων μερίδων του ελληνικού κεφαλαίου και ειδικά των διεθνοποιημένων μερίδων του. Πρόκειται για την επιχειρηματική εκπαίδευση που σημαίνει ανταπόκριση στις άμεσες ανάγκες κερδοφορίας του κεφαλαίου , παράλληλα με την εκπλήρωση του παραδοσιακού ταξικού ρόλου του εκπαιδευτικού συστήματος. (διευρυμένη αναπαραγωγή του κοινωνικού καταμερισμού της εργασίας και της κυρίαρχης αστικής ιδεολογίας). Ταυτόχρονα η επιχειρηματική εκπαίδευση επιβάλλει η λειτουργία των ιδρυμάτων να είναι ίδια μ΄ αυτή των επιχειρήσεων. (Μάνατζμεντ , χορηγίες , δίδακτρα , ανταποδοτικά τέλη , οργάνωση με βάση την αρχή κόστους – οφέλους , προβολή στο ιδεολογικό επίπεδο των αρχών της αποτελεσματικότητας και της επιχειρηματικότητας).Οι βασικοί άξονες της εκπαιδευτικής του πολιτικής είναι η αποκέντρωση της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με την ένταξη των λειτουργιών της στους δήμους και τις περιφέρειες και τη διαμόρφωση μέρους των προγραμμάτων σπουδών σε τοπικό επίπεδο. Σ΄ αυτή τη διαδικασία το κεντρικό κράτος κρατάει το πιο ουσιώδες μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας , τη διαμόρφωση των βασικών στόχων και κατευθύνσεων του σχολείου , παραιτούμενο ταυτόχρονα από τις υποχρεώσεις του , κυρίως στο ζήτημα της χρηματοδότησης. Στα πλαίσια του τοπικού προωθείται ο κατακερματισμός του εκπαιδευτικού σώματος και η ανατροπή των πιο θεμελιωδών εργασιακών του κατακτήσεων. (πρόσληψη σε τοπικό επίπεδο μέσω τοπικών συμφώνων απασχόλησης , κατάργηση της οργανικότητας των εργασιακών θέσεων , αξιολόγηση σε τοπικό επίπεδο μέσω της θέσπισης ενός πανοπτικού συστήματος επιτήρησης και τη δημιουργία καθεστώτος διαρκούς εργασιακής ανασφάλειας , προυπόθεση για χειραγώγηση και πολιτική ομηρία.) Απ΄την άλλη ο διαχωρισμός του δημόσιου χαρακτήρα των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων από την κρατική μορφή τους αποτελεί το ιδεολογικό πρόσχημα για την ιδιωτικοποίηση της ανώτατης εκπαίδευσης. Στην προσπάθεια υλοποίησης αυτών των θέσεων για την εκπαίδευση το εκπαιδευτικό και το ευρύτερο κοινωνικό κίνημα δεν μπορεί παρά να σταθεί αντίθετο , απορρίπτοντας τες όχι σε επιμέρους σημεία ή στον τρόπο εφαρμογής τους , αλλά στον πυρήνα της λογικής τους που είναι η εμπορευματοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και η καθυπόταξη των λειτουργιών της εκπαίδευσης στις απαιτήσεις του κεφαλαίου. Να τις απορρίψουμε δηλ. συνολικά. Το πρόγραμμα αυτό είναι εχθρικό απέναντι στο ζωντανό στοιχείο της εκπαίδευσης (μαθητές , φοιτητές , εκπαιδευτικούς), στους εργαζόμενους και κυρίως είναι εχθρικό απέναντι σε μια απελευθωρωτική προοπτική της κοινωνίας , σε μια προοπτική που θα θέλει το γκρέμισμα των θεών του σημερινού ΠΑΣΟΚ. δηλ της αγοράς , της επιχειρηματικότητας και του καπιταλιστικού κέρδους.


1.M. Lowy : WALTER BENJAMIN : ΠΡΟΜΗΝΥΜΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΜΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΤΩΝ ΘΕΣΕΩΝ '' ΓΙΑ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ '' , εκδ. ΠΛΕΘΡΟΝ , ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ , Αθήνα , 2004 , σελ. 129


2.Μ. Δαμανάκη : Η Δωρεάν Παιδεία και Εργασία στη Νέα Εποχή , http // pasok . gr , σελ. 1

3.Για την πολιτική του ιστορία έχουν δει το φως της δημοσιότητας μια σειρά εργασίες όπως : Σπ. Σακελλαρόπουλος : Η Ελλάδα στη Μεταπολίτευση , εκδ. ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ – Α. ΛΙΒΑΝΗ , Αθήνα 2001 , Γ. Καραμπελιάς : Η Μικρομεσαία Δημοκρατία εκδ. Κομμούνα – ΘΕΩΡΊΑ, Αθήνα 1982 , Μ. Σπορδουλάκης : ΠΑΣΟΚ , Εσωκομματική δομή , κρίσεις , ιστορία , εκδ. ΕΞΑΝΤΑΣ , Αθήνα

4.Γ. Γρόλλιος – Γ. Κάσκαρης : Η συμβολή του ΠΑΣΟΚ στην προώθηση και υλοποίηση της νεοσυντηρητικής και νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης στην εκπαίδευση , περ. ΑΝΤΙΤΕΤΡΑΔΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ , τευχ. 73 - 74 , 2005, σελ. 36

5.ΥΠΕΠΘ: ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ 2000 – Παιδεία Ανοικτών Οριζόντων, σελ. 3

6.Τα ποσοστά της σχολικής διαρροής στο Λύκειο εμφανίζονται εξαιρετικά υψηλά ήδη από τον πρώτο χρόνο εφαρμογής της μεταρρύθμισης. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΣΥΕ / ΥΠΕΠΘ στους 119.039 μαθητές που αποφοίτησαν το έτος 1997/ 98 την Γ΄ Γυμνασίου την Α' Λυκείου θα ολοκληρώσουν το 1998/ 99 90. 913 μαθητές , ποσoστό διαρροής 23, 63% , τη Β' Λυκείου το 1999/ 00 76. 683 , ποσοστό διαρροής 33,10 % και τη Γ' Λυκείου 63.711 , ποσοστό διαρροής 46, 48 %. Τα στοιχεία αναφέρονται από Γ. Καββαδίας : Η Έξοδος των Μυρίων Β΄ Λυκείου το υψηλό εμπόδιο , www. Katsikas. 8k. com.

7.Η κριτική των ιδεολογημάτων της κοινωνίας και της οικονομίας της γνώσης δεν είναι θέμα του παρόντος άρθρου. Οι απόψεις αυτές έχουν αναλυθεί κριτικά από μια σειρά σημαντικές εργασίες όπως , Θ. Αλεξίου : Εκπαίδευση , Εργασία και Κοινωνικές Τάξεις Το ιστορικό – θεωρητικό πλαίσιο , εκδ, ΠΑΠΑΖΗΣΗ , Αθήνα 2002 σελ. 151 - 208 και πιο πρόσφατα Κ. Σταμάτης : Η Αβέβαιη '' Κοινωνία της γνώσης '' , εκδ. ΣΑΒΒΑΛΑΣ , Αθήνα 2005 , σελ. 111 - 169

8.Όπως επισημαίνουν σχετικά με την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης οι Γ. Γρόλλιος – Γ . Κάσκαρης : '' η έκταση του εκδημοκρατισμού ως στοιχείο του αστικού εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης , που προωθήθηκε από το ΠΑΣΟΚ , συνδεόταν άμεσα με τους κοινωνικούς αγώνες για την εκπαίδευση. Στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση τα στοιχεία του εκδημοκρατισμού ήταν τόσο στο πεδίο της ιδεολογίας (αλλαγές στο περιεχόμενο των σχολικών εγχειριδίων )όσο και στο πεδίο των σχέσεων εξουσίας. ( κατάργηση επιθεωρητών). Όμως οι κάθετες δομές ιεραρχίας αμφισβητήθηκαν πολύ λιγότερο σ' αυτές τις δύο εκπαιδευτικές βαθμίδες σε σχέση με την τριτοβάθμια εκπαίδευση όπου η δυναμική του φοιτητικού κινήματος του 1979 – 1980 αποτέλεσε τον καθοριστικό παράγοντα για την εμβάθυνση της διαδικασίας εκδημοκρατισμού.'' (περ. ΑΝΤΙΤΕΤΡΑΔΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ , τευχ. 73- 74 , σελ 36 ). Ωστόσο κυρίαρχο ρεύμα σκέψης στη μεταρρύθμιση ήταν ο τεχνοκρατισμός που καθόρισε τα όρια του όποιου εκδημοκρατισμού και τον έβαλε σε συγκεκριμένα πλαίσια που έχουν να κάνουν με την συμβολή της εκπαίδευσης στην οικονομική ανάπτυξη. Η τεχνοκρατική λογική καθόρισε τη δομή των αναλυτικών προγραμμάτων της περιόδου και των νέων σχολικών εγχειριδίων. Για το θέμα Γ. Μαυρογιώργος : Σχολικά Βιβλία και Κοινωνικός Έλεγχος στη Διδασκαλία. Η περίπτωση των νέων βιβλίων του Δημοτικού σχολείου στο ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ , εκδ. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ , Αθήνα 1992 , σελ. 135 -170

9.H εκπαιδευτική πολιτική της περιόδου έχει αναλυθεί σε μια σειρά εργασίες όπως Χ. Νούτσος: Ιδεολογία και εκπαιδευτική πολιτική ,εκδ. ΘΕΜΕΛΙΟ , Αθήνα , Χ. Νούτσος : Η Πράσινη οκταετία στην εκπαίδευση , στο ΣΥΓΚΥΡΙΑ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ , σελ. 96 - 101 εκδ. Ο ΠΟΛΙΤΗΣ , Αθήνα 1990 και από το δεύτερο μέρος του βιβλίου σελ.78-88.

10.Για τις προγραμματικές διακηρύξεις Γ. Γρόλλιος – Γ . Κάσκαρης : Η συμβολή του ΠΑΣΟΚ στη νεοσυντηρητική και νεοφιλελεύθερη αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης. , περ. ΑΝΤΙΤΕΤΡΑΔΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ , τευχ. 73 – 74, 2005, σελ. 33 – 38 και για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση Ε. Ζαμπέτα : Η εκπαιδευτική πολιτική στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση , εκδ. ΘΕΜΕΛΙΟ , Αθήνα

11.Μ. Δαμανάκη : Η ΔΩΡΕΑΝ ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΕΠΟΧΗ , www. pasok. gr

12.Μ. Δαμανάκη : Η ΔΩΡΕΑΝ κλπ. οπ. παρ.

13.Γ. Παπανδρέου : Προσωπικός Κόμβος , Η επένδυση στην ποιότητα της Παιδείας , http// www. papandreou gr.

14.Γ. Παπανδρέου : Προσωπικός Κόμβος , οπ. παρ. σελ. 1

15.Γ. Γρόλλιος : Ιδεολογία , Παιδαγωγική και Εκπαιδευτική Πολιτική , εκδ. Gutenberg , Αθήνα 1999 , σελ.40

16.Μ. Δαμανάκη : Η Δωρεάν Παιδεία και εργασία στη νέα Εποχή , www. damanaki. Gr.

17.Γ. Παπανδρέου : Η επένδυση στην ποιότητα της Παιδείας , οπ. παρ.

18.Ενδεικτικό του εύρους των μετασχηματισμών που έχουν συντελεστεί στις θέσεις του είναι η σύγκριση των πιο πάνω απόψεων με τη θέση του ΠΑΣΟΚ για την ιδιωτική εκπαίδευση , όπως αυτή παρουσιάζεται στο πρόγραμμα του 1981. '' Η ιδιωτική εκπαίδευση και η παραπαιδεία υποκαθιστούν την αδιαφορία του κράτους αλλά και εμπορευματοποιούν την παιδεία , ενώ αναπαράγουν τις απαράδεκτες διακρίσεις. Η ιδιωτική εκπαίδευση , η παραπαιδεία , τα προνομιακά σχολεία , αποτελούν παραχάραξη της συνταγματικής επιταγής. Στόχος μας είναι η κατάργησή τους. ΠΑΣΟΚ , 1981 Διακήρυξη της Κυβερνητικής Πολιτικής , παρ. 90 , 92 , 103 , αναφ. από Ε. Ζαμπέτα : Η Εκπαιδευτική Πολιτική στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση , Αθήνα 1994 , σελ. 215 – 216

19.Γ. Παπανδρέου : Τοποθέτηση στη συζήτηση στη Βουλή για την Παιδεία , ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ , 8/11/ 2004

20.ΠΑΣΟΚ : ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ , αναφέρεται από Γ. Σόφης : ΠΑΣΟΚ : να καταργηθεί η Δημόσια Παιδεία ! , περ. ΑΝΤΙΤΕΤΡΑΔΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ , τευχ. 75 , σελ. 30.

21.Jean-Pierre Garnier : Η Αποκέντρωση : Μια Κρατική Υπόθεση , περ. ΘΕΣΕΙΣ , ΤΕΥΧ. 56 , 1996 , σελ. 53

22.Jean – Pierre Garnier : Η Αποκέντρωση κλπ. οπ. παρ. , ΘΕΣΕΙΣ , σελ. 53

23.Η ΤΕΧΝΙΚΗ – ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗ , www.pasok. gr ,σελ. 2

24.Η ΤΕΧΝΙΚΗ – ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ κλπ. , οπ. παρ. σελ. 2

25.Η συγκεκριμένη διαπραγμάτευση της κοινωνικής λογοδοσίας στο πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ έχει να κάνει περισσότερο με την φιλελεύθερη αντίληψη της αξιολόγησης παρά με τη σοσιαλδημοκρατική. Ανάμεσα στις δύο απόψεις υπάρχουν διαφορές όχι για την αναγκαιότητα του ελέγχου αλλά για τους φορείς που τον ασκούν. Όπως επισημαίνει η Ε. Ζαμπέτα ''οι μορφές απόδοσης λόγου και ελέγχου των εκπαιδευτικών θεσμών που αναπτύχθηκαν στα πλαίσια των πολιτικών του κράτους πρόνοιας , αναφέρονται περισσότερο σε πλαίσια εσωτερικών ελέγχων από πλευράς της διοικητικής ιεραρχίας και λιγότερο σε μορφές απόδοσης λόγου στους φορείς που αποδέχονται τις εκπαιδευτικές υπηρεσίες… Η βασική προυπόθεση της εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος και της διασφάλισης εθνικών minimum standards θεωρείται ότι ικανοποιείται μέσω της άσκησης ελέγχου από πλευράς του δημοσίου και των μηχανισμών της γραφειοκρατικής ιεραρχίας.'' Ε. Ζαμπέτα : Η Εκπαιδευτική Πολιτική στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση 1974- 1989, εκδ. ΘΕΜΕΛΙΟ , Αθήνα 1994 σελ. 65 – 66. Αντίθετα οι φιλελεύθερες προσεγγίσεις της εκπαίδευσης , επισημαίνει η ίδια συγγραφέας θεωρούν '' ότι τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα συνιστούν κρατικές γραφειοκρατίες οι οποίες δεν εξυπηρετούν τις για των εκπαιδευτικών θεσμών είναι η οικογένεια. Η οικογένεια είναι εκείνη που έχει το ισχυρότερο και αμεσότερο ενδιαφέρον και συμφέρον για την ποιότητα και καταλληλότητα των εκπαιδευτικών παροχών και βρίσκεται στην καταλληλότερη θέση να διατηρεί μια συνεχή παρακολούθηση για το τι συμβαίνει μέσα στη σχολική τάξη… Έτσι προτείνεται ως συνετή πολιτική επιλογή '' η μετατόπιση της εξουσίας στην εκπαιδευτική οικονομία από την πλευρά της προσφοράς στην πλευρά της ζήτησης'' Ε. Ζαμπέτα , οπ. παρ. σελ. 37- 38

26.Γ. Παπανδρέου : ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ , 8/11/ 2004

27.Η ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΊΔΕΥΣΗ ΚΑΙ Ο ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ , www. pasok. gr , σελ. 2

28.Η ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΊΔΕΥΣΗ κλπ. οπ. παρ. σελ. 2

29.Η ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ κλπ , www.pasok. gr σελ. 2

.30. Η ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ κλπ , www. pasok. gr. σελ. 2

31.Η ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ κλπ . www. pasok. gr σελ. 2

32.Γ. Παπανδρέου : Πρακτικά της Βουλής , 8/ 11/ 2004

33.Γ. Παπανδρέου : οπ. παρ. , 8/ 11/ 2004

.35. Θεωρώντας ότι η εκπαίδευση είναι ιδιωτική υπόθεση , το είδος της οποίας και τη διάρκεια των σπουδών πρέπει να επιλέγουν οι γονείς και από την άλλη ότι η λειτουργία του εκπαιδευτικού συστήματος πρέπει να είναι προσορμισμένη στους νόμους της αγοράς , η νεοφιλελεύθερη αντίληψη προτείνεινει τη χρηματοδότηση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με το σύστημα των κουπονιών. Η πρόταση αυτή , που ανήκει σ' έναν από τους βασικούς θεμελιωτές της θεωρίας τον Μ. Friedman , ζητάει η χρηματοδότηση των ιδρυμάτων αντί να γίνεται απ΄ ευθείας από το κράτος προς τα ιδρύματα να δίνεται με τη μορφή κουπονιών προς τους γονείς , οι οποίοι με τη σειρά τους επιλέγουν οι ίδιοι το εκπαιδευτικό ίδρυμα στο οποίο θα φοιτήσουν τα παιδιά τους , ανάλογα με το ποιο θεωρούν ότι προσφέρει τις καλύτερες ποιοτικά υπηρεσίες. Απ' την πλευρά των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων η εφαρμογή ενός τέτοιου συστήματος προϋποθέτει τον ανταγωνισμό μεταξύ τους και την προσαρμογή της λειτουργίας τους στους κανόνες της καπιταλιστικής αγοράς , προκειμένου να γίνουν ελκυστικά και αποδεκτά από τους πελάτες – καταναλωτές εκπαιδευτικών υπηρεσιών. Η λειτουργία του ανταγωνισμού έχει ως βασική προυπόθεση τη δημοσιοποίηση των παραγόμενων αποτελεσμάτων μεταξύ των διαφόρων ιδρυμάτων. Το σύστημα των κουπονιών αποτελεί μία από τις βασικές προϋποθέσεις της νεοφιλελεύθερης εκπαιδευτικής πολιτικής που στηρίζεται από τη μια πλευρά στην ελεύθερη επιλογή σχολείου και από την άλλη στη λειτουργία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με βάση την επιχειρηματική λογική. Για το μοντέλο των κουπονιών βλ. Ε. Ζαμπέτα: Η Εκπαιδευτική Πολιτική στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση 1974 – 1989 , εκδ. ΘΕΜΕΛΙΟ , Αθήνα 1994 , σελ. Λ. Αγγέλης: Το Ενιαίο Σχολείο στην Αγγλία , εκδ. Τυπωθήτω Γ. Δαρδανός , Αθήνα 1999 , σελ. 121 - 130

36.Η ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ Ο ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ www.pasok. gr , σελ. 3

37.ΤΟ ΛΥΚΕΙΟ ΚΑΙ Η ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ , www. pasok.gr, σε

 

                                                                                                                             ΧΡ. ΡΕΠΠΑΣ


      Δημοσιέυτηκε στο περιοδικό ΑΝΤΙΤΕΤΡΑΔΙΑ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ τευχ. 76-77 

Δεν υπάρχουν σχόλια: