Δευτέρα 17 Μαΐου 2010

Θανάση Μποχώτη Στάση πληρωμών-έξοδος από την ευρωζώνη: φόβητρο ή αρχή διεξόδου από την κρίση;

4 Απριλίου 2010


Στάση πληρωμών-έξοδος από την ευρωζώνη: φόβητρο ή αρχή διεξόδου από την κρίση;

Κατηγορίες: Χωρίς κατηγορία — enthemata @ 8:55 πμ



του Θανάση Μποχώτη


Τελευταία δημοσιεύθηκαν στην Αυγή και την Ελευθεροτυπία προτάσεις του Τ. Φωτόπουλου και του Δ. Καζάκη για τη διέξοδο της Ελλάδας από την οικονομική κρίση·[1] προτάσεις πρακτικές, που η αποδοχή τους από έναν έστω από τους κύριους πολιτικούς φορείς της αριστεράς θα εξασφάλιζε, σε μεγάλο βαθμό, ότι οι κοινωνικοί αγώνες του επόμενου διαστήματος θα είχαν πραγματική προοπτική και δεν θα διεξάγονταν υπό συνθήκες φόβου, απογοήτευσης και παραίτησης.
Κατά τους προηγούμενους μήνες η ελληνική κοινωνία βομβαρδίστηκε από μια προπαγάνδα που συνοψίστηκε στο εκβιαστικό δίλημμα «σκληρά μέτρα ή χρεοκοπία». Στο σύνθημα αυτό, που προϋπέθετε ότι το κύριο πρόβλημα της χώρας ήταν δημοσιονομικό, η Αριστερά απαντούσε –όχι σωστά– ότι «η χώρα δεν πρόκειται να χρεοκοπήσει» και –σωστά– πως το πρόβλημά της ήταν κυρίως αναπτυξιακό. Το πρώτο σκέλος αυτής της απάντησης, που υπονοούσε ότι η απειλή της χρεοκοπίας ήταν «ένα κόλπο της κυβέρνησης και των αγορών για να επιβάλουν την αντιλαϊκή πολιτική τους», διαψεύδεται από τα στοιχεία που παρέθεσε ο Δ. Καζάκης, τα οποία δεν αμφισβήτησε ο δημόσιος διάλογος που ακολούθησε. Μπορεί εδώ να επαναληφθεί ενδεικτικά ότι μόνο το 2009 δαπανήθηκαν για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους τοκοχρεωλύσια άνω των 41 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν στο 47% του συνόλου των δημοσίων δαπανών και στο 17% του ΑΕΠ της χώρας· την ίδια στιγμή τα δημόσια έσοδα ξεπέρασαν οριακά τα 59 δισ. ευρώ. Εξάλλου, η προαναφερόμενη αντίληψη της Αριστεράς για την απειλή της χρεοκοπίας ως κόλπο, δεν μπορεί να διασκορπίσει τον φόβο των μισθωτών εργαζομένων, ούτε να δώσει ελπίδα στον αγώνα τους ενάντια στα αντικοινωνικά μέτρα της κυβέρνησης και της ευρωπαϊκής επιτήρησης. Όταν ο πρωθυπουργός λέει στον μισθωτό του δημοσίου ότι αν δεν δεχθεί την περικοπή δυο ή και τριών μισθών, τότε το κράτος θα χρεοκοπήσει (ακολούθως δεν θα μπορεί να δανειστεί) και επομένως δεν θα μπορεί να του πληρώσει κανένα μισθό, τότε η Αριστερά δεν ακούγεται πειστική απέναντι στον ίδιο μισθωτό όταν του λέει: «Μην ανησυχείς, η Ελλάδα δεν πρόκειται να χρεοκοπήσει».
Επίσης η –ορθή καθεαυτήν– έκκληση της Αριστεράς και μεγάλου μέρους της κοινωνίας (που συνιστά και το δημοσιονομικό τους αντεπιχείρημα απέναντι σε όσους υποστηρίζουν τα σκληρά μέτρα ως μονόδρομο) να αυξηθεί η φορολογία των ανωνύμων εταιρειών, να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή και η ασφαλιστική εισφοροδιαφυγή, δεν μπορεί να γίνει πολιτικά πιεστική απέναντι στην κυβέρνηση και στους κοινωνικούς συμμάχους της, όσο αυτοί εξασφαλίζουν την πρόσβαση σε εξωτερικό δανεισμό. Πραγματικά, το ογκώδες εξωτερικό δημόσιο χρέος εξυπηρετεί την παρασιτική και εξωφρενική κερδοφορία μεγάλων μερίδων κεφαλαιούχων της Ελλάδας με επίκεντρό τους τον χρηματοπιστωτικό τομέα. Ωστόσο, δεν ενισχύει μόνο την οικονομική τους θέση, αλλά και την κοινωνική τους εξουσία και την πολιτική τους επιρροή. Ακόμη, η πολιτική εξουσία μαθαίνει να επωφελείται και να εξαρτάται όλο και περισσότερο από τον διαρκή εξωτερικό δανεισμό για τη συνέχιση της λειτουργίας της, ενώ ταυτόχρονα γίνεται όλο και πιο ανεξάρτητη από τους Έλληνες πολίτες και ψηφοφόρους της, έτσι ώστε δεν δίνει και μεγάλη σημασία στις αντιδράσεις τους. (Ας προστεθεί ακόμη εδώ ότι πάγια επιδίωξη της Γερμανίας στην πορεία προς την εισαγωγή του ευρώ και προς τον καθορισμό του καθεστώτος του, δηλαδή του Συμφώνου Σταθερότητας, ήταν όχι μόνο μια πολύ σταθερή δέσμευση σε ζητήματα δημοσιονομικών ελλειμμάτων, αλλά και ειδικότερα η τήρησή της στη βάση των νεοφιλελεύθερων κανόνων: λιγότερες δημόσιες δαπάνες, χαμηλότεροι φόροι). Αντίθετα, η άμεση στάση πληρωμών της χώρας, η οποία συνδέεται αναπόσπαστα με μια μελλοντική αναδιαπραγμάτευση του εξωτερικού δημόσιου χρέους, θα επιφέρει ανακούφιση στην παραγωγική βάση της και θα κάνει πολιτικά πολύ πιεστική την πρόταση φορολόγησης του κεφαλαίου.
Οι προπαγανδιστές των μέτρων λιτότητας ισχυρίζονται πως οι Έλληνες πρέπει να πάψουν πια να ζουν με δανεικά, να σταματήσουν να έχουν ένα βιοτικό επίπεδο που βρίσκεται πάνω από τις δυνατότητες και την παραγωγικότητά τους. Όμως οι ισχυρισμοί αυτοί έρχονται σε πλήρη αντίθεση με το γεγονός ότι τα μέτρα της κυβέρνησης και των ευρωπαίων επιτηρητών δεν έχουν στόχο να αποτρέψουν τη χρεοκοπία, αλλά να δώσουν μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη παράταση ζωής στην πολιτική που οδήγησε στην κρίση και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στη χρεοκοπία. Διαμέσου της απρόσκοπτης αποπληρωμής των ξένων δανειστών της Ελλάδας επιχειρούν να εξακολουθήσουν, όσο μπορούν, την «πλασματική (κυρίως δανειακή) επέκταση της εσωτερικής ζήτησης» (Δ. Καζάκης). Και η άλλη όψη αυτής της πολιτικής είναι η συσταλτική και βίαιη επίθεση στο εισόδημα, την ασφάλεια και τα δικαιώματα της μισθωτής εργασίας. Μάλιστα, η ασφυκτική συμπίεση της μισθωτής εργασίας συνοδεύεται από σχέδια κυβερνητικών και τραπεζιτικών κύκλων της χώρας για ρευστοποίηση ή εκμετάλλευση και των τελευταίων κοινών κτημάτων που της έχουν απομείνει, όπως των ακινήτων της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου, για την περαιτέρω χρηματοδότηση του εξωτερικού δανεισμού.

Μονομερής παύση των πληρωμών: αναγκαία και επιθυμητή

Τα πρόσφατα μέτρα λιτότητας αποκάλυψαν με τον πιο σαφή τρόπο τον (αντι)κοινωνικό χαρακτήρα αυτής της πολιτικής, η οποία έχει ως ακρογωνιαίο λίθο της τη διαιώνιση της εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους. Επομένως, η άμεση διάρρηξη του φαύλου κύκλου του δανεισμού με τη μονομερή παύση πληρωμών από την Ελλάδα, δεν είναι μόνο αναγκαία αλλά και επιθυμητή· μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί, αντίστροφα, ενάντια σε όσους ως τώρα επωφελούνταν από αυτό τον φαύλο κύκλο σε βάρος της μισθωτής εργασίας και μεγάλων τμημάτων των λαϊκών τάξεων. Επίσης, αν η στάση πληρωμών δεν υλοποιηθεί άμεσα, η χρεοκοπία θα έρθει αργότερα, όταν θα συμφέρει τις αγορές και την Ευρωπαϊκή Ένωση ή το ΔΝΤ, ενώ οι μισθωτοί εργαζόμενοι θα έχουν γονατίσει από την ανέχεια και από την έλλειψη ελπίδας. Τότε όμως τη χρεοκοπία θα τη διαχειριστούν στην Ελλάδα και πάλι οι ίδιες δυνάμεις που θα έχουν επωφεληθεί από τη διαιώνιση της πολιτικής που την προκαλεί, διαθέτοντας πιθανώς και μια ισχυρή ακροδεξιά συνιστώσα. Έτσι, η Αριστερά έχει ιστορική ευθύνη να κρατήσει μια σωστή στάση σ’ αυτό το ζήτημα.
Εννοείται ότι η στάση πληρωμών συνδέεται άρρηκτα με την έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη και την επανεισαγωγή μιας νέας δραχμής, αφού η παραμονή της χώρας στο καθεστώς του ευρώ την κάνει έρμαιο στις κινήσεις του παγκοσμιοποιημένου χρηματιστικού κεφαλαίου, ακριβαίνει τις εξαγωγές και τον τουρισμό της και κατατρώει το λαϊκό εισόδημα (Τ. Φωτόπουλος, Δ. Καζάκης).
Η επανεισαγωγή μιας νέας δραχμής θα έδινε τα νομισματοπιστωτικά εργαλεία για μια –απαραίτητη για την καταπολέμηση της ύφεσης και για την επάνοδο στην οικονομική ανάπτυξη– νέου τύπου παρέμβαση του κράτους στην οικονομία. Ωστόσο, η πρόταση της παύσης πληρωμών και της νέας δραχμής δεν αρκεί, αν αφορά απλώς μια προσωρινή ανάπαυλα στην διαδικασία προσαρμογής της ελληνικής κοινωνίας στους κανόνες λειτουργίας της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. (Μια τέτοια πρόταση για την Ελλάδα που παραμένει σε αυτά τα όρια, την υποβάλλουν, ως γνωστόν, και ορθόδοξοι αγγλοσάξονες οικονομολόγοι). Αντίθετα, είναι αναγκαίο να επιχειρηθεί η νομισματοποίηση μέρους των ελλειμμάτων, ώστε διαμέσου ενός μέτριου πληθωρισμού να πληγούν τα κοινωνικά εκείνα στοιχεία που ως τώρα ωφελούνται από την ακολουθούμενη αντιπληθωριστική πολιτική. Ένα τέτοιο εγχείρημα δεν θα είναι αποτελεσματικό αν δεν συσχετιστεί με την εκ νέου καθιέρωση μόνιμων ελέγχων των τιμών και της κίνησης κεφαλαίου, καθώς και με τη χορήγηση οικονομικών επιδοτήσεων, με στόχο την προστασία των μισθωτών από τις επιπτώσεις των υποτιμητικών πιέσεων πάνω στη νέα δραχμή. Οι κυριότερες τράπεζες θα έπρεπε να εθνικοποιηθούν εκ νέου.
Εννοείται ότι η νέα αυτή πολιτική οικονομία δεν αναφέρεται στην αυτάρκεια. Αλλά η σύνδεση της χώρας με μια διεθνή οικονομία οφείλει να γίνεται στη βάση μιας εσωτερικής οικονομικής ανάπτυξης που υπηρετεί τις ανάγκες των λαϊκών τάξεων της Ελλάδας στους τομείς της διατροφής, της στέγασης, της υγείας, της παιδείας και του πολιτισμού, και όχι την ένταξή της στον παγκοσμιοποιημένο καταμερισμό εργασίας που λειτουργεί για την παραγωγή διαρκών αγαθών για τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές αγορές και για τους πελάτες και οφειλέτες τους στην (κοινωνική και γεωγραφική) περιφέρειά τους. Η αμυντική πολιτική της άμεσης στάσης πληρωμών και της εξόδου από την ευρωζώνη θα μπορούσε ν’ αποτελέσει ένα πρώτο βήμα για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας σε μια τέτοια κατεύθυνση, με την προϋπόθεση πως θα την εφάρμοζε τουλάχιστον μια κυβέρνηση αδύναμη απέναντι στη μισθωτή εργασία και στις λαϊκές τάξεις και ισχυρή απέναντι στις τωρινές κυρίαρχες κοινωνικές δυνάμεις.

Το τίμημα και τα κέρδη

Όμως αν η Αριστερά υιοθετούσε αυτή την κατεύθυνση θα όφειλε να εξηγήσει ξεκάθαρα στην κοινωνία πως και αυτή θα είχε το τίμημά της. Έτσι, σε ένα πρώτο διάστημα θα υπήρχαν πράγματι δυσκολίες στην καταβολή των μισθών του δημοσίου και στη λειτουργία του ίδιου του κρατικού μηχανισμού, οι οποίες θα υποχωρούσαν σταδιακά, αφού το αβάσταχτο φορτίο των δισεκατομμυρίων που εκταμιεύονται για να εξυπηρετηθεί το εξωτερικό χρέος θα έπαυε να συνθλίβει τα δημοσιονομικά του κράτους και την κοινωνία. Η χώρα θα αντιμετώπιζε μια τέτοια επίθεση από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης και από πολλές δυτικές κυβερνήσεις, που μπροστά της η δυσφημιστική εκστρατεία που έχει ήδη προηγηθεί θα ήταν παιχνιδάκι. Η ελληνική κοινωνία και η Αριστερά θα έπρεπε να είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν ακόμη και σοβαρή ένταση των προκλήσεων από την Τουρκία, η οποία θα έβρισκε ίσως ευκαιρία να πιέσει για την αποδοχή των πάγιων θέσεών της μέσα σε συνθήκες αποδοκιμασίας της Ελλάδας από τη Δύση. Αλλά η κοινωνική και πολιτική συμμαχία που θα έκανε αυτό τον αγώνα θα ανακτούσε τα προ της επιβολής των μέτρων δικαιώματα των μισθωτών εργαζομένων και θα έτεινε να σφυρηλατήσει μια κοινωνική αλληλεγγύη και ένα ηθικό, που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την αναμόρφωση της χώρας. Βεβαίως, υπάρχει η ανάγκη μιας πολιτικής εκστρατείας υπέρ της διεξαγωγής δημοψηφίσματος για την απόρριψη των μέτρων λιτότητας, για να δημιουργηθεί το κατάλληλο κλίμα μέσα στο οποίο η προτεινόμενη λύση θα μπορέσει να γίνει αποδεκτή από μια κοινωνική πλειοψηφία και στη συνέχεια από μια εχθρική προς αυτήν πολιτική εξουσία.
Η Αριστερά επισημαίνει σωστά ότι χρειάζεται ν’ ακολουθήσει μια μακρά περίοδος κοινωνικών αγώνων για να ανατραπούν το κλίμα φόβου και απογοήτευσης που έχει δημιουργηθεί, για να αποτραπεί το ενδεχόμενο διόγκωσης των ρατσιστικών τάσεων και της ανομίας και για να επιβληθούν λύσεις κοινωνικής ανάταξης και αλληλεγγύης. Γενικότερα, μαζί με την άμεση κοινωνική και πολιτική κινητοποίηση που οφείλει να συνοδεύει μια πρόταση παύσης πληρωμών και εξόδου από το ευρώ, θα πρέπει να διεξαχθεί και ένας μακρόχρονος «πόλεμος θέσεων» για την ενδυνάμωση και την ολοκλήρωση της κατακερματισμένης κοινωνίας των πολιτών. Η αναφορά σε αυτόν τον όρο δεν παραπέμπει εδώ στις «μη κυβερνητικές οργανώσεις» αλλά στη συστηματική οικοδόμηση μόνιμων κοινωνικών θεσμών αλληλεγγύης, σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, που έχουν και οικονομική διάσταση μα και πολιτισμικές συνέπειες, και αποτελούν τον πυλώνα μιας μακροπρόθεσμης αναμόρφωσης της πολιτικής εξουσίας από τα κάτω.





Ο Θανάσης Ν. Μποχώτης είναι δρ. Ιστορίας







--------------------------------------------------------------------------------

Σημειώσεις



[1] Τ. Φωτόπουλος, Ελευθεροτυπία 27.2.2010· Δ. Καζάκης, Η Αυγή 7.3.2010 και Ποντίκι, 25.3.2010. O Σπ. Μαρκέτος υποστήριξε πειστικά τόσο την αδυναμία αποφυγής της χρεοκοπίας όσο και την οικονομική και πολιτική ανάγκη της άμεσης μονομερούς στάσης πληρωμών από την Ελλάδα: Δρόμος 13-3-2010, Το Βήμα 21.2.2010, Η Αυγή 9.4.2009. Την αντίθεσή του και προς τα δυο σκέλη της πρότασης εξέφρασε ο Γ. Σταθάκης. Ο ίδιος επιχειρηματολόγησε ότι «η ελληνική οικονομία δεν θα χρεοκοπήσει», κρίνοντας πάντως προηγουμένως ότι τίθεται «ως κατεπείγον το θέμα της αναχρηματοδότησης και χρονικής επέκτασης της εξόφλησης του χρέους»: Η Αυγή, 14.3.2010

Δεν υπάρχουν σχόλια: